Οι Αναρχικοί και η πορνεία-Από το περιοδικό “Αbolishing the borders from below”, #22, Δεκέμβρης 2005

Είναι το πρώτο μέρος της μετάφρασης, η οποία παρουσίασε δυσκολίες λόγω του ότι -όπως αναφέρουν κι οι ίδιοι οι σύντροφοι του εντύπου- είναι γραμμένο σε όχι ιδιαίτερα σωστά αγγλικά, οπότε ας υπάρξει κατανόηση για τυχόν αδυναμίες στο κείμενο.
Σημειώσεις για τη μετάφραση
Είναι δύσκολο το θέμα της πορνείας. Όπως κάθε τί στον καπιταλισμό, είναι πολύπλοκο και σε καμία περίπτωση δεν έχει μία μόνο ανάγνωση, μία μόνο πτυχή. Είναι αδύνατο να σταθούμε μόνο στην ανθρωπιστικού τύπου κριτική, όπως είναι αδύνατο να αδιαφορήσουμε γι’ αυτήν. Πολύ μονόπλευρο να λέμε ότι αφορά μόνο γυναίκες, κουτό να μην αναγνωρίζουμε ότι αυτές είναι η πλειοψηφία αυτών που αφορά άμεσα αυτό το θέμα. Δεν νοείται επαναστάτες-ριες να αναλύουν το τώρα με εργαλεία που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες και τις επιθυμίες μέρους των κοινωνικών κινημάτων μιας συγκεκριμένης και πολύ καιρό τώρα περασμένης εποχής. Δεν νοείται να “απλοϊκοποιούμε” και να μερικοποιούμε τόσο πολύ τη σκέψη και κατά συνέπεια τις πρακτικές μας, στερώντας τους έναν πλούτο γνώσεων κι εμπειριών όντας προσκολλημένοι σε φεμινιστικού τύπου εμμονές και σε χριστιανικής επίδρασης κριτικές πάνω σε τέτοια ζητήματα. Οι έμφυλοι ρόλοι είναι ένα ξένο σώμα, που πρέπει να το μετατρέψουμε σε κουφάρι, κι ας βρωμάει μετά σαπίζοντας. Το ίδιο ισχύει για κάθε πτυχή της ζωής που γεννά και αναπαράγει εξουσία, υποταγή κι αλλοτρίωση. Με καθαρό μυαλό και κατανόηση των συνθηκών που βιώνουμε, μακριά από ιδεοληψίες και ηττοπάθειες, ταμπού και προκαταλήψεις, βλέπουμε, αναλύουμε, πράττουμε. Για το τέλος των πλαστών διαχωρισμών και της εκμετάλλευσης.
Για την Αναρχία.
 ——-
Ζούμε σε καιρούς, στους οποίους η κυριαρχία και η εκμετάλλευση εισβάλλουν σε κάθε είδους κοινωνικές σχέσεις. Από όταν ξεκίνησε το περιοδικό μας, έχουμε πάντα ανταποκρίσεις από τους διάφορους αγώνες που διεξάγουν οι βιομηχανικοί εργάτες στην ανατολική ευρώπη αντιστεκόμενοι στα αφεντικά τους, και γενικά ενάντια στην φτώχεια της εργατικής τάξης στην περιοχή. Σε κάθε ένα από τα εικοσιένα μέχρι τώρα τεύχη του ΑΒΒ, μπορεί κανείς να βρει πληθώρα ανταποκρίσεων αυτού του είδους. Είναι όμως πολύ λίγα τα κείμενα που αφορούν την κατάσταση των δεκάδων χιλιάδων γυναικών στην περιοχή που υποφέρουν εργαζόμενες ως πόρνες.
Ακόμη περισσότερο, πρέπει να μας απασχολεί το ότι γενικά οι αναρχικοί πολύ σπάνια συζητούν και καταπιάνονται με το ζήτημα της πορνείας. Αυτή η σιωπή, ειδικά σε σχέση με τις συνθήκες στην ανατολική ευρώπη, δεν μπορεί να γίνεται πλέον αποδεκτή. Η πορνεία είναι ένα διαρκές στοιχείο της κοινωνικής ζωής στην περιοχή, καθημερινή εμπειρία τεράστιου αριθμού κοριτσιών, γυναικών και -στις περισσότερες περιπτώσεις υπό τελείως διαφορετικές συνθήκες- αντρών της ανατολικής ευρώπης. Η ισχυρή επιρροή της εκκλησίας, των καπιταλιστικών μηχανισμών, των κρατικών πολιτικών, των δομών της μαφίας, της πατριαρχίας αλλά και η αναπαραγωγή των μύθων που αφορούν την πορνεία, δημιουργούν μια αόρατη κόλαση πάνω στη γη για αυτές τις γυναίκες για τις οποίες ποτές δε γράφουμε, λες και δεν απεργούν, δε διαδηλώνουν, ούτε μαζεύονται για να καταγγείλουν το κοινοβούλιο. Αυτό όμως τί σημαίνει; ότι δεν αγωνίζονται; Όχι – αγωνίζονται· αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις μόνες, στη σιωπή. Οι αναρχικοί της περιοχής δεν θα έπρεπε, πρέπει να υψώσουν τη φωνή τους γι’ αυτό το θέμα.
Και αυτό κάνουν. Οι πρώτοι θα είναι δύο αναρχικοί από την Πολωνία, η Σύλβια με το κείμενό της “πόρνες, πορνεία, αναρχισμός”, και η Άνια Β., η οποία υπό μορφή συνέντευξης από τη Βερόνικα του ΑΒΒ, καταθέτει την πολύ προσωπική της άποψη για όσα αναφέρει η Σύλβια, καθώς και την μακρά και σκληρή εμπειρία της από την πορνεία. Και όπως συνήθως, θέλουμε να ενθαρρύνουμε τους ανταποκριτές μας και ιδιαίτερα τους αναρχοφεμινιστές, να ασχοληθούν με το ζήτημα.
ΑΒΒ.
Πόρνες, πορνεία, αναρχισμός.
Της Sylvia Derwisz.
Η αποκαλούμενη “κοινή γνώμη”, αντιμετωπίζει την πορνεία σύμφωνα με τις δικές της ιδεολογικές διαφοροποιήσεις. Όπως και για την έκτρωση ή την ευθανασία, είναι ένα θέμα για το οποίο μάχονται “αριστεροί” και “δεξιοί” ( όσο ακόμα ισχύουν αυτοί οι όροι στην κοινοβουλευτική πολιτική των Ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Οι φιλελεύθεροι περιφράφουν την πορνεία ως μια ακόμη από τις πολλές μορφές εργασίας, ενώ οι συντηρητικοί την βλέπουν ως τον πυρήνα του κακού και της ηθικής κατάπτωσης. Και τί λένε οι Αναρχικοί;
Στην ουσία, μέχρι τώρα δεν είχα την εμπειρία κάποιας σοβαρής συζήτησης πάνω σε
αυτό το ζήτημα. Το δυτικό αντιεξουσιαστικό κίνημα των εκδιδομένων γυναικών ή αυτών που δουλεύουν στη βιομηχανία του πορνό, είχε δημιουργηθεί προ πολλού. Στριπτιζέρ δημιουργούν συνδικάτα, θεωρώντας μάλιστα τη δουλειά τους ως κύριο πεδίο της φεμινιστικής τους δραστηριότητας. Στην Πολωνία και άλλες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, η πορνεία είναι πολύ πιο σκοτεινό ζήτημα. Από τη μία ως αποτέλεσμα του καθολικού δόγματος για τη μονογαμία και την “καθαρή σεξουαλική ζωή”, κι από την άλλη ως συμπέρασμα από την απλή παρατήρηση της πραγματικότητας της αγοράς ερωτικών υπηρεσιών. Το πληρωμένο σεξ γίνεται αντιληπτό μόνο με τη μορφή ενός βρώμικου
υπόστεγου στριμωγμένου ανάμεσα σε αντίστοιχα παραπήγματα, προσφέροντας λαχανικά ή κουμπιά, μέσα σε κάποια ανοιχτή αγορά, πίσω από την οποία γυναίκες από τη Ρωσία και την Ουκρανία δουλεύουν σκληρά για ελάχιστα λεφτά. Συχνά είναι οι μόνες από την οικογένεια που δουλεύουν στο εξωτερικό για να στηρίζουν τους υπόλοιπους στο σπίτι. Αυτή η εκμετάλλευση και ο εξευτελισμός θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως τέλειο παράδειγμα της καπιταλιστικής τρομοκρατίας που μεγαλώνει το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών, αν δεν υπήρχε μια λεπτομέρεια: Η πορνεία είναι το αρχαιότερο επάγγελμα στον κόσμο. Ανεξάρτητα από το πολιτικό
σύστημα ή τις θρησκευτικές συγκρούσεις, γυναίκες πουλάνε τα κορμιά τους σε όλο τον κόσμο. Κι όχι μόνο αυτό, υπάρχουν γυναίκες που το επιλέγουν ως επάγγελμα και το κάνουν από ευχαρίστηση. Κι εδώ νομίζω βρίσκεται το κύριο πρόβλημα της ηθικού τύπου κριτικής των αναρχικών ή ελευθεριακών στην πορνεία. Από τη μία βλέπω ότι την αντιμετωπίζουν ως μια μορφή εργασίας. Εμφανίζονται επιχειρήματα για την εκμετάλλευση από νταβατζήδες, την ευπάθεια απέναντι σε νταβατζήδες, βιασμούς, απειλές, φυσική βία, τη χαμηλή αμοιβή ή την εξευτελιστική πράξη του να “πουλάς τον εαυτό σου”. Ωστόσο, αυτά τα επιχειρήματα θα μπορούσαν να αφορούν οποιαδήποτε άλλη δουλειά στην οποία πουλάμε τον χρόνο μας κάνοντας ανόητες δραστηριότητες, υφιστάμενοι πλύση εγκεφάλου. Συχνά, το κάνουμε χωρίς ασφάλιση, για χάλια λεφτά, δεχόμενοι επίσης προσβολές, απειλές για σωματική βία, κ.τ.λ.
Υπάρχει ακόμη, και το γνωστό επιχείρημα ηθικής φύσης, στο οποίο τίθεται το ζήτημα της ανθρώπινης (εδώ απόλυτα γυναικείας) αντικειμενοποίησης. Το να πουλάς το κορμί σου θεωρείται ότι είναι σαν να πουλάς “τον εαυτό σου”. Η ανθρώπινη σεξουαλικότητα ερμηνεύεται ως κάτι ιδιαίτερο και προσωπικό, έτσι το να φέρεις αυτή τη σφαίρα της ζωής στο επίπεδοτου εμπορεύματος, είναι πράξη απανθρωποποίησης που παίρνει από τις γυναίκες μέρος του εαυτού τους.

