Χώρος και κεφάλαιο – Αλφρέντο Μπονάνο.

Ούτε το παραμικρό μέρος του φυσικού χώρου δεν μπορεί να απομονωθεί από την παρέμβαση του κεφαλαίου, άσχετα αν είναι το μακρινό διάστημα ή τα βάθη των ωκεανών, οι θάλασσες ή οι έρημοι, η μεγάλη μητρόπολη ή το μικροσκοπικό απομακρυσμένο χωριό. Μια ολόκληρη ακολουθία σχέσεων διασταυρώνονται και συμπίπτουν: στοιχεία που φαινομενικά δεν σχετίζονται μεταξύ τους, συνδέονται μέσω του κοινού πλαισίου εκμετάλλευσης. Μπορεί κάποιος να κοροϊδεύει τον εαυτό του πηγαίνοντας κάπου μακριά έξω από αυτόν τον κόσμο όπως λένε, θ’ ανακαλύψει όμως ότι απλά, οι μηχανισμοί του κεφαλαίου φτάνουν τέλεια και ως εκεί.
Αυτό εξηγεί γιατί είμαστε εναντίον του “οικολογισμού”(ecologism) όπως και κάθε άλλης εναλλακτικής πρότασης, που ισχυρίζεται ότι δρα ενάντια στην εκμετάλλευση απομονώνοντας μια πτυχή της πραγματικότητας από τις άλλες. Βέβαια κι εμείς επίσης ξεκινάμε τις παρεμβάσεις μας από συγκεκριμένα σημεία, δεν κοροϊδεύουμε όμως τους εαυτούς μας λέγοντας ότι μπορούμε να επιτεθούμε στον εχθρό παραμένοντας σε αυτά τα πλαίσια. Αν είναι σκοπός μας να κινηθούμε επιθετικά, πρέπει να ξεπεράσουμε τον “κατατεμαχισμό” που σε κάποιο δεδομένο σημείο καθίσταται αναγκαστική επιλογή, είναι όμως στην ουσία μια στρατηγική που το κεφάλαιο μας έχει επιβάλει.
Η κυριότερη λεηλασία που πραγματοποιεί η εκμετάλλευση, είναι η κλοπή του χώρου και του χρόνου. Δύο κλοπές που συνδέονται ουσιαστικά. Το κεφάλαιο κλέβει το χρόνο μας, υποχρεώνοντάς μας να εργαστούμε και καθορίζοντας τις ζωές μας, κατακλύζοντάς τις με ρολόγια, δεσμεύσεις, προθεσμίες και πάει λέγοντας, μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια. Κλέβοντάς μας το χρόνο, μας προλαμβάνει από το να κατανοήσουμε τους εαυτούς μας. Μας αποξενώνει. Χωρίς χρόνο, δεν θα μπορούσαμε ούτε καν να παρατηρήσουμε την κλοπή του χώρου-τον χρειαζόμαστε για να παρατηρήσουμε έστω και την παρουσία του χώρου. Για να σκεφτούμε, να ακούσουμε, να ονειρευτούμε, να επιθυμήσουμε. Ζώντας τον χώρο με όρους απόστασης, χιλιομέτρων που πρέπει να καλυφθούν, μετακινήσεων από το ένα μέρος στο άλλο, χάνουμε από τα μάτια μας τη σχέση με τα πράγματα, τη φύση, τον κόσμο.
Το κεφάλαιο μας έκλεψε το χρόνο (τον χρειαζόταν για την παραγωγή) – μετά ήρθε το σύστημα ελέγχου και καταστολής, και τελικά η γενίκευση της συναίνεσης. Τώρα είμαστε αντιμέτωποι με την ανάγκη να κινηθούμε προς την οικειοποίηση του χώρου και του χρόνου μας. Η επίθεσή μας δεν μπορεί να αποτύχει στο να προκαλέσει ζημιές και συντρίμμια. Αυτό είναι στη λογική των πραγμάτων, στη λογική του ταξικού πολέμου. Το σχέδιο της εξουσίας είναι παγκόσμιο και δεν χωρά την ύπαρξη “κενών χώρων”. Παγκόσμιο όμως είναι και το δικό μας σχέδιο απελευθέρωσης, για τους αντίθετους όμως λόγους. Δεν μπορεί να επιτρέψει την μή ύπαρξη “ελεύθερων χώρων”. Αν επιτρέπαμε στο κεφάλαιο να επιτύχει την παγκόσμια κυριαρχία, θα ήμασταν για τα καλά νεκροί.
Ευτυχώς, ο δρόμος που πρέπει να διανύσει η εξουσία για να επιτύχει την παγκόσμια κυριαρχία, είναι ακόμα μακρύς. Πέρα από το να καταχράται τον χώρο και τον χρόνο σε παγκόσμιο επίπεδο, το κεφάλαιο επιχειρεί τον διαχωρισμό της πραγματικότητας σε δύο ξεχωριστά τμήματα. Δεν είναι πλέον το παλαιό ζήτημα του “κατατεμαχισμού”, αλλά ενός ξεκάθαρου διαχωρισμού, ενός πραγματικού τείχους μεταξύ εσωκλεισμένων και αποκλεισμένων. Στους πρώτους θα υπάρξει η εγγύηση για μια προνομιακή συνθήκη κυριαρχίας, υψηλού πολιτισμικού επιπέδου, προώθησης και δημιουργικότητας. Στους δεύτερους για μια συνθήκη επιβίωσης, συναίνεσης, υποκουλτούρας, αμαχητί παράδοσης, έλλειψης κινήτρων και ίσως αναγκών. Στην προοπτική αυτή, κράτος και κεφάλαιο απαιτούν την πλήρη διαθεσιμότητα του κοινωνικού χώρου. Τίποτα δεν πρέπει να ξεφύγει από τον έλεγχό τους .
Και υπάρχουν κι άλλα! Το κεφάλαιο έχει πλέον στη διάθεσή του, τεχνολογίες που του επιτρέπουν όχι απλά την κατοχή του χώρου, αλλά -ουσιαστικά- την παραγωγή του. Σκεφτείτε την ικανότητα να επικοινωνούν μεταξύ τους σε πραγματικό χρόνο, δύο διακριτά σημεία που βρίσκονται χιλιόμετρα μακρυά. Αυτό δεν αλλάζει μόνο τη σειρά παραγωγής ( ποικιλία, δημιουργικότητα, στοκ, κ.τ.λ.) αλλά και -κυρίως- την ανθρώπινη σειρά των κοινωνικών σχέσεων (που είναι επίσης οικονομικές).
Έτσι το κεφάλαιο παράγει χώρο στη βάση του σχεδίου κυριαρχίας κι εκμετάλλευσης. Μετασχηματίζει και καταστρέφει τη φύση, τροποποιεί τις πόλεις και το τοπίο, καταστρέφει τις θάλασσες τα ποτάμια και τις λίμνες, υποβάλλοντας -ακόμη και- αστρικά διαστήματα στη μιλιταριστική λογική του. Ο παραγόμενος με αυτόν τον τρόπο χώρος, χρησιμεύει στο να καναλιζάρει τους ανθρώπους. Βρισκόμαστε λοιπόν να κολλάμε στην κίνηση, να γκαζώνουμε σε λεωφόρους, να στεκόμαστε στην ουρά στο μάρκετ. Μας δηλητηριάζουν με κυκλοφοριακό χάος, με ραντεβού που δεν πρέπει να χάσουμε, εικονικά ενδιαφέροντα που μας κάνουν να νιώθουμε άσχημα, υποχρεώνοντάς μας να είμαστε διαρκώς και χωρίς νόημα σε κίνηση. Οι χώροι στους οποίους κινούμαστε είναι προγραμματισμένοι για εμάς, κι εμείς φανταζόμαστε πως τους έχουμε οι ίδιοι επιλέξει. Τα σπίτια μας είναι γεμάτα με άχρηστα βλαβερά αντικείμενα. Ο χώρος είναι πλέον περιορισμένος ή μάλλον έχει αλλάξει σύμφωνα με τις ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής, η οποία χρειάζεται να πουλήσει τηλεοράσεις, πλυντήρια, ψυγεία, έπιπλα κι εντοιχισμένες κουζίνες.
Σχεδόν χωρίς να το παρατηρήσουμε λοιπόν, ο χρόνος μας εξαφανίζεται και ο χώρος μας υποβαθμίζεται σε σχέσεις μεταξύ αντικειμένων, μαρτυρώντας τη δύναμη πειθούς του κεφαλαίου. Με τον τρόπο αυτό, διδασκόμαστε την επανάληψη. Κάνουμε τις ίδιες χειρονομίες, όπως όλοι γνωρίζουν (αλλά συστηματικά ξεχνούν), στον προθάλαμο της συναίνεσης.
Το κεφάλαιο απ’ την πλευρά του, είναι υποχρεωμένο να πάρει χώρο από εμάς, γιατί δεν μπορεί να αφήσει έστω και λίγο διαθέσιμο για τη δημιουργικότητά μας, την ικανότητά μας να τα βγάλουμε πέρα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, την επιθυμία μας για το καινούργιο (που αποτελεί το πρώτο κίνητρο για να βρεθούν λύσεις οι οποίες αποδεικνύονται απίστευτα χαρισματικές σε αυθορμητισμό και πλούτο). Αν το κεφάλαιο άφηνε τον χώρο σε τέτοιες ατομικές δυνάμεις, δε θα στεκόταν ικανό να φτάσει το ρυθμό επανάληψης που απαιτείται για την παραγωγή. Η τελευταία, δεν πρέπει να το ξεχνάμε, είναι τέτοια μόνο στο βαθμό που είναι επίσης και αναπαραγωγή. Σκεφτείτε τις προσπάθειες (που βοηθάει η ηλεκτρονική τεχνική) που κάνει το κεφάλαιο για να πραγματοποιήσει τις επιθυμίες του καθενός με τη μέγιστη (συγκεντρωποιημένη και κωδικοποιημένη) ποικιλία.
Τα μεγάλα ονόματα στη μόδα, οι αλυσίδες γρήγορου φαγητού, η διαφήμιση που υπερτονίζει το ατομικό γούστο με τη μαζική παραγωγή, δεν είναι τίποτα περισσότερο από προσπάθειες να μπλοκαριστούν οι διάφοροι δρόμοι που θα μπορούσαμε να διαβούμε σήμερα.
Παρ’όλο που ο χώρος που παράγεται και αναπαράγεται βασίζεται στη συναίνεση, περιέχει σε σημαντικό βαθμό κατασταλτικές – με την αστυνομική έννοια – πτυχές. Ο έλεγχος καθορίζει την κίνηση με κάθε τρόπο. Πρώτες ύλες και άνθρωποι, ιδέες και μηχανές, χρήμα και επιθυμίες, όλοα συνδιάζονται γιατί όλα έχουν προνοητικά/προληπτικά ομογενοποιηθεί. Οι διαφορές δεν είναι κάτι περισσότερο από αυτό, δεν είναι ριζοσπαστικές διαφοροποιήσεις. Έχουν υποβαθμιστεί στο επίπεδο της εμφάνισης, της βιτρίνας και με αυτή τους τη νέα ιδιότητα εξυψώνονται μέχρι τον παράδεισο σαν(να ήταν) το βασίλειο της ελευθερίας.
Η στρατηγική λοιπόν της εξουσίας είναι να ελέγχει κάθε χώρο με τον ίδιο τρόπο που ελέγχει κάθε χρόνο. Δεν είναι απλά ζήτημα αστυνομικού ελέγχου, αλλά κυρίως ελέγχου βασισμένου στη συναίνεση και την αποδοχή μοντέλων συμπεριφοράς και αξιακών συστημάτων που έχουν οι καπιταλιστές τεχνοκράτες.
Τί να κάνουμε; Να ψάξουμε για τον χαμένο χώρο και χρόνο; Όχι με την έννοια ενός νοσταλγικού ταξιδιού πίσω στο χρόνο. Τίποτα στη ζωή δε γυρίζει πίσω όπως τίποτα δεν εμφανίζεται με τον ίδιο ακριβώς (ή με τελείως διαφορετικό) τρόπο.
Η παλαιά σχέση με το χώρο, άφησε τη σφραγίδα ενός φυσικού/υλικού τόπου. Αυτού, του ανθρώπου και των πραγμάτων του. Ένας δρόμος, μια πλατεία, ένα σταυροδρόμι, ένα ποτάμι, η θάλασσα κι ο ουρανός, τα δάση και τα βουνά, ήταν σε ανοιχτή συνδιαλλαγή με τα άτομα, που ήξεραν πώς (και ήθελαν) να τα ακούσουν. Και η “συγγένεια” με άλλα άτομα οδήγησε τους ανθρώπους στα ίδια μέρη, κινητοποίησε τα αισθήματά τους, τους ώθησε στη σκέψη και τη δράση. Κάποος έβρισκε τον εαυτό του ως άτομο, ενώ τώρα αντίθετα, χάνεται ως μέρος του συνόλου, του πλήθους. Κάποτε ήμασταν ανοιχτοί και συχνά απροετοίμαστοι και τρωτοί. Τώρα μας προστατεύει η ομοιομορφία και η ρουτίνα. Νιώθουμε ασφαλέστεροι γιατί ανήκουμε στο κοπάδι. Τα πάντα παράγονται και αναπαράγονται. Όλα μπορούν να γίνουν εμπόρευμα.
Σε αυτήν την προοπτική, η πάλη για κοινωνικό χώρο γίνεται πάλη για την επανοικειοποίηση κάθε “εδάφους” πέρα κι ενάντια στους κανόνες του ελέγχου και της συναίνεσης.
Το κείμενο αυτό του Αλφρέντο Μπονάνο, με τίτλο πρωτότυπου Spazio e capitale, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Anarchismo τεύχος 56-57 το 1987. Απόδοση από τα ιταλικά στα αγγλικά: Jean Weir, Elephant Editions. Ελληνική μετάφραση: Βόλος 2010.

