H Kατάργηση της κοινωνίας – Feral Faun

http://rioter.info/2009/08/23/h-k%CE%B1%CF%84%CE%AC%CF%81%CE%B3%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CF%89%CE%BD%CE%AF%CE%B1%CF%82-feral-faun

 

KΟΙΝΩΝΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ Ή ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ -FERAL FAUN-

«Κοινωνία::1. μια ομάδα ατόμων που έχουν τα ίδια έθιμα, πιστεύω κλπ ή ζουν κάτω από μια κοινή κυβέρνηση και που θεωρούνται ότι σχηματίζουν μια κοινότητα3. όλοι οι άνθρωποι, όταν θεωρούνται ότι σχηματίζουν μια κοινότητα στην οποία το κάθε άτομο είναι εν μέρει εξαρτώμενο από όλα τα υπόλοιπα» Λεξικό Webster’s

Τίποτε απ  ό,τι ξέρουμε δε μπορεί να θεωρηθεί αληθινό  καμμιά από τις θεωρήσεις μας για τον κόσμο δεν είναι ιερή και καλά θα κάναμε να τις αμφισβητήσουμε όλες. Πολλοί αναρχικοί μιλούν για τη δημιουργία μιας «καινούριας» ή «ελεύθερης» κοινωνίας. Αλλά πολλοί λίγοι αμφισβητούν την ίδια την έννοια της κοινωνίας. Η θεώρηση για την κοινωνία είναι άμορφη – και πολύ πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί απ ότι συγκεκριμένες όψεις της όπως η κυβέρνηση, η θρησκεία, ο καπιταλισμός, η τεχνολογία. Είμαστε τόσο βαθιά εμποτισμένοι μ αυτή που το να την αμφισβητήσουμε είναι σαν να αμφισβητούμε την ίδια μας τη φύση  κάτι κάνει την αμφισβήτησή της ακόμα πιο επιτακτική. Η απελευθέρωση του εαυτού μας από την θωράκιση του χαρακτήρα που καταπιέζει τα πάθη και τις επιθυμίες μας έχει κάθε δικαίωμα να απαιτήσει όχι απλά την αλλαγή της κοινωνίας, αλλά την κατάργησή της. Οι παραπάνω ορισμοί του λεξικού δείχνουν την κοινωνία ως μια μοναδική οντότητα αποτελούμενη από άτομα που υπάρχουν σε μια συνθήκη (δυνητικής τουλάχιστον) αλληλεξάρτησης μεταξύ τους  που με άλλα λόγια δεν είναι ολοκληρωμένα από μόνα τους. Αντιλαμβάνομαι την κοινωνία ως ένα σύστημα από σχέσεις ανάμεσα σε όντα που δρουν ( ή που αντιμετωπίζονται) ως κοινωνικοί ρόλοι με σκοπό την αναπαραγωγή του συστήματος και των εαυτών τους ως κοινωνικά άτομα.

Η εξάρτηση των κοινωνικών ατόμων δεν είναι ίδια με την βιολογική εξάρτηση των βρεφών. Η βιολογική εξάρτηση τερματίζεται όταν το παιδί αποκτήσει επαρκή κινητικότητα και συντονισμό χεριού και ματιού (περίπου σε ηλικία 5 χρόνων). Αλλά σε αυτά τα 5 χρόνια, οι κοινωνικές σχέσεις της οικογένειας καταπιέζουν τις επιθυμίες του παιδιού, ενσταλάζουν τον φόβο του κόσμου μέσα τους κι έτσι καλύπτουν τη δυνατότητα για μια ολοκληρωμένη, ελεύθερη, δημιουργική ατομικότητα πέρα από τη ψυχική εξάρτηση που μας κάνει να κολλάμε απελπισμένα ο ένας στον άλλον ενώ αλληλοπεριφρονούμαστε. Όλες οι κοινωνικές σχέσεις έχουν ως βάση την ατέλεια που παράγεται από την καταπίεση των επιθυμιών μας και του πάθους μας. Η βάση τους είναι η ανάγκη μας για τους άλλους κι όχι η επιθυμία μας γι αυτούς. Χρησιμοποιούμε ο ένας τον άλλον. Έτσι η κάθε κοινωνική σχέση είναι μια σχέση εργοδότη/υπαλλήλου, κάτι που εξηγεί το γιατί δείχνουν πάντα, τουλάχιστον μέχρι ενός σημείυ, να γίνονται εχθρικές  είτε μέσω υποτιμητικών αστείων ή λογομαχιών και καυγάδων. Πώς μπορούμε να μην περιφρονούμε αυτούς που χρησιμοποιούμε και να μη μισούμε αυτούς που μας χρησιμοποιούν; Η κοινωνία δεν μπορεί να υπάρξει ξέχωρα απ τους κοινωνικούς ρόλους γι αυτό και η οικογένεια και η εκπαίδευση κάποιας μορφής είναι απαραίτητα κομμάτια της κοινωνίας.

Το κοινωνικό άτομο δεν παίζει μόνο έναν κοινωνικό ρόλο  αλλά συγχωνεύει πολλούς ρόλους οι οποίοι δημιουργούν τη θωράκιση του χαρακτήρα που περνιέται για «προσωπικότητα». Οι κοινωνικοί ρόλοι είναι τρόποι με τους οποίους τα άτομα καθορίζονται από το όλο σύστημα των σχέσεων που αποτελεί την κοινωνία με σκοπό την αναπαραγωγή της υφιστάμενης κοινωνίας. Κάνουν τα άτομα χρήσιμα για την κοινωνία κάνοντας τα προβλέψιμα, καθορίζοντας τις δραστηριότητές τους σύμφωνα με τις ανάγκες της κοινωνίας. Οι κοινωνικοί ρόλοι είναι εργασία  με την ευρεία έννοια της δραστηριότητας που αναπαράγει τον κύκλο παραγωγής/κατανάλωσης. Η κοινωνία είναι συνεπώς η εξημέρωση των ανθρώπινων όντων που μπορούν να σχετιστούν ελεύθερα σύμφωνα με τις επιθυμίες τους σε παραμορφωμένα όντα που χρησιμοποιούν το ένα το άλλο προσπαθώντας να ικανοποιήσουν απελπισμένες ανάγκες, αλλά το μόνο που επιτυγχάνουν είναι η αναπαραγωγή της ανάγκης και του συστήματος των σχέσεων που στηρίζεται πάνω της.

«Κατάρα σε κάθε αιχμαλωσία, ακόμα κι αν είναι για το γενικό καλό, ακόμα και στον κήπο με τους πολύτιμους λίθους του Μοντεζούμα». Τα άτομα με ελεύθερο πνεύμα δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον για τη δημιουργία σοβαρών σχέσεων ως κοινωνικοί ρόλοι. Οι προβλέψιμες, προκαθορισμένες σχέσεις μας κάνουν να βαριόμαστε και δεν έχουμε καμμιά επιθυμία να συνεχίσουμε να τις αναπαράγουμε. Είναι αλήθεια ότι προσφέρουν κάποια ασφάλεια, σταθερότητα και (χλιαρή) ζεστασιά αλλά με τι τίμημα! Αντίθετα, θέλουμε ελευθερία για να δημιουργήσουμε σχέσεις σύμφωνα με τις αδάμαστες επιθυμίες μας, την άνθιση κάθε δυνατότητας, την οργισμένη φλόγα των απελευθερωμένων μας ενστίκτων. Και μια τέτοια ζωή βρίσκεται έξω από οποιοδήποτε σύστημα προβλέψιμων, προκαθορισμένων σχέσεων. Η κοινωνία ίσως προσφέρει ασφάλεια, αλλά μόνο αφού εξαλείψει το ρίσκο που είναι ουσιώδες και το ελεύθερο παιχνίδι και την περιπέτεια. Μας προσφέρει επιβίωση με αντάλλαγμα τις ζωές μας. Επειδή η επιβίωση που μας προσφέρει είναι επιβίωση ως κοινωνικά άτομα  ως όντα που συντίθενται από κοινωνικούς ρόλους, αποξενωμένα από τις επιθυμίες και τα πάθη τους – με κοινωνικές σχέσεις στις οποίες είμαστε εθισμένοι αλλά που ποτέ δεν μας ικανοποιούν.