Μιλιταρισμός και Κοινωνική Εξέγερση

Το κείμενο αυτό, είναι μετάφραση από το παλιό αναρχικό περιοδικό Willful Disobedience και στην Ελλάδα πρωτοδημοσιεύτηκε το καλοκαίρι του 2002, στο δοκιμαστικό -και..μοναδικό- τεύχος της εφημερίδας Αγκιτάτσια, στον Πειραιά.Ως αναρχικός, αντιτίθεμαι φυσικά σε κάθε κρατικό πόλεμο. Αν ιστορικά μερικοί αναρχικοί έχουν υποστηρίξει συγκεκριμένους πολέμους, (π.χ. η υποστήριξη του Κροπότκιν προς τους συμμάχους στον 1ο παγκόσμιο πόλεμο), αυτό δείχνει την έλλειψη συνεκτικότητας στην ανάλυσή τους  και μια προθυμία να επιτρέψουν στην πολιτική και στρατηγική σκέψη να έχει την προτεραιότητα, σε μια προσπάθεια – σύμφωνη με κάποιες αρχές – να δημιουργήσει κανείς τη ζωή και τον κόσμο που θέλει, εδώ και τώρα. Οι πόλεμοι του κράτους δεν μπορούν ποτέ να “αυξήσουν” την ελευθερία, αφού η ελευθερία δε συνίσταται σε ποσοτική μείωση της κυριαρχίας και της εκμετάλλευσης, (αυτό που ο Κροπότκιν ερμήνευσε ως το αποτέλεσμα της ήττας της ιμπεριαλιστικής Γερμανίας ), αλλά σε ένα ποιοτικό μετασχηματισμό της ύπαρξης που τους καταστρέφει : Αυτό που κάνουν είναι απλά να αλλάζουν τους συσχετισμούς δύναμης μεταξύ των κυρίαρχων.