Στίρνερ, άτομο και αναρχισμός.

Βασισμένο στο βιβλίο του Max Stirner ”The Ego and Its Own”,

Rebel Press, Λονδίνο 1993.
Δημοσιεύτηκε στο τευχος 6 του Red & Black Revolution το χειμώνα του 2002.
Πυράνχας. Βόλος Ιούλης 2009.
Ο Μαξ Στίρνερ αποτελεί μια σχετικά σκοτεινή φιγούρα στην αναρχική και αριστερή σκέψη. Έχει επηρεάσει πολλούς που θεωρούν τους εαυτούς τους ως αναρχοατομικιστές, όπως οι αμερικανοί Lysander Spooner και Benjamin Tucker, καθώς και τον σύγχρονο αγκιτάτορα Bob Black. Επίσης έχει φίλους μεταξύ των αναρχο-κομμουνιστών, ιδίως στη Γλασκώβη όπου η στιρνερική παράδοσηδιατηρείται μέχρι σήμερα. Ο Στίρνερ ήταν ένας εγωιστής που κινήθηκε ενάντια σε όλα τα δόγματα και τις πεποιθήσεις που απαιτούσανυποταγή της θέλησης του ατόμου στην ηγεσία τους. Μπορεί λοιπόν να αναρωτηθείτε γιατί προσπαθώ να τονίσω κάποιες από τις ιδέεςτου, στο περιοδικό μιας οργάνωσης αφοσιωμένης σε ένα συλλογικό αναρχοκομμουνιστικό όρα-μα της κοινωνίας. Για δύο λόγους.
Πρώτα απ’ όλα, οι ιδέες του Στίρνερ είναι το τέλειο διορθωτικό-αντίβαρο, σε εκείνες των εξουσιαστώνσοσια-λιστών. Πράγματι, το συνειδητοποίησαν αυτό, καταδικάζοντας τον Στίρνερ από την πρώτη σχεδόν μέρα. Ο Μαρξ κι ο Ένγκελς αφιέρωσαν ένα ολόκληρο βιβλίο 300 σελίδων στο να καταγγείλουν τις ιδέες του – “Η Γερμανική Ιδεολογία” (δημοσιευμένο το 1846). Η ημι-υστερική και προσωπική φύση τηςκριτικής τους, μας δείχνει πόσο είχαν ανησυχήσει. Τον καταδίκασαν ως το πιο κενό και ρηχό μυαλό μεταξύ των φιλοσόφων”, του οποίου η όλη δραστηριότητα, περιορίζεται στο να δοκιμάζει λίγα, χιλιοειπωμένα,ηθικολογικά κόλπα, σε ένα κόσμο που του παραδόθηκε από τη φιλοσοφική παράδοση. Αυτή και μόνο η απόπειρά τους, αρκεί να μας υποψιάσει για το ότι μπορεί να λέει κάτι ενδιαφέρον! Η απόλυτη απαξίωση του Στίρνερ για αυτούς που θα γινόντουσαν αφέντες, του επέτρεψε να προβλέψει με καθαρότητα και ακρίβεια την καταστροφή που επήλθε, όταν οι σοσιαλιστικές ιδέες ανήλθαν στο επίπεδο της κρατικής θρησκείας: Η κοινωνία, από την οποία έχουμε τα πάντα, είναι ένας νέος αφέντης, ένα νέο φάντασμα, ένα νέο υπέρτατο ον που μας θέλει υποταγμένους στην υπηρε- σία του”.
Υπάρχει πάντως μια δεύτερη και βαθύτερη αναφορά στη σκέψη του. Όλοι οι αναρχικοί αγωνίζονται να μεγιστοποιήσουν την ατομική ελευθερία με συλλογικά μέσα. Προκειμένου όμως να γίνει αυτό, πρέπει οι άνθρωποι να δεσμευτούν στις ιδέες της συλλογικής οργάνωσης με άλλους. Αυτή η αντίληψη είναι κοινή στους αναρχικούς και σε πολλούς της αριστεράς. Είναι όμως πολύ λιγότερος ο χρόνος που αφιερώνεται, ακόμη κι από αναρχικούς, στο τί πραγματικά θα σήμαινε το να ζούμε σε μια αναρχική κοινωνία. Η ελευθερία δεν χαρίζεται. Έχει νόημα μόνο για ανθρώπους που πραγματικά την επιθυμούν, κι αυτό σημαίνει δυνατά άτομα που ξέρουν τί θέλουν. Τί σημαίνει να είσαι ελεύθερος ή όπως το θέτει ο Στίρνερ, “κάτοχος του εαυτού σου”? Αν δεν εκτιμήσουμε πραγματικά τί σημαίνει αυτό και πόσο πολύτιμο είναι, τότε θα μπορούσαμε να φτάσουμε μέχρι και να τα παρατήσουμε, αφήνοντας το κράτος και τους καπιταλιστές να σκέφτονται για εμάς!
Ποιές ήταν οι ιδέες του ;
Σίγουρα, αν ο σοσιαλισμός είναι κάτι, αυτό είναι το αντίθετο της ιδιοτέλειας και του εγωισμού. Στην πραγματικότητα, οι αντίπαλοί μας ισχυρίζονται πώς ενώ οι ιδέες του σοσιαλισμού και του αναρχισμού είναι τόσο ελκυστικές, η ανθρώπινη απληστία τις κάνει μή πραγματοποιήσιμες. Μας λένε πως είναι η “φυσική” συνθήκη απληστίας των ανθρώπων που καθιστά το σοσιαλισμό ένα άπιαστο όνειρο.. Τί θα γινόταν όμως αν γυρνούσαν όλα, τα πάνω κάτω ; Αν ο σοσιαλισμός ξεπηδούσε αρχικά από μια γεμάτη απληστία αρπαγή των
δυνατοτήτων της ζωής προκειμένου να μετατραπούν σε προσωπικό όφελος ; Αν ήταν η δική μας προσωπική απληστία και εγωισμός που θα μας έβγαζε από τον καπιταλισμό ωθώντας μας σε μια νέα ζωή; Οι μεγάλοι είναι μεγάλοι μόνο επειδή εμείς είμαστε γονατιστοί – τί θα συμβεί αν εγερθούμε όλοι; Αυτό είναι το παρά-δοξο που προτείνει ο Στίρνερ στο “ Ο Μοναδικός και το Δικό του”.
Ο Μάξ Στίρνερ ( πραγματικό όνομα Κάσπαρ Σμιτ ) ήταν μέλος μιας μικρής ομάδας αριστερίζοντων γερμανών διανοούμενων με την επωνυμία “Οι Απελεύθεροι”, όπου συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, ο Μαρξ κι ο Ένγκελς. Ο Στίρνερ έγραψε πολλά δοκίμια, συνέθεσε κι εξέδωσε μια”ιστορία της αντίδρασης” και μετέφρασε έργα του Adam Smith. Παρ’ όλα αυτά, αυτό το βιβλίο είναι το μοναδικό πλήρες γνήσιο έργο του. Πριν την παράθεση κάποιων εκ των απόψεων που περιέχονται στο βιβλίο, πρέπει να πω σε οποιονδήποτε έρθει σε επαφή με αυτό , ότι δεν είναι εύκολο ανάγνωσμα . Στην πραγματικότητα είναι πολύ κακογραμμένο και λυπάμαι πραγματικά τον μεταφραστή. Πρώτα απ’ όλα, ο Στίρνερ μπορεί να αναφέρεται σαρκαστικά σε περιλήψεις ιδεών άλλων ανθρώπων και ξαφνικά να μεταφέρεται στις προσωπικές του απόψεις. Έπειτα , το βιβλίο είναι σε μεγάλο βαθμό “αφηρημένο” και σε μια λέξη όπως π.χ. “άνθρωπος”, μπορεί να δίνονται πολλά διαφορετικά περιεχόμενα μέσα σε μία μόνο παράγραφο. Γνωρίζοντας αυτά, κάποιος που θα κάνει προσεκτική ανάγνωση πραγματικά θα ανταμειφθεί! Το βιβλίο αποτελεί μια άμεση επίθεση σε κάθε αφηρημένο σύστημα πίστης, ξεκινώντας από τις θρησκευτικές απόψεις για να περιλάβει κάθε πολιτική πεποίθηση ως εκ φύσεως θρησκευτική. Η πρώτη παράγραφος δίνει το στίγμα , με τον Στίρνερ να εκθέτει με σαρκασμό αυτό που θεωρεί τως χαρακτηριστικό του εχθρού:
Αυτό που δεν θα πρεπε, βαφτίζεται υπόθεσή μου. Πρώτα και κύρια αυτή του Καλού‘, μετά αυτή του θεού, της ανθρωπότητας, της αλήθειας, της ελευθερίας, της ανθρωπιάς, της δικαιοσύνης, καθώς και αυτή του λαού μου, του πρίγκηπά μου, της πατρίδας μου. Τέλος, ακόμη και η υπόθεση του μυαλού ή χίλιες άλλες. Μόνο η υπόθεσή μου δεν πρέπει ποτέ να με απασχολεί…”ντροπή στον εγωιστή που σκέφτεται μόνο τον εαυτό του”.
Ξεκινά με τη θρησκεία. Πιστεύει πως η έννοια του πνευματικού ανθρώπου πρωτοεμφανίστηκε μεταξύ των ελλήνων κι έπειτα ενισχύθηκε με τον χριστιανισμό. Η αντίληψη του πνευματικού ανθρώπου, λέει πως τα γήινα-υλικά ενδιαφέροντα κάποιου, είναι δευτερεύουσας σημασίας. Είναι ζήτημα ενός πνευματικού και ιδεώδους ανθρώπου, που θα ξεπεράσει τον τωρινό συνηθισμένο, καθημερινό άνθρωπο. Η αναζήτηση αυτού του εξιδανικευμένου ανθρώπου που ενυπάρχει στον καθένα (με την έννοια ότι είμαστε “κατ’ εικόνα του θεού”), αυτόματα απομακρύνει όλα τα άμεσα σωματικά ζητήματα . Ο Χριστιανός σκοπεύει να διώξει τη “ματαιότητα” αυτού του κόσμου, και να “αποκηρύξει” την τωρινή ζωή για χάρη ενός μελλοντικού παραδείσου.
Προχωρά στους πρώτους φιλόσοφους που αμφισβήτησαν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις – συνέχισαν όμως να δέχονται τον πνευματικό κόσμο ως τον σημαντικό. Ο Ντεκάρτ διακηρύσσει “σκέφτομαι άρα υπάρχω” όχι τρώω άρα υπάρχω ή καπνίζω άρα υπάρχω! Οι άνθρωποι καθορίζονται από την σκέψη τους, η οποία είναι γενικά αφηρημένη και πνευματική (θα μπορούσε να ειπωθεί ότι σε μεγάλο βαθμό η σκέψη προκύπτει από την πραγματική εμπειρία ,αλλά δεν εννοεί αυτό). Τα πνευματικά λοιπόν πράγματα εκτός της πρακτικής αληθινά βιωμένης ζωής των ανθρώπων, ανυψώθηκαν τόσο που αποξενώθηκαν από την καθημερινή τους ζωή.
Κατά τη γνώμη μου, η πιο πρωτότυπη ιδέα του Στίρνερ, είναι να δείξει πώς οι υλιστές φιλελεύθεροι και οι σοσιαλιστές σκοπεύοντας να ξεμπερδεύουν με το θεό και την πνευματικότητα, απλά όρθωσαν ένα νέο οικοδόμημα στο οποίο μπορούσαν να θυσιαστούν τα καθημερινά ζητήματα.. Το οικοδόμημα αυτό ήταν “ο άνθρωπος”. Σύμφωνα με τον Στίρνερ, οι φιλελεύθεροι, οι κομμουνιστές, οι ουμανιστές, οι αναρχικοί και τόσοι άλλοι, απλώς αντικατέστησαν το θεό με τον άνθρωπο. Έτσι, προωθείται ένα ιδεώδες μελλοντικό όραμα για την ανθρωπότητα ως σύνολο, ώστε να κινηθεί προς τα εμπρός. Αυτό
που είσαι σήμερα, δεν προσεγγίζει ούτε στο ελάχιστο ό,τι θα μπορούσες μια μέρα να γίνεις.
Ενδιαφέρονται για την αφηρημένη έννοια του ανθρώπου και όχι για την πραγματική ζωή των ξεχωριστών ανθρώπων. Αυτό οδηγεί σε μια ενδιαφέρουσα έκφραση αυτού που οι ψυχολόγοι σήμερα αποκαλούν κάποιες φορές “αναβαλλόμενη ικανοποίηση“ – προσπαθείς πάντα να φτάσεις μια ιδεώδη μορφή του εαυτού σου :
Επομένως, μια νέα στιγμή από το μάλλον σου γνέφει κάθε στιγμή της ύπαρξής σου, και αναπτύσσοντας τον εαυτό σου, απομακρύνεσαι από τον εαυτό σου”.
Με άλλα λόγια, είσαι κάτι το οποίο προσπαθείς να φτάσεις. Μια ιδεώδης εκδοχή του εαυτού σου πλανάται πάνω σου σαν ένας στόχος που πρέπει να φτάσεις. Ποτέ δεν ξεκινάς πραγματικά από τον εαυτό σου, γιατί προσπαθείς πάντα να τον φτάσεις – είσαι αποξενωμένος από αυτόν!
Εντάξει. Ίσως τώρα γίνεται φανερό πόσο αφηρημένες είναι κάποιες από τις ιδέες! Υπάρχουν όμως άμεσα πρακτικά συμπεράσματα. Αν σχεδιάσεις ένα ιδανικό για το τί πρέπει να γίνουμε μελλοντικά, μπορείς επίσης να μας επιβάλλεις περιορισμούς. Αν όλοι υπακούν ως αποτέλεσμα σεβασμού το νόμο, τότε χρειάζεσαι πολύ λίγους μπάτσους. Οι αντιλήψεις εσωτερικεύονται και η αυτοπειθαρχία δημιουργεί καλούς πολίτες. Υπάρχει βέβαια πάντα κάποια αφηρημένη ηθικότητα, κάποια κομματική γραμμή στην οποία πρέπει γεμάτοι ενοχές να
