ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΕΚΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ

Αναδημοσίευση από : http://adamasto.squat.gr

Τρεις πολιτικοί έβγαζαν λόγο σε μια πλατεία. Ο πρώτος είπε: «Το δικαίωμα της ψήφου κατακτήθηκε με το αίμα αγωνιστών. Ψηφίστε με για να βελτιώσω τη δημοκρατία μας και να αυξήσω τις κοινωνικές παροχές». Μετά ο δεύτερος είπε: «Ψηφίστε με για να ξεπεράσουμε την κρίση με την ανάπτυξη της οικονομίας και την προώθηση νέων τεχνολογιών, που είναι φιλικές προς το περιβάλλον». Τέλος, ο τρίτος είπε: «Ψηφίστε με για να οργανώσω το χάος, να βάλω τάξη στους δρόμους, να μειώσω την ανεργία και τους φόρους». Κάποιοι απ΄ το κοινό τους χειροκρότησαν και κάποιοι άλλοι τους γιούχαραν. Και εκεί που η φιέστα μάλλον έφτανε στο τέλος της μια φωνή που δεν ήξερε να μιλάει καλά την γλώσσα των πολιτών και ακουγόταν σαν να έβγαινε από τη γη, είπε: «αφήστε το χάος να ρέει παντού, κάψτε το κράτος και τις μηχανές».

·

  Ο θεσμός των εκλογών παρουσιάζεται από το κράτος και τους μηχανισμούς προπαγάνδας του ως η ύψιστη δημοκρατική διαδικασία, όπου μέσω αυτών εξασφαλίζονται και αποτυπώνονται τα συνταγματικά δικαιώματα των πολιτών μιας χώρας. Και όντως κάπως έτσι είναι τα πράγματα. Γι΄ αυτό αν δούμε τι είναι η κάθε μια έννοια όπως αυτή της δημοκρατίας, των συνταγματικών δικαιωμάτων, του κράτους και του πολίτη θα δούμε ως ένα βαθμό και τους λόγους για τους οποίους επικρατούν η εκμετάλλευση και η ανελευθερία σε κάθε τους μορφή.

·

  Οι εκλογές χρησιμοποιούνται ως ένα μέσο για την εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος της δημοκρατίας. Ενός πολιτεύματος το οποίο ουδέποτε είχε σχέση με την καθολική ελευθερία των ανθρώπων, των μη ανθρώπινων όντων και γενικά του φυσικού κόσμου. Τα περιβόητα ανθρώπινα δικαιώματα τα οποία κατοχυρώνονται από το σύνταγμα του κράτους είναι η κατακρεούργηση της ελευθερίας. Το κράτος επιβάλλεται, εκβιάζει, καταστέλλει και φυλακίζει για να διατηρείται η τάξη σε ένα μηχανοποιημένο κόσμο, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα τα συμφέροντα των κεφαλαιοκρατών και τεχνοκρατών. Η ελευθερία από την στιγμή που παραχωρείται ή διασφαλίζεται μέσα από ένα μηχανισμό όπως το κράτος δεν είναι ελευθερία αλλά σκλαβιά.

·

  Οι εκλογές είναι μια διαδικασία –επινόημα της πολιτικής ή αλλιώς ένα πολιτικό επινόημα της κυριαρχίας. Στα πλαίσια των νόμων και των θεσμών της πολιτείας, ο πολίτης καλείται στην ουσία να αναπαράγει την ίδια την εξουσία. Οι ιδιότητες του πολίτη και του ψηφοφόρου προσδίδονται και νομιμοποιούνται από το κράτος και σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να αμφισβητήσουν ως τέτοιες την δομική σύσταση του κράτους, παρά μόνο με έμμεσο τρόπο να καθορίσουν ποιος θα το διαχειρίζεται για ένα χρονικό διάστημα.

·

  Η διαδικασία των εκλογών είναι συνυφασμένη με το αντιπροσωπευτικό σύστημα της δημοκρατίας που επικράτησε κυρίως μετά την πτώση του φεουδαρχικού συστήματος και των μοναρχιών. Οι εκλογές δεν είναι ένα διαχρονικό φαινόμενο στην ιστορία των ανθρώπων αλλά είναι συνδεδεμένες με μια μορφή οργάνωσης της κοινωνίας η οποία χαρακτηρίζεται από την πολυπλοκότητα των σχέσεων και των δομών της και η οποία κυριαρχείται και οργανώνεται από το κράτος. Για αυτό το λόγο θα ήταν κάπως οξύμωρο να αναγάγουμε φαντασιακά το θεσμό των εκλογών σε απελευθερωμένες συνθήκες.

  Στην ουσία ο θεσμός των εκλογών εντοπίζεται μόνο ως ένα μέρος μιας συνολικότερης κατάστασης. Δεν είναι ένα μεμονωμένο συμβάν για την επιλογή αντιπροσώπων και διαχειριστών της κοινωνίας. Εκτός από βασικό μέρος της δημοκρατίας αποτελεί και κομμάτι του παγκοσμιοποιήμένου συστήματος κυριαρχίας. Το παγκοσμιοποιήμενο σύστημα υπάρχει ως τέτοιο χάρη στις τεχνολογικές του δομές και την υπερεκμετάλλευση και κατασπατάληση των ορυκτών της γης ως πηγή ενέργειας.

Η εναντίωση στις εκλογικές διαδικασίες δεν είναι μια άνευ αιτίας αντιπολιτική στάση και ιδεοληψία αλλά μέρος μιας συνολικής άρνησης και εναντίωσης στο τεχνολογικό σύστημα. Ένα σύστημα που κρατάει αιχμάλωτους όχι μόνο σε ορατά αλλά και σε αόρατα κελιά-μέσω των θεσμών του- τους ανθρώπους και τα άλλα αισθανόμενα όντα αυτού του πλανήτη. Ένα σύστημα που λειτουργεί όχι μόνο χάρη στον έντονο καταμερισμό εργασίας και την εξειδίκευση αλλά στην κατ’ ουσίαν κυριαρχία της τεχνοκρατίας. Δηλαδή στους πάσης φύσεως ειδικούς, εμπειρογνώμονες και αυθεντίες. Η τεχνολογική πρόοδος και η επιβολή της βιομηχανικής παραγωγής ενώ πλασάρονται ως απελευθερωτικές καταστάσεις, έφτασαν στο σημείο να μηχανοποιήσουν και να ορίσουν τη ζωή των ανθρώπων και να επηρεάσουν καταστροφικά τον φυσικό κόσμο. Η επικράτηση του τεχνολογικού συστήματος προϋποθέτει αλλά είναι και η αιτία της ύπαρξης της ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων, των εξουσιαστικών σχέσεων και της συνολικής αλλοτρίωσης. Σε ένα κόσμο ο οποίος είναι δομημένος έτσι ώστε να πρέπει να αποφασίζουν για τη βιωσιμότητά του συvoλικά αλλά και για κάθε επιμέρους θέμα κάποιοι ειδικοί-αυθεντίες, η ανθρώπινη προσωπικότητα υποβιβάζεται στο επίπεδο του ψηφοφόρου, επειδή απλά “δεν ξέρει και δεν γνωρίζει” ή επειδή δεν μπορούμε να αποφασίζουμε όλοι για λεπτά ζητήματα.

