ΦΥΛΑΚΗ : ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ Ή ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ; τρίτο μέρος.

Αυτό είναι το τρίτο μέρος της μετάφρασης, τελικά όμως όχι το τελευταίο. Θ’ακολουθήσει άλλο ένα -και τελευταίο-μέρος μέσα στην εβδομάδα.

Υπάρχουν φάκελοι όπως του νοσοκομείου για κάθε κρατούμενο, οι οποίοι ανανεώνονται συνέχεια και τους συνοδεύουν σε αυτή τους την πορεία στην κόλαση.  Η εξουσία της φυλακής είναι ηλίθια και μίζερη, ενισχυόμενη από ηλίθια, δειλά και μίζερα άτομα, απλά γρανάζια της κρατικής μηχανής, που πολύ σπάνια “επιπλήτονται” γι’ αυτά που κάνουν. Το παραμικρό σημάδι ανυπακοής από τους έγκλειστους αμέσως αναδεικνύεται, και οι ένοχοι σύντομα απομονώνονται ως αντάρτες, προπαγανδιστές ή ταραξίες, γιατί τα καθάρματα που κλειδώνουν ανθρώπους πίσω από τα κάγκελα για ένα μίζερο μισθό,  είναι χαραμοφάηδες που θέλουν όσο λιγότερους μπελάδες γίνεται. Είναι επίσης πολύ φοβισμένοι για την πάντα παρούσα περίπτωση της ανταρσίας ή της εξέγερσης. Γι’ αυτό, και δεδομένου ότι οι νέες τεχνολογίες το καθιστούν πιθανό, οι φυλακές όπως όλα τα ογκώδη δοχεία ανθρώπινων βασάνων, προορίζονται να εξαφανιστούν ως τέτοια.
Στο μεταξύ, το άμεσο πλάνο της φυλακής είναι να αλλάξει την κουλτούρα εντός των τειχών, από αυτή της αντίστασης – όπως αυτή που βιώθηκε τη δεκαετία του ’80 σε πολλά μέρη του κόσμου – σε αυτή του βολέματος και συναίνεσης. Αυτό προωθούν οι καλοθελητές όταν προπαγανδίζουν τις μεταρρυθμίσεις στις φυλακές. Τηλεόραση στο κελί ναι, αλλά αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί  όπως το μαστίγιο και το καρότο για να σε κρατήσει υπάκουο, να σε αποτρέψει από το να δείξεις αλληλεγγύη στους συγκρατούμενούς σου ή  το να εξεγερθείς για να διεκδικήσεις τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματά σου.
Τελευταία, υπάρχει πίεση για την αποσυμφόρηση των φυλακών από τη μεγάλη πλειοψηφία των κρατουμένων, την απομόνωση των ανθρώπων και το πέταγμά τους στα γκέτο που αποτελούν τις πηγές της παθογένειας που τους ξαναρίχνει μέσα, και για την πλειοψηφία των αδιόρθωτων ανταρτών, να τους κρατήσει μέσα για πάντα.. Και χρειάζεται μια μεγάλη επιχείρηση από τους κατασκευαστές γνώμης, για να κερδίσουν τη συναίνεση για μια τέτοια γιγαντιαία κίνηση με κοινωνικούς όρους. Η τεχνολογία είναι έτοιμη, τα μυαλά όχι.
Εδώ είναι που εμφανίζονται οι οπαδοί της κατάργησης. Πολλοί από αυτούς είναι ανακυκλωμένοι μαχητές των αγώνων της δεκαετίας του ’60 και του ’70, και κάποιοι έχουν γνωρίσει τις φυλακές από τα μέσα. Έχουν πείσει τους εαυτούς τους ότι έχουν “χάσει τον πόλεμο” κι ότι ο καπιταλισμός δεν είναι πλέον σε κρίση, έτσι δεν απομένει τίποτα παρά να τον αλλάξουμε από τα μέσα, απαλύνοντας τα πιο καταστρεπτικά και άσχημα κομμάτια του όπως οι φυλακές.  Γι’ αυτούς η ουσιαστική βάση της φυλακής, ο νόμος κι η δικαιοσύνη, δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση. Ακόμη λιγότερο οι καταπιεστικοί κοινωνικοί θεσμοί του κράτους που θα κληθούν να επαναπροσαρμόσουν το ρόλο τους από το να καταδικάζουν στο να διαπραγματεύονται διατάξεις με τις προσβαλλόμενες πλευρές, αυτές που  επηρεάζονται   από τα “εγκλήματα”.

ΦΥΛΑΚΗ : ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ Ή ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ; δεύτερο μέρος.

Ο νόμος πήρε τη θέση της ηθικής επιλογής… αν κάτι είναι νόμιμο είναι και σωστό, αν είναι παράνομο είναι λάθος… κι έτσι, τα εγκλήματα κράτους και κεφαλαίου -οι εξαπλωμένη λεηλασία και οι μαζικές δολοφονίες – περνώντας στη σφαίρα της νομιμότητας, θεωρούνται η φυσική οδός να συμβαίνουν τα πράγματα. Εννοείται πως τα όρια μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας δεν είναι απόλυτα.  Πολλές από τις δραστηριότητες των εκμεταλλευόμενων προσεγγίζουν ή και εισέρχονται στην παρανομία, με αυτήν να προσδιορίζεται ως μικροέγκλημα ή πταίσμα.  Ο νόμος όμως δε θα μπορούσε ποτέ να ισχυροποιηθεί       απόλυτα χωρίς τον όλο μηχανισμό του Κεφαλαίου να καταλήγει σε περιορισμούς κι απαγορεύσεις.
Την ίδια στιγμή, χωρίς τη θεμελιώδη απειλή της φυλακής, ολόκληρη η φενάκη της νομιμότητας θα ήταν ένα αστείο.  Η φυλακή λοιπόν δεν είναι απλά ένα άτιμο κτίριο, χτισμένο από πέτρα ή ενισχυμένο μπετό, ένα αηδιαστικό δοχείο βασάνων όπου οι πιο ποταπές στιγμές της ανθρωπότητας βιώνονται μακριά από την κοινή θέα και στη σιωπή, είναι αδιαχώριστη από άλλους καταπιεστικούς θεσμούς, όπως το κράτος, η δικαιοσύνη, η θρησκεία, το σχολείο. Αποτελεί επομένως ένα απαραίτητο τμήμα της σχετικής ροής του ταξικού πολέμου στην πράξη.  Και ως αναρχικοί, επαναστάτες, κοινωνικοί αγωνιστές, αυτός είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούμε να προσεγγίσουμε τη φυλακή. Αλλοίμονο αν αφαιρέσουμε αυτό το ογκώδες μνημείο της ανθρώπινης μιζέριας από το συνολικό του περιβάλλον, θεωρώντας το κάτι ξεχωριστό και αυθύπαρκτο, στο πνεύμα των κοινωνιολόγων ή των κοινωνικών μεταρρυθμιστών. Αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται φυλακές, εμείς όχι.
Φυσικά όπως ήδη είπαμε, η φυλακή είναι επίσης μια ολότητα κατασκευασμένη με τη λογική της αδιαπέραστης και απόλυτης αποθήκευσης. Ενισχυμένοι τοίχοι μέσα στους τοίχους, μπάρες, κλειδιά ηλεκτρονικά κυκλώματα, ένοπλοι φρουροί, έλεγχοι κ.τ.λ., όλα συνεισφέρουν στην ύπαρξη μιας δομής
(στην οποία όχι τυχαία οι έγκλειστοι αναφέρονται μιλώντας για “άλλο πλανήτη”) με μοναδικό σκοπό την απομόνωση κάποιων από τον υπόλοιπο κόσμο,  και όσο είναι δυνατό, του ενός από τον άλλο.
Πάντως, παράλληλα με την ανάπτυξη της υπόλοιπης μεταβιομηχανικής κοινωνίας, οι φυλακές και οι υποστηρικτικές τους δομές, υφίστανται τώρα μια αξιοσημείωτη αλλαγή. Από τη μία ανοίγονται προς τον έξω κόσμο για τους κρατούμενους που είναι έτοιμοι να συμμετάσχουν και οι ίδιοι στη φυλάκισή τους,,  κι απ’την άλλη γίνονται πιο απειλητικές για εκείνους που επιλέγουν να ζουν πέρα ή κι ενάντια στο νόμο, συνεχίζοντας και πίσω από τους τοίχους της φυλακής, προτιμώντας να διατηρήσουν την αξιοπρέπειά τους παρά να προσκολληθούν σε μια υπόσχεση να βγουν συντομότερα, έρποντας και γονατιστοί.
Η ζωή έξω γίνεται επίσης όλο και πιο ελεγχόμενη, μέσω της εκτεταμένης χρήσης καμερών και περιορισμών, γκρεμίζοντας το ακριβές όριο που κάποτε διαχώριζε τη φυλακή από την υπόλοιπη κοινωνία. Παρ’΄ολα αυτά, αναμφίβολα αποτελούν φρούρια και οι συνθήκες για να πλησιάσει κάποιος την πύλη είναι μακριές και παρατεταμένες. Απαιτείται απόδειξη καλής συμπεριφοράς κι επιθυμίας να αφεθεί κανείς να κυλήσει σε μια κατάσταση παθητικότητας και διαλόγου με το θεσμό. Αν όμως ακολουθηθεί το μονοπάτι αυτό, οδηγεί σε αναρίθμητες πιθανότητες, κάθε μία από τις οποίες εξαρτάται από μια συνεχόμενη επόπτευση ατομικής συμπεριφοράς, την οποία έχει αναλάβει κυρίως το χειρότερο από όλα τα ανθρώπινα πλάσματα, ο δεσμοφύλακας. Δε χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια για να φανταστεί κανείς τα αποτελέσματα της δυαδικής αυτής  εξουσίας στα χέρια τόσο μοχθηρών πλασμάτων. Δεν κρατούν απλά το κλειδί του κελιού αλλά μπορούν και να επιμηκύνουν την ποινή σου, να επιδεινώσουν την ποιότητα της παραμονής σου πίσω από τα κάγκελα.