προσκολληθούμε. Από μικρή ηλικία, οι έννοιες της ιδιοκτησίας, της αμαρτίας, της ντροπής, μας βομβαρ-δίζουν μέσω του σχολείου, της οικογένεας, της εκκλησίας, των μ.μ.ε και των πολιτικών. Αυτοί θέτουν τα όρια για το τί μπορείς να κάνεις και τί όχι. Οι αντιλήψεις ή φαντάσματαόπως τις ονομάζει ο Στίρνερ της ηθικής, του σεβασμού για την προσωπική ιδιοκτησία κ.τ.λ. περιορίζουν τους ανθρώπους. Θα μπορούσες να ζεις  στην φτώχεια απ’ όταν γεννήθηκες, αλλά, όπως το θέτει, δεν πρέπει να σηκώσεις ούτε καρφίτσα αν δεν σου επιτρέψουν”.
Αυτές οι αντιλήψεις υιοθετούνται, προωθούνται και γίνονται σεβαστές από αυτούς που σκοπεύουν να αλλάξουν την κοινωνία. Από τη στιγμή που γίνονται αποδεκτές και εσωτερικεύονται , οι άνθρωποι υπακούν τους κανόνες όχι επειδή υποχρεώνονται αλλά επειδή πιστεύουν πως είναι σωστό και πρέπον να το κάνουν: Κάθε Πρώσος κουβαλά ένα χωροφύλακα μέσα του”.
Εγωισμός στην πράξη.
Η κριτική του Στίρνερ προχωράει μακριά, τί προσφέρει όμως ως λύση και πώς μπορεί να πραγματοποιηθεί με δεδομένο ότι οι ιδέες δείχνουν να..παρεκκλίνουν όταν εμπλέκονται σε κάποια συλλογική πάλη για μια αφηρημένη ιδέα του πώς θα έπρεπε να γίνουν ταπράγματα!
Πρώτα απ’ όλα, απαρνείται κάθε κουβέντα για ελευθερία. Ο Στίρνερ αντιλαμβάνεται την ελευθερία ως ένα επικίνδυνο “φάντασμα”. Υπαινίσσεται απουσία θέλησης (ελευθερία από κάτι) παρά κάποιο ιδιαίτερο όφελος. Είναι ένας αρνητικός ορισμός, εύκολο να χρησιμοποιηθεί από τον καθένα ως μια πλατφόρμα πώλησης ιδεών. Αντίθετα, καλεί τους ανθρώπους να γίνουν κάτοχοι του εαυτού τους. Αυτό σημαίνει να βάζεις τον εαυτό σου στο κέντρο των πραγμάτων και στη συνέχεια να κάνεις κτήμα σου όσο μεγαλύτερο μέρος του  κόσμου μπορείς. Έτσι κατέχεις εσύ τις ιδέες και τα συστήματα πεποιθήσεων και όχι το αντίθετο και όλα αναλύονται σύμφωνα με το πόσο χρήσιμα σου είναι. Βέβαια, όπως ξεκαθαρίζει, πρέπει πρώτα απ’ όλα να γνωρίζεις ποιός είσαι ως διαχωρισμένος από τις ιδέες ή τα πάθη που σε μια δεδομένη στιγμή κυριαρχούν. Με μια αντίληψη που αργότερα συνέλαβε ο Νίτσε (“Πέρα από το Καλό και το Κακό”) , διακηρύττει μεταξύ άλλων: Μακριά από κάθε υπόθεση που δεν είναι δική μου! Τί είναι καλό, τί είναι κακό? Γιατί η υπόθεσή μου είμαι Εγώ και δεν είμαι ούτε καλός ούτε κακός. Ούτε αυτό έχει κάποια σημασία για μένα”.
Σε τί είδους κοινωνία θα οδηγούσε αυτό? Αν και βαθιά ιντιβιντουαλιστής, ο Στίρνερ μας δίνει μια ιδέα του τί ορίζει ως “Ένωση των εγωιστών”. Η ένωση είναι μια εθελοντική δομή σχηματισμένη από τα μέλη με γνώμονα τα άμεσα συμφέροντά τους. Είναι μια ένωση αυτο εξομολογούμενων εγωιστών την οποία αφήνουν όταν δεν εξυπηρετεί πλέον τα συμφέροντά τους. Ο Στίρνερ εμπιστεύεται αυτό το σύστημα περισσότερο από οποιο-δήποτε κράτος ή πολιτικό κόμμα. Σε τελική ανάλυση, λέει: “Θα προτιμούσα να απευθυνθώ στον εγωισμό  των ανθρώπων παρά στην καλοσύνη τους”. Φυσικά δεν θα ήταν υπέρ οποιασδήποτε μορφής συλλογικής δράσης για την επίτευξη αυτής της κοινωνίας. Ο μόνος δρόμος που δέχεται είναι ο μάλλον ανησυχητικός πόλεμος όλων εναντίον όλων”. Καλεί σε μια εξέγερση όλων των ατόμων με σκοπό όχι να ανατρέψουν τους υπάρχοντες θεσμούς, αλλά με κάποιο θολό τρόπο να τους ξεπεράσουν.
Ποιά η σχέση του με το σήμερα?
Πολλοί θα συμφωνούσαν ότι ο Στίρνερ είχε ενδιαφέρουσες ιδέες και θα τον έβλεπαν ως μια ξεχωριστή φυσιογνωμία για τους ιντιβιντουαλιστές ή ακόμη και τους ελευθεριακούς υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς. Έχει όμως ο Στίρνερ σχέση με τους αναρχοκομμουνιστές? Όπως αναφέρθηκε και πριν, νομίζω πως ναι.
Πρώτο, χρησιμεύει ως συνεχής προειδοποίηση ενάντια σε αριστερούς, εθνικιστές, θρησκόληπτους και οποιονδήποτε αναλώνεται σε αφηρημένες ιδέες. Όσο υπάρχουν ομάδες που θέλουν θολά κι αφηρημένα να “απελευθερώσουν” την “καταπιεσμένη και βασανιζόμενη ανθρωπότητα θα υπάρχουν νέα κράτη, νέοι κανόνες: Η ιεραρχία διαρκεί όσο οι ιερείς, δηλαδή θεολόγοι, φιλόσοφοι, πολιτικοί, μικρόνοοι, φιλελεύθεροι, διευθυντές σχολείων, γονείς, παιδιά, υπηρέτες, παντρεμένα ζευγάρια, οι Proudhon, Bluntschi, George Sand και άλλοι παίρνουν έδαφος, η ιεραρχία θα διατηρείται”. Δεύτερο, ανδεικνύει την επείγουσα ανάγκη της εξέγερσης στις τωρινές και πραγματικές συνθήκες της ζωής των ανθρώπων. Κάτι που συνεχώς τονίζει, είναι ότι οι πλούσιοι είναι πλούσιοι επειδή οι φτωχοί δεν βλέπουν καθαρά το δικό τους συμφέρον. Άνθρωποι που  εθελοντικά σκύβουν το κεφάλι στην καταπίεση, δεν έχουν το δικαίωμα να παραπονιούνται. Κι αν απλά παραπονιούνται ή χρησιμοποιούν αφηρημένες αντιλήψεις δικαιωμάτων κι ελευθεριών να τους παραχωρούνται από τα αφεντικά τους, αυτοί θα τους αγνοούν. Οι άνθρωποι  πρέπει να εξεγερθούν για να κάνουν πράξη το προσωπικό τους συμφέρον – “Ποιάς ιδιοκτησίας είμαι κάτοχος? Αυτής στην οποία έχω εξουσιοδοτήσει τον εαυτό μου”. Αν νιώθεις ότι είσαι υποτιμημένος, πρέπει να ανεβάσεις την τιμή σου! Τέλος, η έννοια του ατόμου είναι κεντρική στις αναρχικές αντιλήψεις. Εμείς (σε αντίθεση με τον Στίρνερ) επιδιώκουμε να μεγιστοποιήσουμε την ατομική ελευθερία με συλλογικά μέσα. Ο ρόλος, παρ’ όλα αυτά, του ατόμου στην επανάσταση, δεν έχει διερευνηθεί όσο θα άξιζε. Ητελική μορφή μιας αναρχικής κοινωνίας, θα έπρεπε νομίζω να μοιάζει πολύ με την Ένωση των Εγωιστών του Στίρνερ – με  ανθρώπους που θα συνεταιρίζονται ελεύθερα επιδιώκοντας τα συμφέροντά τους (αυτό μπορεί να είναι μακροπρόθεσμο, όχι άμεσο). Αν δεν δομηθεί από ανθρώπους που είναι “κάτοχοι του εαυτού τους, μπορεί εύκολα να ηττηθεί ή να οδηγηθεί σε κρατικίστικη κατεύθυνση. Οι   άνθρωποι που έχουν αληθινά βρει τον εαυτό τους και γνωρίζουν ότι πολεμούν γι’ αυτόν, δεν παραδίνονται εύκολα. Μια ακρατική κοινωνία μπορεί να χτιστεί από ανθρώπους που κατανοούν ότι αυτό είναι προς το συμφέρον τους. Όπως το θέτει ο Στίρνερ :“Οι αυθάδεις άνθρωποι θα απορρίπτουν πια τα κλαψουρίσματα και τις φλυαρίες σας, και δε θα σέβονται ή εκτιμούν τις ανοησίες για τις οποίες παραληρείτε και παιδιαρίζετε τόσα χρόνιαΑν τους διατάξετε υποκλι-θείτε μπροστά στον αφέντηθα απαντήσουν: Αν θέλει να υποκλιθούμε, να έρθει ο ίδιος να μας υποχρεώσει να το κάνουμε˙ εμείς, τουλάχιστον, δε θα το κάνουμε με τη συγκατάθεσή μας”.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ
Μικρή και περιεκτική η μετάφραση, όπως άλλωστε και ο λόγος του Στίρνερ. Κάπως ασαφής κατά διαστήματα και γι’ αυτό και παρεξηγήσιμος για αρκετούς. Δεν μπορεί όμως παρά να δεχτεί κανείς και να αναγνωρίσει το γεγονός ότι έβαλε το άτομο εκεί που -για το σύνολο σχεδόν των αναρχικών- θα έπρεπε να βρίσκεται: Στο κέντρο της θεώρησης για τον κόσμο. Όχι παραγνωρισμένο και μαραζωμένο για χάρη μιας υποτιθέμενης “συλλογικότητας”, που στοιχειώνει τη ζωή και τη δράση του. Ούτε έχοντας μια στυγνή εργαλειακή χρήση  στα πλαίσια οποιασδήποτε παγιωμένης ή μη, πίστης, θρησκευτικής, ιδεολογικής ή οποιασδήποτε άλλης μορφής.
Άνθρωπος με καταπιεσμένη μοναδικότητα, δεν μπορεί να υπάρξει σε συλλογικό εγχείρημα – εκτός αν γυμνώσουμε τη λέξη αυτή από το νόημά της και ονομάσουμε συλλογικό απλά το μαζικό… Αλυσίδα με φθαρμένους κρίκους δεν μπορεί να αντέξει σε πίεση – εκτός αν μας νοιάζει μόνο η βιτρίνα και να περνάμε την ώρα μας κολλώντας επαναστατόσημα…. Από την άλλη, η παρεξήγηση των θέσεων του Στίρνερ και η διατάραξη της ισορροπίας στη σχέση ατομικού-συλλογικού, μπορεί πολύ εύκολα να οδηγήσει σε αποτελέσματα κάθε άλλο παρά επαναστατικά, κάθε άλλο παρά αναρχικά. Άτομο και κοινότητα όχι μόνο δεν είναι έννοιες αντικρουόμενες, είναι ,αντίθετα, έννοιες συμπληρωμα- τικές και αλληλοεξαρτώμενες.
Όπως η ελευθερία μου επιβεβαιώνεται καθημερινά μέσα από τη δική σου, έτσι και η ατομικότητά μου θα πάψει να υπάρχει αν αυτό συμβεί στη δική σου. Πολύ απλά, είναι η ποιοτική διαφορά που δίνουμε στην έννοια της ελευθερίας εμείς από τους νεοφιλελεύθερους :
Ελευθερία δεν σημαίνει ελεύθερη αγορά και συσσώρευση κεφαλαίου ή ελευθερία να εκμεταλλευτώ τον συνάνθρωπό μου ή τη φύση– έτσι και μοναδικότητα/ατομικότητα δεν σημαίνει καταστροφή του συλλογικού ή αναχωρητισμός.
Ιδιαίτερα εμείς που μιλάμε και δρούμε στο όνομα της αναρχίας, ας μην την κάνουμε και αυτή μία ακόμη θρησκεία, άλλοτε.. εναλλακτική, άλλοτε.. αυστηρή και δογματική. Αρκετά δεσμά ήδη προσφέρονται απλόχερα στα μυαλά και τα κορμιά μας. Ας τα τσακίσουμε οριστικά, ακόμη κι αν έχουν φιλικό ή αγωνιστικό προσω-πείο…
Η πολιτική ελευθερία σημαίνει ότι η πόλη, το κράτος, είναι ελεύθερη. Θρησκευτική ελευθερία σημαίνει ότι η θρησκεία είναι ελεύθερη, όπως ελευθερία
συνείδησης σημαίνει ότι η συνείδηση είναι ελεύθερη. Επομένως εγώ δεν είμαι ελεύθερος από το κράτος, την θρησκεία τη συνείδηση, ούτε έχω
απαλλαγεί από αυτά. Δεν σημαίνει δική μου ελευθερία, αλλά αυτή μιας δύναμης που κυβερνά και με υποτάσσει. Σημαίνει ότι ένας από τους δεσπότες
μου, όπως το κράτος, η θρησκεία, η συνείδηση είναι ελεύθερος. Αυτοί οι δεσπότες κάνουν εμένα σκλάβο”.

