Αποσπάσματα από το “Διαμαρτυρία ενώπιον των ελευθεριακών του παρόντος και του μέλλοντος για τους συμβιβασμούς του 1937.

•Κανένας, ή σχεδόν κανένας, δε νοιάστηκε ποτέ για μας. Η κατάπληξη των αστών βλέποντάς μας να εγκαταλείπουμε το κάτεργο, όχι μόνο δεν έπαψε να υπάρχει αλλά και εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο μέχρι αυτήν τη στιγμή· έτσι ώστε αντί να μας εκτιμήσουν, να μας υποστηρίξουν και να μας βοηθήσουν, μας μεταχειρίστηκαν σαν ληστές, μας κατηγόρησαν ότι είμαστε ανεξέλεγκτοι : επειδή δεν υποτάσσουμε το ρυθμό της ζωής μας, που την θελήσαμε και την θέλουμε ελεύθερη, στις ηλίθιες ιδιοτροπίες ορισμένων που, από τη στιγμή που βρέθηκαν σε ένα υπουργείο ή σε μια επιτροπή, θεώρησαν τους εαυτούς τους -ανόητα και αλαζονικά- ιδιοκτήτες των ανθρώπων· επειδή, απ’ τα χωριά που περάσαμε, αφού αποσπάσαμε από τον φασίστα την ιδιοκτησία του, αλλάξαμε το σύστημα ζωής εκμηδενίζοντας τους θηριώδεις “κάσικους” που κατατυραννούσαν ολάκερη την ύπαρξη των αγροτώναφού πρώτα τους είχαν κατακλέψει,και ξαναδίνοντας τον πλούτο στα χέρια των μόνων που μπόρεσαν να τον δημιουργήσουν, στα χέρια των εργαζομένων.

•Κανένας, απολύτως κανένας, δεν μπορεί να κατακρίνει αυτήν τη Φάλαγγα πουμόνη, αβοήθητη και, πρέπει μάλιστα να πούμε, παρεμποδιζόμενη, βρέθηκε απ’ την αρχή στην πρωτοπορία, Κανένας δεν μπορεί να την κατηγορήσει για έλλειψη αλληλεγγύης ή για δεσποτισμό, για αδράνεια ή για ανανδρία όταν επρόκειτο να πολεμήσει, ή για αδιαφορία προς τον χωρικό είτε για έλλειψη επαναστατικού πνεύματος, εφ’ όσον η τόλμη και η γενναιότητα στον αγώνα υπήρξε ο κανόνας μας, η ευγένεια απέναντι στον ηττημένο ο νόμος μας, η ειλικρίνεια με τ’ αδέρφια μας το έμβλημά μας, και η καλοσύνη και ο σεβασμός τα κριτήρια με τα οποία κύλησε όλη μας η ζωή.

• Ο ψυχή τε και σώματι αστός, που είναι ό,τι πιο μέτριο και δουλικό υπάρχει, τρέμει στην ιδέα μήπως χάσει την ησυχία του, το πούρο και τον καφέ του, τις ταυρομαχίες του, το θέατρό του και τις εκπορνευμένες σχέσεις του. ..Γιατί τον αστό και μόνο τον αστό, μπόρεσαν και μπορούν ακόμα να βλάψουν οι δραστηριότητές μας, οι εξεγέρσεις μας και οι ασυγκράτητες επιθυμίες που παρασέρνουν τρελά τις καρδιές μας, η επιθυμία του να είμαστε ελεύθεροι σαν τους αετούς στις πιο ψηλές κορφές ή σαν τα λιοντάρια στην καρδιά του δάσους.

•Μερικές νύχτες, από αυτές τις σκοτεινές νύχτες όπου με το όπλο στο χέρι και το αυτί τεντωμένο στις ενέδρες, προσπαθούσα να διεισδύσω στα βάθη της γειτονικής περιοχής, καθώς επίσης και στα μυστήρια των πραγμάτων, δεν έβρισκα άλλο φάρμακο, όπως και στους εφιάλτες, απ’ το να βγαίνω έξω από το καταφύγιό μου, όχι για να ξεμουδιάσω τα μέλη μου που είναι ατσαλένια γιατί έχουν περάσει από τη δοκιμασία του χρόνου, αλλά για να σφίξω με μεγαλύτερη λύσσα το όπλο μου, νιώθοντας την ανάγκη να πυροβολήσω όχι μόνο τον εχθρό που ήταν κρυμμένος το λιγότερο εκατό μέτρα μακριά από ‘μένα, αλλά επίσης και τον άλλο εχθρό, αυτόν που δεν έβλεπα, αυτόν που κρυβόταν δίπλα μου και που δίπλα μου βρίσκεται ακόμα και τώρα, αυτόν που με φωνάζει σύντροφο ενώ με εξαπατά, εφ’ όσον δεν υπάρχει απάτη πιο άναδρη από αυτήν που τρέφεται με προδοσίες.

•Εμείς μέσα στα χαρακώματα ζούσαμε ευτυχισμένοι. Βλέπαμε βέβαια γύρω μας να πέφτουν σύντροφοι που άρχισαν μαζί μας αυτόν τον πόλεμο. Ξέρουμε επιπλέον, ότι ανά πάσα στιγμή μια σφαίρα μπορεί να μας αφήσει ξαπλωμένους κατά γης – είναι η ανταμοιβή που έριμένει ένας επαναστάτης – , αλλά ζούσαμ ευτυχισμένοι. Τρώγαμε όταν κάτι υπήρχε – όταν δεν υπήρχαν τρόφιμα νηστεύαμε. Κι ήμασταν ‘όλοι ευχαριστημένοι. Γιατί; Διότι κανείς δεν ήταν ανώτερος από κανέναν. Όλοι φίλοι, όλοι σύντροφοι, όλοι γκερριλέρος της Επανάστασης.

Δυο λόγια με αφορμή το κάλεσμα για συζήτηση…

adamasto.squat.gr/δυο-λόγια-με-αφορμή-το-κάλεσμα-για-συζή/

Στις πρώτες παραγράφους του κειμένου αυτού γίνεται μια γενικότερη τοποθέτηση, ενώ μετέπειτα γίνεται μια μικρή εισαγωγή πάνω στο θέμα της συζήτησης και στο ομώνυμο κείμενο: «Από την μαζική κοινωνία και το κράτος, στην κοινότητα και την αναρχία».

Ένα από τα προτάγματα των αναρχικών εδώ και πολλά χρόνια είναι αυτό της «κοινωνικής απελευθέρωσης». Ένα πρόταγμα που όμως μπορεί κανείς να το συναντήσει και σε βιβλία του Μαρξ, σε αριστερά κείμενα ή σε αφίσες αριστερών, όπως του ΠΑΣΟΚ στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ή του ΣΥΡΙΖΑ το 2012. Σύγκλιση απόψεων θα μπορούσε να πει κάποιος μεταξύ αναρχικών και αριστερών και συνεχίζοντας θα μπορούσε να προσθέσει  ότι «κομουνισμός, αριστερά και αναρχία έχουν  κοινή ιστορία και κοινή στόχευση, μόνο που επιλέγουν διαφορετικούς τρόπους για να φτάσουν στον κοινό τους στόχο».

Βέβαια η αντίληψη αυτή είναι ανεδαφική, επειδή η αναρχία δεν μπορεί να ταυτιστεί με καμιά εξουσιαστική ιδεολογία και θεσμό. Ολόκληρος ο 20ος αιώνας βρίθει από τις φρικαλεότητες και την εξουσιομανία των κομουνιστικών καθεστώτων, που απέδειξαν στην πράξη ότι είναι εχθροί μιας ζωής ελεύθερης δίχως καταπίεση. Η αναρχία δεν είναι θεωρία όπως ο μαρξισμός, ούτε ένα κλειστό επιστημονικό σόφισμα του διαφωτισμού, αλλά ούτε μια τάση του συστήματος, κομμάτι του έθνους-κράτους και της βιομηχανικής εποχής, όπως είναι η αριστερά και η δεξιά. Αντίθετα, η αναρχία έχει τις ρίζες της ως υπαρκτή κατάσταση και θεώρηση πολύ πίσω στον χρόνο, στην ίδια τη φύση του ανθρώπου και στην συνύπαρξη του με το φυσικό κόσμο.

Η εποχή που ζούμε χαρακτηρίζεται έντονα από τις ραγδαίες αλλαγές και τον μετασχηματισμό της κυριαρχίας και συνεπακόλουθα του τρόπου ζωής των ανθρώπων. Όλες αυτές οι αλλαγές ασφαλώς δεν στηρίζονται σε μια φυσική εξελικτική διαδικασία, ούτε οφείλονται ειδικά στις οικονομικές ανακατατάξεις, αλλά σε ένα σύνολο αρκετών παραγόντων και κυρίως στην εφαρμογή νέων τεχνολογιών από τα κέντρα εξουσίας σε όλους τους τομείς του παγκόσμιου συστήματος. Σ’ αυτές τις συνθήκες είναι ουσιαστική η ανάγκη να είναι όσο το δυνατό πιο ξεκάθαρο το που στοχεύει ο αναρχικός αγώνας. Είναι σημαντικό να βρίσκεται υπό διαρκή διάλογο και να παραμένει ανοιχτό ένα τέτοιο ζήτημα, επειδή είναι πολύ εύκολο έτσι όπως απλώνει τα πλοκάμια του το σύμπλεγμα εξουσίας να μετατρέψει την όποια απελευθερωτική απόπειρα σε μέρος της διαδικασίας μετασχηματισμού της εξουσίας.

