Περί μηδενισμού και άλλων δαιμόνων…(με αφορμή κείμενο που ανέβηκε πρόσφατα σε μηδενιστικό μπλογκ

63
Πολύς ο λόγος εσχάτως για το μηδενισμό. Προφανώς όχι γενικά στην …κοινωνία, αλλά στα πλαίσια του α/α χώρου και κατά κύριο λόγο σε αυτόν του αθηναϊκού κέντρου.
Καταδικαστική κατά κανόνα η ετυμηγορία των αναρχοδικείων, του αποδίδει την ευθύνη για τα όποια κουτσά, στραβά κι αναποτελεσματικά του χώρου, καθιστώντας αυτόν και τους –κάθε μορφής- εκφραστές του συλλογικά , αποδιοπομπαίους τράγους. Τον χρησιμοποιεί , μέρος των α/α, ως χαλάκι κάτω από το οποίο κρύβει τα προβλήματα του, αντί να αντιμετωπίσει κατάματα και να τα καταπολεμήσει.
Φυσικά και αναντίρρητα κανείς δεν είναι τέλειος, άμεμπτος και αλάνθαστος. Κάθε ένας και μία από εμάς, κάθε ομάδα , κατάληψη, οργάνωση, κάνει και λάθη, άλλοι λίγα άλλοι πολλά, άλλοι ασυνείδητα άλλοι συνειδητά. Υπάρχουν όμως κάποιες βασικές αξιακές σταθερές που στη συγκεκριμένη περίπτωση καταστρατηγούνται αν όχι κατακρεουργούνται. Κι αυτό συνοδεύεται από συμπεριφορές και πρακτικές που μόνο πολύ περιληπτικά θα αναφερθούν στο παρόν κείμενο – η ουσία άλλωστε πρέπει να αναλύεται κυρίως στην καθημερινή ζωή και δράση κάποιου/ας, όχι απλά σε μια κόλα χαρτί.
Διαχωρισμός. Η επιθυμία για κάτι τέτοιο αρχικά και μόνο πατάει σε κάτι υγειές. Εννοείται πως το «όλοι μαζί» αυτή η οριακά ανόητη φαντασιακή ενότητα έχει πεθάνει εδώ και χρόνια. Μόνο που δε θάφτηκε όσο βαθιά θα έπρεπε και η δυσωδία της αναδύεται ακόμη κατά καιρούς. {Η όποια ενότητα, οφείλει να βασίζεται σε ειλικρινείς προθέσεις και καθαρές εξηγήσεις και όχι σε ευκαιριακές και θολές συνεργασίες κα συμμαχίες}. Η ουσία όμως δε βρίσκεται στο να μετατραπεί αυτό σε μονομανία και αυτοσκοπό, αλλά να γίνει με όρους που θα βοηθήσουν τον αγώνα μας κι εμάς τους /τις ίδιους/ες, να πάμε ατομικά και συλλογικά μπροστά.
Είναι άλλο να κατακρίνει κανείς , όσο σκληρά κι αν το κάνει, νοοτροπίες και πρακτικές έχοντας πολιτικό υπόβαθρο κα στόχευση και άλλον να δαιμονοποιεί συλλογικά τάσεις ή κομμάτια α/α. Κομμάτια μάλιστα που συμφωνούμε ή διαφωνούμε, υπήρξαν πάντα ζωντανά κομμάτια της αναρχικής επαναστατικής ιστορία. Η αναρχική ιστορία άλλωστε, γράφεται πολυμορφικά και όχι μονοτασικά, κι εκεί είναι η ομορφιά της… όσο τη μικραίνουμε τόσο την φτωχαίνουμε.
Η πρεμούρα λοιπόν για …αποκήρυξη από μικρή μερίδα ατόμων σημαίνει απλά ότι το «αγνό» αγωνιστικό προσωπείο ξεπλένει το μαύρο λεκέ που του χαλάει το αποτέλεσμα της κρέμας κοινωνικού προσώπου που με τόσο κόπο κι αριστερόστροφη αγωνία κατασκεύασε. Έτσι η κατά κανόνα φοβισμένη κοινωνία θα μπορέσει να προσεγγίσει – ο σκύλος δε δαγκώνει αδιάκριτα… Και τα μικροσυλλογικά καβούκια μας θα κλείσουν ακόμα πιο ερμητικά, θα διωχτούν τα φαιδρά βαρίδια από το στιβαρό κινηματικό μας αερόστατο.
Μέσα λοιπόν στο θεόστραβο αυτό γιαλό, κάποιοι έρχονται ν’ αρμενίσουν εξίσου στραβά αλλά από την άλλη μπάντα. Έρχονται να βγάλουν τα μάτια τους από μόνοι τους αδιαφορώντας ή αγνοώντας επιδεικτικά για το ότι βγάζουν και μάτια άλλων.