Ένας κόσμος ελεύθερων σχέσεων ανάμεσα σε μη-καταπιεσμένα άτομα θα ήταν ένας κόσμος απελευθερωμένος από την κοινωνία. Όλες οι αλληλεπιδράσεις θα καθορίζονταν άμεσα. Όλες από τα άτομα που θα αναμιγνύονταν σ αυτές, σύμφωνα με τις επιθυμίες τους  και όχι με τις ανάγκες ενός κοινωνικού συστήματος. Θα τείναμε να καταπλήσσουμε, να γοητεύουμε, να οργίζουμε, να εγείρουμε αληθινά πάθη και όχι απλά βαρεμάρα, αηδία, αδιαφορία ή ασφάλεια. Η κάθε συνάντηση θα είχε μια δυναμική για μια απίθανη περιπέτεια η οποία αδυνατεί να υπάρξει όταν συναναστρεφόμαστε με τη μορφή των κοινωνικών σχέσεων. Έτσι αντί να παραμένουμε αιχμάλωτοι σ΄ αυτόν τον «κήπο με τους πολύτιμους λίθους» που ονομάζεται κοινωνία, επιλέγω τον αγώνα για την κατάργηση της κοινωνίας  κι αυτό έχει να κάνει με το πώς αντιλαμβάνομαι την «επανάσταση» (ελλείψει καλύτερου όρου). Ο αγώνας για την μεταρρύθμιση της κοινωνίας είναι πάντα αγώνας για δύναμη, επειδή ο στόχος του είναι η απόκτηση ελέγχου πάνω στο σύστημα των σχέσεων που είναι η κοινωνία (στόχος που βρίσκω ανέφικτο αφού αυτό το σύστημα είναι πλέον πέραν κάθε ελέγχου). Ως τέτοιος δεν μπορεί να είναι ατομικός αγώνας. Απαιτεί τη σύνταξη σε μια μαζική η ταξική δραστηριότητα. Τα άτομα πρέπει να ορίσουν τους εαυτούς τους ως κοινωνικά όντα σ αυτόν τον αγώνα, καταπιέζοντας τις όποιες ατομικές τους επιθυμίες που δεν ταιριάζουν με τον υπέρτατο στόχο της κοινωνικής μεταρρύθμισης.

Ο αγώνας για την κατάργηση της κοινωνίας είναι ένας αγώνας για την κατάργηση της εξουσίας. Είναι ουσιαστικά ο αγώνας των ατόμων για να ζήσουν ελεύθερα από κοινωνικούς ρόλους και κανόνες, να ζήσουν τις επιθυμίες τους με πάθος, να ζήσουν τα πιο θαυμαστά πράγματα που μπορούν να φανταστούν. Οι αγώνες και τα εγχειρήματα ομάδων αποτελούν κι αυτά τμήμα του ίδιου αγώνα, όταν έχουν ως βάση τους τρόπους με τους οποίους οι επιθυμίες του καθενός θα βελτιώσουν η μία την άλλη και θα διαλυθούν όταν θα αρχίσουν να καταπιέζουν τα άτομα. Η διαδρομή αυτού του αγώνα δεν μπορεί να χαρτογραφηθεί επειδή η βάση του είναι η σύγκρουση ανάμεσα στις επιθυμίες των ατόμων με ελεύθερο πνεύμα και στις απαιτήσεις της κοινωνίας. Αλλά είναι πιθανές οι αναλύσεις των τρόπων με τους οποίους μας βάζει σε καλούπια η κοινωνία, καθώς και των αποτυχιών και επιτυχιών παλιότερων εξεγέρσεων. Οι τακτικές που χρησιμοποιούνται ενάντια στην κοινωνία είναι τόσο πολλές όσα και τα άτομα που συμμετέχουν σ αυτόν τον αγώνα, αλλά όλες μοιράζονται τον στόχο της υπονόμευσης του κοινωνικού ελέγχου και της θέσπισης όρων, και της απελευθέρωσης των επιθυμιών και των παθών του ατόμου.

Η μη-προβλεψιμότητα του χιούμορ και της παιγνιώδους πρακτικής είναι ουσιώδης, προκαλώντας ένα διονυσιακό χάος. Το παιχνίδι με τους κοινωνικούς ρόλους με τρόπους που υπονομεύουν τη χρησιμότητά τους στην κοινωνία, που τους αντιστρέφουν, μετατρέποντάς τους σε παιχνίδι είναι μια πρακτική αξιόλογη. Αλλά το πιο σημαντικό είναι να συγκρουστούμε με την κοινωνία με τους εαυτούς μας, με τις μοναδικές επιθυμίες μας και πάθη, με την ανυποχώρητη στάση μας που θα διατηρηθεί με γνώμονα τους δικούς μας όρους. Η κοινωνία δεν είναι μια ουδέτερη δύναμη, οι κοινωνικές σχέσεις υπάρχουν μόνο με την καταπίεση των πραγματικών επιθυμιών των ατόμων, από την καταπίεση όλων αυτών που καθιστούν δυνατή την ελεύθερη δημιουργία σχέσεων. Η κοινωνία είναι εξημέρωση, η μεταμόρφωση των ατόμων σε αξίες χρήσεις και του ελεύθερου παιχνιδιού σε δουλειά. Η ελεύθερη δημιουργία σχέσεων ανάμεσα σε άτομα που αρνούνται και αντιστέκονται στην εξημέρωσή τους υπονομεύει την κοινωνία στο σύνολό της και ανοίγει όλες τις δυνατότητες. Και για όσους πιστεύουν ότι μπορούν να φτάσουν στην ελευθερία μέσω μιας απλά κοινωνικής επανάστασης, τελειώνω μ αυτές τις γραμμές του Renzo Novatore:

«Περιμένεις για την επανάσταση; Ας είναι! Η δικιά μου άρχισε εδώ και πολύ καιρό! Όταν θα σαι έτοιμος δεν θα με πειράξει να προχωρήσω για λίγο μαζί σου. Αλλά όταν σταματήσεις θα συνεχίσω στην παράφρονα πορεία μου προς τη μεγάλη και θαυμαστή κατάκτηση του τίποτα!»

παραχωρήθηκε από το αρχείο των εκδόσεων για τη διάδοση της μεταδοτικής λύσσας

1

Για μια αναρχική αντίληψη των τάξεων

http://rioter.info/2009/10/05/%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AF%CE%BB%CE%B7%CF%88%CE%B7-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CF%84%CE%AC%CE%BE%CE%B5%CF%89%CE%BD/

 

Από τον προλετάριο στο άτομο: προς μια αναρχική αντίληψη των τάξεων

Οι κοινωνικές σχέσεις ανάμεσα στις τάξεις και την εκμετάλλευση δεν είναι κάτι απλοϊκό. Η εργατίστικη αντίληψη, που βασίζεται στην παραδοχή μιας αντικειμενικά επαναστατικής τάξης που ορίζεται βάσει της σχέσης της με τα μέσα παραγωγής, αγνοεί την μάζα που αποτελείται από όλους αυτούς παγκόσμια που οι ζωές τους έχουν κλαπεί από τα χέρια τους για λογαριασμό της τρέχουσας κοινωνικής τάξης αλλά δεν μπορούν να βρουν μια θέση μέσα στον παραγωγικό μηχανισμό της. Έτσι μια τέτοια αντίληψη καταλήγει παρουσιάζοντας μια στενόμυαλη κι απλουστευτική επεξήγηση της εκμετάλλευσης και του επαναστατικού μετασχηματισμού. Προκειμένου να διεξάγουμε έναν επαναστατικό αγώνα ενάντια στην εκμετάλλευση, χρειάζεται να αναπτύξουμε μια κατανόηση των τάξεων όπως υφίστανται στην πραγματικότητα στον κόσμο χωρίς να καταφεύγουμε σε στεγανά.

Το πιο βασικό στοιχείο της ταξικής κοινωνίας είναι ότι υπάρχουν αυτοί που κυριαρχούν, κι αυτοί που κυριαρχούνται, αυτοί που εκμεταλλεύονται κι αυτοί που τους εκμεταλλεύονται. Μια τέτοια κοινωνική τάξη μπορεί να συγκροτηθεί μόνο εφόσον οι άνθρωποι έχουν απολέσει την ικανότητά τους να λαμβάνουν και να διεκπεραιώνουν βασικές αποφάσεις για τη ζωή τους.

Η κυρίαρχη τάξη προσδιορίζεται βάσει της προοπτικής της για συσσώρευση ισχύος και πλούτου. Αν και υπάρχουν σαφώς σημαντικές έριδες στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης με όρους αντικρουόμενων συμφερόντων, και πραγματικός ανταγωνισμός για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών και του εδάφους, αυτή η κυρίαρχη προοπτική για τον έλεγχο του κοινωνικού πλούτου και της ισχύος, κι έτσι των ζωών και των σχέσεων κάθε ζωντανού όντος, παρέχει στην τάξη αυτή μια ενιαία θετική προοπτική.