Ο συνεχής και βίαιος εκσυγχρονισμός συνολικά του συστήματος και της μαζικής κοινωνίας έτσι όπως προωθείται από τους μηχανισμούς της κυριαρχίας δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με θεωρίες –ευαγγέλια που αποδέχονται ως δεδομένο το μεγαλύτερο μέρος του συστήματος και απορρίπτουν μόνο ένα μέρος του. Έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κυριαρχία, το σύγχρονο κράτος και το βιομηχανικό -τεχνολογικό σύστημα μόνο με μια συνολική κριτική και αντιμετώπιση τους θα δεχθούν πλήγματα με σκοπό την καταστροφή τους. Μόνο έτσι θα ανοιχτεί ο δρόμος για την ταυτόχρονη απελευθέρωση των ανθρώπων και του φυσικού κόσμου.  Μια τέτοια συνολική αντιμετώπιση είναι αδύνατο να προσφέρει ο άκαμπτος μαρξισμός καθώς κι η μετάλλαξη του, ο αναρχισμός.

Είναι ανάγκη να συζητήσουμε πιο ξεκάθαρα πως θα μπορούσε να υπάρξει ένας ελεύθερος κόσμος απαλλαγμένος από την τυραννία της κυριαρχίας. Όχι σε μια προσπάθεια να ορίσουμε τι είναι η αναρχία, αλλά σε μια διαδικασία κατανόησης του τι θέλει να πετύχει ο αναρχικός αγώνας. Επειδή μάλλον, είναι μάταιο να αγωνίζεται κάποιος για ένα θολό σκοπό ή χωρίς σκοπό προσπαθώντας να απαντήσει αποσπασματικά στις κινήσεις της κυριαρχίας. Μάλιστα σε μία τέτοια περίπτωση όχι μόνο θα ήταν δύσκολο να αναγνωρίσουμε ποια είναι τα ιδανικότερα μέσα αγώνα, αλλά πολύ εύκολα θα μπαίναμε υπό τον έλεγχο μηχανισμών είτε λέγονται αριστερά κόμματα, είτε δημοκρατικοί θεσμοί ή μαζικές δομές.

Σε αυτό το κάλεσμα για συζήτηση θα θέλαμε να θίξουμε κυρίως τα εξής ζητήματα: την αδιαχώριστη σχέση της μαζικής κοινωνίας με το κράτος, καθώς και την αδιαχώριστη σχέση της κοινότητας με την αναρχία.

Η μαζική κοινωνία, έτσι όπως την ξέρουμε σήμερα, δεν είναι αποτέλεσμα φυσικής εξέλιξης μέσα από ένα βάθος πολλών χρόνων, όπως είναι το κάθε τι φυσικό που υπάρχει πάνω στη γη, αλλά είναι ένα κατασκεύασμα εξουσιαστικής επιβολής και μεθόδευσης. Η μαζική κοινωνία δεν ήταν ένα ελεύθερο μόρφωμα που σκλαβώθηκε κάποια στιγμή της ανθρώπινης ιστορίας από το κράτος. Αυτό που υπήρχε ήταν ελεύθερες κοινότητες και ομαδοποιήσεις ανθρώπων που μαζοποιήθηκαν με τη βία από άλλους ανθρώπους (ασφαλώς έπρεπε να συντρέχουν και μια σειρά από προϋποθέσεις). Είναι εσφαλμένη η αντίληψη η οποία βλέπει το κράτος σαν ένα τσιμπούρι στο σώμα της κοινωνίας που της ρουφάει το αίμα. Με αυτή την αντίληψη καταλήγουμε σε πιο εσφαλμένες σκέψεις, όπως το να θεωρούμε ότι αυτό που πρέπει να κάνει η μαζική κοινωνία είναι να αφαιρέσει το ξένο σώμα του κράτους προκειμένου να απελευθερωθεί.

Ο σχηματισμός του κράτους ήταν συνυφασμένος με τον σχηματισμό των πόλεων και της μαζικής κοινωνίας. Χωρίς την μαζοποίηση ανθρώπων στις πόλεις δεν υπήρξε ποτέ μέχρι σήμερα στην ιστορία κρατική δομή. Κράτος –πόλη και μαζική κοινωνία συνυπάρχουν, ήταν και είναι αλληλεξαρτώμενα και αδιάσπαστα μορφώματα. Η έντονη αστικοποίηση που ακολούθησε την βιομηχανική επανάσταση και που παρατηρείται μέχρι σήμερα όπου απλώνεται το βιομηχανικό σύστημα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο για την μορφοποίηση και διόγκωση της σύγχρονης μαζικής κοινωνίας.

Η κοινωνία ως έννοια έχει αποδοθεί και χρησιμοποιηθεί με διάφορους τρόπους. Δεν έχουμε σκοπό να ορίσουμε τι σημαίνει κοινωνία. Αυτό που μας ενδιαφέρει στο σημείο αυτό είναι η διαδικασία της μαζοποίησης και οι διάχυτες εξουσιαστικές κοινωνικές σχέσεις που είναι αποτέλεσμα της επιβολής του κράτους. Σε καμιά περίπτωση δεν προσπαθούμε να ταυτίσουμε την μαζική κοινωνία (της οποίας είμαστε όλοι μέρος της) με το κράτος, όμως δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την έντονη αλληλεξάρτηση τους.  Από την στιγμή που υπάρχει κράτος το οποίο διαμεσολαβεί και καθορίζει τις σχέσεις των ανθρώπων, αλλά παίζει και μεγάλο ρόλο για την διαμόρφωση της προσωπικότητας τους, συνεπώς και η μαζική κοινωνία στο σύνολο της δομείται με βάση την επιβολή και τον εξαναγκασμό και όχι με βάση την ελευθερία. Εναντιωνόμαστε στη μαζική κοινωνία ως θεσμό και ως μόρφωμα, στις εξουσιαστικές διαδικασίες και σχέσεις που την αναπαραγάγουν και όχι γενικά και αόριστα στο σύνολο των ανθρώπων που την αποτελούν.

Η αναρχική προοπτική είναι ασυμβίβαστη με το κράτος και συνεπώς αντίθετη με την διατήρηση της μαζικής κοινωνίας. Επειδή με την καταστροφή του κράτους θα διαλυθούν και όλοι οι θεσμοί και μηχανισμοί με τους οποίους δομείται η μαζική κοινωνία. Είναι ευνόητο ότι αν αλλάξουν είτε με νόμιμο είτε με μη νόμιμο (πχ. επανάσταση) τρόπο οι διαχειριστές των μηχανισμών του κράτους (ή ονομαστεί ο μηχανισμός του κράτους με άλλη λέξη) τότε δεν θα μιλάμε για την καταστροφή του αλλά για μια μεταρρύθμιση της κυριαρχίας και την επιμήκυνση των συνθηκών εκμετάλλευσης και επιβολής.

Με βάση την αναρχική προοπτική, με την καταστροφή του κράτους οι άνθρωποι που θέλουν να ζήσουν ελεύθεροι θα είναι αντιφατικό να προστρέξουν να ανοικοδομήσουν την μαζική κοινωνία και τις πόλεις. Αντίθετα, με την καταστροφή του κράτους οι άνθρωποι θα αναζητήσουν τη γη, θα φτιάξουν ελεύθερες κοινότητες με αυτάρκεια όπως έζησαν άνθρωποι για χιλιάδες χρόνια σε αρμονία με τον φυσικό κόσμο.

Το κράτος, η μαζική κοινωνία και ο πολιτισμός πάνε μαζί και δεν μπορούν να μεταρρυθμιστούν προς μια απελευθερωτική κατεύθυνση, επειδή είναι κατ’ ουσία εξουσιαστικά κατασκευάσματα. Από την άλλη, δεν εξιδανικεύουμε την έννοια της κοινότητας. Μια κοινότητα μπορεί να αναπτύξει εξουσιαστικές σχέσεις και δομές. Τα παραδείγματα κοινοτήτων με εξουσιαστικές σχέσεις είναι πάρα πολλά. Η ουσιαστική διαφορά όμως της κοινότητας από την μαζική κοινωνία είναι ότι η κοινότητα μπορεί να υπάρξει και χωρίς κράτος, ενώ η μαζική κοινωνία δεν μπορεί. Το ίδιο ισχύει και για τις μικρές ομαδοποιήσεις (όπως των αναρχικών) σε αντίθεση με τις μαζικές δομές. Οι μικρές ομαδοποιήσεις μπορούν να υπάρξουν και χωρίς εξουσία, οι μαζικές δομές όμως, όπως τα κόμματα και οι ομοσπονδίες εργατών, δεν μπορούν.

Η μαζική κοινωνία αν και έχει έντονη αλληλεξάρτηση με το κράτος, δεν αποτελείται από ένα ομοιογενές σύνολο ανθρώπων με κοινές βλέψεις και αντιλήψεις. Δίπλα στην υποταγή υπάρχει ταυτόχρονα ακόμα ζωντανή και η αρχέγονη θέληση για εξέγερση και ελευθερία. Η μαζοποίηση, η τυποποίηση και η ομογενοποίηση (που έγινε πολύ πιο έντονη με την επιβολή της βιομηχανικής παραγωγής) έχει να κάνει με την ισοπεδωτική επιβολή ενός τρόπου ζωής ενάντια στην ελεύθερη ανάπτυξη της μοναδικότητας του κάθε ανθρώπου, της κάθε ελεύθερης συνύπαρξης και δραστηριότητας, αλλά και με την συνολική επίθεση στα άλλα ζωντανά πλάσματα του πλανήτη και της φύσης γενικότερα.

Αγωνιζόμενοι για ένα ελεύθερο κόσμο στοχεύουμε ξεκάθαρα στην διάλυση του κράτους, του παγκοσμιοποιημένου βιομηχανικού –τεχνολογικού συστήματος και συνεπώς στην αποδιοργάνωση της μαζικής κοινωνίας. Μόνο έτσι κάθε πλάσμα του πλανήτη θα έχει την δυνατότητα να χαίρεται και να απολαμβάνει τη ζωή του χωρίς νόμους και θεσμούς που θα του “κρύβουν τον ήλιο”.