Η αναρχική λοιπόν αντίθεση στους κρατικούς πολέμους, είναι στην ουσία αντίθεση στις κοινωνικές σχέσεις που κάνουν δυνατούς αυτούς τους πολέμους. Με άλλα λόγια, είναι αντίθεση στην ολότητα του μιλιταρισμού. Και μιλιταρισμός δεν είναι απλά ο πόλεμος ως τέτοιος. Είναι μια κοινωνική ιεράρχηση σε αυτούς που δίνουν και αυτούς που παίρνουν εντολές. Είναι υπακοή, κυριαρχία, υποταγή. Είναι η ικανότητα να αντιλαμβάνεσαι τα άλλα ανθρώπινα πλάσματα ως αφαιρέσεις, απλούς αριθμούς, στατιστικές θανάτου. Είναι ,την ίδια ώρα, η κυριαρχία στρατηγικών σκεπτικών και ισχύος -για δικό του όφελος- πάνω στη ζωή, και η προθυμία να θυσιάζεται κανείς για κάποιο “Μεγάλο Σκοπό” στον οποίο έχει διδαχτεί να πιστεύει.
Θεωρούμενος με αυτόν τον τρόπο, ο αντιμιλιταρισμός δε φέρει μέσα του απλά την αντίθεση στους κρατικούς πολέμους  αλλά και μια σύλληψη του πώς επιθυμούμε να διεκπεραιώσουμε την επαναστατική μας πάλη ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο. Δεν είμαστε ειρηνιστές. ένας ποιοτικός μετασχηματισμός της ζωής και των σχέσεων, ικανός να καταστρέψει τους θεσμούς κυριαρχίας κι εκμετάλλευσης, θα περιέχει μία βίαιη ανατροπή των συνθηκών, μία ρήξη με το υπάρχον, που σημαίνει εξέγερση. Κι ενώ αντιμετωπίζουμε αυτούς τους θεσμούς στις ζωές μας, μια καταστρεπτική επίθεση εδώ και τώρα, είναι όχι μόνο δικαιολογημένη αλλά και απαραίτητη. Αλλά το να στρατιωτικοποιείς αυτήν την πάλη, να τη μετασχηματίζεις ουσιαστικά σε ένα ζήτημα στρατηγικής και τακτικής, αντιτιθέμενων δυνάμεων και αριθμών, σημαίνει ότι ξεκινάς να δημιουργείς στην πάλη μας αυτό που προσπαθούμε να καταστρέψουμε. Η ουσία της στρατιωτικοποίησης είναι στην πραγματικότητα, η ουσία της κοινωνίας της αγοράς και του κράτους: Ποσοτικοποίηση, το μέτρο όλων των πραγμάτων. Το αναρχικό ιδεώδες της ελευθερίας του ατόμου να αυτοπραγματώνεται πλήρως σε ελεύθερη συνεννόηση με ανθρώπους της επιλογής του, χωρίς παρεμβολή των κυρίαρχων κοινωνικών θεσμών ή έλλειψη πρόσβασης σε ο,τιδήποτε είναι απαραίτητο για την επίτευξη αυτού του σκοπού,  είναι στην ουσία το απολύτως αντίθετο μιας τέτοιας “καταμετρημένης”  ύπαρξης.
Η ένοπλη πάλη θα αποτελεί πιθανότατα μέρος κάθε κοινωνικής εξέγερσης αλλά αυτό δεν απαιτεί τη δημιουργία μιας στρατιωτικής δύναμης. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να θεωρηθεί ακόμη και ως σημάδι ότι το , κατά πολύ σημαντικότερο, κίνημα κοινωνικής ανατροπής, έχει αρχίσει να στατικοποιείται. Από μια αναρχική οπτική, η ειδίκευση, ενυπάρχουσα στο σχηματισμό ενός επαναστατικού στρατού, θα πρέπει να ιδωθεί ως αντικρουόμενη με τις αναρχικές αρχές.  Αν εν μέσω της κοινωνικής εξέγερσης, ο επαναστατημένος λαός στο σύνολό του οπλιστεί με όλα όσα χρειάζονται για την πάλη του, αυτό θα υπονόμευε την τάση για στρατιωτικοποίηση. Όσο θυμόμαστε ότι ο κύριος σκοπός είναι η κοινωνική ανατροπή, ο μετασχηματισμός των κοινωνικών σχέσεων, ότι αυτή είναι η πραγματική δύναμη του κινήματος γιατί είναι στη διαδικασία αυτής της ανατρεπτικής πρακτικής που ανακαλύπτουμε την ανυπότακτη μοναδικότητά μας,  και το ότι τα όπλα είναι απλά ένα εργαλείο μέσα στα πολλά που χρησιμοποιούμε, τότε η σημασία της απόρριψης της στρατιωτικοποίησης θα πρέπει να γίνει πιο καθαρή. Δεν υπάρχει χαρά στον μιλιταρισμό. Η οπλισμένη χαρά βρίσκεται στο συλλογικό σχέδιο της ατομικής αυτοπραγμάτωσης, βρίσκοντας τα μέσα να καταστρέψει κάθε κυριαρχία, με κάθε δυνατό εργαλείο,. Ο μετασχηματισμός της ζωής, όπλο στα χέρια μας.Ούτε πασιφισμός ούτε μιλιταρισμός,  Κοινωνική Εξέγερση.