ΦΥΛΑΚΗ : ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ Ή ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ; τέταρτο μέρος.

Αυτό είναι ξεκάθαρα προς όφελος του Κράτους, το οποίο ήδη πορεύεται στο δρόμο της κατάργησης, έστω κι αν -για λόγους συναίνεσης-δεν την αποκαλεί έτσι. Ήδη στις Η.Π.Α. και το Ηνωμένο Βασίλειο χιλιάδες κρατούμενων έχουν απελευθερωθεί πριν το τέλος της ποινής τους, με τον όρο ότι θα δεχτούν το ηλεκτρονική παρακολούθηση και τον περιορισμό κυκλοφορίας. Στην Αγγλία υπάρχει σε εξέλιξη ένα σχέδιο απελευθέρωσης περίπου 60000 κρατουμένων, οι οποίοι θα κάνουν κάποια απλήρωτη εργασία φορώντας φοσφωρίζοντα τζάκετς όπου λάμπει η φράση κοινοτική αποπληρωμή . Στο Λονδίνο η πρόταση είναι να δουλεύουν σε υποδομές και κτίρια για τους ολυμπιακούς αγώνες του 2012. Oι παραβάτες θα καλούνται να υπογράψουν ένα συμβόλαιο “ακολούθησης ορθού δρόμου”, και σε αυτούς που αποδεικνύονται έμπιστοι θα γίνονται παραχωρήσεις καθώς και επίβλεψη με μηχανές εντοπισμού μέσω δορυφόρου σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η επιστήμη κι η τεχνολογία λοιπόν, μαζί με την ποινική μεταρρύθμιση και τη λογική της “κατάργησης”, στρώνουν το δρόμο για τη νέα πραγματικότητα του ελέγχου.
Όλο και περισσότερα κοινωνικά στρώματα καθίστανται απρόβλεπτα και ο νόμος δεν είναι το κατάλληλο μέσο για να κρατηθούν υπό έλεγχο. Διαχειριστικοί κανόνες εφαρμόζονται ως ηθικοί κώδικες συμπεριφοράς, παίρνοντας τη θέση του νόμου, καθώς η επιστήμη παίρνει τα ηνία στον τομέα του κοινωνικού ελέγχου. Για την επιστήμη οι άνθρωποι είναι προϊόντα αόρατων δυνάμεων και δεν είναι υπεύθυνοι των πράξεών τους. Δεν βρισκόμαστε πλέον στη σφαίρα του ορθολογισμού, του βολονταρισμού και πράξεων  θέλησης βασισμένων στο διαφωτισμό και το νόμο. Το να διαπράττει κάποιος ένα έγκλημα είναι σύμπτωμα του ότι  είναι άρρωστος ή τρελός, αντικοινωνικός ή ότι απλά παρεκκλίνει.  Γίνεται έτσι εγκληματίας που πρέπει να τον επεξεργαστούν για να διορθωθεί και να αναμορφωθεί. Πάνω απ’όλα όμως πρέπει να κρατηθεί μέχρι να σκέφτεται, να αισθάνεται και να πράττει “σωστά”.  Στο Ηνωμένο βασίλειο υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι στις φυλακές,όχι επειδή “διέπραξαν κάποιο έγκλημα”, αλλά επειδή παρέβησαν τις Εντολές Αντικοινωνικής Συμπεριφοράς. Αυτό μας φέρνει πίσω στην αρχική συζήτηση σχετικά με την πόλωση του παρόντος πληθυσμού της φυλακής, καθώς και τη διαφοροποίηση και τις ποικίλες βαθμίδες  περιορισμών στο βαθμό του εκμηδενισμού, πίσω απ’τους τοίχους της φυλακής.
Ο τελικός στόχος της εξουσίας είναι να εξαφανίσει τις φυλακές, και, για τους αδιόρθωτους παράνομους, τους αποφασισμένους συνειδητούς παραβάτες, οι ειδικές μονάδες που δε  χρειάζεται πλέον να προσβάλλουν αθώες ψυχές με το να αποκαλούνται φυλακές, αλλά να προσδιορίζονται, καλύτερα, ως ψυχιατρικά άσυλα.
Ο καιρός δεν είναι πια με το μέρος μας. Πρέπει να δράσουμε τώρα, αναλυτικά,  θεωρητικά και πάνω απ’όλα να επιτεθούμε και να καταστρέψουμε την αναδιάρθρωση της καταστολής και του κοινωνικού ελέγχου.
Ο αγώνας εναντίον της φυλακής μπορεί μόνο να είναι επαναστατικός, με σκοπό την καταστροφή της παράλληλα με αυτήν του νόμου, της δικαιοσύνης, της τεχνολογίας του ελέγχου και όλων των άλλων δομών του κράτους και του κεφαλαίου.  Αυτό σημαίνει πως πρέπει στην πράξη να δούμε σε βάθος τις εξελίξεις, βάζοντάς τις στο συνολικότερο πλαίσιο του κοινωνικού αγώνα.
Η φυλακή είναι παντού και πρέπει να αναφέρεται σε κάθε αγώνα που διεξάγουμε, εκεί όπου κάθε στιγμή καταστροφής γίνεται στιγμή ελευθερίας, στην οποία κάθε τοίχος φυλακής διαλύεται και γινόμαστε ένα με τους εξεγερμένους, με τους συντρόφους μας.