  Από την άλλη η απελευθερωτική δράση επιδιώκει να διαλύσει τους διαχωρισμούς, την εξειδίκευση, τον κατακερματισμό της ζωής επιδιώκοντας την απόλαυση του ενιαίου είναι και της αρμονίας με το φυσικό κόσμο.

·

  Οι εκλογές δεν είναι ένα κοινωνικό κεκτημένο ούτε έχουν σχέση με κάποιου είδους απελευθέρωση. Είναι άλλη μια διαδικασία φτιαγμένη από τη κυριαρχία, ένα εργαλείο για να εκτονώνεται η κοινωνική οργή και να διατηρείται η κοινωνική τάξη και ομαλότητα. Ένα θεσμικό εργαλείο για να ανανεώνεται και να διατηρείται το κράτος. Μέσω των εκλογών εξασφαλίζεται η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ της κοινωνίας, εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων, για τη θεμελίωση της κυριαρχίας. Μέσα από διαδικασίες συμμετοχής η εξουσία επιβάλλεται πιο εύκολα και γίνεται πιο αποδεκτή διαμοιράζοντας τις ευθύνες, ενώ οι εκμεταλλευόμενοι προσδοκούν κάποια οφέλη. Μέσω των εκλογών αναπαράγεται η ψευδαίσθηση ότι υπάρχει δυνατότητα να αποφασίσουμε για τη ζωή μας, ενώ στην ουσία ψηφίζοντας λέμε: θέλουμε και άλλο κράτος και άλλη εξουσία. Ακριβώς όμως επειδή ένας πολίτης είναι και ιδιοκτήτης έχει κάποια συμφέροντα μικρά ή μεγάλα και προσδοκά να βελτιώσει την θέση του μέσα στο σύστημα. Κανένας άνθρωπος δεν θα άφηνε το κράτος να καταχράζεται την ελευθερία του αδιαμαρτύρητα αν δεν είχε να περιμένει κάτι ως αντάλλαγμα. Έτσι οι εκλογές εκτός των άλλων είναι μια διαπλοκή συμφερόντων, ένα αλισβερίσι ανταλλαγών και υποσχέσεων. Δουλεύει πιο καλά το σύστημα εκμετάλλευσης ή μια φυλακή από τη στιγμή που οι εκμεταλλευόμενοι συμμετέχουν στη σωστή λειτουργία τους και περιμένουν κάποια ανταλλάγματα ή μια ευνοϊκότερη διαχείριση.

·

  Η ιδιότητα του πολίτη κατοχυρώνεται μέσα από τους μηχανισμούς και τη γραφειοκρατία του κράτους. Για να διατηρείται η μαζική πολυπλοκότητα της σημερινής κοινωνίας και του βιομηχανικού –τεχνολογικού συστήματος, είναι απαραίτητο να υπάρχουν ένα σωρό από έγγραφα, πιστοποιητικά, ταυτότητες, επικυρώσεις κλπ. Ο άνθρωπος για να υπάρχει σε αυτή τη συγκυρία είναι απαραίτητο να έχει νομική υπόσταση που να ελέγχεται από ένα μηχανισμό. Η ιδιότητα του πολίτη είναι μια φορεσιά που δεν την είχε ο άνθρωπος όταν ήταν ελεύθερος. Ο ρόλος του πολίτη είναι αντίστοιχος ενός γραναζιού μιας μηχανής, δηλαδή της μαζικής κοινωνίας. Ο πολίτης είναι εγκλωβισμένος οικειοθελώς ή όχι στο ρόλο του, επειδή μέσω αυτού του ρόλου εξασφαλίζονται τα ιδιωτικά του συμφέροντα και η ιδιοκτησία του, αν έχει.

  Χωρίς την ιδιότητα του πολίτη τα ανδρείκελα της κρατικής μηχανής μπορούν να σε λυπηθούν ή να σε τσακίσουν. Για αυτό όσοι υποστηρίζουν την ύπαρξη κράτους λένε: “είμαστε πολίτες αυτού του κράτους, πληρώνουμε φόρους και για αυτό έχουμε δικαιώματα”. Κάποιοι άλλοι λένε: “νομιμοποιήστε τους μετανάστες, δώστε τους πολιτικά δικαιώματα για να διευρύνουμε το κράτος μας”. Ενώ οι αναρχικοί λένε “όχι άλλη εκμετάλλευση ας καταστρέψουμε το κράτος και ό,τι πηγάζει από αυτό”.

·

  Ο πλουραλισμός των απόψεων των κομμάτων που συμμετέχουν στη διαδικασία δεν είναι δείγμα κάποιας ελευθεριότητας της δημοκρατίας, αλλά ένα μέσο για να αφομοιώνονται όσο το δυνατόν πιο πολλοί άνθρωποι στους μηχανισμούς της εξουσίας. Στο σημείο αυτό διακρίνεται και ο ρόλος των αριστερών κομμάτων στο να ενσωματώνουν τους διαφωνούντες με τις κυβερνητικές επιλογές και να απορροφούν τους κραδασμούς της κοινωνικής δυσαρέσκειας.

·

  Ένα ακόμα εκλογικό πανηγύρι πλησιάζει. Σε μια χρονική στιγμή που οι εκμεταλλευτικές συνθήκες εντείνονται στον ελλαδικό χώρο από τη μεριά της παγκοσμιοποιημένης κυριαρχίας. Οι αναδιαρθρώσεις και μετεξελίξεις που συντελούνται στο τεχνο-βιομηχανικό σύμπλεγμα σε παγκόσμιο επίπεδο, αναδιαμορφώνουν του όρους και τις συνθήκες επιβολής του, πάνω στο μεγαλύτερο κομμάτι του τοπικού και μη πληθυσμού. Οδηγώντας τον να ζει κάτω από ασφυκτικότερες συνθήκες εξαθλίωσης, ελέγχου και τσιμέντου, σε μια αέναη διαδικασία εξημέρωσης.