ΦΥΛΑΚΗ : ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ Ή ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ;

Το κείμενο αυτό, είναι μετάφραση από άρθρο δημοσιευμένο στο, εκδιδόμενο στο Λονδίνο, αναρχικό περιοδικό Deranged, #0. Ημετάφραση θα “ανέβει” σε δύο ή τρία κομμάτια, ανάλογα με τις αντοχές και τους χρόνους του μεταφραστή.



Το σχέδιο είναι να αδειάσουν οι φυλακές από την πλειοψηφία των φυλακισμένων κι αυτοί να ξαναπεταχτούν στην κοινωνία-φυλακή, μέσω της τεχνολογίας της απομόνωσης και του ελέγχου. Και για τη μειοψηφία των αμετανόητων ανταρτών, να κρατηθούν μέσα για πάντα. Αυτό που παρουσιάζεται ως “πρόοδος” δεν είναι τίποτα άλλο παρά η προέλαση και η εξάπλωση της καταστολής. Αυτό είναι που ουσιαστικά υποστηρίζουν οι  θιασώτες της “κατάργησης” : “Να αλλάξουν όλα, έτσι ώστε τα πάντα να μείνουν ίδια”.

Έχει ειπωθεί όχι λανθασμένα, ότι αυτοί που προκαλούν το μεγαλύτερο κακό σε αυτόν τον κόσμο, είναι αυτοί που προσπαθούν να κάνουν το μεγαλύτερο καλό. Ακόμη και σήμερα με την αυξανόμενη ιδιώτευση και αποξένωση των ανθρώπων, υπάρχουν κάποιοι που αποφασίζουν να καταστρέψουν τις ζωές τους με τον υπερβολικό αλτρουισμό.  Πάντα με τις καλύτερες των προθέσεων ξεκινούν για να γιατρέψουν τις αρρώστιες που βλέπουν γύρω τους. Μπορούν ακόμη και να πληρώνονται από το κράτος για να το κάνουν και αυτό είναι μία από τις μεγαλύτερες απάτες του κεφαλαίου: Επιβάλλει συνθήκες ανείπωτης συμφοράς, και μέσω του συμμάχου του -του κράτους, στρώνει το δρόμο για τη διαιώνιση, την εκλογίκευση και τη μεταρρύθμισή της.
Η φυλακή, το υπέρτατο όπλο στο οπλοστάσιο των αφεντικών του πλανήτη τις τελευταίες λίγες εκατοντάδες χρόνια, είναι ένα εξαίρετο παράδειγμα αυτού του γάμου της καταστολής με τη μεταρρύθμιση. Από τον καιρό που η απομόνωση έγινε όπλο του κεφαλαίου για την αντιμετώπιση των όλο και πιο φτωχών και στερημένων μαζών, υπάρχουν αυτοί που αδυνατώντας να αδιαφορήσουν μπροστά στις φρικτές αυτές συνθήκες, αντί να βάλουν μπροστά το συμφέρον τους και να πολεμήσουν για την ολική ανατροπή ενός κόσμου ικανού για τέτοια σκληρότητα, αφιέρωσαν μεγάλο μέρος των προσπαθειών τους στην περιγραφή κι εκλογίκευση αυτού του αίσχους.
Χτισμένες σε πλήρη θέα για τους φτωχούς, οι φυλακές είχαν ως αρχικό ρόλο ύπαρξής τους να απειλούν. Η απέλαση και οι δημόσιες εκτελέσεις, είχαν εκ των πραγμάτων ξεπεραστεί (το τέλος των αμερικανικών αποικιών, ο κίνδυνος από τον συρφετό που υποτίθεται πως θα αντλούσε ηθικά ωφέλη από τα “παιχνίδια” των εκτελεστών), δίνοντας χώρο σε ογκώδη απόρθητα κάστρα συχνά στο κέντρο των πόλεων, να δρουν ως αποτρεπτικά αλλά και ως δια-χωριστικά μέσα. Αυτό οδήγησε σε ένα μεγάλο στρατό κοινωνικών και θρησκευτικών μεταρρυθμιστών, με πρόθεση να..λυτρώσουν τους φτωχούς και ντροπιασμένους.
Ένας από τους μεγάλους ηθικούς φιλόσοφους της Αγγλίας, ο Τζέρεμι Μπένθαμ, πήρε τη θέση του στην ιστορία της καταστολής ως αυτός που εμπνεύστηκε και δημιούργησε το “Πανοπτικόν”, όπου όλοι οι κρατούμενοι μπορούσαν να ελέγχονται από ένα φρουρό και όπου ήταν αδύνατο να γνωρίζουν πότε ακριβώς τους παρατηρούσαν. Ένα γιγαντιαίο βήμα για την ανθρωπότητα. Η κοινωνική ορθοπεδική έγινε ο κυρίαρχος στόχος της φυλακής. Ο κρατούμενος όχι μόνο έπρεπε να μαραζώνει στην απραξία,  αλλά και να μάθει να εκτιμά την “ευγένεια” της δουλειάς και της υποταγής στην εξουσία.
Πάντως, από το απλό γεγονός ότι υποδέχονται μεγάλο αριθμό ανθρώπων που κρατούνται παρά τη θέλησή τους,  και χωρίς τη συναίνεση μεγάλου μέρους των εκμεταλλευόμενων εκτός φυλακής που δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν από την ύπαρξή τους, αυτά τα μεγάλα οικοδομήματα της ανθρώπινης σκληρότητας μεταφέρθηκαν σε πιο “άγονα” προάστια. Η φυλακή δε χρειάζεται πια στο ελάχιστο να είναι ορατή προκειμένου να εξυπηρετεί το σκοπό της. Με την πρόοδο του κεφαλαίου, της θρησκείας και της ηθικής της εργασίας, η πλειοψηφία των εκμεταλλευόμενων ζουν τώρα όπως ο νόμος παραδειγματίζει, όχι μέσω του άμεσου φόβου της φυλάκισης αλλά επειδή πιστεύουν πως είναι σωστό γι’ αυτούς να πράττουν έτσι,  και είναι ικανοί να επιμελούνται των βασικών τους αναγκών μέσω των διάφορων παραμέτρων του συστήματος: Δουλεύουν, πληρώνονται, υποφέρουν, παταπονιούνται, αλλά γυρίζουν πίσω στη δουλειά ή λαμβάνουν τις παροχές του κράτους και αγωνίζονται να επιβιώσουν.

Οι Αναρχικοί και η Πορνεία, μέρος πέμπτο.

Είναι το πέμπτο και τελευταίο μέρος της μετάφρασης αυτής. Όπως φαίνεται από το εισαγωγικό κειμενάκι στο πρώτο κομμάτι της μετάφρασης, υπάρχει διαφορά εκτιμήσεων σε αρκετά σημεία. Όμως, κριτήριο για τις μεταφράσεις δεν είναι η απόλυτη συμφωνία, αλλά η συμβολή στη διάχυση, την εξάπλωση του λόγου αρχικά, και της πράξης στη συνέχεια,διάφορων κομματιών του Αναρχικού και αντιεξουσιαστικού κινήματος. Μακάρι  να υπάρχει έστω και η ελάχιστη σyνεισφορά σε αυτό.

Β: Σύμφωνα με την εμπειρία σου ποιοί άλλοι μύθοι ή λανθασμένες αναλύσεις αναπαράγονται – και – στο εσωτερικό του ελευθεριακού φάσματος; Τί θα έπρεπε να ξεκαθαριστεί;
Α: Η προοπτική “να εξαλειφθεί ή να νομιμοποιηθεί” η πορνεία, συζητιέται συχνά. Άδικα όμως, ο κόσμος θεωρεί αυτές τις δύο προσεγγίσεις ως αντικρουόμενες. Βλέπω τη νομιμοποίηση ως απαραίτητο βήμα προς την…εξάλειψη της πορνείας, για το καλό όλων των γυναικών. Εκεί όπου η πορνεία είναι νομιμοποιημένη οι συνθήκες είναι πιο ανθρώπινες,  κι αυτό θα έπρεπε να είναι στόχος μας όσο υπάρχει πορνεία. Αναμφίβολα είναι ευκολότερο να επιτευχθεί η νομιμοποίηση απ’ ότι να εξαλειφθούν οι λόγοι που οδηγούν στην πορνεία. Ας αρχίσουμε με το αν σήμερα  πραγματικά μπορούμε να βοηθήσουμε αυτές τις γυναίκες.Η κοινωνία χρωστάει πολλά στις πόρνες,και οι άντρες σίγουρα έχουν δημιουργήσει ένα πολύ μεγάλο χρέος απέναντί τους. Είναι αυτοί, οι πελάτες, που θα έπρεπε να ζητούν το καλύτερο για τις πόρνες…αλλά είναι ξεκάθαρο ότι δεν νοιάζονται καθόλου. Μου (μας) επιτρέπεται να τους κατηγορούμε γι’ αυτό.