ΦΥΛΑΚΗ : ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ Ή ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ; τρίτο μέρος.

Αυτό είναι το τρίτο μέρος της μετάφρασης, τελικά όμως όχι το τελευταίο. Θ’ακολουθήσει άλλο ένα -και τελευταίο-μέρος μέσα στην εβδομάδα.

Υπάρχουν φάκελοι όπως του νοσοκομείου για κάθε κρατούμενο, οι οποίοι ανανεώνονται συνέχεια και τους συνοδεύουν σε αυτή τους την πορεία στην κόλαση.  Η εξουσία της φυλακής είναι ηλίθια και μίζερη, ενισχυόμενη από ηλίθια, δειλά και μίζερα άτομα, απλά γρανάζια της κρατικής μηχανής, που πολύ σπάνια “επιπλήτονται” γι’ αυτά που κάνουν. Το παραμικρό σημάδι ανυπακοής από τους έγκλειστους αμέσως αναδεικνύεται, και οι ένοχοι σύντομα απομονώνονται ως αντάρτες, προπαγανδιστές ή ταραξίες, γιατί τα καθάρματα που κλειδώνουν ανθρώπους πίσω από τα κάγκελα για ένα μίζερο μισθό,  είναι χαραμοφάηδες που θέλουν όσο λιγότερους μπελάδες γίνεται. Είναι επίσης πολύ φοβισμένοι για την πάντα παρούσα περίπτωση της ανταρσίας ή της εξέγερσης. Γι’ αυτό, και δεδομένου ότι οι νέες τεχνολογίες το καθιστούν πιθανό, οι φυλακές όπως όλα τα ογκώδη δοχεία ανθρώπινων βασάνων, προορίζονται να εξαφανιστούν ως τέτοια.
Στο μεταξύ, το άμεσο πλάνο της φυλακής είναι να αλλάξει την κουλτούρα εντός των τειχών, από αυτή της αντίστασης – όπως αυτή που βιώθηκε τη δεκαετία του ’80 σε πολλά μέρη του κόσμου – σε αυτή του βολέματος και συναίνεσης. Αυτό προωθούν οι καλοθελητές όταν προπαγανδίζουν τις μεταρρυθμίσεις στις φυλακές. Τηλεόραση στο κελί ναι, αλλά αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί  όπως το μαστίγιο και το καρότο για να σε κρατήσει υπάκουο, να σε αποτρέψει από το να δείξεις αλληλεγγύη στους συγκρατούμενούς σου ή  το να εξεγερθείς για να διεκδικήσεις τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματά σου.
Τελευταία, υπάρχει πίεση για την αποσυμφόρηση των φυλακών από τη μεγάλη πλειοψηφία των κρατουμένων, την απομόνωση των ανθρώπων και το πέταγμά τους στα γκέτο που αποτελούν τις πηγές της παθογένειας που τους ξαναρίχνει μέσα, και για την πλειοψηφία των αδιόρθωτων ανταρτών, να τους κρατήσει μέσα για πάντα.. Και χρειάζεται μια μεγάλη επιχείρηση από τους κατασκευαστές γνώμης, για να κερδίσουν τη συναίνεση για μια τέτοια γιγαντιαία κίνηση με κοινωνικούς όρους. Η τεχνολογία είναι έτοιμη, τα μυαλά όχι.
Εδώ είναι που εμφανίζονται οι οπαδοί της κατάργησης. Πολλοί από αυτούς είναι ανακυκλωμένοι μαχητές των αγώνων της δεκαετίας του ’60 και του ’70, και κάποιοι έχουν γνωρίσει τις φυλακές από τα μέσα. Έχουν πείσει τους εαυτούς τους ότι έχουν “χάσει τον πόλεμο” κι ότι ο καπιταλισμός δεν είναι πλέον σε κρίση, έτσι δεν απομένει τίποτα παρά να τον αλλάξουμε από τα μέσα, απαλύνοντας τα πιο καταστρεπτικά και άσχημα κομμάτια του όπως οι φυλακές.  Γι’ αυτούς η ουσιαστική βάση της φυλακής, ο νόμος κι η δικαιοσύνη, δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση. Ακόμη λιγότερο οι καταπιεστικοί κοινωνικοί θεσμοί του κράτους που θα κληθούν να επαναπροσαρμόσουν το ρόλο τους από το να καταδικάζουν στο να διαπραγματεύονται διατάξεις με τις προσβαλλόμενες πλευρές, αυτές που  επηρεάζονται   από τα “εγκλήματα”.

ΦΥΛΑΚΗ : ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ Ή ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ; δεύτερο μέρος.

Ο νόμος πήρε τη θέση της ηθικής επιλογής… αν κάτι είναι νόμιμο είναι και σωστό, αν είναι παράνομο είναι λάθος… κι έτσι, τα εγκλήματα κράτους και κεφαλαίου -οι εξαπλωμένη λεηλασία και οι μαζικές δολοφονίες – περνώντας στη σφαίρα της νομιμότητας, θεωρούνται η φυσική οδός να συμβαίνουν τα πράγματα. Εννοείται πως τα όρια μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας δεν είναι απόλυτα.  Πολλές από τις δραστηριότητες των εκμεταλλευόμενων προσεγγίζουν ή και εισέρχονται στην παρανομία, με αυτήν να προσδιορίζεται ως μικροέγκλημα ή πταίσμα.  Ο νόμος όμως δε θα μπορούσε ποτέ να ισχυροποιηθεί       απόλυτα χωρίς τον όλο μηχανισμό του Κεφαλαίου να καταλήγει σε περιορισμούς κι απαγορεύσεις.
Την ίδια στιγμή, χωρίς τη θεμελιώδη απειλή της φυλακής, ολόκληρη η φενάκη της νομιμότητας θα ήταν ένα αστείο.  Η φυλακή λοιπόν δεν είναι απλά ένα άτιμο κτίριο, χτισμένο από πέτρα ή ενισχυμένο μπετό, ένα αηδιαστικό δοχείο βασάνων όπου οι πιο ποταπές στιγμές της ανθρωπότητας βιώνονται μακριά από την κοινή θέα και στη σιωπή, είναι αδιαχώριστη από άλλους καταπιεστικούς θεσμούς, όπως το κράτος, η δικαιοσύνη, η θρησκεία, το σχολείο. Αποτελεί επομένως ένα απαραίτητο τμήμα της σχετικής ροής του ταξικού πολέμου στην πράξη.  Και ως αναρχικοί, επαναστάτες, κοινωνικοί αγωνιστές, αυτός είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούμε να προσεγγίσουμε τη φυλακή. Αλλοίμονο αν αφαιρέσουμε αυτό το ογκώδες μνημείο της ανθρώπινης μιζέριας από το συνολικό του περιβάλλον, θεωρώντας το κάτι ξεχωριστό και αυθύπαρκτο, στο πνεύμα των κοινωνιολόγων ή των κοινωνικών μεταρρυθμιστών. Αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται φυλακές, εμείς όχι.
Φυσικά όπως ήδη είπαμε, η φυλακή είναι επίσης μια ολότητα κατασκευασμένη με τη λογική της αδιαπέραστης και απόλυτης αποθήκευσης. Ενισχυμένοι τοίχοι μέσα στους τοίχους, μπάρες, κλειδιά ηλεκτρονικά κυκλώματα, ένοπλοι φρουροί, έλεγχοι κ.τ.λ., όλα συνεισφέρουν στην ύπαρξη μιας δομής
(στην οποία όχι τυχαία οι έγκλειστοι αναφέρονται μιλώντας για “άλλο πλανήτη”) με μοναδικό σκοπό την απομόνωση κάποιων από τον υπόλοιπο κόσμο,  και όσο είναι δυνατό, του ενός από τον άλλο.
Πάντως, παράλληλα με την ανάπτυξη της υπόλοιπης μεταβιομηχανικής κοινωνίας, οι φυλακές και οι υποστηρικτικές τους δομές, υφίστανται τώρα μια αξιοσημείωτη αλλαγή. Από τη μία ανοίγονται προς τον έξω κόσμο για τους κρατούμενους που είναι έτοιμοι να συμμετάσχουν και οι ίδιοι στη φυλάκισή τους,,  κι απ’την άλλη γίνονται πιο απειλητικές για εκείνους που επιλέγουν να ζουν πέρα ή κι ενάντια στο νόμο, συνεχίζοντας και πίσω από τους τοίχους της φυλακής, προτιμώντας να διατηρήσουν την αξιοπρέπειά τους παρά να προσκολληθούν σε μια υπόσχεση να βγουν συντομότερα, έρποντας και γονατιστοί.
Η ζωή έξω γίνεται επίσης όλο και πιο ελεγχόμενη, μέσω της εκτεταμένης χρήσης καμερών και περιορισμών, γκρεμίζοντας το ακριβές όριο που κάποτε διαχώριζε τη φυλακή από την υπόλοιπη κοινωνία. Παρ’΄ολα αυτά, αναμφίβολα αποτελούν φρούρια και οι συνθήκες για να πλησιάσει κάποιος την πύλη είναι μακριές και παρατεταμένες. Απαιτείται απόδειξη καλής συμπεριφοράς κι επιθυμίας να αφεθεί κανείς να κυλήσει σε μια κατάσταση παθητικότητας και διαλόγου με το θεσμό. Αν όμως ακολουθηθεί το μονοπάτι αυτό, οδηγεί σε αναρίθμητες πιθανότητες, κάθε μία από τις οποίες εξαρτάται από μια συνεχόμενη επόπτευση ατομικής συμπεριφοράς, την οποία έχει αναλάβει κυρίως το χειρότερο από όλα τα ανθρώπινα πλάσματα, ο δεσμοφύλακας. Δε χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια για να φανταστεί κανείς τα αποτελέσματα της δυαδικής αυτής  εξουσίας στα χέρια τόσο μοχθηρών πλασμάτων. Δεν κρατούν απλά το κλειδί του κελιού αλλά μπορούν και να επιμηκύνουν την ποινή σου, να επιδεινώσουν την ποιότητα της παραμονής σου πίσω από τα κάγκελα.

ΦΥΛΑΚΗ : ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ Ή ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ;

Το κείμενο αυτό, είναι μετάφραση από άρθρο δημοσιευμένο στο, εκδιδόμενο στο Λονδίνο, αναρχικό περιοδικό Deranged, #0. Ημετάφραση θα “ανέβει” σε δύο ή τρία κομμάτια, ανάλογα με τις αντοχές και τους χρόνους του μεταφραστή.



Το σχέδιο είναι να αδειάσουν οι φυλακές από την πλειοψηφία των φυλακισμένων κι αυτοί να ξαναπεταχτούν στην κοινωνία-φυλακή, μέσω της τεχνολογίας της απομόνωσης και του ελέγχου. Και για τη μειοψηφία των αμετανόητων ανταρτών, να κρατηθούν μέσα για πάντα. Αυτό που παρουσιάζεται ως “πρόοδος” δεν είναι τίποτα άλλο παρά η προέλαση και η εξάπλωση της καταστολής. Αυτό είναι που ουσιαστικά υποστηρίζουν οι  θιασώτες της “κατάργησης” : “Να αλλάξουν όλα, έτσι ώστε τα πάντα να μείνουν ίδια”.