Οι εκμεταλλευτικές και εξουσιαστικές συνθήκες για να μπορέσουν να προχωρήσουν υπό το δημοκρατικό δρόμο και να γίνουν ακόμα πιο οδυνηρές, χρειάζονται την απαραίτητη συναίνεση και εντολή του κοινωνικού σώματος. Δηλαδή το υποταγμένο κοινωνικό σώμα, να ζητήσει δια μέσου της ψήφου περαιτέρω υποταγή. Τώρα, το αν οι διαχειριστές της εξουσιαστικής βαρβαρότητας θα προέρχονται απ΄το μπλοκ των λεγόμενων μνημονιακών ή αντιμνημονιακών καθώς και άλλα ερωτήματα του τύπου, αν θα ενισχυθεί η αριστερά που υπόσχεται ενδοσυστημικές αντιστάσεις εντός-εκτός κοινοβουλίου ή αν θα ενισχυθεί το μέτωπο του ακροδεξιού κομματιού του συστήματος με την είσοδο της χρυσής αυγής στο μπουρδέλο του κοινοβουλίου είναι ερωτήματα μικρής σημασίας. Σημασίας που περιορίζεται σε μια σκοπιά ανάγνωσης των κινήσεων και αναδιατάξεων του κρατικού μηχανισμού. Ουσιαστικά αδιάφορα όμως για εκείνους και εκείνες που προσδοκούν την καταστροφή του κράτους και των δομών του, τη διάλυση των κοινωνικών εξουσιαστικών σχέσεων και ρόλων.

  Αυτές οι εκλογές, όπως και κάθε άλλη εκλογική διαδικασία, δεν έχουν καμιά ιδιαίτερη σημασία από την αναρχική και απελευθερωτική οπτική. Αντιθέτως, οι κάθε λογής πολιτικοί και δημοσιογράφοι έχουν κάθε λόγο να αναδεικνύουν αυτές τις εκλογές ως μία από τις σημαντικότερες της μεταπολίτευσης, λόγω συνθηκών ¨κρίσης¨ σε μια προσπάθεια τρομοκράτησης και ¨ενεργοποίησης¨ του κόσμου στέλνοντας και τον λιγότερο αφελή στις κάλπες.

  Αυτές οι εκλογές έρχονται από τη μία να αμβλύνουν την κοινωνική δυσαρέσκεια και από την άλλη να κλείσουν τα στόματα σε αυτούς που μιλάνε για κοινοβουλευτικό πραξικόπημα και περί αντισυνταγματικής κυβέρνησης Παπαδήμου. Λες και ο μηχανισμός που έχει τη δύναμη να επιβάλει ένα νόμο δεν έχει και τη δύναμη να τον παρακάμψει οποιαδήποτε στιγμή εξυπηρετεί τα συμφέροντα της κυριαρχίας.

Οι εκλογές στοχεύουν ακόμα μια φορά στο να εκβιάσουν τη μεγάλη πλειοψηφία του κοινωνικού χώρου να δηλώσει συναίνεση απέναντι στις επιλογές των κυρίαρχων. Ένα από τα διλήμματα που μπαίνουν είναι αυτό της εισόδου και άλλων εθνικιστών στη βουλή. Το ζήτημα όμως παραμένει το ίδιο, όχι αν θα μπουν και άλλοι εθνικιστές στη βουλή αλλά αν θα αφήσουμε να υπάρχει βουλή και κράτος.

·

  Όπως έχει φανεί μέσα από την εμπειρία και την πραγματικότητα τόσων και τόσων χρόνων υποτέλειας από την κρατική μηχανή, δεν μπορούμε να απαλλαχτούμε απ΄αυτήν μέσα από κανενός είδους πολιτικό δρόμο. Πόσο μάλλον όταν ο δρόμος αυτός έχει χαραχθεί από τις επιλογές της κυριαρχίας και τις ανάγκες της βιομηχανικής και μαζικής κοινωνίας. Καμιά σημασία δεν έχει αν ο δρόμος αυτός έχει την ονομασία της δημοκρατίας με όλες τις αμεσοδημοκρατικές ή εργατικές της παραλλαγές. Η επιβεβαίωση λοιπόν της υποτέλειας και της σκλαβιάς βρίσκεται και σε όποιον θεωρεί ότι η εκλογική διαδικασία αποτελεί ένα αναφαίρετο δικαίωμα του καθενός, ένα ακόμα δημοκρατικό κεκτημένο, ένα όπλο στα χέρια της κοινωνίας. Τα σκλαβωμένα μυαλά παράγουν σκλαβωμένη σκέψη. Η άρνηση της εξουσίας περνάει και μέσα από την άρνηση συμμετοχής σε οποιαδήποτε εκλογική διαδικασία. Ως αναρχικοί δεν μας ενδιαφέρει αν οι άθλιοι διαχειριστές της ζωής μας θα έχουν δεξιό, αριστερό ή επαναστατικό προσωπείο. Κάθε ψήφος είναι μια πράξη συναίνεσης στη συνέχιση αυτής της αθλιότητας που παράγει το βιομηχανικό-τεχνολογικό σύστημα και η κυριαρχία στο σύνολο της. Μας ενδιαφέρει η οριστική και ολοκληρωτική καταστροφή της.

·

  Η συνολική μας εναντίωση στο παγκοσμιοποιημένο τεχνολογικό σύστημα δεν είναι απλά για να μην ζήσουμε εμείς σαν δούλοι (αν και είμαστε κάποιου είδους μεταβιομηχανικοί σκλάβοι- γρανάζια μιας μεγαμηχανής) αλλά να μη ζει κανένας άνθρωπος ή άλλο πλάσμα ως τέτοιο.

  Η άρνηση συμμετοχής σε οποιαδήποτε εκλογική διαδικασία ως μια συνειδητή πράξη άρνησης σε ένα θεμελιακό θεσμό της δημοκρατίας σίγουρα δεν είναι το μόνο που μπορεί να κάνει κάποιος για να αντιπαρατεθεί στην κυριαρχία αλλά είναι ένα κομβικό σημείο ξεκαθαρίσματος για το τι θέλουμε, αναρχία ή κυριαρχία.