Β: Νομίζεις ότι στην μετακαπιταλιστική και ελευθεριακή κοινωνία, αυτήν που θα αποχαιρετήσει τις εξουσιαστικές σχέσεις, θα υπάρχει ακόμη χώρος για την πορνεία;
Α: Ακόμη και ο ίδιος ο όρος “πορνεία” είναι  ,στα μάτια μου, ανυπόληπτος, κι εννοώ όλα αυτά με τα οποία προσωπικά συνδέω την πορνεία. Η νέα κοινωνία προϋποθέτει νέες σχέσεις μεταξύ της γυναίκας και του άντρα, μεταξύ των φύλων.
Σήμερα υπάρχει ένα ζήτημα με την πορνεία γιατί οι περισσότεροι πελάτες είναι άρρωστοι άντρες που αντλούν ευχαρίστηση από τον εξευτελισμό του άλλου ατόμου. Οι περισσότεροι θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν – ακόμη και από την πατριαρχική κοινωνία- ως παρεκκλίνοντες. Δεν γνωρίζω τί μορφής, αυτοί οι άνθρωποι όμως χρειάζονται σίγουρα θεραπεία. Αν ήταν οι εκδιδόμενες που έπαιζαν το ρόλο των θεραπευτών, στην υπάρχουσα κοινωνική κατάσταση, τότε αυτή η κοινωνία θα έπρεπε ξεκάθαρα να τις σέβεται για τη σκληρή δουλειά που κάνουν. Αλλά τί λέμε εδώ όταν για παράδειγμα στην Πολωνία, ακόμα και οι νοσοκόμες τυγχάνουν μεταχείρισης σαν να ήταν παράσιτα.  Η Αλίσια Φρόχνερτ, Γερμανίδα δημοσιογράφος που έγραψε για την πολωνική ανάπτυξη, και πρώην πόρνη, αναγνωρίζει ότι οι πόρνες θα έπρεπε να πληρώνονται από την Υπηρεσία Υγείας στην οποία ανήκει ο κάθε πελάτης,  και η υπηρεσία τους να είναι κατ’ εντολή γιατρών, κυρίως ψυχιάτρων και σεξολόγων. Στην υπάρχουσα συγκυρία, αυτή η προοπτική μοιάζει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα- τουλάχιστον θα ήταν ξεκάθαρος ο ρόλος που φέρουν σε πέρας οι εκδιδόμενες. Τότε όμως, εμφανίζεται το ερώτημα ανμετά την εξάλειψη της φτώχειας θα υπήρχαν ακόμη γυναίκες έτοιμες να ακολουθήσουν αυτό το επάγγελμα…

Β: Σε ευχαριστούμε Άνια για τη συνέντευξη, στο όνομα της κολλεκτίβας και των αναγνωστών του Α.Β.Β. Σίγουρα έχεις πολύ περισσότερα να πεις, ελπίζουμε να διαβάσουμε σύντομα πάλι κάτι δικό σου.

ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΚΑΙ Η ΠΟΡΝΕΙΑ, μέρος τέταρτο.

Και ιδού το τέταρτο, μετα-καλοκαιρινό και ιδιαίτερα καθυστερημένο μέρος της μετάφρασης . Θα ακολουθήσει ένα ακόμη, λίαν συντόμως.

Β: Πώς έγινε και διάλεξες αυτόν τον τρόπο να βγάζεις χρήματα; Μια τέτοια απόφαση…δύσκολη στιγμή στη ζωή ενός ανθρώπου…
Α: Καμία γυναίκα δεν παίρνει εύκολα μια τέτοια απόφαση.Δεν είχα καθαρή εικόνα των διάφορων πιθανών συνεπειών εκείνο τον καιρό. Θυμάμαι πως σκεφτόμουν ότι υπάρχουν κάποιες γυναίκες “κατάλληλες” γι’ αυτό το επάγγελμα, δε θεωρούσα όμως ότι ήμουν μία από αυτές. Σήμερα πιστεύω πώς καμιά μας δεν είναι “κατάλληλη” γι’ αυτό. Πριν όμως ξεκινήσω καν να σκέφτομαι αυτήν την πιθανότητα, είχατσεκάρει όλες εκείνες που ήταν διαθέσιμες για εμένα. Και όντως, δεν ήταν πολλές. Ήμουν πολύ νέα, μόλις είχα τελειώσει το σχολείο, χωρίς κάποια επαγγελματική γνώση, κάπως φοβισμένη για την ανεξάρτητη ζωή. Τελειώνοντας το σχολείο έφυγα από το πατρικό σπίτι, γνωρίζοντας ότι έπρεπε να αρχίσω να εργάζομαι, καθώς ο πατέρας μου δε θα πλήρωνε για τις σπουδές μου. Από τις μικροδουλειές που έκανα ως σπουδάστρια (αγγαρείες στην Pizza Hut,ιδιαίτερα μαθήματα) φάνηκε ότι δεν μπορούσα να πληρώσω όλα μου τα έξοδα. Υποτροφία δεν υπήρχε αφού ο πατέρας μου έβγαζε πολλά λεφτά – το ότι δεν είχα με αυτόν καθόλου επαφές, ήταν ασήμαντο γι’ αυτούς. Στην ουσία, κέρδισα το δικαστήριο για τη διατροφή, ο δικαστής όμως αποφάσισε ότι… “ως νέα γυναίκα πρέπει να τα ξαναβρείς με τον πατέρα σου και να γυρίσεις στο σπίτι”, έτσι περιορίστηκα στο να λαβαίνω 50zl το μήνα (σε λεφτά του 2005 περίπου 50 ευρώ), που δεν αρκούσαν ούτε καν για το νοίκι του μικρότερου δωματίου. Θυμάμαι όμως ότι αγωνιζόμουν…Θυμάμαι την αναισθησία του υπεύθυνου στο πανεπιστήμιο όταν του μίλησα για τα προβλήματά μου, ζητώντας μια ενδεχόμενη βοήθεια από το πανεπιστήμιο. Αναρωτιέμαι τώρα πόσο διαφορετικά θα ήταν όλα αν υπήρχε και λειτουργούσε στα πολωνικά πανεπιστήμια ένα πληρεξούσιο σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα, όπως γνωρίζω ότι ισχύει στη Γερμανία. Ποιός ξέρει…Τουλάχιστον θα ήξερα σε ποιον να απευθυνθώ για τα προβλήματά μου.

Β: Πορνεία και πολωνική κοινωνία – τι συσχετισμοί έρχονται στο μυαλό σου;
Α: Στη Πολωνία το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας θεωρούνται πιστοί  και η καθολική εκκλησία έχει τεράστια επιρροή σε ολόκληρη τη σφαίρα της ηθικής. Η καθολική διπλή ηθική κάνει σε όλους κακό, πολύ μεγάλο κακό, και όσο οι άντρες φτιάχνουν τα πατριαρχικά και θρησκευτικά συστήματα, αυτοί που υποφέρουν περισσότερο είναι οι γυναίκες και τα παιδιά, που βρίσκονται κάτω από την ανδρική επιρροή. Και ανάμεσα στις γυναίκες, οι πόρνες, ώντας οι λιγότερο χειραφετημένες, υποφέρουν περισσότερο. Οι Πολωνές πόρνες είναι δυστυχώς συχνά, πολύ συχνά, γυναίκες με καταστροφικά χαμηλή αυτοεκτίμηση. όχι μόνο ακούνε από μικρές για τις “kurvas”, πουτάνες, σκύλες… ή όπως αλλιώς αποκαλούνται οι εκδιδόμενες σε αυτήν την κοινωνία-όπως και παντού- αλλά στην Πολωνία κάποιες υιοθετώντας την καθολική ηθική, θεωρούν τους εαυτούς τους ως “αμαρτωλές”. Και γι’ αυτό δεν αντιστέκονται, δεν οργανώνονται σε συνδικάτα, δεν πολεμούν για τα δικαιώματά τους, σπάνια δείχνουν αλληλεγγύη η μία στην άλλη – αντίθετα με αυτές στη Γερμανία. Πολύ σπάνια προσπαθούν να απελευθερωθούν από τον έλεγχο των αντρών – προαγωγοί, νταήδες, αστυνομία.  Τα αποτελέσματα της επιρροής αυτής των καθολικών είναι δραματικά και πιστεύω πως είναι αντιστοιχα με αυτά των άλλων χωρών της ανατολικής ευρώπης. Είδα τις πρώην σοβιετικές πόρνες: φοβισμένες, υποταγμένες όπως τα πρόβατα, τέλειοι σκλάβοι . Κάποιες μάλιστα είναι θρησκευόμενες. Μία από αυτές διαβάζει τη βίβλο κάθε μέρα μετά τη δουλειά. Αναρωτιέμαι πως μπορεί και κοιμάται μετά τις τόσες κατάρες που ρίχνει αυτό το βιβλίο προς τις πόρνες. Όπως και να’χει, οι θρησκευόμενες πόρνες στην ανατολική ευρώπη δεν είναι κάτι σπάνιο και πιθανότατα αυτές υποφέρουν ακόμη πιο πολύ: επιπλέον μάχες με τη συνείδησή τους. Πρέπει να είναι εφιάλτης.  Πάντως δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση οποιουδήποτε παπά όταν μια μέρα όλες οι γυναίκες φτάσουν στο λογικό συμπέρασμα ότι οι κληρικοί φταίνε για την τόσο κακή αυτοσυνείδησή τους… Ελπίζω να έρθει αυτή ημέρα. Το όνειρό μου είναι μια ταξιαρχία των επαναστατριών εκδιδομένων  που να αντιμάχεται τη θρησκεία…
ένα κομμάτι των Πολωνών εκδιδόμενων έχει υιοθετήσει το μύθο της “Πολωνής Μητέρας” και, με αυτόν τον τρόπο, βασανίζουν η μία την άλλη. Γνώριζα μια γυναίκα η οποία πολεμούσε χωρίς έλεος όλες εκείνες που δεν είχαν παιδί. έλεγε πως μόνο αυτές που εργάζονται για τα παιδιά τους είναι άξιες σεβασμού. Αυτή εργαζόταν για το γιό της.  Αυτό είναι απλά ένα παράδειγμα ανόητων “ταξικών διαχψρισμών” μεταξύ των εκδιδόμενων.   Μίλησα πριν περί μεταναστών- είναι μια επιπλέον “τάξη” στο χώρο της πορνείας: Αν ζουν κι εργάζονται παράνομα, αποτελούν εύκολο στόχο για τους άντρες, νταβατζήδες ή και μπάτσους. Δεν έχουν δικαιώματα και γι’ αυτό είναι πειθήνιες και υποτακτικές.
Κι αυτό συμβαίνει παντού – στην Πολωνία είναι γυναίκες από τη Ρωσία, την Ουκρανία ή τη Βουλγαρία,  στην Γερμανία πριν λίγο καιρό γυναίκες από την Πολωνία, την Τσεχία και άλλες νέες ευρωπαικές χώρες (πλέον εργάζονται νόμιμα στην Ε.Ε.), στην Ισπανία γυναίκες από τη Λατινική Αμερική και την Αφρική. Είναι εκεί, σαν σκλάβοι – προς πώληση.  Και δεν είναι αλήθεια ότι οι άντρες δεν γνωρίζουν γι’ αυτό – παίζουν το ρόλο τους ως πελάτες ή μπάτσοι, κάποιοι παίζουν και τους δύο ρόλους. ένα από τα κλαμπ στην πόλη του Βρόκλαβ όπου εργαζόμουν πριν δέκα χρόνια, βρισκόταν υπό την ανεπίσημη προστασία της αστυνομίας. Οι μπάτσοι ήταν καθημερινοί καλεσμένοι και πελάτες. Η μαφία εκβίαζε την ιδιοκτήτρια και τελικά, μεταξύ δύο κακών επέλεξε να πληρώνει τους μπάτσους.  Βέβαια οι μπάτσοι γνώριζαν πολύ καλά ποιές γυναίκες ήταν παράνοες και τις εκβίαζαν. Αυτό το έκαναν σε όλες, και συμβαίνει παντού όπου η πορνεία είναι παράνομη.  Γνώριζαν επίσης για την “Ντομένικα”, μια πανέμορφη 16χρονη που εργαζόταν στο κλαμπ, εξυπηρετώντας τους πιο εκλεκτούς πελάτες μεταξύ των οποίων και μπάτσοι. Δεν τους δικαιολογεί τίποτα,  – η Βερόνικα ήταν πόρνη από τα 13 της.