 

 

Σύμπραξη για την αναρχία

Διευκρινίσεις.

Μερικές διευκρινίσεις   για αποφυγή  πιθανών παρανοήσεων...

 Δυό  λόγια, απλά προς διευκρίνιση κάποιων σημείων της ανάρτησης  με τίτλο  “σχόλιο #3”. Όχι
τίποτ' άλλο, αλλά  επειδή δεν ερμηνεύονται όλα  από όλους  με τον ίδιο τρόπο, καλό είναι να 
αποφεύγονται παρερμηνείες και παρεξηγήσεις. 
Ιδού λοιπόν :

 Η κριτική για τις συνελεύσεις-γκρουπ  θέραπυ, δεν σημαίνει απαξίωση της συνέλευσης  ως μέσο 
σε καμία περίπτωση. 
 Άλλωστε, χωρίς  αυτές, το κάθε σχέδιο, η οποιαδήποτε  ενότητα  -όπως  κι οι διαφορές- μένει 
σε φαντασιακό επίπεδο και δεν μπορεί να δοκιμαστεί ή να πάρει σάρκα και οστά.  Εκεί είναι που 
δοκιμάζονται οι αντοχές μας σε συμπεριφορές και νοοτροπίες που δεν είναι συμβατές  με αυτό που
έχουμε στο  μυαλό μας ως πλάνο αγώνα, ως προοπτική. Εκεί βέβαια είναι και που δοκιμάζουν τις 
δυνατότητές τους  οι κάθε λογής επίδοξοι .. αναρχηγοί, που περνάν την ώρα τους οι χομπίστες 
που συλλέγουν εμπειρίες και αναρχόσημα.  Δεν απαξιώνεται λοιπόν το μέσο με αυτά που έγραψα,
αλλά στηλιτεύονται  συνήθειες, νοοτροπίες  και λογικές που καθιστούν τις συνελεύσεις
ένα χώρο και χρόνο που δε συμβάλλει στον αγώνα αλλά αντίθετα τον εμπαίζει και τον παρωδεί. 
Μια διαδικασία ανέξοδης  και κρυψίνοης  ανταλλαγής  μονολόγων δίχως  ουσιαστικές δεσμεύσεις, 
συνέχεια και συνέπεια – με λίγες  μόνο  εξαιρέσεις. Χωρίς λοιπόν να τις θεωρώ το Α και το Ω 
του αγώνα, είναι απαραίτητες όπως και κάθε άλλο μέσο. Κι ακριβώς γι' αυτό οφείλουμε να τις 
σεβόμαστε και να τις περιφρουρούμε από ό,τι λαι όποιον τις υποβιβάζει σε .. πασατέμπο..
 
Για την κοινωνία τώρα. 
 Γράφοντας  “με την κοινωνία  αλλά  κι εναντίον της  όπου  χρειάζεται”, ήμουν  αρκετά σαφής
και άμεσος.  Δεν είμαι λάτρης  της κοινωνίας  γενικά  κι αόριστα, ούτε και μισώ ό,τι και 
όποιον την αποτελεί, εξίσου.  Δεν θεωρώ ότι αυτό  είναι μεσοβέζικη  λογική που πατάει σε δυο
βάρκες, αλλά συνειδητή, μόνιμη και σταθερή θέση.  Δεν μπορώ παρά να θεωρώ αυτονόητο ότι η 
κοινωνία δεν είναι ένα ενιαίο σύνολο  με απλά δυο αντιμαχόμενες παρατάξεις : καλούς και 
κακούς.  Αυτό που λέμε κοινωνία είναι ένα τεράστιο πλέγμα  δομών και σχέσεων, 
διαρκώς εξελισσόμενο  ή και μεταλλασόμενο, που όσο  κι αν επιζητά  συνήθως  ιδιαίτερα βίαια, 
την  ομοιομορφία σε κάποια πράγματα, μέσα της ανθίζει η διαφορετικότητα. Σκέψεις, 
συμπεριφορές, νοοτροπίες, αναλύσεις, προοπτικές, επιλογές, προσδοκίες,  υπάρχουν σε τόσο 
μεγάλη ποικιλία, που καθιστούν απαγορευτική οποιαδήποτε  σχετική γενίκευση.
 Είναι ένα σύνολο  αποτελούμενο  από άπειρα υποσύνολα, αλληλοσυμπληρούμενα, αλληλοσυγκρου-
όμενα ή αδιάφορα.  Μέσα λοιπόν  σε  αυτό το σύνολο,  υπάρχουν  φορές  που  αναδεικνύονται 
τα καλύτερα ή και τα χειρότερα δυνατά ανθρώπινα ένστικτα.. 
Υπάρχει η γειτονιά  που δε χρειάζεται τους  μπάτσους  γιατί, έχοντας  ενσωματώσει την 
καταστολή  και το μπατσιλίκι,  περιφρουρεί  η ίδια με όπλα  την περιουσία της,-  ενώ στις 
άλλες  πτυχές  της  ζωής της  αφήνει την διαμεσολάβηση  να  κυριαρχεί -,  υπάρχει όμως 
και  η γειτονιά  που  διατηρεί  ακέραιες  τις  σχέσεις αξιοπρέπειας και   αλληλεγγύης  
στο  εσωτερικό της - παρ'όλες τις  κακουχίες  που μπορεί να συναντά. 
 Υπάρχει ο εργατικός αγώνας που παραμένοντας  εγκλωβισμένος στα κλασσικά συνδικαλιστικά 
στεγανά και την ηθική της εργασίας, σβήνει αφήνοντας μια γεύση πίκρας και απογοήτευσης,
υπάρχει όμως κι αυτός που βάζει μπροστά την αξιοπρέπεια, αφήνοντας έτσι -ανεξαρτήτως 
έκβασης- παρακαταθήκες για  το  μέλλον, γεμίζοντας με δύναμη κι εμπειρία 
τους συμμετέχοντες..
 Ακόμη, υπάρχει ο περαστικός που σε μια ληστεία τράπεζας θα κυνηγήσει τον ληστή, αλλά 
υπάρχει κι ο κάτοικος μιας περιοχής που θα ανοίξει την πόρτα του να δώσει καταφύγιο σε 
κόσμο που πρέπει να κρυφτεί κατά τη διάρκεια μιας σύγκρουσης.
 Είναι λοιπόν ορθό να βαφτίζεται  κάποιος από τους  δύο πόλους, κοινωνία? -Αν  ναι,
θα κλείσουμε τα μάτια στην ύπαρξη του άλλου;  Είναι μήπως  και οι δύο κοινωνία? 
-Αν  ναι, μήπως οι θεωρίες περί συγκεκριμένων επαναστατικών υποκειμένων  είναι ήδη 
κατά  πολύ  ξεπερασμένες  και άκαιρες;  Πώς μπορεί να γίνει  μια τέτοια
υπεργενίκευση ώστε  να πει κανείς ότι είναι  υπέρ ή εναντίον της  κοινωνίας  γενικά ? 
 Κι όταν γίνεται, μήπως είναι τόσο  υπεραπλουστευτική που  αποτρέπει τη σκέψη μας από
το  να  αναλύσει   πιο  ουσιαστικά την όποια κατάσταση καταστρώνοντας   ένα πιο..
αποτελεσματικό και αντιπροσωπευτικό  πλάνο  δράσης;  Και κατά συνέπεια , δεν στερεί  
από το λόγο και τις  πράξεις μας,  τη δυνατότητα  πιο δυνατής  επίθεσης  ενάντια σε  
κράτος  και κεφάλαιο,  πιο στέρεης  δόμησης  δικών μας  αξιακών συστημάτων-δικών μας  
αντιδομών;
 Δεν έχω  καμία διάθεση να παλέψω  για την  κοινωνική απελευθέρωση αν πρώτα δεν έχω 
βρει και μοιραστεί κάποια από τα εργαλεία που οδηγούν  στην ατομική μου  απελευθέρωση.. 
δεν είμαι ούτε   χριστιανός  ούτε μπολσεβίκος.  
Δεν έχω επίσης τη διάθεση να παλέψω για την ατομική μου απελευθέρωση και να αρκεστώ σε 
αυτό  αδιαφορώντας για το τί γίνεται γύρω μου.. δεν είμαι ούτε φιλελεύθερος  ή χίππης. 
 Με λίγα λόγια: Μας λείπει η καλλιέργεια της  έννοιας της  κοινότητας -όσο   και της 
διαφορετικότητας- πιο πολύ απ' ότι η πίστη στην  προκατασκευασμένη  ιδέα  κάποιας  
ιδανικής  κοινωνίας.  Χωρίς την έννοια της κοινότητας να είναι διάχυτη και βαθιά
 ριζωμένη, η κοινωνία οδηγείται σε άλλα μονοπάτια - έχει κατά κανόνα την ανάγκη 
αποδιοπομαίων τράγων για να κρατηθεί ενωμένη.. Και η κοινωνία ή οι κοινωνίες του σήμερα,  
ακολουθούν  στην συντριπτική  τους  πλειοψηφία αυτόν το δρόμο. Είναι κοινωνίες όπου 
κυριαρχεί  (αυτό ευτυχώς σημαίνει αυτόματα ότι υπάρχουν κι οι αντίθετες λογικές) η 
ιδιώτευση, η καβάτζα, το θρησκευτικού τύπου  αίσθημα αφοσίωσης και υποκριτικής αγάπης,
η απουσία πρωτοβουλίας  και ευθύνης.  
Είναι τόσο δύσκολο, όσο και απλό: Το ατομικό και το συλλογικό δεν διαχωρίζονται, 
συμβαδίζουν αλληλοσυμπληρούμενα. Αν γείρουμε προς τη μία ή την άλλη πλευρά αποκλειστικά,
το χάσαμε το παιχνίδι, -  κοινωνία χωρίς άτομα μοναδικά και ολοκληρωμένα,   είναι μια 
καρικατούρα κοινωνίας, και  άτομο απομονωμένο χωρίς αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους,
είναι αδιέξοδος αναχωρητισμός, είτε κάποιος ζει σε πόλη είτε σε βουνό.
Αυτά προς το παρόν..

ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΑΝΑΡΧΙΚΗ ΕΞΕΓΕΡΣΙΑΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ -του Αλφρέντο Μπονάννο

Πιστεύουμε ότι αντί για ομοσπονδίες και ομάδες οργανωμένες με τον 
παραδοσιακό τρόπο – μέρος των οικονομικών και κοινωνικών δομών
 μιας πραγματικότητας που δεν υπάρχει πια -  θα έπρεπε να σχηματίζουμε
 ομάδες συγγένειας βασισμένες στη δύναμη της αμοιβαίας προσωπικής
 γνωριμίας. Οι ομάδες αυτές θα έπρεπε να μπορούν να φέρουν σε πέρας
 συντονισμένες δράσεις ενάντια στον εχθρό.
 Όσο αφορά τις πρακτικές πτυχές – φανταζόμαστε πως θα υπάρχει
 συνεργασία μεταξύ των ομάδων και των ατόμων για να βρουν τα μέσα,
 τα γραπτά και οτιδήποτε άλλο απαραίτητο για να έρθουν σε πέρας τέτοιες
 δράσεις. Όσο αφορά την ανάλυση, προσπαθούμε να κυκλοφορήσουμε όσο 
περισσότερα γίνεται μέσα από τις εκδόσεις μας και μέσω των συναντήσεων 
και των συζητήσεων για ειδικά ζητήματα. Μια εξεγερσιακή οργανωτική δομή
 δεν στρέφεται γύρω από την κεντρική ιδέα της περιοδικής συνόδου, κάτι τυπικό 
για τις μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις των ομοσπονδιών του επίσημου 
κινήματος. Τα σημεία αναφοράς της δε, υποστηρίζονται από την ολότητα των 
καταστάσεων του αγώνα, είτε αυτές είναι επιθέσεις στον ταξικό εχθρό, είτε 
στιγμές σκέψης και θεωρητικής αναζήτησης. 
Θα μπορούσαν τότε οι ομάδες συγγένειας να συνεισφέρουν στο σχηματισμό 
πυρήνων βάσης. Σκοπός αυτών των δομών είναι να αντικαταστήσουν τις παλιές
 συνδικαλιστικές οργανώσεις αντίστασης – συμπεριλαμβανομένων αυτών  που 
επιμένουν στην αναρχοσυνδικαλιστική ιδεολογία – στο ambit των ενδιάμεσων 
αγώνων. Το πεδίο δράσης των πυρήνων βάσης θα ήταν οποιαδήποτε κατάσταση
 όπου η ταξική κυριαρχία δραστηριοποιεί το διαχωρισμό μεταξύ εσωκλεισμένων 
 και αποκλεισμένων.
 Οι πυρήνες βάσης σχεδόν πάντα σχηματίζονται ως επακόλουθο της προωθητικής
 δράσης των εξεγερσιακών αναρχικών, αλλά δεν αποτελούνται μόνο από αυτούς. 
Στις συγκεντρώσεις, οι αναρχικοί θα πρέπει να αναλάβουν το καθήκον να 
περιγράψουν στο έπακρο τους ταξικούς στόχους.
 Κάποιος αριθμός πυρήνων βάσης θα μπορούσε να σχηματίσει συντονισμένες δομές
 με τον ίδιο στόχο.  Οι ειδικές αυτές οργανωτικές δομές βασίζονται στις αρχές της 
μόνιμης συγκρουσιακότητας, της αυτοδιεύθυνσης και της επίθεσης. 
 Ως μόνιμη συγκρουσιακότητα εννοούμε τον αδιάκοπο αγώνα ενάντια στην ταξική
 κυριαρχία και όσους ευθύνονται γι’ αυτήν.
 Ως αυτοδιεύθυνση εννοούμε την ανεξαρτησία από όλα τα κόμματα, τα συνδικάτα, 
από κάθε πατρονάρισμα, όπως και το να βρεθούν τα απαραίτητα μέσα για τη διεξαγωγή 
του αγώνα  στη βάση των αυθόρμητων συνεισφορών.
 Ως επίθεση εννοούμε την άρνηση κάθε διαπραγμάτευσης, συνδιαλλαγής, συμφιλίωσης 
ή συμβιβασμού με τον εχθρό.
 Το πεδίο δράσης των ομάδων συγγένειας και των πυρήνων βάσης είναι αυτό των μαζικών 
αγώνων. 
 Οι αγώνες αυτοί είναι σχεδόν πάντα ενδιάμεσοι, που σημαίνει δεν έχουν έναν άμεσο, 
άμεσα καταστρεπτικό στόχο. Συχνά προτείνουν απλούς στόχους, σκοπεύουν όμως 
να κερδίσουν περισσότερη δύναμη ώστε να προωθήσουν καλύτερα τον αγώνα προς
 ευρύτερους αντικειμενικούς στόχους.
 Παρ’όλα αυτά, ο τελικός στόχος των ενδιάμεσων αυτών αγώνων είναι πάντα η 
επίθεση. Είναι πάντως προφανώς δυνατό για μεμονωμένους συντρόφους ή ομάδες 
συγγένειας, να χτυπούν άτομα ή οργανώσεις του Κεφαλαίου και του Κράτους, 
ανεξάρτητα από οποιαδήποτε περαιτέρω  πολύπλοκη σύνδεση. Το σαμποτάζ έχει
 γίνει το κύριο όπλο των εκμεταλλευόμενων στον αγώνα τους μέσα στο σενάριο αυτό 
που βλέπουμε να παίζεται μπροστά μας.  Ο Καπιταλισμός δημιουργεί συνθήκες ελέγχου 
και κυριαρχίας σε επίπεδα που ποτέ δεν είχαμε δει πριν, μέσα από την πληροφορική 
τεχνολογία που δεν θα μπορούσε ποτέ να χρησιμοποιηθεί για ο,τιδήποτε άλλο πέρα 
από την διατήρηση της εξουσίας.

Ντομινίκ Καραμαζώφ-Η μιζέρια του φεμινισμού. (αποσπάσματα)

*“Όχι πια άλλοι βιασμοί”, όλοι “οι άντρες είναι βιαστές”, “το καμάκι είναι βιασμός”... 
η σκυτάλη λοιπόν άλλαξε χέρια: η υπόθεση βιασμός πέρασε από τους μεγάλους τίτλους
 των εντυπωσιοθηρικών λαϊκών εφημερίδων στα φεμινιστικά συνθήματα. Μετά τις 
εκτρώσεις, ο φεμινισμός βρήκε ένα καινούργιο leit motiv. Η καμπάνια κατά των βιασμών 
παίρνει ποικίλες μορφές: συνθήματα στους τοίχους, διαδηλώσεις, δικαστικές μάχες,
 συζητήσεις, δίκες και βίαια αντίποινα.
Οι φεμινίστριες σέρνουν το χορό, αλλά δεν είναι μόνες. Ακολουθούν και οι αριστεριστές. 
Πώς ήταν άλλωστε δυνατό να μην αντιδράσουν σε μια ιδιαζόντως βδελυρή μορφή καταπίεσης, 
αυτοί που έχουν ειδικότητα στο να καταγγέλουν παντού, πάντοτε και προς όλες τις κατευθύνσεις 
την καταπίεση?
Ζήτω λοιπόν ο αγώνας των γυναικών, πλάι στον αγώνα των εργατών, των νεαρών μαθητευόμενων,
 των αγωνιζόμενων λαών, των κηνυγών και των άγριων θηραμάτων! Βέβαια δεν τους είναι πάντοτε 
εύκολο να συνδυάσουν όλους αυτούς τους αγώνες σε ένα ενιαίο κίνημα: διαπιστώνουν ότι 
υπάρχουν και αντιφάσεις μεταξύ τους. Μήπως όμως επιδίωξη των αριστεριστών δεν είναι 
ακριβώς να αυτοπροβληθούν όχι μόνο ως χώρος πολυσυλλεκτικός αλλά και ως το αναγκαίο 
στοιχείο ενοποίησης όλων αυτών των αγώνων?

*Υποστηρίζεται ότι ο βιασμός βρίσκεται παντού. Ότι το “καμάκι” είναι βιασμός. Ότι το
 “μπανιστήρι” είναι βιασμός. Ότι ο άντρας είναι από τη φύση του βιαστής και η γυναίκα, 
το αιώνιο και αθώο θύμα του.
Κάποιες εξτρεμίστριες φεμινίστριες διακηρύσσουν ότι η διείσδυση του πέους είναι μια 
πράξη καθυπόταξης, μια ταπείνωση που οι γυναίκες πρέπει να αρνηθούν. Ορισμένες 
μάλιστα φτάνουν στο σημείο να υποστηρίζουν ότι η βία και η εκμετάλλευση δεν υπάρχουν
 παρά μόνο εξαιτίας των αντρών και ότι, κατά συνέπεια, το ζήτημα είναι να εξουδετερωθεί 
ή και να εξαλειφθεί αυτό το φύλο του ανθρώπινου γένους με την εγκαθίδρυση ενός κόσμου 
γυναικών, ο οποίος χάρη στις προόδους της βιολογίας, θ' αναπαράγεται χωρίς άντρες.