Η εκμεταλλευόμενη τάξη δεν έχει μια ανάλογη θετική προοπτική να την προσδιορίζει. Αντίθετα προσδιορίζεται βάσει του τι υφίσταται, του τι έχει χάσει. Ξεριζωμένη από τον τρόπο ζωής που της ήταν οικείος και είχε δημιουργήσει με τα χέρια της, η μόνη κοινότητα που έχει απομείνει για τους ανθρώπους που απαρτίζουν αυτή την ανομοιογενή τάξη είναι αυτή που τους παρέχει το κεφάλαιο και το κράτος-η κοινότητα της εργασίας και της εμπορευματικής ανταλλαγής, διακοσμημένη με τις εκάστοτε εθνικιστικές, θρησκευτικές, πατριωτικές, φυλετικές, η υποκουλτουριάρικες ιδεολογικές οδηγίες μέσα από τις οποίες η κυρίαρχη τάξη δημιουργεί ταυτότητες ώστε να αφομοιώσει την προσωπικότητα και την άρνηση. Η αντίληψη μιας θετικής προλεταριακής ταυτότητας, μιας μοναδικής, ενιαίας, προλεταριακής προοπτικής, στερείται πραγματικής βάσης μιας και αυτό που ορίζει κάτι ως «προλεταριακό» σημαίνει ακριβώς ότι η ζωή του έχει κλαπεί από τον έλεγχό του, ότι έχει μεταμορφωθεί σε ένα πιόνι στα σχέδια των κυριάρχων.

Η εργατίστικη αντίληψη της προλεταριακής προοπτικής έχει τις ρίζες της στις επαναστατικές θεωρίες της Ευρώπης και των ΗΠΑ (ιδιαίτερα τις μαρξιστικές και συνδικαλιστικές θεωρίες). Προς το τέλος του 19ου αιώνα, τόσο η δυτική Ευρώπη όσο και οι ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες βάδιζαν σθεναρά στο δρόμο της πλήρους εκβιομηχάνισης, και η κυρίαρχη ιδεολογία της προόδου εξίσωνε την τεχνολογική ανάπτυξη με την κοινωνική απελευθέρωση. Αυτή η ιδεολογία εκδηλώθηκε στην επαναστατική θεωρία ως η ιδέα ότι η βιομηχανική εργατική τάξη ήταν αντικειμενικά επαναστατική καθώς βρισκόταν σε θέση που θα μπορούσε να καταλάβει τα μέσα παραγωγής που αναπτύχθηκαν υπό τον καπιταλισμό (τα οποία, ως προϊόντα της προόδου, εξυπακουόταν ότι θα ήταν εξ ορισμού απελευθερωτικά…) και να τα θέσει στην υπηρεσία της ανθρώπινης κοινότητας. Αγνοώντας το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου (καθώς και μια σημαντική μερίδα των εκμεταλλευομένων στις εκβιομηχανισμένες χώρες), η επαναστάτες θεωρητικοί πέτυχαν να επινοήσουν μια θετική προοπτική για το προλεταριάτο, μια αντικειμενική ιστορική αποστολή. Το ότι βασίστηκαν στην αστική ιδεολογία της προόδου έχει αγνοηθεί. Κατά τη γνώμη μου, οι λουδίτες είχαν μια πολύ πιο ξεκάθαρη προοπτική, αναγνωρίζοντας στην εκβιομηχάνιση ένα ακόμα εργαλείο στα χέρια των αφεντικών για το φτώχεμα των ζωών τους. Όχι παράλογα λοιπόν, επιτέθηκαν στα μηχανήματα της μαζικής παραγωγής.

Η διαδικασία του φτωχέματος, είχε επιτευχθεί από καιρό στη Δύση (αν και φυσικά πρόκειται για μια διαδικασία που συνεχίζεται ακόμα), αλλά είναι κυρίως στον Νότο του κόσμου που βρίσκεται ακόμα στα πρώτα της στάδια. Αν και η διαδικασία αυτή ξεκίνησε στη Δύση, έχουν σημειωθεί μερικές σημαντικές μεταβολές στη λειτουργία του παραγωγικού συστήματος. Οι θέσεις εξειδικευμένων εργατών έχουν σε μεγάλο βαθμό χαθεί από τα εργοστάσια, κι αυτό που χρειάζεται σε έναν εργάτη είναι η ευελιξία, η ικανότητα να προσαρμόζεται, με άλλα λόγια η ικανότητα να είναι ένα ευμετάβλητο γρανάζι της καπιταλιστικής μηχανής. Επιπροσθέτως, τα εργοστάσια τείνουν να χρειάζονται ολοένα και λιγότερους εργάτες προκειμένου να διεκπεραιώσουν την παραγωγική διαδικασία, τόσο λόγω της ανάπτυξης της τεχνολογίας και των τεχνικών που επιτρέπουν μια πιο αποκεντρωμένη παραγωγική διαδικασία όσο και λόγω του ότι όλο και περισσότερο το είδος της απαιτούμενης εργασίας περιορίζεται στην επόπτευση και τη συντήρηση των μηχανημάτων.

Σε ένα πρακτικό επίπεδο αυτό σημαίνει ότι είμαστε όλοι μας, ως υποκείμενα, αναλώσιμοι για την παραγωγική διαδικασία, καθώς κανείς μας δεν είναι αναντικατάστατος, ιδού η αξιοζήλευτη ισότητα στον καπιταλισμό, όπου ο καθένας ισούται με μηδέν. Στον πρώτο κόσμο, κάτι τέτοιο είχε ως αποτέλεσμα την ώθηση αυξανόμενων αριθμών εκμεταλλευομένων σε όλο και πιο επισφαλείς θέσεις: περιστασιακή εργασία, σπαστό ωράριο, παροχή υπηρεσιών, ημι-απασχόληση, η μαύρη αγορά κι άλλες μορφές παρανομίας, άστεγοι, φυλακισμένοι. Η σταθερή εργασία με τα εχέγγυά της, μιας κάπως σταθερής ζωής -ακόμα κι αν δεν την ορίζει κανείς ο ίδιος- δίνει τη θέση της σε μια στέρηση κάθε εγγύησης όπου οι ψευδαισθήσεις που παρείχε ένας μικρο-μεσαίος καταναλωτισμός δεν μπορούν πια να κρύψουν ότι η ζωή στον καπιταλισμό βιώνεται πάντα στο χείλος της καταστροφής.

Στον τρίτο κόσμο, λαοί που στάθηκαν ικανοί να δημιουργούν την ίδια την ύπαρξή τους, αν και συχνά αντιμετωπίζοντας μεγάλες δυσκολίες, βρίσκουν τη γη και τα άλλα μέσα που είχαν για το σκοπό αυτό, να τους τα παίρνουν μέσα από τα χέρια καθώς οι μηχανές του κεφαλαίου κυριολεκτικά εισβάλλουν μέσα στα σπίτια τους, και τους στερούν κάθε πιθανότητα για μια ύπαρξη βασισμένη στα προϊόν της δικής τους δραστηριότητας. Ξεριζωμένοι από τις ζωές και τη γη τους, αναγκάζονται να μετακινηθούν προς τις πόλεις όπου ίσως βρεθεί μια κάποια εργασία γι αυτούς. Παραγκουπόλεις αναπτύσσονται γύρω από τις πόλεις αυτές, συχνά με πληθυσμούς μεγαλύτερους από την ίδια την πόλη. Χωρίς καμιά πιθανότητα σταθερής εργασίας, οι κάτοικοι των παραγκουπόλεων αυτών πιέζονται να δημιουργήσουν μια οικονομία μαύρης αγοράς προκειμένου να επιβιώσουν, κάτι που εξυπηρετεί επίσης τα συμφέροντα του κεφαλαίου. ’λλοι, στην απόγνωσή τους, επιλέγουν την μετανάστευση, ρισκάροντας μια φυλάκιση σε κέντρα κράτησης μεταναστών χωρίς χαρτιά, ελπίζοντας να βελτιώσουν κάπως τις συνθήκες ζωής τους.

Έτσι, μαζί με τη φτώχια, την επισφάλεια και την ελαστικότητα, αυξάνονται τα κοινά χαρακτηριστικά αυτών που συνιστούν την παγκόσμια εκμεταλλευόμενη τάξη. Αν, από την άλλη, αυτό σημαίνει ότι αυτός ο πολιτισμός του εμπορεύματος δημιουργεί μέσα του μια τάξη βαρβάρων που δεν έχουν πραγματικά τίποτα να χάσουν καταστρέφοντάς τον (όχι όμως με τον τρόπο που φαντάζονταν οι παλιοί εργατιστές ιδεολόγοι), από την άλλη, αυτά τα χαρακτηριστικά από μόνα τους δεν παρέχουν καμία βάση για μια θετική προοπτική μετασχηματισμού της ζωής. Η οργή που φέρνει η εξαθλίωση της ζωής που επιβάλει αυτή η κοινωνία μπορεί εύκολα να χειραγωγηθεί μέσα από προοπτικές που εξυπηρετούν την κυρίαρχη τάξη ή τουλάχιστον τα ειδικά συμφέροντα του ενός ή του άλλου αφεντικού. Τα παραδείγματα παρελθοντικών καταστάσεων κατά τις τελευταίες δεκαετίες, στα οποία η οργή των εκμεταλλευομένων εξαντλήθηκε στα κανάλια του εθνικισμού, των φυλετικών ή θρησκευτικών προοπτικών μόνο και μόνο για να ενισχύσει την κυριαρχία είναι πάρα πολλά. Η πιθανότητα ενός τέλους της τρέχουσας κοινωνικής τάξης είναι μεγαλύτερη από ποτέ, αλλά η πίστη στο αναπόφευκτό της δεν μπορεί πια να υποκρίνεται πως έχει μια αντικειμενική βάση.