Σχετικά με τον εξεγερσιακό αναρχισμό

Αποσπάσματα από το “Σημειώσεις σχετικά με τον εξεγερσιακό αναρχισμό” που μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε στο Βόλο τον Μάρτη του 2009. Τα πρωτότυπα κείμενα δημοσιεύτηκαν στο δεύτερο τεύχος του Killing King Abacus.

Α) Το κράτος δε θα εξαφανιστεί από μόνο του – Επίθεση.
Το κράτος του κεφαλαίου δε θα μαραθεί από μόνο του, όπως φαίνεται να έχουν φτάσει να πιστεύουν πολλοί αναρχικοί, όχι μόνο εγκλωβισμένοι σε αφηρημένες θέσεις περί αναμονής, αλλά φτάνοντας κάποιοι ακόμη και στο σημείο να καταδικάζουν ανοιχτά τις πράξεις αυτών για τους οποίους η δημιουργία του καινούργιου κόσμου βασίζεται στην καταστροφή του παλιού.
Η επίθεση είναι η άρνηση της διαμεσολάβησης, της ειρήνευσης, της θυσίας και του συμβιβασμού.  δρώντας και μαθαίνοντας να δρούμε, όχι μέσα από την προπαγάνδα, είναι που ανοίγουμε το μονοπάτι για την εξέγερση, παρ’ όλο που η προπαγάνδα παίζει ρόλο στο ξεκαθάρισμα του πώς δρούμε. Η αναμονή διδάσκει μόνο αναμονή – με τη δράση μαθαίνουμε να δρούμε.
Η δύναμη της εξέγερσης είναι κοινωνική όχι στρατιωτική. Το μέτρο για την εκτίμηση της σημασίας μιας γενικευμένης εξέγερσης δεν είναι η ένοπλη σύγκρουση αλλά αντίθετα ο βαθμός παράλυσης της οικονομίας, της κανονικότητας.
Β) Συνεχής σύγκρουση ενάντια στη διαμεσολάβηση θεσμικών δυνάμεων.
Η σύγκρουση θα έπρεπε να θεωρείται ως διαρκές στοιχείο στον αγώνα ενάντια στους εξουσιαστές. Ένας αγώνας που στερείται αυτού του στοιχείου, καταλήγει να μας ωθεί στη διαμεσολάβηση των θεσμών, αναπτύσσεται προσαρμοσμένος στις συνήθειες της αντιπροσώπευσης και με πίστη σε μια παραπλανητική αντίληψη περί βοήθειας από κοινοβουλευτικά διατάγματα, φτάνοντας στο σημείο να συμμετέχουμε οι ίδιοι στην εκμετάλλευσή μας.
Θα μπορούσαν ίσως να υπάρχουν ατομικοί λόγοι που κάνουν κάποιον να αμφισβητήσει την απόπειρα να επιτύχει τους στόχους του με βίαια μέσα. Όταν όμως η μή βία φτάνει να ανυψωθεί στο επίπεδο μιας απαραβίαστης Αρχής,, όπου η πραγματικότητα χωρίζεται σε “καλό” και “κακό”, τότε τα επιχειρήματα παύουν να έχουν αξία και όλα ερμηνεύονται με όρους υποταγής και υπακοής. Οι αξιωματούχοι του κινήματος της αντιπαγκοσμιοποίησης, περιθωριοποιώντας και υποτιμώντας άλλους, έχουν ξεκαθαρίσει ένα συγκεκριμένο πράγμα: Ότι βλέπουν τις αρχές τους – στις οποίες αισθάνονται υπόχρεοι – ως ένα λόγο να υπερισχύουν πάνω σε όλο το κίνημα.
Γ) Το ατομικό και το κοινωνικό – Ατομικισμός και κομμουνισμός, ένα ψεύτικο δίλημμα.
Αποδεχόμαστε τα καλύτερα στοιχεία του ατομισμού και του κομμουνισμού. Η εξέγερση ξεκινά με την επιθυμία των ατόμων να ξεπεράσουν τις συνθήκες καταναγκασμού και ελέγχου, την επιθυμία να επανοικειοποιηθεί κάποιος την ικανότητα να δημιουργεί τη ζωή του όπως του ταιριάζει. Αυτό απαιτεί το ξεπέρασμα του διαχωρισμού μεταξύ του ίδιου και των συνθηκών της ζωής του.
Εκεί όπου οι λίγοι, οι προνομιούχοι ελέγχουν τις συνθήκες ύπαρξης, είναι αδύνατο για τους περισσότερους ανθρώπους να καθορίζουν την ύπαρξή τους με τους δικούς τους όρους. Η ατομικότητα μπορεί να ανθίσει μόνο εκεί όπου η ισότητα στους όρους πρόσβασης στις συνθήκες κοινωνικής ύπαρξης αποτελεί την κοινωνική πραγματικότητα. Αυτή η ισότητα πρόσβασης, είναι ο κομμουνισμός.  Το τί κάνει ο καθένας με αυτήν την ισότητα, εξαρτάται από αυτόν και τους γύρω του.
Άρα δεν υπάρχει ισότητα ή ταυτότητα ατόμων που να υπονοείται στον πραγματικό κομμουνισμό. Αυτό που μας ωθεί στην ταυτότητα ή ισότητα ύπαρξης, είναι οι κοινωνικοί ρόλοι που μας επιβάλλει το σύστημα. Δεν υπάρχει αντίθεση μεταξύ ατομισμού και κομμουνισμού.

Εισαγωγή

Το κείμενο αυτό, αποτελεί την εισαγωγή στο Palestine mon amour. Επιλέχτηκε να δημοσιευτεί τελευταίο, γιατί είναι και το πιο πρόσφατο, αλλά και γιατί λειτουργεί και ως περίληψη του βιβλίου συμπυκνώνοντας τις απόψεις του συντρόφου στο ζήτημα.
 
Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει τί συμβαίνει στην Παλαιστινιακή γη, ούτε καν αυτοί που έχουν παρακολουθήσει αυτήν την αιματοβαμμένη σειρά γεγονότων, συμπεριλαμβανομένων (των) ανθρώπων οι οποίοι έζησαν για πολύ εκεί. Αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλο με καχυποψία και μίσος, όχι μόνο άντρες και γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι, αλλά ακόμη και η σκόνη στους δρόμους, η λάσπη που τους καλύπτει τις βροχερές μέρες, η ασφυκτική ζέστη και η δυσωδία του καύσωνα.
Οι “επίσημοι” όροι της αντιπαράθεσης είναι γνωστοί. Οι Ισραηλινοί έδιωξαν τους Παλαιστίνιους από τη γη τους, αυτό όμως συνέβη τόσο παλιά που κάποιοι από τους ανθρώπους που γεννήθηκαν σε καλύβες στα στρατόπεδα εκτοπισμού, είναι πλέον πενήντα ετών.  Γελοίες διαπραγματεύσεις μεταξύ κρατών, οδήγησαν στο να επιστραφούν κάποια κομμάτια γης σε ανθρώπους που εκδιώχθηκαν από εκεί, είναι όμως αδύνατο να ζήσει κανείς σε αυτά.
Στο Ισραήλ, εάν δε δουλεύεις πεινάς. Οι έποικοι του δεύτερου σιωνιστικού κύματος, πλούτισαν εκμεταλλευόμενοι το φτηνό παλαιστινιακό εργατικό δυναμικό και  από την ελεύθερη χρήση των χωραφιών σε εδάφη που θα μπορούσαν να αποτελούν τώρα το νέο παλαιστινιακό κράτος.
Όλα αυτά όμως, όχι μόνο αποτυγχάνουν να συλλάβουν την ουσία του προβλήματος  αλλά δε φτάνουν κάν να το περιγράψουν. Ίσως να είχε νόημα τον καιρό της πρώτης λαϊκής εξέγερσης του κόσμου των “εδαφών”, αυτόν με τις πέτρες.  Τώρα, τα πράγματα κινούνται προς μια “Λιβανοποίηση” διογκούμενης θηριωδίας.
Καμία πλευρά δε θέλει να υποχωρήσει, καθώς αυτό θα οδηγούσε σε εσωτερικές συγκρούσεις, έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο που σχεδόν σίγουρα θα έδινε τη νίκη στον αντίπαλο.
Έτσι λοιπόν συνεχίζουν έναν ατελείωτο κύκλο αμοιβαίων επιθέσεων. Η κάθε πλευρά,  με τα όπλα που έχει στη διάθεσή της: οι Παλαιστίνιοι αυτοανατινάζονται με τις βόμβες τους, οι Ισραηλινοί βομβαρδίζουν σπίτια στα εδάφη με τα αεροπλάνα τους. Υπάρχουν οι ειρηνευτικοί χάρτες, οι εσωτερικές συμφωνίες, οι εγγυήσεις του Ο.Η.Ε.  και η κενή ρητορική του Μπους.
Το πρόβλημα αναπτύσσεται με δικούς του ρυθμούς, τους οποίους μπορεί να καταλάβει μόνο κάποιος εξοικειωμένος με τέτοιες καταστάσεις, και γίνεται χρόνιο. Το μίσος οξύνεται για κάποιον που  ζει σε συνθήκες όπως αυτές που βιώνουν οι Παλαιστίνιοι, με προοπτικές όπως οι δικές τους,  δηλαδή καμία απολύτως.  Δεν υπάρχει ελπίδα για τα παιδιά τους ή το μέλλον του τόπου όπου γεννήθηκαν. Και δεν αληθεύει πως αυτό το μίσος, τόσο απάνθρωπο και ακατανόητο για ‘μας, τρέφεται από τον φονταμενταλιστικό εξτρεμισμό.  Κάτι πρέπει να  μας λέει ότι  η πλειοψηφία των νέων ανθρώπων που κάνουν επιθέσεις αυτοκτονίας  έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους, έχουν κάποιο δίπλωμα ή πτυχίο -κάποιες φορές από χώρα του εξωτερικού- είναι οικογενειάρχες, έχουν παιδιά.  Αυτό που δεν έχουν είναι ελπίδα.
Συνειδητοποιούν πως δεν υπάρχει γι’ αυτούς παρά η προοπτική του μίσους για έναν εχθρό που φυλακίσει, βασανίζει και βομβαρδίζει. Από την άλλη πλευρά, όλοι ζουν με το φόβο του να ανατιναχτούν πηγαίνοντας στη δουλειά, χορεύοντας στη ντίσκο ή καθώς κοιμούνται στα κρεβάτια τους.  Εδώ πάλι, το τυφλό μίσος που δε βλέπει κάποια προοπτική, ωθεί τους ανθρώπους να ζητούν από την κυβέρνηση να εφαρμόσει ακόμη πιο δραστικά μέτρα.  Ακόμη και οι πιο φωτισμένοι του ισραηλινού εργατικού κόμματος, που δημιουργήθηκε στο Μαπάι το 1968 (μία από τις σιωνιστικές δυνάμεις που υποστήριξαν τις πρώτες μετοικίσεις), υπό το φόβο απώλειας της εκλογικής τους βάσης. Πολλοί θεωρούν το Λικούντ (δεξιό κόμμα που κυριολεκτικά σημαίνει “εδραίωση”), ως τη μόνη δύναμη που είναι ικανή να ηγηθεί της χώρας εναντίον των Παλαιστινίων.
Το να μιλάς για ειρήνη σε τέτοιες συνθήκες είναι απλά ένας ακόμη τρόπος να βγάλεις την ουρά σου έξω από την υπόθεση, με καθαρά χέρια και βρώμικη συνείδηση.
Οι οργανωμένες σφαγές των Παλαιστινίων όπως αυτές  από τους Χριστιανούς-Μαρωνίτες στη Σάμπρα και Τσατίλα το Σεπτέμβρη του 1982, ή ο (μαύρος) Σεπτέμβρης του 1970 που οργάνωσε ο βασιλιάς Χουσε’ί’ν της Ιορδανίας και διήρκεσε μέχρι τον Απρίλη του 1971, καταλήγοντας σε 4.600 νεκρούς και 10.000 τραυματίες, είναι ακόμη πιθανές.  Πάντως, αν διεξαχθούν από το Ισραήλ ή έναν από τους ένοπλους διαμεσολαβητές του, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πλήρη αποσταθεροποίηση της περιοχής. Όπως είπα, το Ισραήλ έχει επιτεθεί σε κάποιο υποτιθέμενο παλαιστινιακό πόστο στη Συρία – η τωρινή κατάσταση είναι πάρα πολύ άσχημη.
Δεν υπάρχει προοπτική ειρήνευσης στην περιοχή. Η ιδανική λύση, τουλάχιστον για όσους έχουν στην καρδιά τους την ελευθερία των λαών, θα ήταν η γενικευμένη εξέγερση. Με άλλα λόγια,  μια Ιντιφάντα που να ξεκινά από τον ισραηλινό λαό, ικανή να καταστρέψει τους θεσμούς που τους κυβερνούν  και να προτείνει την ειρήνη, βασισμένη στην συνεργασία και τον αμοιβαίο σεβασμό με τους Παλαιστίνιους άμεσα – χωρίς μεσάζοντες. Προς το παρόν όμως αυτή η προοπτική παραμένει ένα όνειρο. Πρέπει να προετοιμαστούμε για τα χειρότερα.
Αλφρέντο Μπονάνο, Τριέστε, 8-10-2003..