Β: Ας έρθουμε στους μύθους που υπάρχουν στην κοινωνία σχετικά με την πορνεία. Ποιοί πιστεύεις πως είναι οι λόγοι που οι γυναίκες υιοθετούν αυτό το επάγγελμα;
Α: Από όλους τους μύθους σχετικά με την πορνεία, ο πιο βλαβερός  είναι πιθανότατα αυτός περί…”νυμφομανούς”. Αυτός ο όρος πάντως δεν μου αρέσει – εννοεί μια γυναίκα με μεγαλύτερη σεξουαλική ανάγκη από τη μέση γυναίκα. Ακόμη και κάποιες φεμινίστριες μιλώνταςγια τις εκδιδόμενες χρησιμοποιούν αυτόν τον όρο. Ρωτάω λοιπόν: Γιατί στο σημερινό κόσμο, στις αποκαλούμενες πολιτισμένες δυτικές κοινωνίες, οι γυναίκες με υποτιθέμενα μεγαλύτερες σεξουαλικές ανάγκες υιοθετούν την πορνεία; Αφού έχουν άλλωστε τη δυνατότητα πραγματοποίησης του σεξ σε ελεύθερα και ισότιμα σχήματα. Υπάρχουν ακόμη και στην Πολωνία τα λεγόμενα swing clubs, που είναι τα τέλεια μέρη για τις αποκαλούμενες νυμφομανείς. Τί απομένει λοιπόν; Οι οικονομικοί λόγοι – αυτές είναι οι αιτίες της πορνείας, η οικονομικήη ανισότητα κι η φτώχεια. Αυτό εξηγεί γιατί οι πόρνες είναι κυρίως γυναίκες και όχι άντρες, παρ’όλο που όλοι λένε πως οι άντρες έχουν μεγαλύτερες σεξουαλικές επιθυμίες. Αυτός είναι και ο λόγος που οι περισσότερες γυναίκες που εργάζονται σήμερα στους δρόμους της Πολωνίας, είναι από το πρώην ανατολικό μπλοκ, κυρίως από την Ουκρανία και την Βουλγαρία.
Πέρα από τον υλικό, υπάρχει κι ένας-κατά τη γνώμη μου πολύ σημαντικός- λόγος που κάποιες γυναίκεςαποφασίζουν θετικά αναφορικά με την πορνεία; ο μαζοχισμός. Οι σωβινιστές ισχυρίζονται πως ισχύει για όλες τις γυναίκες γενικά. Δε θα ήταν λάθος αν μιλάμε για τις εκδιδόμενες, με αυτήν όμως τη διάκριση των πηγών του μαζοχισμού μεταξύ των εκδιδομένων, αυτός δεν αποδίδεται στη γυναικεία φύση αλλά στο βιασμό.  Σύμφωνα με στατιστικές που βρήκα στη γερμανική φεμινιστική λογοτεχνία, εννέα στις δέκα πόρνες είναι γυναίκες που είχαν βιαστεί ως παιδιά.  Δεν είναι δύσκολο να δει κανείς τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος.  Ο παθολογικός μαζοχισμός θα μπορούσε να εξηγήσει τον εθισμό των εκδιδόμενων στο επάγγελμά τους – πολλές δεν μπορούν να το εγκαταλείψουν, ακόμα κι αν τα οικονομικά ωφέλη είναι αμφίβολα.. δέχονται το στρες, τον εξευτελισμό, τον κίνδυνο κάποιας αρρώστειας. Γνωρίζω γυναίκες που κατάφεραν να ξεμπερδέψουν με την πορνεία μετά  από τη βοήθεια ψυχοθεραπευτή.

ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΚΑΙ Η ΠΟΡΝΕΙΑ, μέρος τρίτο..

Αυτό είναι το τρίτο μέρος της μετάφρασης – θα ακολουθήσουν δύο ακόμη. Όχι για άλλο λόγο απλά γίνεται κομμάτι κομμάτι και αμέσως αναρτάται.

Β: Πώς προσδιορίζεις την πορνεία;

Α: Είναι ένα από τα δυσκολότερα ερωτήματα. Προσωπικά έχω ήδη χρησιμοποιήσει τον όρο “επάγγελμα”, θα προτιμούσα όμως να βάζω αυτήν τη λέξη πάντα σε εισαγωγικά. Στις μέρες μας, το επάγγελμα της πόρνης δε συγκρίνεται ,στην ουσία, με οποιοδήποτε επάγγελμα ή άλλη δραστηριότητα που γίνεται για να αποφέρει κέρδος. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί το πιστεύω αυτό.Αυτή η δουλειά  “εδραιώνει” την πατριαρχική κυριαρχία των αντρών. Αυτοί υποδεικνύουν τις συνθήκες. Όποιος πληρώνει καθορίζει τις συνθήκες. Η συμφωνία πόρνη-πελάτης δεν είναι ούτε και θα γίνει ποτέ οριζόντια όσο το χρήμα παίζει το ρόλο του.
Ένας πάρα πολύ σκληρός παράγοντας, είναι το γεγονός ότι η πώληση σεξουαλικών υπηρεσιών αφαιρεί από τη γυναίκα την απόλαυση και την επαφή με το κορμί της, της στερεί το να αναγνωρίζει τις ανάγκες του ίδιου της του κορμιού. Αυτό είναι το αποτέλεσμα όταν χρησιμοποιείς το ίδιο σου το κορμί ως εργαλείο. Έχω ακούσει το επιχείρημα πως θεωρείται όπως οποιαδήποτε άλλη σωματική εργασία, αυτό όμως είναι μια αγενής υπεραπλούστευση. Σε οποιαδήποτε άλλη εργασία η αντικειμενοποίηση φτάνει μέχρι ένα σημείο. Ο βιομηχανικός εργάτης (γυναίκα) δεν χρειάζεται να συμφωνήσει στον πόνο στο υπογάστριο κατά τη διάρκεια της δουλειάς. Αναρωτιέμαι αν οι πελάτες των εκδιδόμενων γνωρίζουν πόσες από αυτές εργάζονται κατά τη διάρκεια της περιόδου τους. Ευχαρίστως θα εξηγήσω τί ακριβώς σημαίνει αυτό:  Πριν τη συνεύρεση η πόρνη τοποθετεί στον κόλπο της ένα κομμάτι φυσικού σπόγγου, κοινού σπόγγου ή ταμπόν κομμένο στα δύο – εξαρτάται από το τί έχει ή τί μπορεί να διαθέσει ( ο φυσικός σπόγγος είναι πιο υγιεινός αλλά είναι και η ακριβότερη λύση ). Συχνά το κάνουν βιαστικά και χωρίς να παίρνουν μέτρα υγιεινής, φτάνοντας μάλιστα να πληγωθούν ιδιαίτερα αν έχουν μακριά νύχια (οι περισσότερες έχουν, αφού αυτό είναι απαίτηση της αγοράς, δηλαδή των αντρών). Η συνεύρεση λοιπόν γίνεται επίπονη, ιδιαίτερα με τις γρατζουνιές. Σε πολλές περιπτώσεις δεν μπορεί να πει στον άντρα ότι θα προτιμούσε να συνευρεθούν αλλά χωρίς διείσδυση. Κάποιες φορές δεν μπορεί να ελέγξει την ένταση της πράξης. Μετά πρέπει να βγάλει τον σπόγγο, πάλι βιαστικά… και πάει λέγοντας, για λίγες μέρες τη μία μετά την άλλη.
Θα μπορούσε κανείς να πει -είναι λάθος της, γιατί δουλεύει έχοντας περίοδο;- αλλά δεν είναι τόσο απλό. Όπως κάθε άνθρωπος, η πόρνη εργάζεται όταν χρειάζεται λεφτά. Φυσικά αυτό δεν το βλέπει ο πελάτης. Οι πόρνες είναι , επειδή οφείλουν, καλές ηθοποιοί. Μία φίλη μου δούλευε επί μια εβδομάδα ενώ της είχαν πει να πάει στο νοσοκομείο. Είχε μια κύστη η οποία φυσικά έσπασε κατά τη διάρκεια της δουλειάς.  Γνώρισα και άλλες που δούλευαν όντας έγκυες. Μία από αυτές την έφερνε πάντα ο άντρας της δίπλα στον αυτοκινητόδρομο όπου δούλευε. Αυτό ήταν στην Πολωνία κοντά στα γερμανικά σύνορα, άκουσα όμως αντίστοιχες ιστορίες από τη Γερμανία, άρα μάλλον παντού τα ίδια συμβαίνουν.