·

  Μια ζεστή μέρα του καλοκαιριού μια πόλη που είχε αηδιάσει ακόμα και η ίδια με τον εαυτό της είπε στους ανθρώπους στη γλώσσα τους την οποία την ήξερε καλά “Γιατί με χτίσατε αφού μπορείτε να ζείτε μες στα δάση;”

Σύμπραξη για την αναρχία

Πέρα από τη Δεξιά και την Αριστερά: Αναρχία

Το πολύ καλό αυτό κείμενο, το βρήκα εδώ : http://pernongrata.wordpress.com/2012/04/18/%CF%80%CE%AD%CF%81%CE%B1-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%B7-%CE%B4%CE%B5%CE%BE%CE%B9%CE%AC-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B1%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%AC-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%81/

Του NICO BERTI

Ο αναρχισμός σε ποια πλευρά βρίσκεται; Στη δεξιά ή την αριστερά; Η ερώτηση είναι λιγότερο ρητορική απ’ όσο φαίνεται με την πρώτη ματιά κι έτσι έρχεται ο Νico Berti να επιβεβαιώσει μια διάσημη ρήση της ελευθεριακής κουλτούρας: “Ο αναρχισμός ναι μεν βρίσκεται μέσα στην ιστορία, αλλά και της εναντιώνεται”. Αυτή η άποψη έχει δύο πλευρές θεώρησης: η μία, η ιστορική, βλέπει τον αναρχισμό ως μέρος της πορείας των δυνάμεων της αριστεράς, ενώ η άλλη, η αυστηρώς θεωρητική, οφείλει να αναγνωρίσει ότι ο αναρχισμός βρίσκεται πέραν της αριστεράς και της δεξιάς. Το κείμενο του Νico Berti ; (καθηγητή της ιστορίας των πολιτικών κομμάτων στο πανεπιστήμιο της Πάντοβα και ιστορικού στελέχους του αναρχικού χώρου στην Ιταλία) εξετάζει ακριβώς αυτό το σημαντικό ζήτημα, προκειμένου να δώσει μια απάντηση εξαιρετικά χρήσιμη αυτή την περίοδο. Δημοσιεύτηκε στην ιταλική αναρχική επιθεώρηση Volonta. τόμος 3-4. 1996