Προκειμένου, όμως, να κατανοήσουμε πλήρως την επαναστατική προοπτική και να αρχίσουμε να βρίσκουμε τρόπους διεξαγωγής της (και ανάπτυξης μιας ανάλυσης του πως η κυρίαρχη τάξη καταφέρνει να ενσωματώνει την οργή αυτών που εκμεταλλεύεται στις δικές της προοπτικές), είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε ότι η εκμετάλλευση δεν συμβαίνει απλά και μόνο τη στιγμή της παραγωγής πλούτου, αλλά επίσης κατά την αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων. ’σχετα με την ειδική θέση κάθε μεμονωμένου προλεταρίου μέσα στον παραγωγική μηχανισμό, είναι συμφέρον της κυρίαρχης τάξης ο καθένας να έχει έναν ρόλο, μια κοινωνική ταυτότητα, που να εξυπηρετεί στην αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων.

Φυλή, φύλο, εθνικότητα, θρησκεία, ερωτικές προτιμήσεις, υποκουλτούρες-όλα αυτά τα πράγματα αντανακλούν στ αλήθεια πολύ πραγματικές και πολύ σημαντικές διαφορές, όμως αποτελούν κοινωνικές κατασκευές για τη χειραγώγηση των διαφορών αυτών σε ρόλους χρήσιμους για τη διατήρηση της παρούσας κοινωνικής τάξης. Στις πιο ανεπτυγμένες περιοχές της παρούσας κοινωνίας όπου η αγορά προσδιορίζει τις περισσότερες σχέσεις, οι ταυτότητες σε μεγάλο βαθμό προσδιορίζονται από τα εμπορεύματα που τις συμβολίζουν, και η μεταβλητότητα γίνεται το πιάτο ημέρας της κοινωνικής αναπαραγωγής, όπως ακριβώς ισχύει με την οικονομική παραγωγή. Και είναι ακριβώς επειδή η ταυτότητα είναι μια κοινωνική κατασκευή και όλο και περισσότερο ένα ευπώλητο εμπόρευμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί σοβαρά από τους επαναστάτες, ν αναλυθεί προσεκτικά, στην πολυπλοκότητά του με την ακριβή στόχευση να κινηθούμε πέρα από τις κατηγορίες αυτές, προς το σημείο όπου οι διαφορές (συμπεριλαμβανομένων αυτών που η κοινωνία προσδιορίζει με όρους φυλής, φύλου, εθνικότητας κλπ) να είναι η αντανάκλαση του καθένα μας ως μοναδικό άτομο.

Καθώς δεν υπάρχει κάποια κοινή θετική προοπτική να βρεθεί στην κατάστασή μας ως προλετάριοι -ως εκμεταλλευόμενοι και στερημένοι- η προοπτική μας μπορεί μόνο να είναι η καταστροφή της προλεταριακής κατάστασης, το τέλος της στέρησης. Η ουσία αυτού που έχουμε χάσει δεν είναι ο έλεγχος πάνω στα μέσα παραγωγής ή στον υλικό πλούτο, είναι οι ίδιες οι ζωές μας, η ικανότητά μας να δημιουργούμε την ύπαρξή μας με όρους αναγκών και επιθυμιών μας. Έτσι, ο αγώνας μας βρίσκει παντού γόνιμο έδαφος να απλωθεί, πάντοτε. Σκοπός μας είναι να καταστρέψουμε οτιδήποτε μας στερεί τις ζωές μας: το κεφάλαιο, το κράτος, το βιομηχανικό και μετα-βιομηχανικό τεχνολογικό σύμπλεγμα, την εργασία, τη θυσία, την ιδεολογία, κάθε οργάνωση που προσπαθεί να καρπωθεί τον αγώνα μας, εν συντομία, κάθε μηχανισμό ελέγχου.

Πάνω στη διαδικασία της διεξαγωγής του αγώνα αυτού με τον μόνο τρόπο που έχουμε για να διεξάγουμε έναν τέτοιο αγώνα -έξω και ενάντια σε κάθε επίσημη δομή και θεσμό- ξεκινούμε να αναπτύσσουμε νέες σχέσεις βασισμένες στην αυτό-οργάνωσεις, μια κοινοτοπία βασισμένη στις μοναδικές διαφορές που προσδιορίζουν τον καθένα μας ως υποκείμενο η ελευθερία του οποίου επεκτείνεται με την ελευθερία του άλλου. Είναι στην εξέγερση ενάντια στην προλεταριακή κατάστασή μας που βρίσκουμε ότι η μόνη θετική προοπτική που μοιραζόμαστε είναι διαφορετική για τον καθένα μας: είναι ο συλλογικός αγώνας για την ατομική πραγμάτωση.

Δημοσιεύτηκε στο: http://www.geocities.com/kk_abacus/vbutterfly.html

Μετάφραση: …για τη διάδοση της μεταδοτικής λύσσας (Δεκέμβρης 2007)

Τι συμβαίνει με την ανθρώπινη φύση;

τοκείμενο το πήρα από εδώ   http://rabidproletarians.espivblogs.net/archives/40

Οι αναρχικοί όχι μόνο δεν αγνοούν την «ανθρώπινη φύση», αλλά έχουν και τη μόνη πολιτική θεωρία που αντιμετωπίζει αυτή την έννοια με βαθιά σκέψη και προβληματισμό. Πολύ συχνά, η «ανθρώπινη φύση» εγείρεται ως ύστατη γραμμή άμυνας σ’ ένα επιχείρημα εναντίον του αναρχισμού, επειδή πιστεύεται πως δεν επιδέχεται απάντησης. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει. Πρώτα απ’ όλα, η ανθρώπινη φύση είναι πολυσύνθετο πράγμα. Εάν με την ανθρώπινη φύση νοείται το «τι κάνουν οι άνθρωποι», γίνεται προφανές πως η ανθρώπινη φύση είναι αντιφατική – αγάπη και μίσος, ευσπλαχνία και απονιά, ειρήνη και βία, και ούτω καθεξής, όλα έχουν εκφραστεί από ανθρώπους κι έτσι όλα είναι προϊόντα της «ανθρώπινης φύσης». Βεβαίως, ό,τι θεωρείται «ανθρώπινη φύση» μπορεί να αλλάξει με την αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών. Για παράδειγμα, η δουλεία θεωρούνταν μέρος της «ανθρώπινης φύσης» και «κανονικότητα» για χιλιάδες χρόνια. Η ομοφυλοφιλία θεωρούνταν απολύτως φυσιολογική από τους αρχαίους Έλληνες, ύστερα όμως από χιλιάδες χρόνια η χριστιανική Εκκλησία την καταδίκασε ως αφύσικη. Ο πόλεμος αποτέλεσε μέρος της «ανθρώπινης φύσης» μονάχα όταν αναπτύχθηκαν τα κράτη. Κατά τον Τσόμσκυ:

«Τα άτομα είναι σίγουρα ικανά για το κακό… Αλλά τα άτομα είναι ικανά για κάθε είδους πράγματα. Η ανθρώπινη φύση έχει πολλούς τρόπους για να πραγματωθεί ως τέτοια, οι άνθρωποι έχουν πολλές ικανότητες και επιλογές. Ποιες από αυτές θα αποκαλυφθούν, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις θεσμοθετημένες δομές. Αν είχαμε θεσμούς που επέτρεπαν στους παθολογικούς δολοφόνους να κυριαρχήσουν ελεύθεροι, θα έκαναν κουμάντο. Ο μόνος τρόπος για να επιβιώσετε θα ήταν να αφήσετε αυτά τα στοιχεία της φύσης σας να εκδηλωθούν.
Αν έχουμε θεσμούς που καθιστούν την απληστία ως αποκλειστική ιδιότητα των ανθρώπινων όντων κι ενθαρρύνουν την καθαρή απληστία σε βάρος υπόλοιπων ανθρώπινων συναισθημάτων και δεσμεύσεων, θα έχουμε μια κοινωνία βασισμένη στην απληστία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Μια διαφορετική κοινωνία θα μπορούσε να οργανωθεί με τέτοιον τρόπο ώστε άλλου είδους ανθρώπινα αισθήματα και συναισθήματα, όπως η αλληλεγγύη, η υποστήριξη, η συμπόνια, να έχουν κυρίαρχη θέση. Τότε θα αποκαλύπτονταν διαφορετικές πτυχές της ανθρώπινης φύσης και προσωπικότητας».
(Νόαμ Τσόμσκυ, Χρονικά διαφωνίας / Noam Chomsky, Chronicles of Dissent)