Όταν λέω ότι δεν μπορεί να ελέγξει την ένταση της πράξης, εννοώ ότι υφίσταται βιασμό. Ακριβώς αυτό – τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Ο εξιταρισμένος πελάτης συχνά δεν αναγνωρίζει την αντίστασή της – και αν το κάνει η αντίδρασή του είναι οργισμένη. Έχει πληρώσει για την υπηρεσία και θέλει να την έχει με τον τρόπο που την φαντάστηκε. Ο σαδισμός είναι εδώ καθημερινό φαινόμενο.   Αναρωτιόμουν πολλές φορές, γιατί πελάτες γενναιόδωρα προικισμένοι από τη φύση επιλέγουν μικρόσωμες πόρνες, ιδιαίτερα εκείνες που έχουν παιδικό πρόσωπο…
Κάθε πόρνη πρέπει να μπλοκάρει το αίσθημα πόνου της όπως και κάθε άλλο αίσθημα – την αηδία για παράδειγμα. Γι’ αυτό θεωρώ ότι οι πόρνες είναι τα πιο αποξενωμένα από τα κορμιά τους άτομα, που απολαμβάνουν τη λιγότερη ευχαρίστηση από αυτά. Θα έλεγα, περισσότερο και από τις καλόγριες ακόμη κι από τις βιομηχανικές εργάτριες. Αυτές τουλάχιστον έχουν…θεωρητικά, των έλεγχο των κορμιών τους. Τουλάχιστον δεν χρειάζεται να χαμογελούν όταν κάποιος τις βιάζει.
Η συνθήκη εργασίας υποδεικνύει την “αγορά”, αυτός όμως ο απρόσωπος όρος διαστρεβλώνει την πραγματική εικόνα. “Η αγορά” σημαίνει απλά : οι άντρες.  Αυτοί καθορίζουν την εμφάνιση, τις τιμές ,τη μορφή εργασίας της πόρνης. Ακόμη και η λέξη “υπηρεσία” είναι ένας πολύ ανακριβής όρος. Πολλοί άντρες θα επιθυμούσαν να έχουν εξουσία πάνω στην προσωπικότητα της γυναίκας την οποία πληρώνουν. Συχνά (πάντα;), η σχέση πόρνης-πελάτη είναι ένας κρυφός ή ανοιχτός πόλεμος. Πιστεύω πως αυτή είναι για τους πελάτες μια πηγή άντλησης σεξουαλικής απόλαυσης  – ανεξάρτητα με το αν έχουν επίγνωση αυτού ή όχι.  Κάποιοι προφανώς έχουν. Αισθάνονται έξαψη και χαρά “περνώντας τα σύνορα”. Για παράδειγμα, αν εκείνη δεν επιθυμεί να αγγίζουν το πρόσωπό της ή αρνείται το φιλί (αυτά είναι τα πιο διαδεδομένα ταμπού για τις εκδιδόμενες – κάθε μία έχει και το δικό της), οι πελάτες προσπαθούν πάντα να το κάνουν γνωρίζοντας ότι αυτή εξαρτάται από τα χρήματά τους και πιθανότατα δεν θα φύγει από το δωμάτιο, δεν θα φωνάξει στον πελάτη. Αν το κάνει, πιθανότατα θα χάσει το πόστο της – μου συνέβη αρκετές φορές.
Ο “καταναγκασμός” είναι η καλύτερη περιγραφή του πώς βλέπω προσωπικά την πορνεία.  Πρέπει να προσθέσω εδώ ότι κατά τη γνώμη μου στις πατριαρχικές κοινωνίες, όλες ή οι περισσότερες σχέσεις μεταξύ των φύλλων ενθαρρύνουν οποιαδήποτε μορφή πορνείας. Στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο, στο δρόμο -ΚΑΘΕ γυναίκα, ανεξαρτήτως ηλικίας, εμφάνισης ή κοινωνικού στάτους, της κάποιες φορές σαν να είναι πόρνη. Κάθε μία από εμάς εξευτελίζεται, οι πόρνες τουλάχιστον παίρνουν λεφτά  γι’ αυτό. Δεν υπάρχει ιδιαίτερο κενό μεταξύ μιας πόρνης και μιας αποκαλούμενης “αξιοπρεπούς γυναίκας” ολοκληρωτικά υποβεβλημένης στην πατριαρχία.   Το κενό υπάρχει μεταξύ αυτών και των γυναικών εκείνων που έχουν μάθει να πολεμούν για την αυτονομία, τη σεξουαλική και οποιαδήποτε άλλη.

ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΚΑΙ Η ΠΟΡΝΕΙΑ, μέρος δεύτερο.

Υπάρχουν κάποιες ελευθεριακές θέσεις που υπερασπίζονται την πορνεία  και που παραδόξως βασίζονται σε επιχειρήματα αντίστοιχα με αυτά που την κατακρίνουν. Δίνεται ιδιαίτερο βάρος στο ότι η πορνεία αποτελεί “μεταφορά” για κάθε άλλη εργασία, οπότε και δεν θα έπρεπε να μεταφέρεται αποκλειστικά στη σφαίρα της ηθικής.
Υπάρχει επίσης -πιθανά πιο τυπικό στον αναρχικό και φεμινιστικό χώρο- το επιχείρημα της ελευθερίας επιλογής.  Οι γυναίκες μπορούν να επιλέγουν ό,τι δουλειά επιθυμούν  και να αυτοπραγματώνονται με έναν τρόπο που τους δίνει τη μεγαλύτερη δυνατή ευχαρίστηση.  Πέρα από την πλειοψηφία των εκδιδόμενων  -εκείνων που ωθούνται σ’ αυτό από οικονομικά προβλήματα-  υπάρχει η θέση που υπερασπίζεται πλήρως αυτήν την δουλειά. Είναι η γνώμη γυναικών που  συνειδητά θα επιλέξουν μόνες τους την πορνεία για να επιβιώσουν (για τις ίδιες ή για να στηρίξουν τις οικογένειές τους).  Τέτοια είναι τα επιχειρήματα με απελευθερωτικό υπόβαθρο που συνδέονται με τον φυλοθετικό(sex-positive) φεμινισμό (όρος που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια των  αποκαλούμενων “πολέμων των φύλων” της δεκαετίας του ’80. Σύμφωνα με αυτά η γυναίκα χρησιμοποιεί το κορμί της στη βάση της ελεύθερης ανταλλαγής, το προσφέρει επί πληρωμή. Ο άντρας είναι καταναλωτής, η γυναίκα προσφέρει υπηρεσίες. Ένα πρόσθετο επιχείρημα που χρησιμοποιείται εδώ, αφορά τη σεξουαλική απελευθέρωση και την απόλαυση που παίρνει κανείς έχοντας πολλούς συντρόφους.
Μιλώντας για την πορνεία, δεν θα πρέπει να την συγχέουμε με το τράφικινγκ γυναικών. Το υποχρεωτικό σεξ, η απόκρυψη των διαβατηρίων, η φυλάκιση, δεν έχει τίποτα να κάνει με την πορνεία ως “επάγγελμα”. Το γυναικείο τράφικινγκ βασίζεται πάντα στη βία και την εκμετάλλευση  και δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ότι αφαιρεί από τον άνθρωπο τις ικανότητές του.  Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που αφορά την πορνεία, βασίζει την κριτική του στην ηθική. Ο διαχωρισμός των ατόμων σε “ηθικά” (μονογαμικοί, αποστασιοποιημένοι από το σεξ και τη λαγνεία) και “ανήθικα” (πονηρά, πολυγαμικά και ακόλαστα), απλά διαχωρίζει τις γυναίκες σε καλές και κακές. Είναι επικίνδυνο να χρησιμοποιεί κανείς τέτοια ορολογία, ιδιαίτερα όταν αφορά γυναίκες που οι αξίες τους διαμορφώθηκαν σε βάθος χρόνου από θρησκείες, άντρες, καλλιτέχνες, και χαρακτηρίστηκαν “καλές” όταν αυτό εξυπηρετούσε την οικογένεια, το κράτος, τα παιδιά ή το θεό,  ή “κακές” όταν ήταν για την ερωτική απόλαυση των αντρών, ως σύμβολο της αμαρτίας και της κατάπτωσης του ανθρώπινου είδους.
Για τους λόγους αυτούς, η δράση δεξιών στην Πολωνία που φορούν μαζικά   μπλουζάκια με “πρόστυχες”  γυναίκες τα οποία λένε “Τα κορίτσια περιμένουν την προσευχή σας 24 ώρες τη μέρα”,είναι απλά ένα ακόμη παράδειγμα αντικειμενοποίησης των γυναικών. Καμιά προσευχή δεν πρόκειται να βοηθήσει μια γυναίκα να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Η πόρνη που της αρέσει η δουλειά της, θεωρεί απλά ένα τέτοιο “αστείο”, αδαές και ηλίθιο.
Τα επιχειρήματα και παραδείγματα που παρουσιάστηκαν εδώ, απλά σκιαγραφούν διάφορες γνώμες και συμπεριφορές σχετικά με την πορνεία. Αποδεικνύουν ότι είναι αδύνατο να συνεχίσουμε ωθώντας αυτό το ζήτημα στα όρια της ηθικής, της οικονομίας ή και της επιλογής.  Όλοι αυτοί οι παράγοντες μπορούν μόνο να είναι οι λόγοι για αποτελεσματικές πρακτικές. Πάντως χωράει πολλή συζήτηση η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος για το ζήτημα από πλευράς αναρχικών και η έλλειψη υποστήριξης για τις γυναίκες οι οποίες νιώθουν άσχημα στο ρόλο της πόρνης.