Ο τρόμος του να ζεις συνηθισμένος στον τρόμο.

Κείμενο του Αλφρέντο Μπονάνο από το Ρalestine mon amour.
 
Το να μεγαλώνεις συνηθισμένος στον τρόμο, είναι ακόμη πιο σοκαριστικό από τον ίδιο τον τρόμο. Η αγανάκτηση καταπνίγεται και παραμένει σιωπηλή  και όλα μοιάζουν φυσιολογικά. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση της καταστολής εναντίον των Παλαιστινίων στα κατειλημμένα εδάφη.
Ένας λόγος που αυτό γίνεται, αργά και σε βάθος χρόνου, συνήθεια, είναι το γεγονός πως η παλαιστινιακή εξέγερση με τις πέτρες και τα αυτοσχέδια όπλα, “δεν αποτελεί πια είδηση”.
Ένας άλλος είναι η αποδοχή από κάθε πλευρά, των αιτίων της σύρραξης.  Αυτοί που βρίσκονται από την πλευρά των Παλαιστινίων, εναντιώνονται σε αυτούς από την πλευρά των Ισραηλινών.  Πολλοί ελπίζουν, συχνά από καλή πίστη, ότι με τον καιρό τα πράγματα θα φτιάξουν και όλα θα λυθούν από μόνα τους.
Όπως κι αν τελειώσουν αυτά τα “πράγματα” και όποια κι αν είναι η λύση, τίποτα στον κόσμο δεν θα μπορέσει να σβήσει τον τρόμο των τελευταίων λίγων μηνών(του 1989), τον τρόμο του μάρτυρα που έγινε εκτελεστής, του διωκόμενου που έγινε διώκτης.
Όσο έξυπνοι κι αν είναι αυτοί που υπερασπίζονται το Ισραήλ -συμπεριλαμβανομένων κάποιων αναρχικών- δεν μπορούμε να ξεχάσουμε το Παλαιστίνιο μωρό που δολοφονήθηκε από αέρια στο στρατόπεδο προσφύγων του Χαν Γιουνίς από Ισραηλινούς στρατιώτες. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε το πεντάχρονο παιδί που δολοφονήθηκε στη Ναμπλάς από πλαστικές σφαίρες ή το δεκατετράχρονο που σκοτώθηκε μερικές μέρες μετά παίζοντας μπροστά στο σπίτι του, κι αυτός δολοφονημένος από τον Ισραηλινό στρατό κατοχής.
Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε τα αποσπάσματα θανάτου(colon), που βγαίνουν τη νύχτα και σκοτώνουν τους νεαρούς Παλαιστίνιους που θεωρούνται υπεύθυνοι για την ανταρσία.
Κάτω από τέτοιες συνθήκες, το μόνο πράγμα που μας εκπλήσσει είναι η περίεργη επιμονή να συγκαλυφθούν οι ευθύνες. Κατανοούμε πώς αυτό συμβαίνει σε επίπεδο πολιτικών, όχι όμως σε αυτό (κάποιων) συντρόφων που θα έπρεπε να δείχνουν μεγαλύτερη ευαισθησία στην υπεράσπιση των κατατρεγμένων και να παραμερίσουν τις πονηρές διακρίσεις όταν έρχεται η ώρα να καταλογιστούν ευθύνες.

Από τον Μαρξ, στα Ουρί.

Κείμενο του Αλφρέντο Μπονάνο από το Palestine mon amour

Πολλά πράγματα αλλάζουν στην Παλαιστίνη. Πολλά άλλα έχουν μείνει όπως ήταν. Η φτώχεια και το μίσος πλεονάζουν όπως πάντα, ειδικά το μίσος των δυνάμεων καταστολής, δηλαδή των ισραηλινών στρατιωτών που βρίσκονται στα Εδάφη.