Επομένως, το περιβάλλον παίζει σημαντικό ρόλο στον καθορισμό τού τι είναι «ανθρώπινη φύση», πώς αναπτύσσεται αυτή και ποιες πτυχές της εκφράζονται. Πράγματι, ένας απ’ τους μεγαλύτερους μύθους για τον αναρχισμό είναι πως πιστεύουμε ότι η ανθρώπινη φύση είναι εγγενώς καλή (αντίθετα, πιστεύουμε πως είναι εγγενώς κοινωνική). Το πώς αυτή αναπτύσσεται και εκφράζεται εξαρτάται από το είδος της κοινωνίας που εμείς δημιουργούμε και κατοικούμε. Μια ιεραρχική κοινωνία θα διαμορφώσει τους ανθρώπους με ορισμένους (αρνητικούς) τρόπους και θα παραγάγει μία «ανθρώπινη φύση» ριζικά διαφορετική από μία ελευθεριακή. Έτσι, «όταν ακούμε άντρες [και γυναίκες] να λένε πως οι Αναρχικοί φαντάζονται τους άντρες [και τις γυναίκες] πολύ καλύτερους απ’ ό,τι πραγματικά είναι, απλώς αναρωτιόμαστε πώς είναι δυνατόν ευφυείς άνθρωποι να επαναλαμβάνουν αυτή την ανοησία. Εμείς δε λέμε συνεχώς ότι ο μόνος τρόπος για να γίνουν οι άντρες [και οι γυναίκες] λιγότερο άπληστοι και εγωτιστές, λιγότερο φιλόδοξοι και λιγότερο δουλοπρεπείς ταυτόχρονα, είναι να εξαλείψουμε εκείνες τις συνθήκες που ευνοούν την ανάπτυξη του εγωτισμού και της απληστίας, της δουλοπρέπειας και της φιλοδοξίας;» (Πιότρ Κροπότκιν, στην έκδοση Δράστε από μόνοι σας/Act for Yourselves των Ουόλτερ και Μπέκερ)

Έτσι, η χρήση της «ανθρώπινης φύσης» ως επιχειρήματος εναντίον του αναρχισμού είναι απλώς επιπόλαια κι εν τέλει μία υπεκφυγή. Είναι μια δικαιολογία για να μη σκέφτεται κανείς. «Κάθε ανόητος», όπως το θέτει η Έμμα Γκόλντμαν, «από το βασιλιά μέχρι τον αστυνομικό, από το στενόμυαλο εφημέριο μέχρι τον τυφλωμένο ερασιτέχνη επιστήμονα, θεωρεί πως μιλάει με εγκυρότητα για την ανθρώπινη φύση. Όσο πιο σπουδαίος ο πνευματικός τσαρλατάνος, τόσο πιο σαφής η επιμονή του ως προς την κακία και την αδυναμία της ανθρώπινης φύσης. Όμως, πώς μπορεί κανείς να μιλάει γι’ αυτό σήμερα, με κάθε ψυχή φυλακισμένη, με κάθε καρδιά εγκλωβισμένη, λαβωμένη και ακρωτηριασμένη;» Αλλάξτε την κοινωνία, δημιουργήστε ένα καλύτερο κοινωνικό περιβάλλον, και μετά θα μπορούμε να κρίνουμε τι είναι παράγωγο της φύσης μας και τι είναι παράγωγο ενός εξουσιαστικού συστήματος. Γι’ αυτόν το λόγο, ο αναρχισμός «υποστηρίζει την απελευθέρωση του ανθρώπινου μυαλού από την κυριαρχία της θρησκείας• την απελευθέρωση του ανθρώπινου σώματος από την κυριαρχία της ιδιοκτησίας• την απελευθέρωση από τα δεσμά και τους περιορισμούς της κυβέρνησης… Ελευθερία, διεύρυνση, προοπτική και, πάνω απ’ όλα, ηρεμία και ξεγνοιασιά μπορούν από μόνα τους να μας διδάξουν τους αληθινά κυρίαρχους παράγοντες της ανθρώπινης φύσης και όλες τις υπέροχες δυνατότητές της».
(Έμμα Γκόλντμαν, Αναρχισμός και άλλα δοκίμια / Emma Goldman, Anarchism and Other Essays)

Αυτό δεν σημαίνει πως οι άνθρωποι είναι απολύτα πλαστικοί. Με κάθε γέννηση ανθρώπου μια λευκή σελίδα(tabula rasa) περιμένει να σχηματιστεί από την «κοινωνία»(δηλαδή από αυτούς που αποτελούν την κοινωνία). Όπως υποστηρίζει ο Νόαμ Τσόμσκι «δεν νομίζω πως είναι δυνατόν να δωθεί μία ορθολογική άποψη για την έννοια της αλλοτριωμένης εργασίας σε αυτή την υπόθεση [πως η ανθρώπινη φύση δεν είναι τίποτα άλλο εκτός από ένα ιστορικό προϊόν], ούτε είναι δυνατόν να δημιουργηθεί κάτι σαν μια ηθική δικαιολόγηση για τη δέσμευση σε ενός είδους κοινωνική αλλαγή, εκτός από την βάση των υποθέσεων που αφορούν στην ανθρώπινη φύση και στο πώς οι τροποποιήσεις στη δομή της κοινωνίας θα την φέρουν σε καλύτερη θέση ώστε να ανταποκρίνεται σε ορισμένες βασικές ανάγκες οι οποίες είναι κομμάτι της ουσιώδους μας φύσης». (Τσόμσκυ, Γλώσσα και Πολιτικές(αδημοσίευτο στα ελληνικά) / Chomsky, Language and Politics)

Δεν επιθυμούμε να μπούμε στη συζήτηση για το ποια ανθρώπινα χαρακτηριστικά είναι και ποια δεν είναι «έμφυτα». Το μόνο που θα πούμε είναι πως τα ανθρώπινα όντα έχουν έμφυτη την ικανότητα να σκέφτονται και να μαθαίνουν –αισθανόμαστε πως αυτό είναι κάτι παραπάνω από προφανές- και πως οι άνθρωποι είναι κοινωνικά δημιουργήματα τα οποία χρειάζονται τη συντροφιά των άλλων για να αισθάνονται ολοκληρωμένοι και να ευημερούν. Επιπλέον, έχουν την ικανότητα να αναγνωρίζουν και να αντιτάσσονται στην αδικία και την καταπίεση. Όπως σωστά θεωρεί ο Μπακούνιν «η δύναμη να σκέφτεσαι και η επιθυμία να επαναστατείς[…] είναι πολύτιμες ικανότητες».

Νομίζουμε πως αυτά τα τρία χαρακτηριστικά, υποδηλώνουν τη βιωσιμότητα μιας αναρχικής κοινωνίας. Η έμφυτη ικανότητα του να σκέφτεσαι για τον εαυτό σου, αυτομάτως κάνει όλες τις μορφές ιεραρχίας αβάσιμες. Η αγάγκη μας, επίσης, για κοινωνικές σχέσεις υπονοεί ότι μπορούμε να οργανωθούμε χωρίς κράτος. Η βαθιά θλίψη και αποξένωση που ταλανίζει την μοντέρνα κοινωνία δείχνει ότι ο συγκεντρωτισμός και ο αυταρχισμός του καπιταλισμού και του Κράτους μας στερεί κάποιες από τις έμφυτες ανάγκες που έχουμε. Πράγματι, όπως προαναφέρθηκε, για μεγάλο μέρος της ύπαρξης της, η ανθρώπινη φυλή έχει ζήσει σε αναρχικές κοινότητες, με μικρή ή και καθόλου ιεραρχία. Το να αποκαλεί η μοντέρνα κοινωνία αυτούς τους ανθρώπους «άγριους» ή «πρωτόγονους», είναι υπεροπτικό. Οπότε, ποιος μπορεί να πει ότι ο αναρχισμός είναι ενάντια στην «ανθρώπινη φύση»; Οι αναρχικοί έχουν συγκεντρώσει πολλά στοιχεία που αντιτίθενται σε αυτή την άποψη.