Οι βλαβεροί μύθοι της πορνείας.
Συνέντευξη με την Άνια, μια εξεγερμένη γυναίκα από την Πολωνία.

Β:Μπορείς να μας πεις σύντομα τί κάνεις και ποια είναι τα πάθη σου;
Α: Σπουδάζω κοινωνικές επιστήμες, δραστηριοποιούμαι στο αντιπολεμικό κίνημα αλληλεγγύης στη κατεχόμενη Παλαιστίνη,  και συμμετέχω σε πολλές άλλες δραστηριότητες διάφορων ελευθεριακών κινήσεων. Τα πάθη μου και παράλληλα οι οι σημαντικότερες περιπέτειες της ζωής μου, είναι ο αναρχισμός και ο φεμινισμός.  Αποφάσισα να γίνω πόρνη πριν 10 χρόνια, θεωρώντας το ως ένα τρόπο να χρηματοδοτώ τις σπουδές μου.

Β:Πώς αποφάσισες να δώσεις αυτήν τη συνέντευξη;
Α:Η πορνεία καταλαμβάνει πολύ χώρο στη ζωή μου  και δεν μπορώ ούτε θέλω να το αρνηθώ ή να το αποσιωπήσω. Από την άλλη, στα 10 χρόνια που ασκώ αυτό το επάγγελμα είχα πολύ λίγες φορές την ευκαιρία μιας ελεύθερης και ειλικρινούς συζήτησης για το ζήτημα αυτό, κι αυτές   ήταν πάντα προσωπικές συζητήσεις. Όλες εμείς όμως οι πόρνες που κινούμαστε σε αυτό το φάσμα, χρειαζόμαστε κάποια πλατφόρμα ελεύθερης έκφρασης. Όπως και κάθε κοινωνική ομάδα, έχουμε ανάγκη το διάλογο. Εδώ, βλέπω ότι υπάρχει έδαφος για τους φεμινιστές, παντού-ειδικά όμως στην ανατολική Ευρώπη. Η έκκληση και η θερμή παράκλησή μου προς τους φεμινιστές: Μη χαρίσετε αυτό το χώρο στην εκκλησία, το κράτος, την αστυνομία, τις κωλοφυλλάδες… με λίγα λόγια:μην το δώσετε στους άντρες. Έχω την εντύπωση πως μιλώντας για τις προσωπικές μου εμπειρίες με την πορνεία, δεν μιλάω μόνο για τον εαυτό μου. Είμαι σε μεγάλο βαθμό σίγουρη πως είμαι η φωνή πολλών γυναικών που για διάφορους λόγους “δεν έχουν φωνή”, ειδικά στην ανατολική Ευρώπη, ειδικά στην Πολωνία. Γι’ αυτό και θα μιλήσω για “εμάς”, παρ’ όλο που εδώ και λίγες εβδομάδες σταμάτησα αυτό το επάγγελμα. Στην περίπτωσή μας, το παλιό φεμινιστικό σύνθημα “Το προσωπικό είναι πολιτικό” επαληθεύεται : Γνωρίζω ότι η ιστορία μου είναι η ιστορία εκατοντάδων, χιλιάδων γυναικών, ακόμη κι αν ,φυσικά, υπάρχουν κάποιες διαφορές στις λεπτομέρειες.
Πέρα από το γεγονός ότι θέλω να βρουν το δίκιο τους οι φίλες μου (πιστεύω ότι τους οφείλω αλληλεγγύη), είναι για ‘μένα η πρώτη ευκαιρία εδώ και 10 χρόνια να μοιραστώ τις σκέψεις μου με τους άλλους. Δυστυχώς, μέσα σε αυτά τα 10 χρόνια εξάσκησης της πορνείας, δε βρήκα κάποια πλατφόρμα, κάποιο μέσο, όπου θα μπορούσα ελεύθερα να συζητήσω για το επάγγελμά μου. Σήμερα, δεν το θεωρώ μια σωστή σκέψη.  Υποχρεωνόμαστε σε διπλή ζωή- οι οικογένειές μας, οι φίλοι (αν έχουμε) αυτοί που ξέρουμε, δε γνωρίζουν για για τη “δεύτερη ζωή” μας.  Η κοινωνία προτιμά να μη γνωρίζει τίποτα για εμάς, να αποσιωπά την ύπαρξή μας ακόμη κι αν αποτελούμε μια σημαντική κοινωνική ομάδα. Αποτελούμε πόνο για τη συνείδησή τους ή κίνδυνο για το σύστημα, για την πατριαρχία, για τους άνδρες. Ίσως γιατί ήδη η ίδια μας η ύπαρξη διαλύει πολλά ταμπού. Ίσως γιατί κάποιες φορές γνωρίζουμε για τους άντρες περισσότερα απ’ ότι σύζυγοί τους, οι οικογένειές τους, ο περίγυρός τους. Μας δείχνουν μια πλευρά τους που θα έπρεπε να παραμείνει στη σκιά, ο οποίος θα έπρεπε να αποκρυφθεί από τον περίγυρό τους. Ίσως γι’ αυτό κάνουν τα πάντα για να μας φιμώσουν.
Οι ίδιες οι πόρνες φοβούνται να μιλήσουν. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν είναι ευπρόσδεκτες στο κοινωνικό πεδίο, στη δημόσια σφαίρα. Οι άντρες πέτυχαν να τις σπρώξουν στην αφάνεια, να τις διαχωρίσουν από τις άλλες γυναίκες, τους άλλους ανθρώπους. Γι’ αυτό η πορνεία πορεύεται παράλληλα με την φρικτή ανθρώπινη μοναξιά. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να αναλυθούν οι μηχανισμοί αποκλεισμού που δρουν εδώ: Θεωρώ πως οι ηθικοί και οι θρησκευτικοί είναι οι σημαντικότεροι.

Οι Αναρχικοί και η πορνεία-Από το περιοδικό “Αbolishing the borders from below”, #22, Δεκέμβρης 2005