Έχει ειπωθεί όχι λανθασμένα, ότι αυτοί που προκαλούν το μεγαλύτερο κακό σε αυτόν τον κόσμο, είναι αυτοί που προσπαθούν να κάνουν το μεγαλύτερο καλό. Ακόμη και σήμερα με την αυξανόμενη ιδιώτευση και αποξένωση των ανθρώπων, υπάρχουν κάποιοι που αποφασίζουν να καταστρέψουν τις ζωές τους με τον υπερβολικό αλτρουισμό.  Πάντα με τις καλύτερες των προθέσεων ξεκινούν για να γιατρέψουν τις αρρώστιες που βλέπουν γύρω τους. Μπορούν ακόμη και να πληρώνονται από το κράτος για να το κάνουν και αυτό είναι μία από τις μεγαλύτερες απάτες του κεφαλαίου: Επιβάλλει συνθήκες ανείπωτης συμφοράς, και μέσω του συμμάχου του -του κράτους, στρώνει το δρόμο για τη διαιώνιση, την εκλογίκευση και τη μεταρρύθμισή της.
Η φυλακή, το υπέρτατο όπλο στο οπλοστάσιο των αφεντικών του πλανήτη τις τελευταίες λίγες εκατοντάδες χρόνια, είναι ένα εξαίρετο παράδειγμα αυτού του γάμου της καταστολής με τη μεταρρύθμιση. Από τον καιρό που η απομόνωση έγινε όπλο του κεφαλαίου για την αντιμετώπιση των όλο και πιο φτωχών και στερημένων μαζών, υπάρχουν αυτοί που αδυνατώντας να αδιαφορήσουν μπροστά στις φρικτές αυτές συνθήκες, αντί να βάλουν μπροστά το συμφέρον τους και να πολεμήσουν για την ολική ανατροπή ενός κόσμου ικανού για τέτοια σκληρότητα, αφιέρωσαν μεγάλο μέρος των προσπαθειών τους στην περιγραφή κι εκλογίκευση αυτού του αίσχους.
Χτισμένες σε πλήρη θέα για τους φτωχούς, οι φυλακές είχαν ως αρχικό ρόλο ύπαρξής τους να απειλούν. Η απέλαση και οι δημόσιες εκτελέσεις, είχαν εκ των πραγμάτων ξεπεραστεί (το τέλος των αμερικανικών αποικιών, ο κίνδυνος από τον συρφετό που υποτίθεται πως θα αντλούσε ηθικά ωφέλη από τα “παιχνίδια” των εκτελεστών), δίνοντας χώρο σε ογκώδη απόρθητα κάστρα συχνά στο κέντρο των πόλεων, να δρουν ως αποτρεπτικά αλλά και ως δια-χωριστικά μέσα. Αυτό οδήγησε σε ένα μεγάλο στρατό κοινωνικών και θρησκευτικών μεταρρυθμιστών, με πρόθεση να..λυτρώσουν τους φτωχούς και ντροπιασμένους.
Ένας από τους μεγάλους ηθικούς φιλόσοφους της Αγγλίας, ο Τζέρεμι Μπένθαμ, πήρε τη θέση του στην ιστορία της καταστολής ως αυτός που εμπνεύστηκε και δημιούργησε το “Πανοπτικόν”, όπου όλοι οι κρατούμενοι μπορούσαν να ελέγχονται από ένα φρουρό και όπου ήταν αδύνατο να γνωρίζουν πότε ακριβώς τους παρατηρούσαν. Ένα γιγαντιαίο βήμα για την ανθρωπότητα. Η κοινωνική ορθοπεδική έγινε ο κυρίαρχος στόχος της φυλακής. Ο κρατούμενος όχι μόνο έπρεπε να μαραζώνει στην απραξία,  αλλά και να μάθει να εκτιμά την “ευγένεια” της δουλειάς και της υποταγής στην εξουσία.
Πάντως, από το απλό γεγονός ότι υποδέχονται μεγάλο αριθμό ανθρώπων που κρατούνται παρά τη θέλησή τους,  και χωρίς τη συναίνεση μεγάλου μέρους των εκμεταλλευόμενων εκτός φυλακής που δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν από την ύπαρξή τους, αυτά τα μεγάλα οικοδομήματα της ανθρώπινης σκληρότητας μεταφέρθηκαν σε πιο “άγονα” προάστια. Η φυλακή δε χρειάζεται πια στο ελάχιστο να είναι ορατή προκειμένου να εξυπηρετεί το σκοπό της. Με την πρόοδο του κεφαλαίου, της θρησκείας και της ηθικής της εργασίας, η πλειοψηφία των εκμεταλλευόμενων ζουν τώρα όπως ο νόμος παραδειγματίζει, όχι μέσω του άμεσου φόβου της φυλάκισης αλλά επειδή πιστεύουν πως είναι σωστό γι’ αυτούς να πράττουν έτσι,  και είναι ικανοί να επιμελούνται των βασικών τους αναγκών μέσω των διάφορων παραμέτρων του συστήματος: Δουλεύουν, πληρώνονται, υποφέρουν, παταπονιούνται, αλλά γυρίζουν πίσω στη δουλειά ή λαμβάνουν τις παροχές του κράτους και αγωνίζονται να επιβιώσουν.

Οι Αναρχικοί και η Πορνεία, μέρος πέμπτο.

Είναι το πέμπτο και τελευταίο μέρος της μετάφρασης αυτής. Όπως φαίνεται από το εισαγωγικό κειμενάκι στο πρώτο κομμάτι της μετάφρασης, υπάρχει διαφορά εκτιμήσεων σε αρκετά σημεία. Όμως, κριτήριο για τις μεταφράσεις δεν είναι η απόλυτη συμφωνία, αλλά η συμβολή στη διάχυση, την εξάπλωση του λόγου αρχικά, και της πράξης στη συνέχεια,διάφορων κομματιών του Αναρχικού και αντιεξουσιαστικού κινήματος. Μακάρι  να υπάρχει έστω και η ελάχιστη σyνεισφορά σε αυτό.

Β: Σύμφωνα με την εμπειρία σου ποιοί άλλοι μύθοι ή λανθασμένες αναλύσεις αναπαράγονται – και – στο εσωτερικό του ελευθεριακού φάσματος; Τί θα έπρεπε να ξεκαθαριστεί;
Α: Η προοπτική “να εξαλειφθεί ή να νομιμοποιηθεί” η πορνεία, συζητιέται συχνά. Άδικα όμως, ο κόσμος θεωρεί αυτές τις δύο προσεγγίσεις ως αντικρουόμενες. Βλέπω τη νομιμοποίηση ως απαραίτητο βήμα προς την…εξάλειψη της πορνείας, για το καλό όλων των γυναικών. Εκεί όπου η πορνεία είναι νομιμοποιημένη οι συνθήκες είναι πιο ανθρώπινες,  κι αυτό θα έπρεπε να είναι στόχος μας όσο υπάρχει πορνεία. Αναμφίβολα είναι ευκολότερο να επιτευχθεί η νομιμοποίηση απ’ ότι να εξαλειφθούν οι λόγοι που οδηγούν στην πορνεία. Ας αρχίσουμε με το αν σήμερα  πραγματικά μπορούμε να βοηθήσουμε αυτές τις γυναίκες.Η κοινωνία χρωστάει πολλά στις πόρνες,και οι άντρες σίγουρα έχουν δημιουργήσει ένα πολύ μεγάλο χρέος απέναντί τους. Είναι αυτοί, οι πελάτες, που θα έπρεπε να ζητούν το καλύτερο για τις πόρνες…αλλά είναι ξεκάθαρο ότι δεν νοιάζονται καθόλου. Μου (μας) επιτρέπεται να τους κατηγορούμε γι’ αυτό.

Β: Νομίζεις ότι στην μετακαπιταλιστική και ελευθεριακή κοινωνία, αυτήν που θα αποχαιρετήσει τις εξουσιαστικές σχέσεις, θα υπάρχει ακόμη χώρος για την πορνεία;
Α: Ακόμη και ο ίδιος ο όρος “πορνεία” είναι  ,στα μάτια μου, ανυπόληπτος, κι εννοώ όλα αυτά με τα οποία προσωπικά συνδέω την πορνεία. Η νέα κοινωνία προϋποθέτει νέες σχέσεις μεταξύ της γυναίκας και του άντρα, μεταξύ των φύλων.
Σήμερα υπάρχει ένα ζήτημα με την πορνεία γιατί οι περισσότεροι πελάτες είναι άρρωστοι άντρες που αντλούν ευχαρίστηση από τον εξευτελισμό του άλλου ατόμου. Οι περισσότεροι θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν – ακόμη και από την πατριαρχική κοινωνία- ως παρεκκλίνοντες. Δεν γνωρίζω τί μορφής, αυτοί οι άνθρωποι όμως χρειάζονται σίγουρα θεραπεία. Αν ήταν οι εκδιδόμενες που έπαιζαν το ρόλο των θεραπευτών, στην υπάρχουσα κοινωνική κατάσταση, τότε αυτή η κοινωνία θα έπρεπε ξεκάθαρα να τις σέβεται για τη σκληρή δουλειά που κάνουν. Αλλά τί λέμε εδώ όταν για παράδειγμα στην Πολωνία, ακόμα και οι νοσοκόμες τυγχάνουν μεταχείρισης σαν να ήταν παράσιτα.  Η Αλίσια Φρόχνερτ, Γερμανίδα δημοσιογράφος που έγραψε για την πολωνική ανάπτυξη, και πρώην πόρνη, αναγνωρίζει ότι οι πόρνες θα έπρεπε να πληρώνονται από την Υπηρεσία Υγείας στην οποία ανήκει ο κάθε πελάτης,  και η υπηρεσία τους να είναι κατ’ εντολή γιατρών, κυρίως ψυχιάτρων και σεξολόγων. Στην υπάρχουσα συγκυρία, αυτή η προοπτική μοιάζει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα- τουλάχιστον θα ήταν ξεκάθαρος ο ρόλος που φέρουν σε πέρας οι εκδιδόμενες. Τότε όμως, εμφανίζεται το ερώτημα ανμετά την εξάλειψη της φτώχειας θα υπήρχαν ακόμη γυναίκες έτοιμες να ακολουθήσουν αυτό το επάγγελμα…

Β: Σε ευχαριστούμε Άνια για τη συνέντευξη, στο όνομα της κολλεκτίβας και των αναγνωστών του Α.Β.Β. Σίγουρα έχεις πολύ περισσότερα να πεις, ελπίζουμε να διαβάσουμε σύντομα πάλι κάτι δικό σου.

ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΚΑΙ Η ΠΟΡΝΕΙΑ, μέρος τέταρτο.

Και ιδού το τέταρτο, μετα-καλοκαιρινό και ιδιαίτερα καθυστερημένο μέρος της μετάφρασης . Θα ακολουθήσει ένα ακόμη, λίαν συντόμως.