Σε ότι αφορά την κατηγορία πως οι αναρχικοί έχουν μεγάλο ζήτημα με την «ανθρώπινη φύση», συνήθως οι μη-αναρχικοί είναι αυτοί που δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στο ζήτημα. ‘Ετσι «ενώ οι αντίπαλοι μας φαίνεται να παραδέχονται πως υπάρχει ένα ιδιαίτερο είδος «καλών» ανθρώπων –αυτοί που κυβερνούν, εκμεταλλεύονται, εξουσιάζουν- οι οποίοι, ω! τι χαρά, μπορούν και εμποδίζουν τους «κακούς» ανθρώπους –που κυβερνώνται, που είναι οι εκμεταλλευόμενοι και οι εξουσιαζόμενοι – από το να γίνουν ακόμα χειρότεροι απ’ ότι είναι», εμείς οι αναρχικοί «υποστηρίζουμε πως και οι εξουσιαστές και οι εξουσιαζόμενοι διαφθείρονται από την εξουσία» και πως «και οι εκμεταλλευτές και οι εκμεταλλευόμενοι διαφθείρονται από την εκμετάλλευση». Έτσι, «υπάρχει μία διαφορά και είναι και πολύ σοβαρή. Παραδεχόμαστε τις ατέλειες της ανθρώπινης φύσης , αλλά δεν εξαιρούμε τους εξουσιαστές. Αυτοί το κάνουν (αν και ορισμένες φορές ασυνείδητα) και επειδή εμείς δεν κάνουμε καμιά εξαίρεση, λένε πως είμαστε ονειροπόλοι». (Kropotkin, ο.π). Εάν, λοιπόν, η ανθρώπινη φύση είναι τόσο κακή, το να έχουν κάποιοι άνθρωποι εξουσία πάνω σε άλλους και αυτό να οδηγεί στην δικαιοσύνη και την ελευθερία, είναι απελπιστικά ουτοπικό.
Επιπλέον, όπως σημειώνεται, οι Αναρχικοί υποστηρίζουν πως οι ιεραρχικές οργανώσεις αναδεικνύουν τη χειρότερη όψη της ανθρώπινης φύσης. Τόσο οι καταπιεστές, όσο και οι καταπιεσμένοι επηρεάζονται αρνητικά από τις σχέσεις εξουσίας οι οποίες δημιουργούνται. «Είναι χαρακτηριστικό, πως ένα προνόμιο και οποιουδήποτε είδους προνόμιο […] μπορεί να σκοτώσει το μυαλό και την καρδιά του ανθρώπου… Αυτός είναι ένας κοινωνικός νόμος ο οποίος δεν επιδέχεται εξαιρέσεις… Είναι ο νόμος της ισότητας και της ανθρωπότητας.» (Μπακούνιν, Θεός και Κράτος). Και ενώ οι προνομιούχοι διαφθείρονται απ’ την εξουσία, οι αδύναμοι (γενικώς) γίνονται δουλοπρεπείς στην καρδιά και το μυαλό (ευτυχώς το ανθρώπινο πνεύμα είναι τέτοιο, που πάντοτε θα υπάρχουν επαναστάτες οι οποίοι δεν θα υπολογίζουν την καταπίεση˙ όπου υπάρχει καταπίεση, υπάρχει και αντίσταση και κατά συνέπεια, ελπίδα). Ως εκ τούτου, φαίνεται παράξενο για τους αναρχικούς, να ακούν από μη-αναρχικούς τη δικαιολόγηση της ιεραρχίας από την άποψη της (αλλοιωμένης) «ανθρώπινης φύσης» που παράγει και παράγεται.

Δυστυχώς, πάρα πολλοί κάνουν ακριβώς αυτό. Συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Για παράδειγμα, με την ανάπτυξη της “κοινωνιοβιολογίας”, ορισμένοι υποστήριξαν (με πολύ λίγα πραγματικά στοιχεία) πως ο καπιταλισμός είναι αποτέλεσμα της δικής μας «φύσης» , η οποία είναι καθορισμένη από τα γονίδιά μας. Τέτοιου είδους ισχυρισμοί είναι απλά μια νέα παραλλαγή της «ανθρώπινης φύσης» ως επιχείρημα και έτσι ξεπερνούν την οποιαδήποτε εξουσία υπάρχει. Λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη αποδείξεων, η υποστήριξή τους σε αυτό το “νέο” δόγμα δικαιολογείται μόνο από τη χρησιμότητά τους για τους εξουσιαστές. Είναι γεγονός πως είναι χρήσιμο να υπάρχει μια “αντικειμενική” και “επιστημονική” βάση για τον εξορθολογισμό των ανισοτήτων που αφορούν τον πλούτο και την εξουσία. (Για μια συζήτηση επάνω στην διαδικασία δείτε Not in Our Genes: Biology, Ideology and Human Nature by Steven Rose, R.C. Lewontin, and Leon J. Kamin).

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει μια δόση αλήθειας. Όπως σημειώνει ο επιστήμονας  Stephen Jay Gould, «το εύρος της πιθανής μας συμπεριφοράς οριοθετείται από τη βιολογία μας» και αν αυτό σημαίνει κοινωνιοβιολογία, «με τον έλεγχο των γονιδίων», ελάχιστα θα μπορούμε να διαφωνούμε. Ωστόσο, δεν εννοούν αυτό. Μάλλον είναι μία μορφή «βιολογικού ντετερμινισμού» αυτό που υποστηρίζεται απ’ την κοινωνιοβιολογία. Λέγοντας ότι υπάρχουν συγκεκριμένα γονίδια που ελέγχουν συγκεκριμένα ανθρώπινα χαρακτηριστικά, δεν έχει μεγάλη σημασία πως «η βία, ο σεξισμός και γενικά η κακία υπάρχουν λόγω της βιολογίας, από τη στιγμή που αντιπροσωπεύουν ένα υποσύνολο ενός  πιθανού εύρους συμπεριφορών», έτσι είναι και «η γαλήνη, η ισότητα και η ευγένεια.» Και έτσι «μπορεί να δούμε την επιρροή τους να αυξάνεται αν δημιουργήσουμε κοινωνικές δομές που θα τις επιτρέψουν να ανθίσουν.» Ότι αυτό μπορεί να συμβεί, μπορεί να φανεί από τη δουλειά των ίδιων των κοινωνιοβιολόγων που «αναγνωρίζουν την ποικιλομορφία» των ανθρώπινων πολιτισμών, αλλά «συχνά απορρίπτουν τις δυσάρεστες “εξαιρέσεις” ως προσωρινές και ασήμαντες παρεκκλίσεις.» Αυτό εκπλήσει, γιατί αν πιστεύετε πως «οι επαναλαμβανόμενοι και συχνά γενοκτόνοι πόλεμοι διαμόρφωσαν τη γενετική μας μοίρα, η ύπαρξη μη-επιθετικών λαών είναι ενοχλητική.» (Gould, Ever Since Darwin)

Όπως και στον κοινωνικό Δαρβινισμό που προηγήθηκε, η κοινωνιοβιολογία αναπτύσσεται προβάλλοντας την κυρίαρχη ιδεολογία της υπάρχουσας κοινωνίας ως φυσική (συχνά ασυνείδητα, έτσι ώστε οι επιστήμονες λανθασμένα θεωρούν τα εν λόγω ιδεολογήματα ως “κανονικά” και “φυσικά”). Ο Μπούκτσυν αναφέρεται σε αυτό ως τη «διακριτική προώθηση των ιστορικά κατασκευασμένων ανθρώπινων αξιών» μέσα στην φύση, παρά ως “επιστημονική αντικειμενικότητα.”  Μετά, οι θεωρίες της φύσης που δημιουργούνται με αυτό τον τρόπο μεταφέρονται πίσω στη κοινωνία και την ιστορία, χρησιμοποιούμενες για να “αποδείξουν” ότι οι αρχές του καπιταλισμού (ιεραρχία, εξουσία, ανταγωνισμός, κλπ.) είναι αιώνιοι νόμοι, που ύστερα αναφέρονται ως αιτίες για την υπάρχουσα κατάσταση! «Αυτό που αυτή η διαδικασία πετυχαίνει,» σημειώνει ο  Μπούκτσυν, «είναι να ενισχύει την κοινωνική ιεραρχία δικαιολογώντας την επιβολή σε άντρες και γυναίκες, ως έμφυτα χαρακτηριστικά της “φυσικής τάξης”. Η ανθρώπινη κυριαρχία εκ τούτου μεταγράφεται στον γενετικό κώδικα ως βιολογικά αμετάβλητη.» (Μάρεϊ Μπούκτσιν, Η Οικολογία της Ελευθερίας / Murray Bookchin, The Ecology of Freedom) Όλως περιέργως, υπάρχουν πολλοί υποθετικά έξυπνοι άνθρωποι που παίρνουν αυτά τα τεχνάσματα σοβαρά.

Αυτό μπορεί να φανεί όταν “ιεραρχίες” στην φύση χρησιμοποιούνται για να εξηγήσουν, και επομένως να δικαιολογήσουν, ιεραρχίες στις ανθρώπινες κοινωνίες. Τέτοιες αναλογίες είναι παραπλανητικές γιατί ξεχνάνε τον θεσμοθετημένο χαρακτήρα της ανθρώπινης ζωής. Όπως ο Μάρεϋ Μπούκτσιν σημειώνει στη κριτική του για την κοινωνιοβιολογία, ένας «αδύναμος, αποδυναμωμένος, άνευρος και άρρωστος πίθηκος είναι απίθανο να γίνει ένα “πρώτο” αρσενικό, και πολύ περισσότερο να διατηρήσει αυτή την εφήμερη κατάσταση.» Αυτό «φανερώνει μια εξουσία ιεραρχικών θεσμών πάνω σε άτομα, η οποία είναι εντελώς αντίθετη με τις επονομαζόμενες “ιεραρχίες των ζώων” όπου η απουσία θεσμών είναι ακριβώς ο μόνος κατανοητός τρόπος για να μιλήσουμε για “πρώτα αρσενικά” και “βασίλισσες των μελισσών”.» (Μπούκτσιν, Κοινωνιοβιολογία ή Κοινωνική Οικολογία / Bookchin, “Sociobiology or Social Ecology”) Επομένως αυτό που κάνει την ανθρώπινη κοινωνία μοναδική αγνοείται και οι πραγματικές πηγές της εξουσίας στην κοινωνία είναι κρυμμένες κάτω από ένα γενετικό προπέτασμα.