Ο ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ ανήκει στη δεξιά ή στην αριστερά; θα μπορούσαμε αμέσως να πούμε: στην αριστερά. Στην αριστερά γιατί, σύμφωνα με την παραδοσιακή σημασία του όρου, αυτή είναι που από ιστορικο-πολιτικής πλευράς επιθυμεί πάντοτε να εκφράζει τις αξίες της ελευθερίας, της ισότητας, της αλληλεγγύης και. αν θέλετε, της διαφορετικότητας.
Μ’ αυτό το δεδομένο, θα έπρεπε να συμπεράνουμε ότι η συζήτηση έχει ήδη τελειώσει. Απεναντίας, το ερώτημα δεν είναι τόσο απλό, παρά τη φαινομενικά άμεση προδηλότητά του. Όχι μόνο γιατί αυτός ο ορισμός της δεξιάς και της αριστεράς είναι καθ΄ όλα συμβατικός (όπως όλα τα πράγματα αυτού του κόσμου), αλλά επίσης, και κυρίως, γιατί ο αναρχισμός βρίσκεται πέρα από τη δεξιά και την αριστερά. Ο αναρχισμός είναι, οντολογικά. μια σύνθεση. Έτσι, δεν προσφέρεται σε οικειοποίηση και ταξινόμηση μιας και μόνο κατεύθυνσης. Ο αναρχισμός είναι οικουμενικός.
Ο αναρχισμός, πράγματι, είναι εξ’ ορισμού μια συγκρητική ιδεολογία. Γεννήθηκε σε αντίθεση τόσο με τον φιλελευθερισμό όσο και με τον σοσιαλισμό, κυρίως γιατί ενώ οι φιλελεύθεροι και οι σοσιαλιστές έχουν θεωρήσει τις αξίες της ελευθερίας και της ισότητας σαν ανεξάρτητες μεταξύ τους, αυτός τις εννοεί ως αξίες αδιαχώριστες. Ο αναρχισμός θεωρεί αδύνατον να σκεφτόμαστε να πραγματοποιήσουμε τη μία, αν δεν σκεφτόμαστε, ταυτόχρονους. να πραγματοποιήσουμε και την άλλη. Από δω, ακριβώς, και η συγκρητική φύση της αναρχικής ιδεολογίας: αναφερόμενος σε μια αξία, σε μια έννοια, αμέσως ανακαλεί όλες τις άλλες, οι οποίες δεν στηρίζονται, σύμφωνα με την αναρχική προοπτική, αν δεν σκεφτόμαστε τη μια σε σχέση με μια άλλη, αν δεν σκεφτόμαστε αυτή την άλλη σε σχέση με μια ακόμα άλλη κ.ο.κ.
Ποια ελευθερία;
Κατά την αναρχική άποψη η ατομική ελευθερία πραγματώνεται αληθινά μόνο μέσω της πλήρους ανάπτυξης της κοινωνικής ισότητας και η κοινωνική ισότητα πραγματώνεται αληθινά μόνο μέσω της πλήρους ανάπτυξης της ατομικής ελευθερίας. Εν συντομία. ο αναρχισμός ισχυρίζεται ότι για να πραγματωθεί η ισότητα απαιτείται να δοθεί βάρος στην ελευθερία, και για να πραγματωθεί η ελευθερία πρέπει να δοθεί βάρος στην ισότητα. Για να πραγματωθεί η μία πρέπει να δοθεί βάρος στην άλλη, δηλαδή πρέπει να εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις τους, αλλά για να πραγματωθούν αυτές, χρειάζεται να γίνουν αμφότερες αποδεκτές, με όλες τις συνέπειες τους.
Ο αναρχισμός, με άλλα λόγια, επιπλήττει τον φιλελευθερισμό ως ένα μερικό δόγμα της ελευθερίας και τον σοσιαλισμό ως ένα μερικό δόγμα της ισότητας. Η μερικότητα συνίσταται στο ότι αυτά τα δύο δόγματα προτίθενται να πραγματώσουν τις αρχές τους μέσω της προσωρινής εξάρτησης των δύο αξιών, με την έννοια ότι πρώτα πραγματώνεται η μία και μετά η άλλη, ενώ ο αναρχισμός θεωρεί ότι μόνο στην ταυτόχρονη πραγμάτωση τους έγκειται η επιτυχία τους.
Η δεξιά και η αριστερά, πάντοτε σύμφωνα με τη σύμβαση που υπαινιχθήκαμε προηγουμένως, είναι επίσης μια αντίθεση (και δεν θα μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά), ένα παιχνίδι αντιτιθέμενων πλευρών. Από τη μια η δεξιά, με τις αξίες της παράδοσης, της συντήρησης, της αντίδρασης, της ανισότητας, του ιδιοκτησιακού εγωισμού και σαφώς της ιεραρχίας” από την άλλη η αριστερά, με τις αντίθετες αξίες.
Αξίζει να σημειωθεί, πως σύμφωνα με τη διάσημη ερμηνεία του Norberto Bobbio, αυτό που χωρίζει τη δεξιά και την αριστερά είναι το ζήτημα της ισότητας, γιατί ενώ υπάρχουν ρεύματα της αριστεράς που επιδιώκουν εκτός από την ισότητα και την αξία της ατομικής ελευθερίας (η περίπτωση παραδείγματος χάριν του αναρχισμού), ποτέ δεν ισχύει το αντίθετο. Μ’ άλλα λόγια, η αξία της ελευθερίας μπορεί να υπάρχει και στη δεξιά (παραδείγματος χάριν ο κλασσικός φιλελευθερισμός), όμως δεν υπάρχει ποτέ, σ’ αυτήν την πολιτική πλευρά, η αξία της ισότητας. Μέχρις εδώ με τον Bobbio .
Είναι γεγονός όμως, ότι για να μπορέσει να εφαρμοστεί αυτό το σχήμα, θα έπρεπε, πρώτα απ’ όλα, να υπάρχει καθολική συμφωνία στο τι εννοείται ως ελευθερία και ισότητα, που ωστόσο είναι υπό αμφισβήτηση.
Όχι μόνο η ελευθερία και η ισότητα είναι έννοιες πολύ συζητήσιμες, αλλά επίσης, αποδεχόμενοι την παραδοχή του Bobbio σαν “παραδοσιακή” (δηλαδή μια έκφραση της αριστεράς), πρέπει επίσης να παρατηρήσουμε ότι η ιστορική εμπειρία έχει πολ- λες φορές κυριολεκτικά αντιστρέψει αυτή την ερμηνεία. Αρκεί πράγματι να θυμηθούμε μερικά αλλόκοτα πράγματα: ο σταλινισμός και ο Πολ Ποτ ανήκουν στη δεξιά ή την αριστερά; Προκύπτει, εν συντομία, ήδη απ’ αυτή την κοινότυπη ερώτηση, η δυσκολία μιας σαφούς απάντησης.
Το γεγονός είναι ότι, ακριβώς επειδή δεξιά και αριστερά είναι “χωρικοί” ορισμοί, αυτοί δεν μπορούν να υπερβούν την ιδιαιτερότητα της κάθε πλευράς, δηλαδή την ιδιαιτερότητα της οπτικής γωνίας. Στην πραγματικότητα, ανήκουν στην ίδια λογική: υπάρχει η δεξιά επειδή υπάρχει η αριστερά και υπάρχει η αριστερά γιατί υπάρχει η δεξιά. Δεν πρόκειται για ένα παιχνίδι με τις λέξεις, αλλά για ένα παιχνίδι εξουσίας. Η κάθε πλευρά διεκδικεί τα πάντα, αλλά δεν παύει (ούτε μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο) να είναι η μία πλευρά, και αφού δεν παύει να είναι τέτοια, διαθέτει μία και μόνο λογική υποταγής της άλλης πλευράς , τη λογική της εξουσίας (που πράγματι είναι καθολική).
Να λοιπόν που ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι μπορούμε να δώσουμε μια οικουμενική ερμηνεία των αξιών (όποιες κι αν είναι αυτές), παραμένει πάντοτε το γεγονός ότι, αν έρθουμε σε μια δεδομένη κατάσταση, αυτές παύουν να είναι αυτό που είναι και γίνονται, κατά τρόπο ανεπανόρθωτο, καθ’ ολοκληρίαν ιδιαίτερες. Αυτό ισχύει αν αναλυθούν όλες οι ιδεολογίες οποιασδήποτε πλευράς, καθόσον, και αυτό τις αφορά όλες, δεν καταφέρνουν να υπερβούν τη μοναδική οικουμενική σταθερά που, ακόμη και σε διαφορετική κλίμακα, τις εξομοιώνει: η ουσία τους δηλαδή προκύπτει από τη λογική της εξουσίας, δηλαδή από εκείνη ακριβώς τη μερική λογική που θέλει να υποτάξει καθ’ ολοκληρίαν την ύπαρξη’ μιλάμε ακριβώς για την εξουσία. Πολλοί διεκδικούν την ελευθερία (συμπεριλαμβανομένου του φιλελευθερισμού), αλλά κανείς δεν τη διεκδικεί ως συστατική αρχή, δηλαδή ως άρνηση. “χωρίς περισσεύματα”, της εξουσίας.
Φυσιολογικά οι αξίες πρέπει να ελέγχονται σε σχέση με μια δεδομένη κατάσταση και απ’ αυτό ούτε ο αναρχισμός μπορεί, προφανώς, να ξεφύγει. Ωστόσο ο αναρχισμός διαθέτει ένα τεράστιο πλεονέκτημα σε σχέση με όλες τις άλλες ιδεολογίες. Αυτό συνίσταται στο εξής: η οικουμενικότητα του δεν πηγάζει από μια αρχική ιδιαιτερότητα, αλλά από τη μοναδική οικουμενικότητα που είναι δυνατή στην πραγματικότητα: την επιδίωξη της πλήρους εξάλειψης της εξουσίας. Γιατί είναι αυτή η μοναδική δυνατή οικουμενικότητα; Μα είναι προφανές: γιατί η εξουσία, και πώς θα μπορούσε να συνέβαινε διαφορετικά, είναι αυτή που διαιρεί. Επειδή η διαίρεση που δημιουργεί η εξουσία είναι ανυπέρβλητη, να γιατί ευκαιριακά η δεξιά και η αριστερά καταλήγουν να συμπίπτουν σε μία πλευρά, ακριβώς στη θεωρητική πλευρά που εκπροσωπεί, ρεαλιστικά, τη γνώση της αδυναμίας αυτής της υπέρβασης. Τα υπόλοιπα (και αυτή η συζήτηση έχει σημασία κυρίως για την αριστερά, αφού η δεξιά ταυτίζεται σχεδόν με την εξουσία) είναι σκέτη “ιδεολογία”. Ο αναρχισμός, απεναντίας, ξεκινώντας άμεσα από τη συστατική αρχή της ελευθερίας (άρνηση της εξουσίας) δεν φτάνει σ’ ένα παρόμοιο αδιέξοδο, δηλαδή ξεφεύγει από μια τέτοια αξιωματική θεώρηση της πολιτικής.
Νέο κριτήριο
Χρειάζεται όμως ν’ αλλάξουμε κριτήριο προκειμένου να διερωτηθούμε πάνω στη δεξιά και την αριστερά, γιατί η εξουσία είναι στην πραγματικότητα οικουμενική. Μ’ άλλα λόγια, η συζήτηση πρέπει να περάσει από μια χωρο-οριζόντια ανάλυση, σε μια ανάλυση χωρο-κάθετη. Αν παραμείνει η χωρο-οριζόντια (δεξιά και αριστερά) δεν υπερβαίνεται το εγγενές κριτήριο που τελικά ενοποιεί τις δύο πλευρές, δηλαδή η εξουσία, δεδομένου ότι η δεξιά και η αριστερά δεν είναι τίποτ’ άλλο από διαφορετικές εκφάνσεις της ίδιας αρχής. Μετατοπίζοντας αντιθέτως την ανάλυση σε μια καθετοποιημένη διάσταση (ψηλά-χαμηλά, βάση-κορυφή), ενώνονται αμέσως οι δύο αξίες που πριν ήταν χωρισμένες, η αξία της ελευθερίας και η αξία της ισότητας. Μ’ άλλα λόγια, υποστηρίζοντας τη χωρο-κάθετη προοπτική, βλέπουμε αμέσως ότι η ανισότητα και η απουσία της ελευθερίας είναι το ίδιο πράγμα.
Όμως αμέσως θα προσθέσουμε ότι έχοντας έτσι τα πράγματα, η συζήτηση είναι εντελώς ιδεολογική, δηλαδή στερείται της εμπειρικής επαλήθευσης, θα μπορούσαμε να πούμε πως πρόκειται για μια απλή κίνηση των αισθημάτων και των προθέσεων. Πράγματι, μ’ αυτή την έννοια είναι μάλλον εύκολο να φτάσουμε σε συμπεράσματα. Πολύ εύκολο και καθ’ όλα αντιπαραγωγικό: ο αναρχισμός κάθε φορά που μάχεται την εξουσία ως εξουσία, κινδυνεύει πάντοτε να μάχεται την ίδια τη συστατική αρχή της πραγματικότητας, δεδομένου ότι σχεδόν ολόκληρη η πραγματικότητα διαπερνάται από την εξουσία. Όσο περισσότερο μάχεται τη συστατική αρχή, τόσο περισσότερο πλησιάζει τη λογική της απουσίας της πραγματικότητας, της αρχής της πραγματικότητας. Δηλαδή, περνά από τον αγώνα εναντίον της αξίας της εξουσίας στην άρνηση της αρχής της πραγματικότητας (είναι αυτό, μέσα στ’ άλλα, που σε γενικές γραμμές έχει συμβεί τα τελευταία 50 χρόνια).
Μ’ άλλα λόγια, η συζήτηση πάνω στη δεξιά και την αριστερά δεν μπορεί να είναι, για τον αναρχισμό, μια συζήτηση μονάχα ιδεολογική. Πράγματι, αφού θεωρείται δεδομένο ότι ο αναρχισμός εναντιώνεται στην εξουσία και ότι επομένως είναι πράγματι οικουμενικός, οφείλει πάντοτε να αντιμετωπίζει ένα άλλο ερώτημα. Γιατί ο αναρχισμός θάπρεπε να υπερβαίνει αυτό το σχήμα;
Για να απαντηθεί κάτι τέτοιο χρειάζεται να περάσουμε από μια συζήτηση ιδεολογική, σε μια συζήτηση πολιτική, ακριβώς με την έννοια της μεταπολιτικής. Για να σκεφθούμε έναν αναρχισμό πέρα από το παράδειγμα δεξιά-αριστερά χρειάζεται πράγματι να κατανοήσουμε τον αναρχισμό αποδεσμευμένο από την ιστορία του εργατικού και σοσιαλιστικού κινήματος, και, γενικότερα, από την ιστορία της ανατροπής και της επανάστασης. Αλλά το να ξεχωρίσουμε τον αναρχισμό από την ίδια τη θεμελιώδη ιστορία του. συνεπάγεται μια απόσπαση που θα μπορούσε να τον εκφυλίσει. Μπορούμε επομένως να συγκεφαλαιώσουμε βεβαιώνοντας ότι, από μία οπτική γωνία αυστηρά θεωρητική, ο αναρχισμός βρίσκεται πέραν της δεξιάς και της αριστεράς, ενώ βάσει του ιστορικού του προφίλ βρισκόταν και βρίσκεται, σε μεγάλο βαθμό, μέσα στην ιστορία της αριστεράς. Η νιοστή επιβεβαίωση, όπως φαίνεται, του ισχυρισμού που θέλει τον αναρχισμό ναι μεν να βρίσκεται μέσα στην ιστορία, αλλά και να της εναντιώνεται.