Τί πιο φυσικό από το μίσος για τους εισβολείς;Μόνο οι ξεπουλημένοι στον εχθρό πολιτικοί, με την προσυμφωνημένη δυνατότητα ίδρυσης μιας εσωτερικής κυβέρνησης που θα γίνει κράτος-μαριονέτα αντί για τη συνέχιση του αγώνα, θα μπορούσαν να σκεφτούν αλλιώς. Πολλοί Παλαιστίνιοι δεν είναι έτοιμοι να δεχτούν μια συνύπαρξη που να βασίζεται στην υπεράσπιση των συμφερόντων του δυνατότερου. Αυτό εξηγεί την εξάπλωση της αντίστασης, που εμφανίζεται σχεδόν ομοιόμορφα υπό τα εμβλήματα της Χαμάς, μέσα στο νεογέννητο παλαιστινιακό κράτος. Αυτό είναι σίγουρα η μεγαλύτερη ,προς το παρόν, ένοπλη ομάδα. Είναι εξοπλισμένο με υπολογίσιμα μέσα, όπως έγινε φανερό από την έκρηξη που ανατίναξε ένα ολόκληρο οπλοστάσιο το 1995.
Σε αυτήν την περιοχή,  τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο εύκολο από το να βρεις ένα νεαρό αγόρι μεταξύ δώδεκα και δεκαέξι ετών, γεννημένο και μεγαλωμένο στη φτώχεια και τη βία των στρατοπέδων συγκέντρωσης, δεκτικό στο να ακούει επιχειρήματα εναντίον του Αραφάτ και του σχεδίου του για μια ελεύθερη Παλαιστίνη που να συνυπάρχει με ένα ελεύθερο Ισραήλ. Τίποτα δε θα ήταν ευκολότερο από το να ωθήσει αυτά τα αγόρια στο να διεξάγουν μια επίθεση αυτοκτονίας.
Γι’ αυτό είναι που οι θρησκόληπτοι φανατικοί του Izz al-Dinal Qassam, το οπλισμένο φτερό του θεού, προετοιμάζουν τους νέους αυτούς – έναν άγιο θάνατο στον πόλεμο ενάντια στους άπιστους.
Είκοσι πέντε χρόνια πριν, σε συνθήκες που σίγουρα δεν ήταν καλύτερες από τις τωρινές, ο αγώνας των Παλαιστίνιων βασιζόταν σχεδόν ολοκληρωτικά σε ένα διαφορετικό δόγμα, το μαρξιστικό.   Τότε, μεσολαβητές με μακριά γενειάδα τους υπόσχονταν βοήθεια σε χρήματα και όπλα – τώρα οι ισλαμιστές ιερείς τους υπόσχονται αιώνια ζωή σε έναν παράδεισο γεμάτο Ουρί.

Όχι απλά κουμπιά.

Κείμενο του Αλφρέντο Μπονάνο, από το Palestine mon amour.

Μια αστυνομική δύναμη είναι πάντα μια αστυνομική δύναμη, για τον απλό λόγο ότι ένα κράτος, ακόμη κι ένα κουρελιασμένο όπως το παλαιστινιακό, είναι πάντα ένα κράτος.

Για όποιον τώρα έχει, στα χρόνια του, αγωνιστεί για τη απελευθέρωση του Παλαιστινιακού λαού(ίσως όλοι έχουμε συνεισφέρει έστω και λίγο σ’ αυτό με τον τρόπο μας), αυτό αποκτά μια ιδιαίτερη σημασία. Το να βλέπεις ότι αγωνιζόμενοι σύντροφοι σε έναν αγώνα που κάποτε εξαπλώθηκε σαν επιδημία λίγο πολύ σε όλη την Ευρώπη αλλά και παραπέρα, φορούν τώρα τη στολή με τα λαμπερά κουμπιά, μια κακή απομίμηση των Άγγλων μπάτσων, είναι κάτι που δε χωνεύεται εύκολα. Οι αστυνομικοί όμως δε φορούν απλά στολές, δε γυαλίζουν απλά τα κουμπιά τους- ελέγχουν καταστέλλουν, χτυπούν και ευκαιριακά πυροβολούν και σκοτώνουν δίχως σκέψη.
Η Γάζα δεν είναι μια μεγάλη πόλη, έχει λίγους ασφαλτόδρομους και, όπως σε τόσα άλλα τμήματα του αραβικού κόσμου, οι δρόμοι αυτοί μοιάζουν με μικρά επαρχιακά δρομάκια. Οι αστυνομικοί του Αραφάτ είναι τώρα παρόντες στην περιοχή όπου κάποτε βρισκόταν η ισραηλινή Σιν Μπεθ. Όχι μόνο αστυνομικοί, αλλά το δικαστήριο, η φυλακή και οι μυστικές υπηρεσίες. Όλα μικρά κι όχι ιδιαίτερα επαρκή, η σκέψη όμως είναι που μετράει.
Τί συνέβη στην Ιντιφάντα;
Συνεχίζεται ακόμη βέβαια, ενάντια στα παλιά και νέα αφεντικά. Αγόρια και κορίτσια συλλαμβάνονται, μεταφέρονται στο πολυδύναμο κτίριο της παλαιστινιακής κρατικής καταστολής, ανακρίνονται από καταδεκτικούς ανακριτές και δικάζονται από απίθανους δικαστές. Είναι κι οι ίδιοι παιδιά, λίγο μεγαλύτερα σε ηλικία, που γεννήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.  Τί να πουν κάτω από την πεφωτισμένη στρατιωτική διοίκηση του μεγάλου αρχηγού;
Με τον ίδιο τρόπο που μας πήρε χρόνια να συνειδητοποιήσουμε, ότι οι Ισραηλινοί ήταν βασανιστές παρ’ όλο που μόλις είχαν βγει από τα στρατόπεδα εξόντωσης, τώρα ποιός ξέρει πόσο θα μας πάρει να αντιληφθούμε ότι οι Παλαιστίνιοι, κάποτε σύντροφοι, μπορούν να γίνουν βασανιστές.
Η πραγματικότητα εξελίσσεται, και στη διάρκεια της εξέλιξης αυτής αλλάζουν και οι μάσκες πίσω από τις οποίες κρύβονται οι άνθρωποι για να παίξουν τους ρόλους τους.
Συχνά όμως αλλάζει και ο ρόλος πίσω από τη μάσκα, χωρίς κανείς να το παρατηρεί…

ΤΟ ΚΟΥΙΖ ΤΟΥ ΜΑΗ…

ΓΙΑ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΥΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΣ ΛΥΤΕΣ.