Το θέμα των απολογητών που σχετίζονται με την επίκληση στην «ανθρώπινη φύση» (ή την κοινωνιοβιολογία στα χειρότερά της) είναι φυσιολογικό, αφού οποιαδήποτε κυρίαρχη τάξη χρειάζεται να δικαιολογεί το δικαίωμά της να κυριαρχεί. Ως εκ τούτου υποστηρίζουν τα δόγματα που ορίζει η τελευταία με τρόπους που φαίνεται να δικαιολογούν την δύναμη της ελίτ – όπως κοινωνιοβιολογία, θεϊκό δικαίωμα, προπατορικό αμάρτημα, κλπ. Προφανώς, τέτοια δόγματα ήτανε πάντοτε λάθος… μέχρι τώρα φυσικά, γιατί είναι προφανές ότι η σημερινή κοινωνία μας συμμορφώνεται πραγματικά με την “ανθρώπινη φύση” και αυτό είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο από την ιεροσύνη της τωρινής επιστήμης.

Η αλαζονεία αυτού του ισχυρισμού είναι πραγματικά καταπληκτική. Η ιστορία δεν σταμάτησε. Σε χίλια χρόνια από τώρα, η κοινωνία θα είναι τελείως διαφορετική από ότι είναι τώρα ή από ότι έχουμε φανταστεί. Καμιά τωρινή κυβέρνηση και κανένα σύγχρονο οικονομικό σύστημα δεν θα υπάρχουν. Το μόνο πράγμα που μπορεί να παραμείνει ίδιο είναι ότι οι άνθρωποι ακόμα θα ισχυρίζονται ότι η νέα κοινωνία τους είναι το “Ένα και Μοναδικό Σύστημα” που πραγματικά συμμορφώνεται με την ανθρώπινη φύση, ακόμα κι αν όλα τα συστήματα του παρελθόντος δεν το κάνανε.

Ο Κάρολος Δαρβίνος απεικονίζεται ως πίθηκοςΟ Κάρολος Δαρβίνος απεικονίζεται ως πίθηκος

Φυσικά, δεν περνάει από το μυαλό των υποστηρικτών του καπιταλισμού ότι άνθρωποι από διαφορετικές κουλτούρες-πολιτισμούς μπορεί να έχουν διαφορετικά συμπεράσματα από τα ίδια γεγονότα˙ συμπεράσματα που μπορεί να είναι εγκυρότερα. Ούτε κατανοούν, οι απολογητές του καπιταλισμού, ότι οι θεωρίες των “αντικειμενικών “ επιστημόνων μπορεί να παγιδευτούν στο πλαίσιο των κυρίαρχων ιδεών της κοινωνίας που ζούνε. Δεν αποτελεί καμία έκπληξη στους αναρχικούς, ότι οι επιστήμονες που δουλεύαν στην Τσαρική Ρωσία ανέπτυξαν μια θεωρία εξέλιξης βασιζόμενη στην συνεργασία εντός των ειδών, σε αντίθεση με τους ομολόγους τους στην καπιταλιστική Μεγάλη Βρετανία, οι οποίοι ανέπτυξαν μια θεωρία βασιζόμενη στην ανταγωνιστική πάλη μεταξύ και εντός των ειδών. Το ότι η τελευταία θεωρία αντικατοπτρίζει τις κυρίαρχες πολιτικές και οικονομικές θεωρίες της Βρετανικής κοινωνίας (ιδιαίτερα ανταγωνιστικός ατομικισμός) είναι καθαρή σύμπτωση, φυσικά…

Το κλασσικό έργο του Κροπότκιν «Αλληλοβοήθεια»,  για παράδειγμα, γράφτηκε ως απάντηση στις προφανείς ανακρίβειες, που Βρετανοί εκπρόσωποι του Δαρβινισμού είχαν προωθήσει πάνω στη φύση και την ανθρώπινη ζωή. Χτίζοντας πάνω στην επικρατούσα Ρωσική κριτική του Βρετανικού Δαρβινισμού της εποχής, ο  Κροπότκιν έδειξε (με ουσιαστική εμπειρική απόδειξη) ότι η “αλληλοβοήθεια” μέσα σε μια ομάδα ή ένα είδος, έπαιζε τον ίδιο σημαντικό ρόλο με την “αμοιβαία πάλη” μεταξύ των ατόμων σε αυτές τις ομάδες ή τα είδη (βλέπε την έκθεση του Stephan Jay Gould, “Kropotkin was no Crackpot” στο βιβλίο του Bully for Brontosaurus για λεπτομέρειες και μια εκτίμηση). Ήτανε, τόνισε, ένας «παράγοντας» στην εξέλιξη μαζί με τον ανταγωνισμό, ένας παράγοντας που, στις περισσότερες περιπτώσεις, ήταν πολύ πιο σημαντικός για την επιβίωση. Επομένως, η συνεργασία είναι “φυσική” όπως ο ανταγωνισμός αποδεικνύοντας ότι η “ανθρώπινη φύση” δεν ήταν ένα φράγμα για τον αναρχισμό, καθώς η συνεργασία μεταξύ μελών ενός είδους μπορεί να είναι ο καλύτερος τρόπος για να εξελιχθούν τα άτομα.

Για να καταλήξουμε, οι αναρχικοί υποστηρίζουν ότι η Αναρχία δεν είναι εναντίον της “ανθρώπινης φύσης” για δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, αυτό που θεωρείται “ανθρώπινη φύση” διαμορφώθηκε από την κοινωνία που ζούμε και μέσα στις σχέσεις που εμείς δημιουργούμε. Αυτό σημαίνει ότι μια ιεραρχική κοινωνία θα ενθαρρύνει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας να κυριαρχήσουν(επάνω σε άλλα), ενώ ένας αναρχικός θα ενθάρρυνε άλλα. Ως εκ τούτου, οι αναρχικοί «δεν βασίζονται τόσο πολύ στο γεγονός ότι η ανθρώπινη φύση θα αλλάξει, αλλά στο ότι η ίδια φύση θα λειτουργήσει διαφορετικά κάτω από διαφορετικές συνθήκες.» Δεύτερον, η αλλαγή «φαίνεται να είναι ένας από τους θεμελιώδεις νόμους της ύπαρξης» οπότε «ποιός μπορεί να πει ότι η ανθρωπότητα έφτασε τα όρια των δυνατοτήτων της.» (George Barrett, Objections to Anarchism)

Πηγή: The Anarchist FAQ Editorial Collective: http://imaginenoborders.org/zines/#WhatAboutHumanNature

Μετάφραση: Λυσσασμένοι Προλετάριοι

Πανερωτισμός – Ο χορός της ζωής. του Feral Faun

Το χάος είναι ένας χορός, ένας ρευστός χορός της ζωής, κι ο χορός αυτός είναι ερωτικός. Ο πολιτισμός μισεί το χάος κι επομένως μισεί επίσης τον Έρωτα. Ακόμα και σε καιρούς υποτιθέμενης σεξουαλικής ελευθερίας, ο πολιτισμός καταπιέζει το ερωτικό. Διδάσκει ότι οι οργασμοί είναι γεγονότα που συμβαίνουν σε λίγα μόνο μικρά σημεία των κορμιών μας, και μόνο μέσω του σωστού χειρισμού των σημείων αυτών. Συμπιέζει τον Έρωτα μέσα στην πανοπλία του Άρη, μετατρέποντας το σεξ σε μια ανταγωνιστική δουλειά με επίκεντρο το κατόρθωμα, αντί για ένα χαρούμενο κι αθώο παιχνίδι.