Για τον γράφοντα, ο μηδενισμός είναι φιλοσοφικό ρεύμα, στάση-μα όχι τρόπος- ζωής, και πολύ χρήσιμο αναλυτικό εργαλείο. Αλλά μέχρι εκεί. Απέχει αφάνταστα από το να αποτελεί μια ακόμη πολιτική ιδεολογία, ένα ακόμη σιδερόφραχτο δόγμα, που υπεροπτικά και με περίσσεια θα κατακεραυνώνει ανελέητα τους πάντες και τα πάντα. Απέχει όμως εξ’ ίσου και από το να αποτελεί στέγαστρο και «ορμητήριο» λογοτεχνιζόντων διανοούμενων, ποιητών του τίποτα και του πουθενά.
Αν δηλαδή ο φορέας του δε βάζει το χέρι κι όχι μόνο στη φωτιά, μετατρέπεται μέσα από τη συνειδητή ή όχι υποκρισία του ε μηδενικό πιθανότερο και όχι σε μηδενιστή. Προσβάλλει την ιστορία του ίδιου του μηδενισμού γενικότερα αλλά και πιο συγκεκριμένα του αναρχικού μηδενισμού. Αυτού που ποθεί να ισοπεδώσει τον παλιό κόσμο κι όχι τον κόσμο γενικά. Που αποτελεί την ολική άρνηση των κυρίαρχων ηθών κα αξιών και όχι όλων των αξιών.
Αυτού που κατανοεί ότι οι λύκοι ούτε ήταν, ούτε είναι, ούτε και θα γίνουν ποτέ μοναχικοί αλλά ζουν και θα ζουν σε αγέλες. Γιατί το Εγώ που αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και τις συνθήκες γύρω του ψάχνει κι άλλα Εγώ ώστε να χαράξουν μαζί και παράλληλα το δρόμο για την ελευθερία και τον αυτοκαθορισμό αυτού και όλων, για την Αναρχία. Δεν οχυρώνεται πίσω από πομπωδέστατους βερμπαλισμούς, πάνω από πληκτρολόγια και στο πλάι της επιτηδευμένης μελαγχολίας. Μισεί αλλά όχι τυφλά, αγαπά αλλά όχι χριστιανικά, αγωνίζεται αλλά όχι δογματκά. Κι έχει πείσμα, πάθος κι επιμονή.
Υ.γ. Όσο αφορά το κομμάτι στο κείμενο όπου ασκείται «κριτική» στη Νέα Αναρχία, δύο μόνο λόγια. ΔΕΝ είναι θέμα ταύτισης, απόλυτης συμφωνίας ή οπαδικής υποστήριξης στους συντρόφους της Σ.Π.Φ. –δε θα μπορούσε άλλωστε. Η όποια κριτική όμως, για να θεωρείται σοβαρή θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να έχει απτές και συμπαγείς βάσεις και όχι λόγια του αέρα. Και θα πρέπει να συμπορεύεται με την πράξη αν δε θέλει να απορρίπτεται εξ’ αρχής ως αβάσιμη, ανούσια κι αδιέξοδη. Εκτός αν αδιαφορεί για την ουσιαστική προώθηση απελευθερωτικών σχέσεων, ιδεών και πρακτικών και στοχεύει απλά στην αυτοανύψωση του αφηρημένου αλλά και θεοποιημένου εγώ, μέχρι τις απομακρυσμένες από τα πάντα βουνοκορφές της άρνησης, ιερής, άνυδρης και αυτοαναφορικής.
Κρίνοντας πάντα υποκειμενικά, η Ν.Α. δεν διεκδίκησε ποτέ άλλωστε το αλάθητο, δεν πλασαρίστηκε ως νέο δόγμα, δε μίλησε αβάσιμα και αφηρημένα-αν μη τι άλλο. Με τα όποια λάθη ή υπερβολές, τις καλές και κακές επιλογές, δεν μπορούμε παρά να αναγνωρίσουμε τη συνεισφορά της στον Αγώνα για ατομική και συλλογική Ελευθερία.
Κι αν για κάποιους αυτά είναι λίγα ή λάθος, η συνεισφορά με ποιότητα και ειλικρίνεια, η βουτιά στην πράξη, είναι προτιμότερη και πιο αποτελεσματική από την αφ’ υψηλού και σαλονιού «κριτική».
Αυτά προς το παρόν, και η πρό-σ-κληση για δημιουργική συνέχεια διαλόγου και αλληλεπίδρασης, είναι ανοιχτή.
A-politiko.