Το κείμενο μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε από την “Ελευθεριακή κουλτούρα” στην Αθήνα το 1999

Επιστολή προς το δικαστήριο, της Αθηνάς Τσάκαλου, μητέρας των φυλακισμένων αναρχικών συντρόφων και μελών της σ.π.φ. Χρήστου και Γεράσιμου Τσάκαλου :

  • ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

    18-4-2012

    «Κάθε εξεγερτική πράξη εκφράζει τη νοσταλγία για την αθωότητα και την έκκληση για την ουσία της ύπαρξης»
    Αναρωτιέμαι για ποιο λόγο καλούνται στο δικαστήριο, οι γονείς των αναρχικών-επαναστατών της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς; Αναρωτιέμαι γιατί με καλείτε; Να με ρωτήσετε αν γνωρίζω κάτι για αυτήν την οργάνωση; Να μου κάνετε ερωτήσεις για την προσωπική ζωή των παιδιών μου, να κάνετε το ψυχολογικό πορτραίτο τους, να σχηματίσετε άποψη για το οικογενειακό τους περιβάλλον; Να με ρωτήσετε αν συμφωνώ με τις δράσεις των παιδιών μου και της οργάνωσης γενικά; Να με βάλετε να σταθώ μπροστά σ’ αυτό το βήμα, όπου έχετε ακουμπήσει ένα μικρό βιβλιαράκι, και να με βάλετε να ορκιστώ σ’ αυτόν τον θεό που τον έχετε θέσει στην υπηρεσία της εξουσίας; Να φέρετε τους αναρχικούς επαναστάτες σε αμηχανία καθώς θα θέτετε στους γονείς ανούσιες ερωτήσεις; Να χαρείτε που μπορείτε να μας κάνετε να πιστέψουμε, όπως εσείς νομίζετε, πως είμαστε υπόλογοι και πρέπει να απολογηθούμε;

    Δηλώνω για μία ακόμα φορά πως δεν πρόκειται να ανταποκριθώ στο κάλεσμά σας. Και επειδή, όπως όλα δείχνουν, θα ακολουθήσει μια σειρά τέτοιων δικαστηρίων, λέω να μην ξανακάνετε τον κόπο να μου στείλετε κλήση γιατί η στάση μου θα παραμείνει ίδια. Δεν πρόκειται να παραστώ σ’ αυτό το δικαστήριο . Δεν πρόκειται να απαντήσω ποτέ σε καμία ερώτησή σας. Η δράση των παιδιών μου και των συντρόφων τους είναι και ήταν καθαρά πολιτική, αναρχική-επαναστατική και γι’ αυτό δεν χρειάζεται η διερεύνηση των παραμέτρων της προσωπικής τους ζωής. Η οργάνωση στην οποία ανέλαβαν την πολιτική ευθύνη ότι ανήκουν, έχει διατυπώσει με απόλυτη σαφήνεια, καθαρότητα και τόλμη τις θέσεις της. Ο οποιοσδήποτε λόγος δικός μου θα είναι μικρός και ανάξιος. Και επειδή θέλω να κρατηθούν κάποια πράγματα καθαρά και δυνατά και επειδή δε θέλω να δώσω σε κανέναν την ικανοποίηση να ευτελίζει τα πάντα με ανόητες και περιττές ερωτήσεις γι’ αυτό διαλέγω τη θέση της μη παρουσίας μου.