*Οι βιαστές όμως είναι στ' αλήθεια αυτά τα αρσενικά-κατακτητές που κηνυγούν τα θηλυκά 
μέσα στις πόλεις, αυτοί οι σύγχρονοι Ταρζάν που πηδάνε από μπαλκόνι σε μπαλκόνι με το χέρι
 στο πέος και μ' ένα λουλούδι στο στόμα? Οι πλέον σοβαρές στατιστικές απαντούν : όχι.  Ο 
“μέσος” βιαστής -είτε είναι μετανάστης , είτε ένας τυπικός οικογενειάρχης- δεν ανταποκρίνεται
 σε αυτό το πρότυπο. Δύσκολα μπορούμε να θεωρήσουμεμια τέτοια “φιγούρα” ως έκφραση 
της θριαμβεύουσας φαλλοκρατίας, αυτής της φαντασιοκοπίας που τόσο εξοργίζει τις 
φεμινίστριες.Ο βιασμός είναι κατά βάση η θλιβερή εκδίκηση ενός θύματος, το κατόρθωμα 
του φτωχού.
Δεν είναι απόρροια του αστικού πλούτου ή της φαλλοκρατικής αλαζονείας,
 αλλά το 
υποπροϊόν τους.Αχ και να μπορούσαμε να αποδείξουμε ότι ο βιασμός είναι έργο των 
προνομιούχων που κάνουν σαν τρελοί για να γευθούν προλεταριακή σάρκα: πόσο
 εύκολο θα ήταν τότε να συντονίσουμε το δίκαιο αγώνα των γυναικών με την κλασσική 
πάλη των τάξεων...Δε βρίσκεται όμως κάθε μέρα κάποιος πλούσιος βιαστήςγια να τον 
κατασπαράξουμε – κι έπειτα ακόμη και η μαοϊκή δημαγωγία έχει τα όριά της!...
...   Οι “μιλιτάντικες” στάσεις απέναντι σε αυτό το ζήτημα, συγκαλύπτουν την ανικανότητα 
όσων τις υιοθετούν να παρέμβουν στην ίδια τους την καθημερινή ζωή, και απλώς 
επιδεινώνουν τη μιζέρια τους. Οι φεμινιστικές πεποιθήσεις μπορούν κάλλιστα να 
συνυπάρχουν με την πιο πεζή αθλιότητα. Έχουμε έτσι ή αποδοχή της πιο δουλοπρεπούς 
υποταγής, και αντεκδίκηση στο φαντασιακόκαι ιδεολογικό επίπεδο  ή  δικαιολόγηση των
 οργίλων και επιθετικών στάσεων, που επιτείνουν τη δυστυχία η οποία τις τροφοδοτεί 
και την οποία υποτίθεται 'ότι καταπολεμούν.

Πέρα από μία δομή της «σύνθεσης»

Πέρα από μία δομή της «σύνθεσης»

Αντί για μία αναρχική οργάνωση της «σύνθεσης», προτείνουμε μία άτυπη αναρχική οργάνωση βασισμένη στον αγώνα και τις αναλύσεις που αναδύονται από αυτόν.
 
Οι αναρχικοί όλων των τάσεων αρνούνται το μοντέλο της ιεραρχικά δομημένης και εξουσιαστικής οργάνωσης. Αρνούνται τα κόμματα, τις κάθετου τύπου οργανώσεις που επιβάλλουν ντιρεκτίβες από τα πάνω, με έναν περισσότερο ή λιγότερο φανερό τρόπο. Διατυπώνοντας την απελευθερωτική επανάσταση ως αρχή και ως μόνη εφικτή κοινωνική λύση, οι αναρχικοί θεωρούν πως τα μέσα που χρησιμοποιούνται για αυτήν την μεταμόρφωση  πρέπει να είναι ανάλογα του σκοπού που θέλουν να επιτύχουν. Και οι εξουσιαστικές οργανώσεις σίγουρα δεν είναι όργανα που οδηγούν στην απελευθέρωση.
 
Ταυτόχρονα, δεν είναι αρκετό να συμφωνούμε με τα παραπάνω στα λόγια. Είναι απαραίτητο να τα κάνουμε και πράξη. Κατά τη γνώμη μας, μία αναρχική δομή όπως αυτή της «σύνθεσης» εμπεριέχει αρκετούς κινδύνους. Όταν αυτό το είδος οργάνωσης φτάνει σε πλήρη ισχύ, όπως στην Ισπανία το ’36, αρχίζει να μοιάζει με κόμμα. Η «σύνθεση» μετατρέπεται σε έλεγχο. Σίγουρα σε ήρεμες περιόδους αυτό είναι τόσο λίγο ορατό, ώστε αυτό που λέμε τώρα ίσως να μοιάζει με βλασφημία.
 
Αυτό το είδος δομής βασίζεται σε ομάδες και άτομα που βρίσκονται λίγο-πολύ σε συνεχή επαφή μεταξύ τους και το αποκορύφωμα του είναι τα περιοδικά συνέδρια. Σε αυτά τα συνέδρια συζητείται η βασική ανάλυση, σχεδιάζεται ένα πρόγραμμα και χωρίζονται τα καθήκοντα που καλύπτουν όλο το εύρος της κοινωνικής παρέμβασης. Είναι μια οργάνωση της σύνθεσης γιατί θέτει τον εαυτό της ως σημείο αναφοράς, ικανό να συνθέσει του αγώνες που γίνονται εντός της ταξικής πάλης. Οι διάφορες ομάδες παρεμβαίνουν στους κοινωνικούς αγώνες, συνεισφέρουν αλλά δεν ξεχνούν το θεωρητικό και πρακτικό προσανατολισμό που η οργάνωση αποφάσισε ως σύνολο κατά τη διάρκεια του συνεδρίου.
 
Κατά τη γνώμη μας, μία οργάνωση δομημένη με αυτόν τον τρόπο διατρέχει τον κίνδυνο να μείνει πίσω αναφορικά με το επίπεδο αποτελεσματικότητας του αγώνα καθώς ο κύριος στόχος της είναι να διεξάγει τον αγώνα στα πλαίσια της «σύνθεσης» και όχι να προωθήσει την εξεγερσιακή πραγμάτωση. Μία από τις κύριες επιδιώξεις της είναι η ποσοτική αύξηση  σε μέλη. Για αυτό το λόγο έχει την τάση να «τραβά» τον αγώνα στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή και να συστήνει προσοχή, επιδιώκοντας το φρενάρισμα βημάτων προς τα εμπρός ή την επιλογή στόχων που είναι εκτεθειμένοι ή επικίνδυνοι.
 
Φυσικά αυτό δε σημαίνει ότι όλες οι ομάδες που ανήκουν σε αυτήν την οργάνωση της σύνθεσης αυτομάτως δρουν με αυτόν τον τρόπο. Συχνά, σύντροφοι είναι αρκετά αυτόνομοι ώστε να διαλέγουν τις πιο αποτελεσματικές προτάσεις και στόχους σε μία δεδομένη φάση του αγώνα. Υπάρχει όμως στην οργάνωση της σύνθεσης ένας εγγενής μηχανισμός που την οδηγεί στο να παίρνει αποφάσεις ακατάλληλες για τη δεδομένη συγκυρία καθώς ο κύριος στόχος της είναι να μεγαλώσει και να αναπτύξει ένα όσο πιο ευρύ μέτωπο αγώνα μπορεί. Έχει την τάση να μην παίρνει μια ξεκάθαρη θέση στα πράγματα αλλά να βρίσκει ένα τρόπο, ένα πολιτικό δρόμο, που δυσαρεστεί τους λιγότερους και είναι «εύπεπτος» για τους περισσότερους.


Οι αντιδράσεις που λαμβάνουμε όταν ασκούμε τέτοιου είδους κριτική υπαγορεύονται συνήθως από φόβο και προκατάληψη. Ο κύριος φόβος που μας σπρώχνει σε οργανωτικά σχήματα και στο φορμαλισμό μεταξύ συντρόφων είναι αυτός του αγνώστου. Αυτός μας προφυλάσσει από την αναζήτηση, η οποία εξαρτάται από το ρίσκο του να βρούμε τους εαυτούς μας να βιώνουν άγνωστες εμπειρίες. Αυτό γίνεται φανερό όταν βλέπουμε τη μεγάλη ανάγκη που νιώθουν κάποιοι σύντροφοι για μία φορμαλιστική οργάνωση που προσφέρει συνέχεια, σταθερότητα και πολιτικό αγώνα βασισμένο σε ένα σχέδιο που έχει δουλευτεί από πριν.
 
Στην πραγματικότητα αυτά τα στοιχεία εξυπηρετούν την ανάγκη μας για σιγουριά και όχι κάποια επαναστατική αναγκαιότητα.
 
Αντίθετα πιστεύουμε πως η άτυπη οργάνωση μπορεί να μας προμηθεύσει με σταθερά σημεία εκκίνησης για να βγούμε από αυτήν την αβεβαιότητα.
 
Αυτός ο διαφορετικός τύπος οργάνωσης μας φαίνεται πως είναι ικανός να αναπτύξει, σε αντίθεση με την οργάνωση της «σύνθεσης», πιο συμπαγείς και παραγωγικές σχέσεις αφού θα βασίζονται στην αλληλεγγύη και στην αμοιβαία γνώση του άλλου. Επίσης η στιγμή που δείχνει τις αληθινές της δυνατότητες είναι όταν συμμετέχει σε συμπαγείς καταστάσεις πάλης και όχι όταν σχεδιάζει θεωρητικές ή πρακτικές πλατφόρμες, κανονισμούς και κανόνες συνεργασίας.
 
Μία οργάνωση δομημένη άτυπα δε δημιουργείται βασισμένη σε ένα πρόγραμμα φτιαγμένο σε κάποιο συνέδριο. Οι ίδιοι οι σύντροφοι συνειδητοποιούν το πόνημα μέσα στη ροή και την ανάπτυξη του ίδιου του αγώνα. Αυτή η οργάνωση δεν έχει κάποιο προνομιούχο όργανο θεωρητικής και πρακτικής επεξεργασίας ούτε έχει προβλήματα «σύνθεσης». Κύριο μέλημα της είναι να παρεμβαίνει σε έναν αγώνα φέροντας μία εξεγερσιακή προοπτική.
 