(ή αλλιώς, όταν σπέρνεις ανέμους, θερίζεις θύελλες).

Όταν τόσα χρόνια υποθάλπτεις, καλλιεργείς και ενθαρύννεις μια απύθμενη βλακεία, μια ματσό και τσαμπουκαλεμένη νοοτροπία, μια αβάσταχτη ανευθυνότητα και ελαφρότητα που καταλήγει στο θάνατο, είσαι τουλάχιστον γελοίος.
Γίνεσαι όμως επιπλέον πολιτικάντης, ανειλικρινής και αναξιοπρεπής, όταν μιλάς με όρους συλλογικής ευθύνης και ακροβατείς στα όρια της ρουφιανιάς, βιώνοντας ένα απεγνωσμένο άγχος να προβάλλεις “καλό προσωπείο”, διαχωριζόμενος από αυτούς που θεωρείς πως  με καλό ή κακό τρόπο  σου χαλάνε τη “σούπα”.
Φυσικά το ίδιο ισχύει και για τους αυτόκλητους ή μη, ακόλουθούς σου.
…Τί θέλει να πει ο ποιητής;…

Αφιέρωμα στην Κ.Ν.Ε.

Αυτά τα ολίγα, άκρως ιλαρά και ταυτόχρονα άκρως σοβαρά κι αληθινά, βρίσκονται μεταξύ πολλών άλλων -αφηγήσεων, κειμένων, στίχων κτλ) στο πολύ καλό βιβλίο “ΟΙ ΚΝΙΤΕΣ”, του Φίλιππα Φιλίππου, εκδόσεις Πυξίδα, Αθήνα 1983. Σε καλή μεριά λοιπόν  κι αν σε κάποιον-αν αρέσουν ας μπουν σε κανά τοίχο, κατά προτίμηση έξω από γραφεία του κόμματος.

Το πολύ το Κάπα Κάπα,  κάνει το παιδί μαλάκα.

Θα ‘θελα να ‘μουν κηπουρός για να φυτεύω κνίτες
και να κλαδεύω ολημερίς μπάτσους και ασφαλίτες.

Ένας μαρκαδόρος είναι δυνατότερος από μια οργάνωση βάσης.

Δώστε στους κνίτες αντισυλληπτικά.

Μή μου τους κνίτες τάραττε.

Το νέφος κάνει τα παιδιά μας κνίτες.

Σςςς… και οι κνίτες έχουν αυτιά.

Στου κνίτη την πόρτα όσο θέλεις χέζε.

Όπου ακούς πολλούς κνίτες αργεί να ξημερώσει.

Σκότωσε τον κνίτη που έχεις μέσα σου.

Προσοχή, κυκλοφορούν κνίτες με πολιτικά ανάμεσά μας.

Αδέρφια μου κνίτες κουκιά.

Κνίτη με είπες μια βραδιά χωρίς καμιάν αιτία.

Όταν έχεις τέτοιους κνίτες,
τί τους θες τους ασφαλίτες.

Παιδιά σηκωθείτε και πάλι καθήστε,
το κόμα προστάζει ψηφείστε-ψηφείστε.

-Όχι στο ρωμαικό τρόπο ζωής
ΚΝΕ  Γαλατίας.

Ένας είναι ο εχθρός, ο Γαλάτης ο κακός.
ΚΝΕ  Πομπηίας.

Κατερίνα Γώγου – Υπερασπίζομαι την Αναρχία.

Μη με σταματάς.  Ονειρεύομαι.
Ζήσαμε σκυμμένοι αιώνες αδικίας.
Αιώνες μοναξιάς.


Τώρα μη, μη με σταματάς.
Τώρα κι εδώ για πάντα και παντού.
Ονειρεύομαι ελευθερία.


Μέσα απ’ του καθένα την πανέμορφη ιδιαιτερότητα, 
ν’ αποκαταστήσουμε του Σύμπαντος την αρμονία.
Ας παίξουμε. Η γνώση είναι χαρά.
Δεν είναι επιστράτευση απ’ τα σχολεία.


Ονειρεύομαι γιατί  αγαπώ.
Μεγάλα όνειρα στον ουρανό.
Εργάτες με δικά τους εργοστάσια
συμβάλλουν στην παγκόσμια σοκολατοποιία.


Ονειρεύομαι γιατί ΞΕΡΩ και ΜΠΟΡΩ.
Οι τράπεζες γεννάνε τους “ληστές”.
Οι φυλακές τους “τρομοκράτες”.
Η  μοναξιά τους “απροσάρμοστους”.
Το προϊόν την “ανάγκη”.
Τα σύνορα τους στρατούς.
Όλα η ιδιοχτησία.
Βία γεννάει η Βία.


Μη ρωτάς. Μη με σταματάς.
Είναι τώρα ν’ αποκαταστήσουμε
του ηθικού δικαίου την υπέρτατη πράξη.
Να κάνουμε ποίημα τη Ζωή.
Και τη Ζωή πράξη.


Είναι ένα όνειρο που μπορώ
μπορώ μπορώ
Σ’ ΑΓΑΠΩ
και δεν με σταματάς δεν ονειρεύομαι.
Ζω.
Απλώνω τα χέρια
Στον Έρωτα στην Αλληλεγγύη
στην Ελευθερία.
Όσες φορές  χρειαστεί κι απ’ την αρχή.

Υπερασπίζομαι την ΑΝΑΡΧΙΑ.

Κείμενα,ποιήματα,μεταφράσεις,σκέψεις, ενάντια στους "-ισμούς", τη μιζέρια και τη βαρβαρότητα, με όλη την ορμή και το πάθος του προσωπικά και συλλογικά δίκαιου. Για επικοινωνία stircook@espiv.net