Είναι το πρώτο μέρος της μετάφρασης, η οποία παρουσίασε δυσκολίες λόγω του ότι -όπως αναφέρουν κι οι ίδιοι οι σύντροφοι του εντύπου- είναι γραμμένο σε όχι ιδιαίτερα σωστά αγγλικά, οπότε ας υπάρξει κατανόηση για τυχόν αδυναμίες στο κείμενο.
Σημειώσεις για τη μετάφραση
Είναι δύσκολο το θέμα της πορνείας. Όπως κάθε τί στον καπιταλισμό, είναι πολύπλοκο και σε καμία περίπτωση δεν έχει μία μόνο ανάγνωση, μία μόνο πτυχή. Είναι αδύνατο να σταθούμε μόνο στην ανθρωπιστικού τύπου κριτική, όπως είναι αδύνατο να αδιαφορήσουμε γι’ αυτήν. Πολύ μονόπλευρο να λέμε ότι αφορά μόνο γυναίκες, κουτό να μην αναγνωρίζουμε ότι αυτές είναι η πλειοψηφία αυτών που αφορά άμεσα αυτό το θέμα. Δεν νοείται επαναστάτες-ριες να αναλύουν το τώρα με εργαλεία που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες και τις επιθυμίες μέρους των κοινωνικών κινημάτων μιας συγκεκριμένης και πολύ καιρό τώρα περασμένης εποχής. Δεν νοείται να “απλοϊκοποιούμε” και να μερικοποιούμε τόσο πολύ τη σκέψη και κατά συνέπεια τις πρακτικές μας, στερώντας τους έναν πλούτο γνώσεων κι εμπειριών όντας προσκολλημένοι σε φεμινιστικού τύπου εμμονές και σε χριστιανικής επίδρασης κριτικές πάνω σε τέτοια ζητήματα. Οι έμφυλοι ρόλοι είναι ένα ξένο σώμα, που πρέπει να το μετατρέψουμε σε κουφάρι, κι ας βρωμάει μετά σαπίζοντας. Το ίδιο ισχύει για κάθε πτυχή της ζωής που γεννά και αναπαράγει εξουσία, υποταγή κι αλλοτρίωση. Με καθαρό μυαλό και κατανόηση των συνθηκών που βιώνουμε, μακριά από ιδεοληψίες και ηττοπάθειες, ταμπού και προκαταλήψεις, βλέπουμε, αναλύουμε, πράττουμε. Για το τέλος των πλαστών διαχωρισμών και της εκμετάλλευσης.
Για την Αναρχία.
 ——-
Ζούμε σε καιρούς, στους οποίους η κυριαρχία και η εκμετάλλευση εισβάλλουν σε κάθε είδους κοινωνικές σχέσεις. Από όταν ξεκίνησε το περιοδικό μας, έχουμε πάντα ανταποκρίσεις από τους διάφορους αγώνες που διεξάγουν οι βιομηχανικοί εργάτες στην ανατολική ευρώπη αντιστεκόμενοι στα αφεντικά τους, και γενικά ενάντια στην φτώχεια της εργατικής τάξης στην περιοχή. Σε κάθε ένα από τα εικοσιένα μέχρι τώρα τεύχη του ΑΒΒ, μπορεί κανείς να βρει πληθώρα ανταποκρίσεων αυτού του είδους. Είναι όμως πολύ λίγα τα κείμενα που αφορούν την κατάσταση των δεκάδων χιλιάδων γυναικών στην περιοχή που υποφέρουν εργαζόμενες ως πόρνες.
Ακόμη περισσότερο, πρέπει να μας απασχολεί το ότι γενικά οι αναρχικοί πολύ σπάνια συζητούν και καταπιάνονται με το ζήτημα της πορνείας. Αυτή η σιωπή, ειδικά σε σχέση με τις συνθήκες στην ανατολική ευρώπη, δεν μπορεί να γίνεται πλέον αποδεκτή. Η πορνεία είναι ένα διαρκές στοιχείο της κοινωνικής ζωής στην περιοχή, καθημερινή εμπειρία τεράστιου αριθμού κοριτσιών, γυναικών και -στις περισσότερες περιπτώσεις υπό τελείως διαφορετικές συνθήκες- αντρών της ανατολικής ευρώπης. Η ισχυρή επιρροή της εκκλησίας, των καπιταλιστικών μηχανισμών, των κρατικών πολιτικών, των δομών της μαφίας, της πατριαρχίας αλλά και η αναπαραγωγή των μύθων που αφορούν την πορνεία, δημιουργούν μια αόρατη κόλαση πάνω στη γη για αυτές τις γυναίκες για τις οποίες ποτές δε γράφουμε, λες και δεν απεργούν, δε διαδηλώνουν, ούτε μαζεύονται για να καταγγείλουν το κοινοβούλιο. Αυτό όμως τί σημαίνει; ότι δεν αγωνίζονται; Όχι – αγωνίζονται· αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις μόνες, στη σιωπή. Οι αναρχικοί της περιοχής δεν θα έπρεπε, πρέπει να υψώσουν τη φωνή τους γι’ αυτό το θέμα.
Και αυτό κάνουν. Οι πρώτοι θα είναι δύο αναρχικοί από την Πολωνία, η Σύλβια με το κείμενό της “πόρνες, πορνεία, αναρχισμός”, και η Άνια Β., η οποία υπό μορφή συνέντευξης από τη Βερόνικα του ΑΒΒ, καταθέτει την πολύ προσωπική της άποψη για όσα αναφέρει η Σύλβια, καθώς και την μακρά και σκληρή εμπειρία της από την πορνεία. Και όπως συνήθως, θέλουμε να ενθαρρύνουμε τους ανταποκριτές μας και ιδιαίτερα τους αναρχοφεμινιστές, να ασχοληθούν με το ζήτημα.
ΑΒΒ.
Πόρνες, πορνεία, αναρχισμός.
Της Sylvia Derwisz.
Η αποκαλούμενη “κοινή γνώμη”, αντιμετωπίζει την πορνεία σύμφωνα με τις δικές της ιδεολογικές διαφοροποιήσεις. Όπως και για την έκτρωση ή την ευθανασία, είναι ένα θέμα για το οποίο μάχονται “αριστεροί” και “δεξιοί” ( όσο ακόμα ισχύουν αυτοί οι όροι στην κοινοβουλευτική πολιτική των Ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Οι φιλελεύθεροι περιφράφουν την πορνεία ως μια ακόμη από τις πολλές μορφές εργασίας, ενώ οι συντηρητικοί την βλέπουν ως τον πυρήνα του κακού και της ηθικής κατάπτωσης. Και τί λένε οι Αναρχικοί;
Στην ουσία, μέχρι τώρα δεν είχα την εμπειρία κάποιας σοβαρής συζήτησης πάνω σε
αυτό το ζήτημα. Το δυτικό αντιεξουσιαστικό κίνημα των εκδιδομένων γυναικών ή αυτών που δουλεύουν στη βιομηχανία του πορνό, είχε δημιουργηθεί προ πολλού. Στριπτιζέρ δημιουργούν συνδικάτα, θεωρώντας μάλιστα τη δουλειά τους ως κύριο πεδίο της φεμινιστικής τους δραστηριότητας. Στην Πολωνία και άλλες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, η πορνεία είναι πολύ πιο σκοτεινό ζήτημα. Από τη μία ως αποτέλεσμα του καθολικού δόγματος για τη μονογαμία και την “καθαρή σεξουαλική ζωή”, κι από την άλλη ως συμπέρασμα από την απλή παρατήρηση της πραγματικότητας της αγοράς ερωτικών υπηρεσιών. Το πληρωμένο σεξ γίνεται αντιληπτό μόνο με τη μορφή ενός βρώμικου
υπόστεγου στριμωγμένου ανάμεσα σε αντίστοιχα παραπήγματα, προσφέροντας λαχανικά ή κουμπιά, μέσα σε κάποια ανοιχτή αγορά, πίσω από την οποία γυναίκες από τη Ρωσία και την Ουκρανία δουλεύουν σκληρά για ελάχιστα λεφτά. Συχνά είναι οι μόνες από την οικογένεια που δουλεύουν στο εξωτερικό για να στηρίζουν τους υπόλοιπους στο σπίτι. Αυτή η εκμετάλλευση και ο εξευτελισμός θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως τέλειο παράδειγμα της καπιταλιστικής τρομοκρατίας που μεγαλώνει το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών, αν δεν υπήρχε μια λεπτομέρεια: Η πορνεία είναι το αρχαιότερο επάγγελμα στον κόσμο. Ανεξάρτητα από το πολιτικό
σύστημα ή τις θρησκευτικές συγκρούσεις, γυναίκες πουλάνε τα κορμιά τους σε όλο τον κόσμο. Κι όχι μόνο αυτό, υπάρχουν γυναίκες που το επιλέγουν ως επάγγελμα και το κάνουν από ευχαρίστηση. Κι εδώ νομίζω βρίσκεται το κύριο πρόβλημα της ηθικού τύπου κριτικής των αναρχικών ή ελευθεριακών στην πορνεία. Από τη μία βλέπω ότι την αντιμετωπίζουν ως μια μορφή εργασίας. Εμφανίζονται επιχειρήματα για την εκμετάλλευση από νταβατζήδες, την ευπάθεια απέναντι σε νταβατζήδες, βιασμούς, απειλές, φυσική βία, τη χαμηλή αμοιβή ή την εξευτελιστική πράξη του να “πουλάς τον εαυτό σου”. Ωστόσο, αυτά τα επιχειρήματα θα μπορούσαν να αφορούν οποιαδήποτε άλλη δουλειά στην οποία πουλάμε τον χρόνο μας κάνοντας ανόητες δραστηριότητες, υφιστάμενοι πλύση εγκεφάλου. Συχνά, το κάνουμε χωρίς ασφάλιση, για χάλια λεφτά, δεχόμενοι επίσης προσβολές, απειλές για σωματική βία, κ.τ.λ.
Υπάρχει ακόμη, και το γνωστό επιχείρημα ηθικής φύσης, στο οποίο τίθεται το ζήτημα της ανθρώπινης (εδώ απόλυτα γυναικείας) αντικειμενοποίησης. Το να πουλάς το κορμί σου θεωρείται ότι είναι σαν να πουλάς “τον εαυτό σου”. Η ανθρώπινη σεξουαλικότητα ερμηνεύεται ως κάτι ιδιαίτερο και προσωπικό, έτσι το να φέρεις αυτή τη σφαίρα της ζωής στο επίπεδοτου εμπορεύματος, είναι πράξη απανθρωποποίησης που παίρνει από τις γυναίκες μέρος του εαυτού τους.

Μιλιταρισμός και Κοινωνική Εξέγερση

Το κείμενο αυτό, είναι μετάφραση από το παλιό αναρχικό περιοδικό Willful Disobedience και στην Ελλάδα πρωτοδημοσιεύτηκε το καλοκαίρι του 2002, στο δοκιμαστικό -και..μοναδικό- τεύχος της εφημερίδας Αγκιτάτσια, στον Πειραιά.Ως αναρχικός, αντιτίθεμαι φυσικά σε κάθε κρατικό πόλεμο. Αν ιστορικά μερικοί αναρχικοί έχουν υποστηρίξει συγκεκριμένους πολέμους, (π.χ. η υποστήριξη του Κροπότκιν προς τους συμμάχους στον 1ο παγκόσμιο πόλεμο), αυτό δείχνει την έλλειψη συνεκτικότητας στην ανάλυσή τους  και μια προθυμία να επιτρέψουν στην πολιτική και στρατηγική σκέψη να έχει την προτεραιότητα, σε μια προσπάθεια – σύμφωνη με κάποιες αρχές – να δημιουργήσει κανείς τη ζωή και τον κόσμο που θέλει, εδώ και τώρα. Οι πόλεμοι του κράτους δεν μπορούν ποτέ να “αυξήσουν” την ελευθερία, αφού η ελευθερία δε συνίσταται σε ποσοτική μείωση της κυριαρχίας και της εκμετάλλευσης, (αυτό που ο Κροπότκιν ερμήνευσε ως το αποτέλεσμα της ήττας της ιμπεριαλιστικής Γερμανίας ), αλλά σε ένα ποιοτικό μετασχηματισμό της ύπαρξης που τους καταστρέφει : Αυτό που κάνουν είναι απλά να αλλάζουν τους συσχετισμούς δύναμης μεταξύ των κυρίαρχων.