Παρά του μεγάλους περιορισμούς που συναντούν οι σύντροφοι που συμμετέχουν σε άτυπες αναρχικές οργανώσεις και παρά τα όποια ελαττώματα εμφανιστούν αργότερα, συνεχίζουμε να θεωρούμε αυτήν τη μέθοδο έγκυρη και πιστεύουμε πως η περεταίρω θεωρητική και πρακτική εξερεύνηση της, αξίζει τον κόπο.
Μετάφραση από τα αγγλικά του άρθρου “Beyond the Structure of Synthesis” που δημοσιεύτηκε στο αναρχικό περιοδικό “Insurrection”, στο 4ο τεύχος το Μάιο του 1988. Τα έξι τεύχη του περιοδικού μπορείτε να τα κατεβάσετε όλα μαζί από την ενότητα Επαναστατική κουλτούρα ή μεμονωμένα τεύχη από το blog 325.nostate.net
Αναδημοσίευση από το site Parabellum

 

Αναρχισμός και νόμος – του Αλεξέι Μποροβόι. 2o μέρος.

Επιβεβλημένοι και αυθόρμητοι κώδικες.

Δεν έχει υπάρξει ούτε μια κοινωνία, ακόμη και πριν τη γέννηση του Κράτους, που να μην είχε συγκεκριμένες απαιτήσεις από τα μέλη της. Ενώ ορισμένοι κανονισμοί μπορεί να διαφέρουν από κοινωνία σε κοινωνία, κάποιες μορφές κανονισμών είναι πάντα απαραίτητες.

Πέρα από τους νομικούς κώδικες, υπάρχει σε κάθε κοινωνία αυτό που μπορεί να ονομαστεί εθιμοτυπικοί κώδικες. Ο Στάμλερ δίνει έμφαση σε αυτούς :

Σε κανόνες ηθικής καθοδήγησης, σε διαπροσωπικές σχέσεις.. σε συλλογικές νόρμες όπως οι κώδικες των μονομαχιών του μεσαίωνα ή οι κώδικες των συντεχνιών”.

Η ισχύς που έχουν αυτοί οι κώδικες είναι ίσως μεγαλύτερη από αυτήν των νόμων. Η θεμελιώδης διαφορά είναι ότι αυτοί βασίζονται σε μια κοινή συμφωνία:

Οι άνθρωποι συναινούν σε μια συλλογική συμφωνία, ίσως μή συνειδητή – όπως η πλειοψηφία των κοινωνικών φαινομένων – πάντως όμως, συμφωνία”.

Εντωμεταξύ, οι νομικοί κώδικες δημιουργούνται από ένα ειδικό σώμα, αποκομμένο από την κοινωνία, έχοντας ως πρωταρχικό στόχο τη διατήρηση της καθεστηκυίας τάξης, που επιβάλει την “κυριαρχία” της χωρίς να δίνει σημασία στις ανάγκες του κάθε ξεχωριστού ανθρώπου. Οι γνήσια συλλογικοί κώδικες, βασισμένοι στην ελεύθερη συμφωνία των ανθρώπων, μπορούν ορθώς να ονομαστούν αναρχικοί κώδικες.

Αυτό γίνεται αποδεκτό από τους κύριους αντιπροσώπους της αναρχικής σκέψης, και προκύπτει αναγκαστικά από το γεγονός πως ούτε η κοινωνική οργάνωση ούτε η κοινωνική πρόοδος παρέχουν απεριόριστη ατομική ελευθερία.

Μετά από αυτήν τη σύντομη θεωρητική έκθεση, θα ήταν καλό να δούμε τί έχουν να πουν οι κυριότεροι αναρχικοί διανοητές για το ρόλο που θα διαδραματίσουν οι συλλογικοί κώδικες στη μελλοντική κοινωνία.

1 – Γκόντγουιν.

Σύμφωνα με τον Ελτζμπάχερ, ο Γκόντγουιν αντιτίθεται σε κάθε μορφή κοινωνικών κανονισμών. Εν τούτοις, ενώ αντιτίθεται σε κάθε μορφή κυβέρνησης, μιλά για τις κομμούνες ως οργανώσεις για το συλλογικό συμφέρον όλων, και τονίζει την αναγκαιότητα της αποδοχής τέτοιων οργανωσεων. Συλλογιζόμενος τη δυνατότητα αντικοινωνικών πράξεων από πλευράς κάποιων μελών μιας κομμούνας, μιλά για μια επιτροπή σοφών που θα είχε την εξουσία να τιμωρήσει αυτούς τους ανθρώπους ή να τους αποβάλλει από την ομάδα. Επιπλέον οραματίζεται τοπικές συσκέψεις για τη συζήτηση διαμαχών ανάμεσα σε κομμούνες, και για τις αναγκαιότητες της άμυνας ενάντια στις επιθέσεις κοινών εχθρών. Θεωρεί ότι θεσμοί σαν αυτούς θα είναι πολύ πιο αποτελεσματικοί από τους υπάρχοντες. Επομένως, προκρίνει την αντικατάσταση του υπάρχοντος νομικού δικαίου από τους κανονισμούς μιας κοινωνίας κοινοτικών οργανώσεων.

2 – Προυντόν.

Υπάρχουν φαινομενικά πολλές αντιφάσεις στο έργο του Προυντόν για τον συγκεντρωτισμό και το κράτος. Μπορεί κα΄ποιος να χαρακτηρίσει τους θεσμούς που υπερασπίζεται ο Προυντόν ως “αναρχικούς” ή “φεντεραλιστικούς” , αυτοί όμως φέρουν ορισμένα κυβερνητικά χαρακτηριστικά. Ακόμη και η λέξη “αναρχισμός” χρησιμοποιείται από τον Προυντόν με δύο έννοιες: η μία είναι το ιδανικό, το όραμα μιας κοινωνίας χωρίς καθόλου καταπίεση· η άλλη είναι απλά μια μορφή οργάνωσης που χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία της ατομικής ελευθερίας. Ο Προυντόν συμβιβάζει το ιδανικό του αναρχισμού ακόμη παραπέρα. Οραματίζεται μια κοινωνία δομημένη σε μεγάλο βαθμό στην αρχή του συγκεντρωτισμού, κι ο φεντεραλισμός του προκύπτει σε μεγάλο βαθμό από την προφανή αναγνώριση ότι η αναρχία είναι κάτι ακατόρθωτο. Συνειδητοποιώντας ότι μια ρεαλιστική λύση των κοινωνικών προβλημάτων πρέπει να ξεκινά με την αρχή του φεντεραλισμού, πραγματοποιεί ένα ρεαλιστικό συγκερασμό της αναρχίας και της δημοκρατίας.

3 – Μπακούνιν.

Κανείς δεν έχει γράψει τόσο παθιασμένη κριτική του κράτους όπως ο Μπακούνιν. Το κράτος γι’ αυτόν, είναι ένα απόλυτο κακό:

Το κράτος είναι ένα απέραντο νεκροταφείο. Η σκηνή της αυτοκτονίας, του θανάτου κι ενταφιασμού κάθε εκδήλωσης της ατομικής ή συλλογικής ζωής – με λίγα λόγια, της ζωής. Είναι ο βωμός όπου θυσιάζεται η ελευθερία και η ευημερία, και όσο πιο καθολική είναι αυτή η θυσία, τόσο πιο τέλειο είναι το κράτος. Το κράτος είναι μια αφαίρεση που καταστρέφει τη ζωή των ανθρώπων.”

Αλλά το κράτος, συνεχίζει, είναι ένα “ιστορικά αναγκαίο” κακό, με τον ίδιο τρόπο που είναι απαραίτητηη κτηνωδία των πρώτων ανθρώπων ή η θεολογική φαντασία του ανθρώπου. Το κρα΄τος όμως πρέπει να εξαφανιστεί. Πρέπει να αντικατασταθεί από μια ελεύθερη κοινωνία, δομημένη στη βάση της πλήρους αυτονομίας· ξεκινώντας από την μικρή κομμούνα και προχωρώντας προς την οικοδόμηση μιας παγκόσμιας κοινωνίας που θα ενώνει όλους τους ανθρώπους. Η σχέση μεταξύ των διαφορετικών οργανώσεων δε θα είναι πλέον βίαιη – δε θα επιβάλεται από το νόμο αλλά από την ελέυθερη συναίνεση όλων. Η εθελοντική κομμούνα – αυτή είναι η πηγή κάθε κοινωνικής νόρμας του Μπακούνιν.

4- Κροπότκιν.

Ο Κροπότκιν, όπως οι πρόγονοί του, αποδέχεται τις κοινωνικές νόρμες στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, για παράδειγμα , την υποχρέωση εκπλήρωσης μιας ελεύθερα αποδεκτής σύμβασης. Στο “Η κατάκτηση του ψωμιού” για παράδειγμα, αναφέρεται εκτεταμένα στις ενστάσεις προς και false notion του αναρχικού κομμουνισμού. Με τις απαντήσεις του φαίνεται να είναι πάνω απ’ όλα ουμανιστής, πιστεύοντας περισσότερο στην ανθρώπινη φύση παρά στη λογική. Επιμένει ορθώς, ότι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να διαχειριστείς την αντικοινωνική συμπεριφορά, είναι να βρεις και να αφαιρέσεις τους λόγους ύπαρξής της. Εντωμεταξύ, τέτοια προβλήματα όπως η άρνηση κάποιων ανθρώπων να εργαστούν ή η άρνηση υποβολής σε μια συλλογική απόφαση, μπορούν να εμφανιστούν ακόμη και σε μια τέλεια κοινωνία. Στην περίπτωση αυτή, ο απέιθαρχος μπορεί πάντα να εκδιωχθεί. Σε μια κομμουνιστική όμως κοινωνία, αυτό μπορεί να αποτελεί μια τρομακτική ποινή ακόμη και γι’ αυτόν που διέπραξε ένα απεχθές έγκλημα. Εκτός βέβαια αν ο εκδιωχθείς εγκληματίας απλά βρει μια άλλη κομμούνα. Πρέπει να βρούμε άλλες λύσεις.