    Αναφερόμενη σ’ αυτό το δικαστήριο, δε θέλω ν’ αφήσω μια φράση που συνεχώς με θέρμη και ένταση επαναλαμβάνεται, να αιωρείται στον αέρα ως πιθανή ένδειξη τόλμης και ευθύτητας. Είναι η φράση: Εμείς θα δικάσουμε διερευνώντας σε βάθος την υπόθεση. Που σημαίνει, ότι λέτε πως θα δικάσετε, αν μη τι άλλο, σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων σας, που σημαίνει ότι θα δικάσετε βάσει αποδείξεων και όχι συμπερασματικών ενδείξεων και με τη λογική της συλλογικής ευθύνης. Και αν αναφέρω αυτή τη φράση δεν είναι γιατί ελπίζω ξαφνικά σε θαύματα, αλλά γιατί κάποτε και ιδιαίτερα σε υποθέσεις όπως η επαναστατική δράση των ανθρώπων οι λέξεις πρέπει να έχουν βαρύτητα και ευθύνη. Παρ’ όλο που η μέχρι τώρα διαδικασία δεν προμηνύει τίποτα τέτοιο. Όλες οι ενστάσεις βασισμένες στην κοινή λογική, όπως η αναγνώριση των Κρατουμένων ως πολιτικών κρατουμένων, όπως το ορίζει το ίδιο το σύνταγμά σας, και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο αναγράφεται και στο κατηγορητήριο, έχουν απορριφτεί έτσι απλά χωρίς λογικό υπόβαθρο. Η έννοια της πολιτικής ανάληψης ευθύνης συγχέεται με την ποινική ευθύνη κι αυτό βέβαια όχι από άγνοια και καθόλου τυχαία. Επισημαίνω λοιπόν αυτή τη φράση και θα φανεί στο τέλος της διαδικασίας αν το εννοείτε αυτό που λέτε.

    Η αλήθεια είναι πως από τότε που άρχισε η δίωξη των σύγχρονων αναρχικών επαναστατών, ανακάλυψα και πρόσεξα με ιδιαίτερη προσοχή έναν πίνακα. Είναι ο πίνακας του Bruegel, Τοπίο με την πτώση του Ίκαρου. Το πέταγμα του Ίκαρου έχει να κάνει με την επιθυμία του ανθρώπου να ξεφύγει από την έλξη του χώματος, να πετάξει. Να κυριαρχήσει και στον αέρα, να τον περπατήσει κι αυτόν …

    Είναι περηφάνια, αλαζονεία, ανυπακοή και διάθεση ν’ αποδείξει πως ο άνθρωπος όλα τα μπορεί. Κι έρχεται τώρα ο ζωγράφος και βάζει σε πρώτο κυρίαρχο πλάνο τον γεωργό. Αφοσιωμένος στο όργωμα , στο χώμα, δεν τον ενδιαφέρει τίποτα άλλο και σε δεύτερο πλάνο ο βοσκός κάπως πιο περίεργος αλλά κι αυτός κοιτάζει σε λάθος κατεύθυνση. Μετά το καράβι επιβλητικό να συνεχίζει το ταξίδι, κι εκεί στη γωνία ένα μικρό φτωχό ποδάρι του πνιγμένου Ίκαρου . Τέτοια αποκαθήλωση του Ικάριου εγχειρήματος δεν έχω ξαναδεί. Και μάλλον δεν είναι τυχαίο, δεν ξέρω τη φιλοσοφία του ζωγράφου ίσως να σημαίνει πως οι άνθρωποι οι σύγχρονοι ενός τολμηρού πειράματος είναι τόσο προσηλωμένοι στις συνήθειές τους, φοβούνται τόσο την αλλαγή και δεν τολμούν να αναγνωρίσουν ή να δοκιμάσουν κάτι καινούργιο.

    Κοιτώντας τον πίνακα δεν δέχομαι αυτή την αποκαθήλωση. Τώρα που στη χώρα μας δικάζονται άνθρωποι που τολμούν ακόμα να πιστεύουν πως αν κάτι αξίζει σ’ αυτή τη ζωή είναι τα Ικάρια εγχειρήματα, όσο πόνο κι αν επιφυλάσσουν, όσος εγκλεισμός και καταδίκες κι αν τους επιβληθούν, θέλω να ελπίζω και να πιστεύω πως κάποτε οι άνθρωποι, οι σύγχρονοι αυτών των εξεγέρσεων θα βάλουν κάποια στιγμή σε πρώτο πλάνο και θα αναγνωρίσουν την αναγκαιότητα του πετάγματος.

    Αθηνά Τσάκαλου

    Υ.Γ. Κι αν στέλνω αυτό το σημείωμα είναι γιατί η επιμονή του δικαστηρίου να παρουσιαστώ είναι ιδιαίτερη και κυρίως γιατί δεν επιτρέπω στον εαυτό μου τη σιωπή. Η σιωπή ταιριάζει μόνο στους πεθαμένους και εφαρμόζεται στις μέρες μας σ’ αυτές τις δίκες, από τους απόλυτα υποταγμένους στις διαταγές της εξουσίας.

    Κι αν θέλετε πραγματικά να καταλάβετε ποιους ανθρώπους δικάζετε, διαβάστε το λόγο τους, δείτε τη στάση τους. Ο Χρήστος Τσάκαλος, ο Γεράσιμος Τσάκαλος, ο Παναγιώτης Αργυρού, βρίσκονται στην 12 μέρα απεργίας πείνας και δηλώνουν: «Οι τίγρεις της οργής είναι σοφότερες από τα άλογα της μάθησης»…. «Όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον είμαστε ήδη νεκροί»… Στις 17 Απριλίου ξεκίνησαν την απεργία πείνας σε συμπαράσταση των συντρόφων τους και οι Γιώργος Πολύδωρος, Δαμιανός Μπολάνο, Χάρης Χατζημιχελάκης και τα υπόλοιπα μέλη του φυλακισμένου πυρήνα της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς θα ακολουθήσουν σε καθορισμένες ημερομηνίες.