Η αναρχική λοιπόν αντίθεση στους κρατικούς πολέμους, είναι στην ουσία αντίθεση στις κοινωνικές σχέσεις που κάνουν δυνατούς αυτούς τους πολέμους. Με άλλα λόγια, είναι αντίθεση στην ολότητα του μιλιταρισμού. Και μιλιταρισμός δεν είναι απλά ο πόλεμος ως τέτοιος. Είναι μια κοινωνική ιεράρχηση σε αυτούς που δίνουν και αυτούς που παίρνουν εντολές. Είναι υπακοή, κυριαρχία, υποταγή. Είναι η ικανότητα να αντιλαμβάνεσαι τα άλλα ανθρώπινα πλάσματα ως αφαιρέσεις, απλούς αριθμούς, στατιστικές θανάτου. Είναι ,την ίδια ώρα, η κυριαρχία στρατηγικών σκεπτικών και ισχύος -για δικό του όφελος- πάνω στη ζωή, και η προθυμία να θυσιάζεται κανείς για κάποιο “Μεγάλο Σκοπό” στον οποίο έχει διδαχτεί να πιστεύει.
Θεωρούμενος με αυτόν τον τρόπο, ο αντιμιλιταρισμός δε φέρει μέσα του απλά την αντίθεση στους κρατικούς πολέμους  αλλά και μια σύλληψη του πώς επιθυμούμε να διεκπεραιώσουμε την επαναστατική μας πάλη ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο. Δεν είμαστε ειρηνιστές. ένας ποιοτικός μετασχηματισμός της ζωής και των σχέσεων, ικανός να καταστρέψει τους θεσμούς κυριαρχίας κι εκμετάλλευσης, θα περιέχει μία βίαιη ανατροπή των συνθηκών, μία ρήξη με το υπάρχον, που σημαίνει εξέγερση. Κι ενώ αντιμετωπίζουμε αυτούς τους θεσμούς στις ζωές μας, μια καταστρεπτική επίθεση εδώ και τώρα, είναι όχι μόνο δικαιολογημένη αλλά και απαραίτητη. Αλλά το να στρατιωτικοποιείς αυτήν την πάλη, να τη μετασχηματίζεις ουσιαστικά σε ένα ζήτημα στρατηγικής και τακτικής, αντιτιθέμενων δυνάμεων και αριθμών, σημαίνει ότι ξεκινάς να δημιουργείς στην πάλη μας αυτό που προσπαθούμε να καταστρέψουμε. Η ουσία της στρατιωτικοποίησης είναι στην πραγματικότητα, η ουσία της κοινωνίας της αγοράς και του κράτους: Ποσοτικοποίηση, το μέτρο όλων των πραγμάτων. Το αναρχικό ιδεώδες της ελευθερίας του ατόμου να αυτοπραγματώνεται πλήρως σε ελεύθερη συνεννόηση με ανθρώπους της επιλογής του, χωρίς παρεμβολή των κυρίαρχων κοινωνικών θεσμών ή έλλειψη πρόσβασης σε ο,τιδήποτε είναι απαραίτητο για την επίτευξη αυτού του σκοπού,  είναι στην ουσία το απολύτως αντίθετο μιας τέτοιας “καταμετρημένης”  ύπαρξης.
Η ένοπλη πάλη θα αποτελεί πιθανότατα μέρος κάθε κοινωνικής εξέγερσης αλλά αυτό δεν απαιτεί τη δημιουργία μιας στρατιωτικής δύναμης. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να θεωρηθεί ακόμη και ως σημάδι ότι το , κατά πολύ σημαντικότερο, κίνημα κοινωνικής ανατροπής, έχει αρχίσει να στατικοποιείται. Από μια αναρχική οπτική, η ειδίκευση, ενυπάρχουσα στο σχηματισμό ενός επαναστατικού στρατού, θα πρέπει να ιδωθεί ως αντικρουόμενη με τις αναρχικές αρχές.  Αν εν μέσω της κοινωνικής εξέγερσης, ο επαναστατημένος λαός στο σύνολό του οπλιστεί με όλα όσα χρειάζονται για την πάλη του, αυτό θα υπονόμευε την τάση για στρατιωτικοποίηση. Όσο θυμόμαστε ότι ο κύριος σκοπός είναι η κοινωνική ανατροπή, ο μετασχηματισμός των κοινωνικών σχέσεων, ότι αυτή είναι η πραγματική δύναμη του κινήματος γιατί είναι στη διαδικασία αυτής της ανατρεπτικής πρακτικής που ανακαλύπτουμε την ανυπότακτη μοναδικότητά μας,  και το ότι τα όπλα είναι απλά ένα εργαλείο μέσα στα πολλά που χρησιμοποιούμε, τότε η σημασία της απόρριψης της στρατιωτικοποίησης θα πρέπει να γίνει πιο καθαρή. Δεν υπάρχει χαρά στον μιλιταρισμό. Η οπλισμένη χαρά βρίσκεται στο συλλογικό σχέδιο της ατομικής αυτοπραγμάτωσης, βρίσκοντας τα μέσα να καταστρέψει κάθε κυριαρχία, με κάθε δυνατό εργαλείο,. Ο μετασχηματισμός της ζωής, όπλο στα χέρια μας.Ούτε πασιφισμός ούτε μιλιταρισμός,  Κοινωνική Εξέγερση.

Σχετικά με τον εξεγερσιακό αναρχισμό

Αποσπάσματα από το “Σημειώσεις σχετικά με τον εξεγερσιακό αναρχισμό” που μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε στο Βόλο τον Μάρτη του 2009. Τα πρωτότυπα κείμενα δημοσιεύτηκαν στο δεύτερο τεύχος του Killing King Abacus.

Α) Το κράτος δε θα εξαφανιστεί από μόνο του – Επίθεση.
Το κράτος του κεφαλαίου δε θα μαραθεί από μόνο του, όπως φαίνεται να έχουν φτάσει να πιστεύουν πολλοί αναρχικοί, όχι μόνο εγκλωβισμένοι σε αφηρημένες θέσεις περί αναμονής, αλλά φτάνοντας κάποιοι ακόμη και στο σημείο να καταδικάζουν ανοιχτά τις πράξεις αυτών για τους οποίους η δημιουργία του καινούργιου κόσμου βασίζεται στην καταστροφή του παλιού.
Η επίθεση είναι η άρνηση της διαμεσολάβησης, της ειρήνευσης, της θυσίας και του συμβιβασμού.  δρώντας και μαθαίνοντας να δρούμε, όχι μέσα από την προπαγάνδα, είναι που ανοίγουμε το μονοπάτι για την εξέγερση, παρ’ όλο που η προπαγάνδα παίζει ρόλο στο ξεκαθάρισμα του πώς δρούμε. Η αναμονή διδάσκει μόνο αναμονή – με τη δράση μαθαίνουμε να δρούμε.
Η δύναμη της εξέγερσης είναι κοινωνική όχι στρατιωτική. Το μέτρο για την εκτίμηση της σημασίας μιας γενικευμένης εξέγερσης δεν είναι η ένοπλη σύγκρουση αλλά αντίθετα ο βαθμός παράλυσης της οικονομίας, της κανονικότητας.
Β) Συνεχής σύγκρουση ενάντια στη διαμεσολάβηση θεσμικών δυνάμεων.
Η σύγκρουση θα έπρεπε να θεωρείται ως διαρκές στοιχείο στον αγώνα ενάντια στους εξουσιαστές. Ένας αγώνας που στερείται αυτού του στοιχείου, καταλήγει να μας ωθεί στη διαμεσολάβηση των θεσμών, αναπτύσσεται προσαρμοσμένος στις συνήθειες της αντιπροσώπευσης και με πίστη σε μια παραπλανητική αντίληψη περί βοήθειας από κοινοβουλευτικά διατάγματα, φτάνοντας στο σημείο να συμμετέχουμε οι ίδιοι στην εκμετάλλευσή μας.
Θα μπορούσαν ίσως να υπάρχουν ατομικοί λόγοι που κάνουν κάποιον να αμφισβητήσει την απόπειρα να επιτύχει τους στόχους του με βίαια μέσα. Όταν όμως η μή βία φτάνει να ανυψωθεί στο επίπεδο μιας απαραβίαστης Αρχής,, όπου η πραγματικότητα χωρίζεται σε “καλό” και “κακό”, τότε τα επιχειρήματα παύουν να έχουν αξία και όλα ερμηνεύονται με όρους υποταγής και υπακοής. Οι αξιωματούχοι του κινήματος της αντιπαγκοσμιοποίησης, περιθωριοποιώντας και υποτιμώντας άλλους, έχουν ξεκαθαρίσει ένα συγκεκριμένο πράγμα: Ότι βλέπουν τις αρχές τους – στις οποίες αισθάνονται υπόχρεοι – ως ένα λόγο να υπερισχύουν πάνω σε όλο το κίνημα.
Γ) Το ατομικό και το κοινωνικό – Ατομικισμός και κομμουνισμός, ένα ψεύτικο δίλημμα.
Αποδεχόμαστε τα καλύτερα στοιχεία του ατομισμού και του κομμουνισμού. Η εξέγερση ξεκινά με την επιθυμία των ατόμων να ξεπεράσουν τις συνθήκες καταναγκασμού και ελέγχου, την επιθυμία να επανοικειοποιηθεί κάποιος την ικανότητα να δημιουργεί τη ζωή του όπως του ταιριάζει. Αυτό απαιτεί το ξεπέρασμα του διαχωρισμού μεταξύ του ίδιου και των συνθηκών της ζωής του.
Εκεί όπου οι λίγοι, οι προνομιούχοι ελέγχουν τις συνθήκες ύπαρξης, είναι αδύνατο για τους περισσότερους ανθρώπους να καθορίζουν την ύπαρξή τους με τους δικούς τους όρους. Η ατομικότητα μπορεί να ανθίσει μόνο εκεί όπου η ισότητα στους όρους πρόσβασης στις συνθήκες κοινωνικής ύπαρξης αποτελεί την κοινωνική πραγματικότητα. Αυτή η ισότητα πρόσβασης, είναι ο κομμουνισμός.  Το τί κάνει ο καθένας με αυτήν την ισότητα, εξαρτάται από αυτόν και τους γύρω του.
Άρα δεν υπάρχει ισότητα ή ταυτότητα ατόμων που να υπονοείται στον πραγματικό κομμουνισμό. Αυτό που μας ωθεί στην ταυτότητα ή ισότητα ύπαρξης, είναι οι κοινωνικοί ρόλοι που μας επιβάλλει το σύστημα. Δεν υπάρχει αντίθεση μεταξύ ατομισμού και κομμουνισμού.