5 – Τάκερ και ατομικιστές.

Στο φιλοσοφικό του οικοδόμημα, ο Τάκερ ακολουθεί την επιχειρηματολογία του Στίρνερ κσι του Προυντόν. Από τον Στίρνερ παίρνει την αρχή της απόλυτης κυριαρχίας του ατόμου. Από τον Προυντόν παίρνει τις μεθόδους για την επίτευξη μιας ελεύθερης κοινωνίας, δομημένης στην αρχή της ατομικής συμφωνίας.

Όπως κάθε ακραίος ατομικιστής, ο Τάκερ απορρίπτει κάθε επιβεβλημένη οργάνωση. Από εκεί , εξαπολύει μια βίαιη επίθεση στο κράτος:

Το κράτος είναι ο μεγαλύτερος εγκληματίας των καιρών μας. Δρα όχι για την υπεράσπιση της πιο σημαντικής μονάδας του, δηλαδή του ατόμου, αλλά για να το περιορίσει, να το καταπιέσει, να του επιτεθεί”.

Ο Τάκερ ασκεί σφοδρή κριτική σε όλα τα μονοπώλια : την κυβέρνηση, τις τάξεις που προστατεύει, τα χρήματα, τους νόμους. Ενάντια στα μονοπώλια αντιπαραθέτει την αρχή του απεριόριστου συναγωνισμού :

Ο γενικευμένος και απεριόριστος συναγωνισμός οδηγεί στην απόλυτη ελευθερία και αληθινή συνεργασία”.

Από εκεί ξεκινά η μάχη των αναρχικών ατομικιστών ενάντια στον κρατικό σοσιαλισμό – τον επαναπροσεγγίζουν ως την νίκη του πλήθους ενάντια στο άτομο. Με τον κρατικό σοσιαλισμό η εξουσία φτάνει στο απώγειό της, τα μονοπώλια αντλούν την μέγιστη δυνατή ισχύ. Παράλληλα, οι αναρχικοί ατομικιστές αποτυγχάνουν να κάνουν τη διάκριση μεταξύ του κρατικού σοσιαλισμού και του αναρχικοί κομμουνισμού. Γι’ αυτούς, ο τελευταίος είναι μια φάση στην πορεία ανάπτυξης του κρατικού σοσιαλιστικού δόγματος.

Το χαρακτηριστικό γνώρισμα των ατομικιστών αναρχικών είναι η αποδοχή τους ως προς την ατομική ιδιοκτησία. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν είναι το εξής : Μπορούν να δεχτούν το μονοπώλιο του ατόμου πάνω στο προϊόν της εργασίας του; Αν απαντήσουν αρνητικά, τότε δίνουν στην κοινωνία το δικαίωμα να επιβληθεί στο άτομο. Έχουν επομένως επιλέξει την άλλη απάντηση, επανανοηματοδοτώντας με τον τρόπο αυτό την ατομική ιδιοκτησία γης και τα μέσα παραγωγής.

Από την αρχή του εγωισμού ως τη μοναδική κινητήριο δύναμη του ανθρώπου, προκύπτει ο νόμος του Τάκερ περί ίσης ελευθερίας για όλους. Το όριο της δύναμης του κάθε ενός βρίσκεται σε αυτόν ακριβώς τον εγωισμό. Η πηγή κάθε κοινωνικής νόρμας που βασίζεται στην επιθυμία όλων, είναι η αναγκαιότητα να γίνει αποδεκτή και να τιμηθεί η ελευθερία του καθενός. Οι ατομικιστές αναρχικοί λοιπόν όχι μόνο αποδέχονται συγκεκριμένες κοινωνικές νόρμες, αλλά συχνά τις υπερασπίζονται.

Επομένως, στον αναρχικό ατομικισμό όπως και στον αναρχικό κομμουνισμό, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το τραγικό “ακατόρθωτο” του να επιλυθεί η ασυμβατότητα μεταξύ της απόλυτης ατομικής ελευθερίας και της αναγκαιότητας για μια αρμονική κοινωνία.

Αν ο αναρχισμός αποδέχεται αυτήν την ασυμβατότητα, καταφεύγει στην αρχή που αποτελεί την ιδιαίτερη βάση όλων των θεωριών του : αυτή, της ισότητας μεταξύ όλων των μελών μιας ελεύθερης οργανωτικής δομής. Αν ο αναρχισμός δεν αποδεχτεί αυτό, τότε θα πρέπει να αποδεχτεί άλλες κοινωνικές νόρμες.

Συμπέρασμα.

Το άρθρο αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι ο αναρχισμός δεν αποτελεί ένα φαντασιακό όνειρο αλλά μια πραγματικότητα που δίνει λογική βάση και ρεαλιστική χροιά στην εξέγερση του ανθρώπινου πνεύματος ενάντια στη βαρβαρότητα. Για να είναι κάποιος αναναρχικός δε χρειάζεται να μιλά για μύθους όπως η “απόλυτη και απεριόριστη ελευθερία” ή η άρνηση του καθήκοντος και της ευθύνης. Η αιώνια αντίφαση, η ασυμβατότητα μεταξύ ατόμου και κοινωνίας, δεν μπορεί να επιλυθεί γιατί οι ρίζες της βρίσκονται μέσα στην ίδια τη φύση του ανθρώπου, στην ανάγκη του για ανεξαρτησία όπως και στην ανάγκη του για κοινωνία.

Ας αποδεχτούμε ανοιχτά ότι ο αναρχισμός αποδέχεται κάποιες κοινωνικές νόρμες. Οι νόρμες μιας ελεύθερης κοινωνίας δεν μοιάζουν ούτε στο πνεύμα ούτε στη μορφή με τους νόμους της σύγχρονης κοινωνίας, της αστικής κοινωνίας, της καπιταλιστικής κοινωνίας. Ούτε βέβαια μοιάζουν και στα διατάγματα μιας σοσιαλιστικής δικτατορίας.

Οι νόρμες αυτές δεν αποζητούν την απόσχιση του ατόμου από τη συλλογικότητα, ούτε είναι στην υπηρεσία αφαιρέσεων όπως “το κοινό καλό”, για το οποίο πρέπει το άτομο να θυσιαστεί. Οι αναρχικές νόρμες δεν θα αποτελούν ένα χείμμαρο διαταγμάτων μιας.. ανώτερης εξουσίας. Θα προκύπτουν οργανικά από την επαγρύπνιση του πνεύματος που νιώθει μέσα του τη δύναμη της δημιουργίας, τη δίψα για δημιουργική δράση, για την πραγματοποίηση των επιθυμιών του με μορφές οικείες/προσβάσιμες στους ανθρώπους.

Η εγγύηση για αυτή την τάξη πραγμάτων θα είναι η ευθύνη για τη δική μας ελευθερία αλλά και γι’ αυτήν των άλλων. Όπως κάθε κοινωνική τάξη, θα πρέπει να τύχει υπεράσπισης. Οι συγκεκριμένες μορφές της υπεράσπισης αυτής, δεν μπορούν να καταδειχτούν εκ των προτέρων. Θα ανταποκρίνονται στις συκεκριμένες ανάγκες της κοινωνίας τη δεδομένη στιγμή.

Φρίντριχ Νίτσε – Ιστορία και Ζωή. Αποσπάσματα

 

Δες την αγέλη που περνάει από μπροστά σου βόσκωντας :Δεν ξέρει τί πάει να πει χτες, τί σήμερα, πετάγετ’ εδώ κι εκεί, τρώει, ξαπλώνει, χωνεύει, ξαναπετάγεται, κι αυτό από το πρωί ως το βράδυ κι από μέρα σε μέρα, δεμένη με κοντό σκοινί σε ό,τι την ευχαριστεί ή την δυσαρεστεί, δηλαδή στον πάσσαλο της στιγμής και για τούτο μήτε βαριόθυμη μήτε μπουχτισμένη. Βλέποντάς το αυτό ο άνθρωπος παθαίνει, γιατί απέναντι στο ζώο παινεύεται για την ανθρωπιά του, κι όμως από την άλλη βλέπει με ζήλεια την ευτυχία του ζώου – γιατί κι ο ίδιος θέλει αυτό μόνο : να ζει δίχως κόρο και δίχως πόνους όμοια με το ζώο :γιατί δε μου μιλάς για την ευτυχία σου αλλά μονάχα με κοιτάς; Το ζώο θέλει κι αυτό να του απαντήσει και να του πει ότι “εγώ πάντοτε ξεχνώ αμέσως τί ήθελα να πω” – ωστόσο την ξέχασε κι όλας αυτήν την απάντηση και δεν είπε τίποτα, έτσι ώστε ο άνθρωπος έμεινε με την απορία.

(…η μνημειακή ιστορία) Πάντα θα προσεγγίζει το ανόμοιο,θα το γενκεύει και τελικά θα το εξομοιώνει, πάντα θα αμβλύνει τις διαφορές στην υφή των κινήτρων και των αφορμών, ώστε να προβάλλει τις επενέργειες εις βάρος των αιτίων κατά τρόπο μνημειακό, δηλαδή ως πρότυπα άξια για μίμηση, έτσι ώστε, καθώς η μνημειακή ιστορία παραβλέπει όσο της είναι δυνατό τα αίτια, θα μπορούσε κανείς να την χαρακτήριζε -με μια μικρή υπερβολή- ως τη συλλογή των “επενεργειών αυτών καθ’ αυτές”, των επενεργειών ως γεγονότων που θα επενεργούν σε όλες τις εποχές.