  Παρ’ όλα αυτά, ακόμη κι εν μέσω τέτοιας καταπίεσης, ο Έρωτας αρνείται να αποδεχτεί αυτήν τη μούχλα. Η χαρούμενη χορευτική μορφή του, διαπερνά εδώ κι εκεί την πανοπλία του Άρη. Όσο τυφλωμένοι κι αν είμαστε από την πολιτισμένη μας ύπαρξη, ο χορός της ζωής συνεχίζει να στάζει λίγο λίγο μέσα στην αντίληψή μας. Κοιτάζουμε ένα ηλιβασίλεμα, στεκόμαστε στο μέσο του δάσους, σκαρφαλώνουμε σε ένα βουνό, ακούμε το τραγούδι ενός πουλιού, περπατάμε ξυπόλητοι σε μια παραλία, κι αρχίζουμε να νιώθουμε κάποιο ενθουσιασμό, μια αίσθηση δέους και χαράς. Είναι η αρχή ενός οργασμού για ολόκληρο το κορμί, που δεν περιορίζεται στις από τον πολιτισμό αποκαλούμενες ερωτογενείς ζώνες, ο πολιτισμός ποτέ δεν αφήνει το συναίσθημα να ολοκληρωθεί. Αλλιώς, θα είχαμε συνειδητοποιήσει πως κάθε τί που δεν έιναι παράγωγο του πολιτισμού είναι ζωντανό και χαρούμενα ερωτικό.
Όμως, λίγοι από εμάς σιγά σιγά ξυπνάμε από την αναισθησία του πολιτισμού. Κατανοούμε ότι κάθε πέτρα, κάθε δέντρο, κάθε ποτάμι, κάθε ζώο, κάθε πλάσμα στο σύμπαν δεν είναι απλά εξίσου ζωντανό, αλλά προς το παρόν είναι πιο ζωντανό από εμάς τα πολτισμένα όντα. Η γνώση αυτή δεν είναι απλά διανουμενίστικη. Δεν μπορεί, γιατί ο πολιτισμός θα την μετατρέψει σε άλλη μια ακαδημαϊκή θεωρία. Το νιώθουμε. Έχουμε ακούσει τα τραγούδια αγάπης των ποταμιών και των βουνών κι έχουμε δει τον χορό των δέντρων. Δεν θέλουμε πλέον να τα χρησιμοιούμε σα νεκρά αντικείμενα, αφού είναι ολοζώντανα. Θέλουμε να είμαστε οι εραστές τους, να πάρουμε μέρος στον όμορφο ερωτικό χορό τους. Μας φοβίζει. Ο χορός θανάτου του πολιτισμού παγώνει κάθε κύτταρο, κάθε μυ μας. Ξέρουμε ότι θα είμαστε  αδέξιοι χορευτές και άγαρμποι εραστές. Θα είμαστε τρελοί. Στην τρέλα μας όμως είναι που βρίσκεται η ελευθερία μας. Αν μπορούμε να είμαστε τρελοί, έχουμε ξεκινήσει να σπάμε τις αλυσίδες του πολιτισμού, έχουμε ξεκινήσει να χάνουμε  την ανάγκη μας για κατορθώματα. Χωρίς μια τέτοια ανάγκη, έχουμε χρόνο να μάθουμε το χορό της ζωής˙ έχουμε χρόνο να γίνουμε εραστές των δέντρων και των βράχων και των ποταμιών. Ή, με μεγαλύτερη ακρίβεια,  ο χρόνος σταματά να υπάρχει για εμάς˙ ο χορός γίνεται οι ζωές μας καθώς μαθαίνουμε να αγαπάμε κάθε τί που ζει. Κι εκτός αν μάθουμε να χορεύουμε το χορό της ζωής, κάθε αντίστασή μας στον πολιτισμό θα είναι μάταιη. Από τη στιγμή που ακόμη θα κυβερνά μέσα μας, εμείς απλά θα τον αναπαράγουμε.
Ας χορέψουμε λοιπόν το χορό της ζωής. Ας χορέψουμε αδέξια χωρίς ντροπή, γιατί ποιός από εμάς τους πολιτισμένους δεν είναι αδέξιος; Ας κάνουμε έρωτα στα ποτάμια, τα δέντρα, τα βουνά, με τα μάτια, τα δάχτυλα, τα χέρια, τα αυτιά μας. Ας έχουμε κάθε σημείο των κορμιών μας αφυπνισμένο στην ερωτική έκσταση του χορού της ζωής. Θα πετάξουμε. Θα χορέψουμε. Θα γιατρευτούμε. Θα μάθουμε  ότι αυτά που  φανταζόμαστε είναι δυνατά. Ότι αποτελούν μέρος του ερωτικού χορού που μπορεί να δημιουργήσει τον κόσμο που επιθυμούμε.http://www.anti-politics.net/feral-faun/paneroticism.html

Γράμμα του κρατούμενου Σ.Μ. από τις φυλακές Τρικάλων

Το γράμμα που ακολουθεί γράφτηκε από ένα φίλο και σύντροφο που βρίσκεται από τα μέσα Φθινοπώρου στα κολαστήρια της ελληνικής δημοκρατίας. Νομίζω ότι όπως ισχύει και για κάθε κρατούμενο που αγωνίζεται, για κάθε έναν που στέκεται με αξιοπρέπεια πίσω από τα κάγκελα, ο λόγος του -όταν αυτός φτάνει σε εμάς- πρέπει να προωθείται και να διαδίδεται όσο μπορούμε.
Λευτεριά σε όσους είναι στα κελιά.

Γράμμα του κρατούμενου Σ.Μ. από τις φυλακές Τρικάλων

Δεν με ενδιαφέρει αν είμαι τώρα φυλακή επειδή με δικάσανε δίκαια ή άδικα, ούτε αν οι κατηγορίες μου μαγειρεύτηκαν σε κάποιο γραφείο της ελληνικής αστυνομίας και ούτε αν ορισμένα Μ.Μ.Ε. όπως zougla,espresso κτλ βιάστηκαν να προλάβουν την επόμενη μέρα και έγραψαν ότι ήθελαν ή μάλλον ότι ήθελαν οι μπάτσοι χωρίς να τα τεκμηριώσουν με κάποιο τρόπο. Δεν με ενδιαφέρει γιατί δεν αναγνωρίζω και δεν σέβομαι κανένα νόμο, κανένα δικαστήριο και πολύ περισσότερο αυτούς τους «ανθρώπους» που μας τους επιβάλουν και φροντίζουν για την εφαρμογή και την προπαγάνδα τους (από τον πιο απαθή μπάτσο μέχρι τον πρόεδρο της δημοκρατίας). Όταν μάλιστα μόνος σκοπός όλων αυτών είναι η διατήρηση της κοινωνικής ανισότητας, δηλαδή οι πλούσιοι να παραμείνουν πλούσιοι και οι φτωχοί ή να είναι σκλάβοι τους ή τουλάχιστον να μην μπορούν να διαταράξουν αυτό το είδος ισορροπίας. Όποιος καταλαβαίνει αυτό το δυαδικό σύστημα (εξουσιαστή-καταπιεζόμενου) μπορεί να εξηγήσει γιατί συμβαίνουν σχεδόν τα πάντα σε πολιτικοοικονομικό επίπεδο.

Έτσι κατανοώ και εγώ τον λόγο ύπαρξης της φυλακής άρα και τον λόγο που είμαι στην φυλακή. Υπάρχει για δύο λόγους: Πρώτα να είναι ένα εργοστάσιο παραγωγής φόβου για αυτούς που είναι από την έξω μεριά της, ώστε να μην τολμήσουν ποτέ να κινηθούν εκτός του πλαισίου που τους ορίζει ο νόμος είτε για να διεκδικήσουν περισσότερα υλικά αγαθά και ανέσεις είτε για περισσότερες ελευθερίες(αυτή είναι και η βασική διαφορά μεταξύ ποινικών και πολιτικών κρατουμένων). Ο δεύτερος λόγος ύπαρξης της φυλακής είναι για εκδίκηση και απομόνωση αυτών που δεν φοβήθηκαν και τόλμησαν να αναζητήσουν κάτι καλύτερο για τον εαυτό τους ή για την κοινωνική τους τάξη. Οποιοδήποτε άλλο λόγο μας προβάλλουν σαν δικαιολογία ύπαρξης της, όπως για τους αιμοδιψείς δολοφόνους, τους παρανοϊκούς βιαστές κτλ. Είναι απλά για την ηθική αποδοχή της από την κοινωνία. Έτσι και αλλιώς αν κάτι τέτοιο δεν ήταν απλά μια δικαιολογία για όλους αυτούς θα αρκούσε απλά μια μόνο φυλακή από τις δεκάδες που έχουμε σήμερα.

Κλείνοντας αυτό το πρώτο μου γράμμα από την φυλακή προς τις συντρόφισσες και τους συντρόφους μου θέλω να προτείνω ο κάθε αγώνας μας ενάντια στην εξουσία, στον νόμο και στις φυλακές να έχει βασικό σκοπό την πλήρη κατάργησή τους και όχι την αλλαγή τους ή την βελτίωσή τους προς κάτι πιο δίκαιο ή πιο ανθρώπινο, γιατί αυτό δηλώνει αποδοχή της φύσης τους και ότι η διαφωνία μας είναι σε επιμέρους λεπτομέρειες. Ας τους δείξουμε λοιπόν ότι αυτό που θέλουμε είναι τα πάντα περιορίζοντας τον διάλογο μαζί τους σε εμπρησμούς, λεηλασίες και συγκρούσεις εκτός αν κάποιος νομίζει θα έχουμε περισσότερες πιθανότητες να κερδίσουμε αυτό που θέλουμε αν το ζητήσουμε ευγενικά.
Σ.Μ.
φυλακές Τρικάλων
Μάρτιος 2012

Ένα καμένο κτήριο είναι
βανδαλισμός
Πολλά καμένα κτήρια είναι
επανάσταση