    «Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΑΡΧΙΚΩΝ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΛΟΓΙΑ
    Στην αδιαπραγμάτευτη απόφαση μας να κάνουμε την καθημερινότητα μας επανάσταση μέσω της άμεσης δράσης και του αναρχικού αντάρτικου πόλης ξεκινήσαμε μια διαδρομή με αφετηρία χωρίς όμως τερματικό σταθμό».

Αναρχισμός και νόμος – του Αλεξέι Μποροβόι. 1o μέρος.

Στη λογοτεχνία υπάρχει μια γενική άποψη σχετικά με τον αναρχισμό, ότι αυτός  -που αρνείται την υπάρχουσα κοινωνία και τους νομικούς της κώδικες-  έχει μια εξίσου αρνητική θέση απέναντι στους κοινωνικούς κώδικες γενικά. Κάτι τέτοιο, είναι τελείως λάθος.

Οι λόγοι γι’ αυτό το λάθος, είναι :

1) Σύγχυση στα γραπτά των ίδιων των αναρχικών, πάνω στο ζήτημα της σχέσης που έχουν οι κοινωνικοί κώδικες με το Κράτος.

2) Η ποικιλία ορισμών της κοινωνίας και των κοινωνικών κωδίκων στα γραπτά τόσο των αναρχικών όσο και των επικριτών τους.

3) Επιπόλαιες δηλώσεις από κάποιους αναρχικούς, που λόγω μιας κάποιας κοινωνιολογικής απλοϊκότητας, είναι ειλικρινά πεπεισμένοι ότι η Αναρχία είναι η απουσία κάθε είδους κανονισμών.

4) Η τεμπελιά εκείνων που θεωρούν τους εαυτούς τους  επικριτές των αναρχικών, δεν μπαίνουν όμως καν στον κόπο να μάθουν τα  βασικά στοιχεία της αναρχικής σκέψης.

5)  Τέλος, η συνειδητή διαστρέβλωση,  χαρακτηριστικό της φιλοσοφίας που αποκαλείται “επιστημονικός σοσιαλισμός”.

 

ΤΟ  ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ.

Το ζήτημα για το οποίο ενδιαφερόμαστε μπορεί να παρουσιαστεί με τον εξής τρόπο :    Μπορεί να υπάρξει μια κοινωνία στην οποία τίποτα δεν περιορίζει το άτομο,  όπου κάθε κανονισμός είναι υπόθεση του ατόμου και όχι της συλλογικής θέλησης;

Ο Αναρχισμός είναι υπέρ της εγκαθίδρυσης μιας κοινωνίας “αδελφών όπου καθένας θα συνεισφέρει αυτό που του αντιστοιχεί και θα ζουν σε αρμονία, όχι εξαιτίας ενός νομικού συστήματος που τιμωρεί αυστηρά όσους δεν υπακούν, αλλά λόγω της δύναμης των διαπροσωπικών σχέσεων, της αναπόφευκτης δύναμης των φυσικών νόμων”.   –  Reclus.

Πόσο περιοριστικοί είναι αυτοί οι φυσικοί νόμοι; Μήπως βηθούν στην ύπαρξη μιας κοινωνίας όπου κάθε άτομο είναι ελεύθερο να κάνει ό,τι το ευχαριστεί, ή από την άλλη, κάνουν απραίτητη την ύπαρξη ενός κράτους για τη διατήρηση της τάξης;

Οι αμερόληπτοι κοινωνιολόγοι έχουν βρει ότι το Κράτος ( η εξουσιαστική κοινωνία με μια καθεστηκυία εξουσία) , δεν είναι η πρώτη μορφή ανθρώπινης κοινωνίας. Το Κράτος εμφανίστηκε ως το αποτέλεσμα πολύπλοκων φαινομένων : μιας συγκεκριμένης  υλικής και διανοητικής κουλτούρας, της προοδευτικής αλλαγής/εξέλιξης της κοινωνίας,  της κατάκτησης και την ίδια στιγμή μιας προοδευτικής συνειδητοποίησης των πλεονεκτημάτων της αλληλεγγύης μεταξύ μεγάλων ομάδων. Οι ίδιοι κοινωνιολόγοι έχουν τονίσει την παράλληλη ανάπτυξη του θεσμού της εξουσίας ο οποίος σταδιακά απορροφά λειτουργίες που μέχρι πρότινος ανήκαν σε τοπικούς και αυτόνομους κοινωνικούς οργανισμούς. Αν κάποιες από τις λειτουργίες αυτές επιτελούνται καλύτερα από τη νέα εξουσία, είναι άλλες που επιτελούνται άσχημα και με μια διαρκή ασέβεια προς τα θεμελιώδη δικαιώματα του ατόμου.

Τη διαδικασία αυτή κυβερνητικής υπερτροφίας έχει περιγράψει καλά ο Ντυρκχάιμ :

Η κυβερνητική εξουσία τείνει να προκαταλάβει κάθε μορφή κοινωνικής δραστηριότητας. Μεταξύ αυτών είναι υποχρεωμένη να αναλάβει έναν αξιοσημείωτο αριθμό για τις οποίες είναι ακατάλληλη, και τις οποίες επιτελεί με ανεπαρκή τρόπο. Το πάθος της να φέρει τα πάντα υπό την δικαιοδοσία της αντιστοιχείται μόνο από την ανικανότητά της να ρυθμίσει την ανθρώπινη ζωή. Σπαταλά τεράστιες ποσότητες ενέργειας , τελείως αναντίστοιχες με τα επιτευχθέντα αποτελέσματα.

“Από την άλλη, οι άνθρωποι δεν υπακούν σε άλλη συλλογικότητα παρά στο Κράτος, αφού το Κράτος προτάσσει τον εαυτό τουως το μόνο συλλογικό οργανισμό. Αποκτούν τη συνήθεια να ερμηνεύον την κοινωνία με τρόπο που δείχνει μια διαρκή εξάρτηση από το Κράτος. Και το Κράτος ,εν τω μεταξύ, βρίσκεται πολύ μακριά τους, παραμένει μια αφηρημένη ολότητα που δεν μπορεί να ασκήσει άμεση επιρροή, έτσι που για ένα μεγάλο μέρος των ζωών τους, εγκαθίστανται στο κενό.”

Είναι στο πεδίο αυτό – την τάση του Κράτους να απορροφά όλα τα πράγματα, τον άνθρωπο, τις κοινωνικές του ανάγκες, ναπαραλύει τη θέλησή του με απειλές και ποινές – που γεννιέται η αναρχική εξέγερση.

Οι Αναρχικοί θέλουν να καταργήσουν το Κράτος, και γενικά να το αντικαταστήσουν, όχι με το χάος αλλά με μιά νέα μορφή οργάνωσης. Θέλουν να οργανώσουν την κοινωνία όχι βασισμένοι στην αρχή της δύναμης της τάξης, αλλά σε αυτήν της αλληλοβοήθειας.