Ό,τι γιορτάζεται στις λαϊκές εορτές, στις θρησκευτικές ή πολεμικές επετείους, ουσιαστικά είναι μια τέτοια επενέργεια “καθ’ αυτήν”: αυτή δεν αφήνει τα φιλόδοξα άτομα να αποκοιμιούνται, αυτήν έχουν κλείσει σα φυλαχτό στην καρδιά τους οι ενεργητικοί άνθρωποι, κι όχι την ιστορικά αληθινή σύνδεση αιτίων και αποτελεσμάτων, η οποία, έστω κι αν γινόταν κατανοητή στην εντέλεια, απλώς θα αποδείκνυε ότι στα ζάρια του μέλλοντος και της τύχης δεν είναι ποτέ δυνατόν να ξανάρθει κάτι εντελώς όμοιο.

Σχόλιο #3

Η φωνή του δρόμου, αυτή είναι που κάνει την αλήθεια να ακουστεί. Όχι μια αλήθεια που γεννήθηκε από κάποια πίστη την οποία και αναπαράγει. Όχι μια αλήθεια που ζητά ακολουθητές και μαζοποιημένους στρατιώτες φαντασιακών ή μή κινημάτων. Αλλά την συλλογικοποιημένη προσωπική αλήθεια του καθενός και της καθεμιάς μας. Που είναι τόσο σιωπηρή όσο κι εκκωφαντική, τόσο πολύπλοκη όσο και απλή. Αυτήν που προκύπτει από την καθημερινή ζωή, από την σκέψη, την ανάλυση και την πράξη. Τη συνειδητή σκέψη και πράξη. Που θρυμματίζει τους υπάρχοντες διαχωρισμούς και φτιάχνει αυτούς που θα όφειλε. Ανάμεσα στη δράση, την αναρχική επαναστατική δράση και την απάθεια ή την ανάλωση στη ρουτίνα και το καθήκον. Ανάμεσα στον κόσμο της αξιοπρέπειας και της συνείδησης και αυτόν της αδιαφορίας και της καβάτζας.

Ενάντια σε ένα σύστημα, μια κοινωνία, που καταστρέφεται φτάνοντας στην ουσία του καπιταλιστικού της ονείρου/εφιάλτη. Κι όσο καταστρέφεται τόσο παλεύει να κρατηθεί στη ζωή, να επεκταθεί, καταστρέφοντας ο,τιδήποτε μπαίνει εμπόδιο σ’ αυτό. Κι η καταστροφή αυτή, στο βαθμό που δεν προκύπτει σαν αποτέλεσμα δικής μας επιθυμίας και σχεδίου, προσπάθειας και αγώνα, ( Όχι επαναστατικά ευχολόγια και αυτοανάλωση. Όχι βουτιά στη συνήθεια, την αναπαραγωγή μικρόκοσμων και των παθογενειών τους. Όχι γκρουπ θέραπυ σε αίθουσες ή στο δρόμο, ούτε και παράδοση στην απουσία σκέψης και προβληματισμού, λόγου και δράσης ) έχει ως ικανή και αναγκαία συνθήκη και τη δική μας καταστροφή. Την καταστροφή των επιθυμιών, των αναγκών, της διαφορετικότητας, της σκέψης, των δομών, των κατακτήσεων, της αλληλεγγύης μας.

Η φωνή του δρόμου λοιπόν πρέπει να ακούγεται, να εξαπλώνεται όσο το δυνατό περισσότερο. Να δυναμώνει αυτή δυναμώνοντας κι εμάς, να ανοίγει νέους αναρχικούς επαναστατικούς δρόμους, κάνοντας στην άκρη τα απαρχαιωμένα αναλυτικά εργαλεία, που ερμηνεύουν την πραγματικότητα με όρους 19ου αιώνα. Την συνειδητή ή όχι αναπαραγωγή λογικών, σε επίπεδο σκέψης αλλά και πράξης, που συνήθιζαν και θα έπρεπε να ανήκουν σε κομμάτια της αριστεράς. Να αποτινάξει την υποταγή στην αναγκαιότητα και την λατρεία της ποσότητας, σε βάρος της ποιότητας.

Και, πολύ βασικό, να βαδίζει με ξεκάθαρες και γνωστοποιημένες προθέσεις που μένουν σταθερές, ανεξάρτητα από τις ευκαιριακές συγκυρίες κι ενάντια σε ό,τι και όποιον περιορίζει την αναρχία και τον αγώνα γι’ αυτήν σε ένα στενά πολιτικό κι ενίοτε πολιτικάντικο κίνημα με ασυνείδητα ή μή, βαθειά νομοτελειακές απόψεις, αγνοώντας ότι το βασικό της προωθητικό στοιχείο είναι ότι αποτελεί πρώτιστα μια τάση. Μια τάση μέσα στην κοινωνία και ενάντια σε αυτήν όπου χρειάζεται. Μια δυναμική τάση συμπόρευσης του ατομικού με το συλλογικό(άτομο σε κοινωνία χωρίς καλλιεργημένη την αίσθηση και την έννοια της κοινότητας,μένει μισό, και κοινότητα χωρίς ολοκληρωμένα και μοναδικά τα άτομα που την αποτελούν είναι καταδικασμένη να καταλήξει στον ολοκληρωτισμό), βαδίζοντας συνειδητά στο μονοπάτι της εξέγερσης.

συνεχίζεται

Έζρα Πάουντ – Εντολή.


Ο Πάουντ, είναι από τους αγαπημένους ποιητές των ανά τον κόσμο φασισταριών, λόγω της πολεμικής του από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Ρώμης ενάντια στις συμμαχικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Αυτός ήταν και ο λόγος που συνελήφθη και φυλακίστηκε στο στρατόπεδο της Πίζας. Φυλακίστηκε και στην Ουάσινγκτον αλλά απελευθερώθηκε ως ψυχασθενής. Πέθανε το Νοέμβρη του ’72 στη Βενετία.

Η “Εντολή” είναι ένα εξαιρετικό ποίημα του Έζρα Πάουντ, το οποίο βρίσκεται στη συλλογή Lustra. Διαβάζοντάς το, δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν υπέρ των δυνάμεων του Άξονα. Αποπνέει δύναμη, αξιοπρέπεια, περηφάνεια, και καλεί σε αγώνα ενάντια σε κάθε εξουσία. Μάλλον τα φασισταριά θα το έχουν διαγράψει/αποκηρύξει το ποίημα αυτό…

Οι στίχοι που είναι σε πλάγια γράμματα δεν ήταν έτσι στο αρχικό ποίημα. Αποτελεί προσωπική επιλογή να τονιστούν με αυτόν τον τρόπο.

Πηγαίνετε, τραγούδια μου, στον ανικανοποίητο και στον μοναχικό,

Πηγαίνετε σ’ αυτόν με τα κουρελιασμένα νεύρα, σ’ αυτόν

που της συμβατικότητας έγινε σκλάβος,

Και δώστε τους την καταφρόνια μου για τους δυνάστες.

Πηγαίνετε σαν κύμα παγωμένο και πελώριο

Την καταφρόνια μου για τους δυνάστες.

Μιλήστε για την ασυνείδητη επιβολή,

Μιλήστε για όσους τυραννούν γιατί δεν έχουν φαντασία,

Μιλήστε ενάντια στους δεσμούς.

Πηγαίνετε σ’ εκείνη την αστή που από ανία πεθαίνει,

Πηγαίνετε στων προαστίων τις γυναίκες.

Πηγαίνετε στους κακοπαντρεμένους,

Πηγαίνετε στους άτυχα ζευγαρωμένους,

Στη σύζυγο που αγοράστηκε,

Σ’ αυτήν πηγαίνετε που έγινε κληρονόμος.

Πηγαίνετε σ’ εκείνους με τους εξευγενισμένους πόθους,

Πηγαίνετε σ’ αυτούς που οι λεπτές επιθυμίες τους ναυάγησαν,

Πηγαίνετε σαν καταλύτης στη νωθρότητα του κόσμου·

Πηγαίνετε με τις αιχμές σας εναντίον τους,

Δώστε τη δύναμη σε αδύναμες χορδές,

Δώστε κουράγιο στα πλοκάμια και τα φύκια της ψυχής.

Πηγαίνετε με τρόπο φιλικό,

Πηγαίνετε με λόγο θαρρετό.

Αναζητήστε πρόθυμα καινά δαιμόνια, καινούρια αγαθά,

Σταθείτε ενάντια σε κάθε είδους καταπίεση.

Πηγαίνετε σ’ αυτούς που με τα χρόνια έχουν παχύνει,

Σ’ αυτούς που έχασαν πια τα ενδιαφέροντά τους.

Πηγαίνετε στους έφηβους που μέσ’ την οικογένεια πνίγονται –

Ώ, πόσο αποτρόπαιο είναι αυτό,

Να βλέπεις τρεις γενιές συνωστισμένες στο ίδιο σπίτι!

Κάτι σα δέντρο γέρικο με νέα βλαστάρια,

Και με κλαδιά που πέφτουν και ρημάζουν.

Βγείτε αψηφώντας την κοινή γνώμη,

Εναντιωθείτε στη χλιαρή δουλεία του αίματος,

Εναντιωθείτε σε κάθε είδους εξουσία.

Κείμενα,ποιήματα,μεταφράσεις,σκέψεις, ενάντια στους "-ισμούς", τη μιζέρια και τη βαρβαρότητα, με όλη την ορμή και το πάθος του προσωπικά και συλλογικά δίκαιου. Για επικοινωνία stircook@espiv.net