Β: Πώς έγινε και διάλεξες αυτόν τον τρόπο να βγάζεις χρήματα; Μια τέτοια απόφαση…δύσκολη στιγμή στη ζωή ενός ανθρώπου…
Α: Καμία γυναίκα δεν παίρνει εύκολα μια τέτοια απόφαση.Δεν είχα καθαρή εικόνα των διάφορων πιθανών συνεπειών εκείνο τον καιρό. Θυμάμαι πως σκεφτόμουν ότι υπάρχουν κάποιες γυναίκες “κατάλληλες” γι’ αυτό το επάγγελμα, δε θεωρούσα όμως ότι ήμουν μία από αυτές. Σήμερα πιστεύω πώς καμιά μας δεν είναι “κατάλληλη” γι’ αυτό. Πριν όμως ξεκινήσω καν να σκέφτομαι αυτήν την πιθανότητα, είχατσεκάρει όλες εκείνες που ήταν διαθέσιμες για εμένα. Και όντως, δεν ήταν πολλές. Ήμουν πολύ νέα, μόλις είχα τελειώσει το σχολείο, χωρίς κάποια επαγγελματική γνώση, κάπως φοβισμένη για την ανεξάρτητη ζωή. Τελειώνοντας το σχολείο έφυγα από το πατρικό σπίτι, γνωρίζοντας ότι έπρεπε να αρχίσω να εργάζομαι, καθώς ο πατέρας μου δε θα πλήρωνε για τις σπουδές μου. Από τις μικροδουλειές που έκανα ως σπουδάστρια (αγγαρείες στην Pizza Hut,ιδιαίτερα μαθήματα) φάνηκε ότι δεν μπορούσα να πληρώσω όλα μου τα έξοδα. Υποτροφία δεν υπήρχε αφού ο πατέρας μου έβγαζε πολλά λεφτά – το ότι δεν είχα με αυτόν καθόλου επαφές, ήταν ασήμαντο γι’ αυτούς. Στην ουσία, κέρδισα το δικαστήριο για τη διατροφή, ο δικαστής όμως αποφάσισε ότι… “ως νέα γυναίκα πρέπει να τα ξαναβρείς με τον πατέρα σου και να γυρίσεις στο σπίτι”, έτσι περιορίστηκα στο να λαβαίνω 50zl το μήνα (σε λεφτά του 2005 περίπου 50 ευρώ), που δεν αρκούσαν ούτε καν για το νοίκι του μικρότερου δωματίου. Θυμάμαι όμως ότι αγωνιζόμουν…Θυμάμαι την αναισθησία του υπεύθυνου στο πανεπιστήμιο όταν του μίλησα για τα προβλήματά μου, ζητώντας μια ενδεχόμενη βοήθεια από το πανεπιστήμιο. Αναρωτιέμαι τώρα πόσο διαφορετικά θα ήταν όλα αν υπήρχε και λειτουργούσε στα πολωνικά πανεπιστήμια ένα πληρεξούσιο σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα, όπως γνωρίζω ότι ισχύει στη Γερμανία. Ποιός ξέρει…Τουλάχιστον θα ήξερα σε ποιον να απευθυνθώ για τα προβλήματά μου.

Β: Πορνεία και πολωνική κοινωνία – τι συσχετισμοί έρχονται στο μυαλό σου;
Α: Στη Πολωνία το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας θεωρούνται πιστοί  και η καθολική εκκλησία έχει τεράστια επιρροή σε ολόκληρη τη σφαίρα της ηθικής. Η καθολική διπλή ηθική κάνει σε όλους κακό, πολύ μεγάλο κακό, και όσο οι άντρες φτιάχνουν τα πατριαρχικά και θρησκευτικά συστήματα, αυτοί που υποφέρουν περισσότερο είναι οι γυναίκες και τα παιδιά, που βρίσκονται κάτω από την ανδρική επιρροή. Και ανάμεσα στις γυναίκες, οι πόρνες, ώντας οι λιγότερο χειραφετημένες, υποφέρουν περισσότερο. Οι Πολωνές πόρνες είναι δυστυχώς συχνά, πολύ συχνά, γυναίκες με καταστροφικά χαμηλή αυτοεκτίμηση. όχι μόνο ακούνε από μικρές για τις “kurvas”, πουτάνες, σκύλες… ή όπως αλλιώς αποκαλούνται οι εκδιδόμενες σε αυτήν την κοινωνία-όπως και παντού- αλλά στην Πολωνία κάποιες υιοθετώντας την καθολική ηθική, θεωρούν τους εαυτούς τους ως “αμαρτωλές”. Και γι’ αυτό δεν αντιστέκονται, δεν οργανώνονται σε συνδικάτα, δεν πολεμούν για τα δικαιώματά τους, σπάνια δείχνουν αλληλεγγύη η μία στην άλλη – αντίθετα με αυτές στη Γερμανία. Πολύ σπάνια προσπαθούν να απελευθερωθούν από τον έλεγχο των αντρών – προαγωγοί, νταήδες, αστυνομία.  Τα αποτελέσματα της επιρροής αυτής των καθολικών είναι δραματικά και πιστεύω πως είναι αντιστοιχα με αυτά των άλλων χωρών της ανατολικής ευρώπης. Είδα τις πρώην σοβιετικές πόρνες: φοβισμένες, υποταγμένες όπως τα πρόβατα, τέλειοι σκλάβοι . Κάποιες μάλιστα είναι θρησκευόμενες. Μία από αυτές διαβάζει τη βίβλο κάθε μέρα μετά τη δουλειά. Αναρωτιέμαι πως μπορεί και κοιμάται μετά τις τόσες κατάρες που ρίχνει αυτό το βιβλίο προς τις πόρνες. Όπως και να’χει, οι θρησκευόμενες πόρνες στην ανατολική ευρώπη δεν είναι κάτι σπάνιο και πιθανότατα αυτές υποφέρουν ακόμη πιο πολύ: επιπλέον μάχες με τη συνείδησή τους. Πρέπει να είναι εφιάλτης.  Πάντως δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση οποιουδήποτε παπά όταν μια μέρα όλες οι γυναίκες φτάσουν στο λογικό συμπέρασμα ότι οι κληρικοί φταίνε για την τόσο κακή αυτοσυνείδησή τους… Ελπίζω να έρθει αυτή ημέρα. Το όνειρό μου είναι μια ταξιαρχία των επαναστατριών εκδιδομένων  που να αντιμάχεται τη θρησκεία…
ένα κομμάτι των Πολωνών εκδιδόμενων έχει υιοθετήσει το μύθο της “Πολωνής Μητέρας” και, με αυτόν τον τρόπο, βασανίζουν η μία την άλλη. Γνώριζα μια γυναίκα η οποία πολεμούσε χωρίς έλεος όλες εκείνες που δεν είχαν παιδί. έλεγε πως μόνο αυτές που εργάζονται για τα παιδιά τους είναι άξιες σεβασμού. Αυτή εργαζόταν για το γιό της.  Αυτό είναι απλά ένα παράδειγμα ανόητων “ταξικών διαχψρισμών” μεταξύ των εκδιδόμενων.   Μίλησα πριν περί μεταναστών- είναι μια επιπλέον “τάξη” στο χώρο της πορνείας: Αν ζουν κι εργάζονται παράνομα, αποτελούν εύκολο στόχο για τους άντρες, νταβατζήδες ή και μπάτσους. Δεν έχουν δικαιώματα και γι’ αυτό είναι πειθήνιες και υποτακτικές.
Κι αυτό συμβαίνει παντού – στην Πολωνία είναι γυναίκες από τη Ρωσία, την Ουκρανία ή τη Βουλγαρία,  στην Γερμανία πριν λίγο καιρό γυναίκες από την Πολωνία, την Τσεχία και άλλες νέες ευρωπαικές χώρες (πλέον εργάζονται νόμιμα στην Ε.Ε.), στην Ισπανία γυναίκες από τη Λατινική Αμερική και την Αφρική. Είναι εκεί, σαν σκλάβοι – προς πώληση.  Και δεν είναι αλήθεια ότι οι άντρες δεν γνωρίζουν γι’ αυτό – παίζουν το ρόλο τους ως πελάτες ή μπάτσοι, κάποιοι παίζουν και τους δύο ρόλους. ένα από τα κλαμπ στην πόλη του Βρόκλαβ όπου εργαζόμουν πριν δέκα χρόνια, βρισκόταν υπό την ανεπίσημη προστασία της αστυνομίας. Οι μπάτσοι ήταν καθημερινοί καλεσμένοι και πελάτες. Η μαφία εκβίαζε την ιδιοκτήτρια και τελικά, μεταξύ δύο κακών επέλεξε να πληρώνει τους μπάτσους.  Βέβαια οι μπάτσοι γνώριζαν πολύ καλά ποιές γυναίκες ήταν παράνοες και τις εκβίαζαν. Αυτό το έκαναν σε όλες, και συμβαίνει παντού όπου η πορνεία είναι παράνομη.  Γνώριζαν επίσης για την “Ντομένικα”, μια πανέμορφη 16χρονη που εργαζόταν στο κλαμπ, εξυπηρετώντας τους πιο εκλεκτούς πελάτες μεταξύ των οποίων και μπάτσοι. Δεν τους δικαιολογεί τίποτα,  – η Βερόνικα ήταν πόρνη από τα 13 της.

Β: Ας έρθουμε στους μύθους που υπάρχουν στην κοινωνία σχετικά με την πορνεία. Ποιοί πιστεύεις πως είναι οι λόγοι που οι γυναίκες υιοθετούν αυτό το επάγγελμα;
Α: Από όλους τους μύθους σχετικά με την πορνεία, ο πιο βλαβερός  είναι πιθανότατα αυτός περί…”νυμφομανούς”. Αυτός ο όρος πάντως δεν μου αρέσει – εννοεί μια γυναίκα με μεγαλύτερη σεξουαλική ανάγκη από τη μέση γυναίκα. Ακόμη και κάποιες φεμινίστριες μιλώνταςγια τις εκδιδόμενες χρησιμοποιούν αυτόν τον όρο. Ρωτάω λοιπόν: Γιατί στο σημερινό κόσμο, στις αποκαλούμενες πολιτισμένες δυτικές κοινωνίες, οι γυναίκες με υποτιθέμενα μεγαλύτερες σεξουαλικές ανάγκες υιοθετούν την πορνεία; Αφού έχουν άλλωστε τη δυνατότητα πραγματοποίησης του σεξ σε ελεύθερα και ισότιμα σχήματα. Υπάρχουν ακόμη και στην Πολωνία τα λεγόμενα swing clubs, που είναι τα τέλεια μέρη για τις αποκαλούμενες νυμφομανείς. Τί απομένει λοιπόν; Οι οικονομικοί λόγοι – αυτές είναι οι αιτίες της πορνείας, η οικονομικήη ανισότητα κι η φτώχεια. Αυτό εξηγεί γιατί οι πόρνες είναι κυρίως γυναίκες και όχι άντρες, παρ’όλο που όλοι λένε πως οι άντρες έχουν μεγαλύτερες σεξουαλικές επιθυμίες. Αυτός είναι και ο λόγος που οι περισσότερες γυναίκες που εργάζονται σήμερα στους δρόμους της Πολωνίας, είναι από το πρώην ανατολικό μπλοκ, κυρίως από την Ουκρανία και την Βουλγαρία.
Πέρα από τον υλικό, υπάρχει κι ένας-κατά τη γνώμη μου πολύ σημαντικός- λόγος που κάποιες γυναίκεςαποφασίζουν θετικά αναφορικά με την πορνεία; ο μαζοχισμός. Οι σωβινιστές ισχυρίζονται πως ισχύει για όλες τις γυναίκες γενικά. Δε θα ήταν λάθος αν μιλάμε για τις εκδιδόμενες, με αυτήν όμως τη διάκριση των πηγών του μαζοχισμού μεταξύ των εκδιδομένων, αυτός δεν αποδίδεται στη γυναικεία φύση αλλά στο βιασμό.  Σύμφωνα με στατιστικές που βρήκα στη γερμανική φεμινιστική λογοτεχνία, εννέα στις δέκα πόρνες είναι γυναίκες που είχαν βιαστεί ως παιδιά.  Δεν είναι δύσκολο να δει κανείς τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος.  Ο παθολογικός μαζοχισμός θα μπορούσε να εξηγήσει τον εθισμό των εκδιδόμενων στο επάγγελμά τους – πολλές δεν μπορούν να το εγκαταλείψουν, ακόμα κι αν τα οικονομικά ωφέλη είναι αμφίβολα.. δέχονται το στρες, τον εξευτελισμό, τον κίνδυνο κάποιας αρρώστειας. Γνωρίζω γυναίκες που κατάφεραν να ξεμπερδέψουν με την πορνεία μετά  από τη βοήθεια ψυχοθεραπευτή.

ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΚΑΙ Η ΠΟΡΝΕΙΑ, μέρος τρίτο..

Αυτό είναι το τρίτο μέρος της μετάφρασης – θα ακολουθήσουν δύο ακόμη. Όχι για άλλο λόγο απλά γίνεται κομμάτι κομμάτι και αμέσως αναρτάται.

Β: Πώς προσδιορίζεις την πορνεία;

Α: Είναι ένα από τα δυσκολότερα ερωτήματα. Προσωπικά έχω ήδη χρησιμοποιήσει τον όρο “επάγγελμα”, θα προτιμούσα όμως να βάζω αυτήν τη λέξη πάντα σε εισαγωγικά. Στις μέρες μας, το επάγγελμα της πόρνης δε συγκρίνεται ,στην ουσία, με οποιοδήποτε επάγγελμα ή άλλη δραστηριότητα που γίνεται για να αποφέρει κέρδος. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί το πιστεύω αυτό.Αυτή η δουλειά  “εδραιώνει” την πατριαρχική κυριαρχία των αντρών. Αυτοί υποδεικνύουν τις συνθήκες. Όποιος πληρώνει καθορίζει τις συνθήκες. Η συμφωνία πόρνη-πελάτης δεν είναι ούτε και θα γίνει ποτέ οριζόντια όσο το χρήμα παίζει το ρόλο του.
Ένας πάρα πολύ σκληρός παράγοντας, είναι το γεγονός ότι η πώληση σεξουαλικών υπηρεσιών αφαιρεί από τη γυναίκα την απόλαυση και την επαφή με το κορμί της, της στερεί το να αναγνωρίζει τις ανάγκες του ίδιου της του κορμιού. Αυτό είναι το αποτέλεσμα όταν χρησιμοποιείς το ίδιο σου το κορμί ως εργαλείο. Έχω ακούσει το επιχείρημα πως θεωρείται όπως οποιαδήποτε άλλη σωματική εργασία, αυτό όμως είναι μια αγενής υπεραπλούστευση. Σε οποιαδήποτε άλλη εργασία η αντικειμενοποίηση φτάνει μέχρι ένα σημείο. Ο βιομηχανικός εργάτης (γυναίκα) δεν χρειάζεται να συμφωνήσει στον πόνο στο υπογάστριο κατά τη διάρκεια της δουλειάς. Αναρωτιέμαι αν οι πελάτες των εκδιδόμενων γνωρίζουν πόσες από αυτές εργάζονται κατά τη διάρκεια της περιόδου τους. Ευχαρίστως θα εξηγήσω τί ακριβώς σημαίνει αυτό:  Πριν τη συνεύρεση η πόρνη τοποθετεί στον κόλπο της ένα κομμάτι φυσικού σπόγγου, κοινού σπόγγου ή ταμπόν κομμένο στα δύο – εξαρτάται από το τί έχει ή τί μπορεί να διαθέσει ( ο φυσικός σπόγγος είναι πιο υγιεινός αλλά είναι και η ακριβότερη λύση ). Συχνά το κάνουν βιαστικά και χωρίς να παίρνουν μέτρα υγιεινής, φτάνοντας μάλιστα να πληγωθούν ιδιαίτερα αν έχουν μακριά νύχια (οι περισσότερες έχουν, αφού αυτό είναι απαίτηση της αγοράς, δηλαδή των αντρών). Η συνεύρεση λοιπόν γίνεται επίπονη, ιδιαίτερα με τις γρατζουνιές. Σε πολλές περιπτώσεις δεν μπορεί να πει στον άντρα ότι θα προτιμούσε να συνευρεθούν αλλά χωρίς διείσδυση. Κάποιες φορές δεν μπορεί να ελέγξει την ένταση της πράξης. Μετά πρέπει να βγάλει τον σπόγγο, πάλι βιαστικά… και πάει λέγοντας, για λίγες μέρες τη μία μετά την άλλη.
Θα μπορούσε κανείς να πει -είναι λάθος της, γιατί δουλεύει έχοντας περίοδο;- αλλά δεν είναι τόσο απλό. Όπως κάθε άνθρωπος, η πόρνη εργάζεται όταν χρειάζεται λεφτά. Φυσικά αυτό δεν το βλέπει ο πελάτης. Οι πόρνες είναι , επειδή οφείλουν, καλές ηθοποιοί. Μία φίλη μου δούλευε επί μια εβδομάδα ενώ της είχαν πει να πάει στο νοσοκομείο. Είχε μια κύστη η οποία φυσικά έσπασε κατά τη διάρκεια της δουλειάς.  Γνώρισα και άλλες που δούλευαν όντας έγκυες. Μία από αυτές την έφερνε πάντα ο άντρας της δίπλα στον αυτοκινητόδρομο όπου δούλευε. Αυτό ήταν στην Πολωνία κοντά στα γερμανικά σύνορα, άκουσα όμως αντίστοιχες ιστορίες από τη Γερμανία, άρα μάλλον παντού τα ίδια συμβαίνουν.

Όταν λέω ότι δεν μπορεί να ελέγξει την ένταση της πράξης, εννοώ ότι υφίσταται βιασμό. Ακριβώς αυτό – τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Ο εξιταρισμένος πελάτης συχνά δεν αναγνωρίζει την αντίστασή της – και αν το κάνει η αντίδρασή του είναι οργισμένη. Έχει πληρώσει για την υπηρεσία και θέλει να την έχει με τον τρόπο που την φαντάστηκε. Ο σαδισμός είναι εδώ καθημερινό φαινόμενο.   Αναρωτιόμουν πολλές φορές, γιατί πελάτες γενναιόδωρα προικισμένοι από τη φύση επιλέγουν μικρόσωμες πόρνες, ιδιαίτερα εκείνες που έχουν παιδικό πρόσωπο…
Κάθε πόρνη πρέπει να μπλοκάρει το αίσθημα πόνου της όπως και κάθε άλλο αίσθημα – την αηδία για παράδειγμα. Γι’ αυτό θεωρώ ότι οι πόρνες είναι τα πιο αποξενωμένα από τα κορμιά τους άτομα, που απολαμβάνουν τη λιγότερη ευχαρίστηση από αυτά. Θα έλεγα, περισσότερο και από τις καλόγριες ακόμη κι από τις βιομηχανικές εργάτριες. Αυτές τουλάχιστον έχουν…θεωρητικά, των έλεγχο των κορμιών τους. Τουλάχιστον δεν χρειάζεται να χαμογελούν όταν κάποιος τις βιάζει.
Η συνθήκη εργασίας υποδεικνύει την “αγορά”, αυτός όμως ο απρόσωπος όρος διαστρεβλώνει την πραγματική εικόνα. “Η αγορά” σημαίνει απλά : οι άντρες.  Αυτοί καθορίζουν την εμφάνιση, τις τιμές ,τη μορφή εργασίας της πόρνης. Ακόμη και η λέξη “υπηρεσία” είναι ένας πολύ ανακριβής όρος. Πολλοί άντρες θα επιθυμούσαν να έχουν εξουσία πάνω στην προσωπικότητα της γυναίκας την οποία πληρώνουν. Συχνά (πάντα;), η σχέση πόρνης-πελάτη είναι ένας κρυφός ή ανοιχτός πόλεμος. Πιστεύω πως αυτή είναι για τους πελάτες μια πηγή άντλησης σεξουαλικής απόλαυσης  – ανεξάρτητα με το αν έχουν επίγνωση αυτού ή όχι.  Κάποιοι προφανώς έχουν. Αισθάνονται έξαψη και χαρά “περνώντας τα σύνορα”. Για παράδειγμα, αν εκείνη δεν επιθυμεί να αγγίζουν το πρόσωπό της ή αρνείται το φιλί (αυτά είναι τα πιο διαδεδομένα ταμπού για τις εκδιδόμενες – κάθε μία έχει και το δικό της), οι πελάτες προσπαθούν πάντα να το κάνουν γνωρίζοντας ότι αυτή εξαρτάται από τα χρήματά τους και πιθανότατα δεν θα φύγει από το δωμάτιο, δεν θα φωνάξει στον πελάτη. Αν το κάνει, πιθανότατα θα χάσει το πόστο της – μου συνέβη αρκετές φορές.
Ο “καταναγκασμός” είναι η καλύτερη περιγραφή του πώς βλέπω προσωπικά την πορνεία.  Πρέπει να προσθέσω εδώ ότι κατά τη γνώμη μου στις πατριαρχικές κοινωνίες, όλες ή οι περισσότερες σχέσεις μεταξύ των φύλλων ενθαρρύνουν οποιαδήποτε μορφή πορνείας. Στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο, στο δρόμο -ΚΑΘΕ γυναίκα, ανεξαρτήτως ηλικίας, εμφάνισης ή κοινωνικού στάτους, της κάποιες φορές σαν να είναι πόρνη. Κάθε μία από εμάς εξευτελίζεται, οι πόρνες τουλάχιστον παίρνουν λεφτά  γι’ αυτό. Δεν υπάρχει ιδιαίτερο κενό μεταξύ μιας πόρνης και μιας αποκαλούμενης “αξιοπρεπούς γυναίκας” ολοκληρωτικά υποβεβλημένης στην πατριαρχία.   Το κενό υπάρχει μεταξύ αυτών και των γυναικών εκείνων που έχουν μάθει να πολεμούν για την αυτονομία, τη σεξουαλική και οποιαδήποτε άλλη.

ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΚΑΙ Η ΠΟΡΝΕΙΑ, μέρος δεύτερο.

Υπάρχουν κάποιες ελευθεριακές θέσεις που υπερασπίζονται την πορνεία  και που παραδόξως βασίζονται σε επιχειρήματα αντίστοιχα με αυτά που την κατακρίνουν. Δίνεται ιδιαίτερο βάρος στο ότι η πορνεία αποτελεί “μεταφορά” για κάθε άλλη εργασία, οπότε και δεν θα έπρεπε να μεταφέρεται αποκλειστικά στη σφαίρα της ηθικής.
Υπάρχει επίσης -πιθανά πιο τυπικό στον αναρχικό και φεμινιστικό χώρο- το επιχείρημα της ελευθερίας επιλογής.  Οι γυναίκες μπορούν να επιλέγουν ό,τι δουλειά επιθυμούν  και να αυτοπραγματώνονται με έναν τρόπο που τους δίνει τη μεγαλύτερη δυνατή ευχαρίστηση.  Πέρα από την πλειοψηφία των εκδιδόμενων  -εκείνων που ωθούνται σ’ αυτό από οικονομικά προβλήματα-  υπάρχει η θέση που υπερασπίζεται πλήρως αυτήν την δουλειά. Είναι η γνώμη γυναικών που  συνειδητά θα επιλέξουν μόνες τους την πορνεία για να επιβιώσουν (για τις ίδιες ή για να στηρίξουν τις οικογένειές τους).  Τέτοια είναι τα επιχειρήματα με απελευθερωτικό υπόβαθρο που συνδέονται με τον φυλοθετικό(sex-positive) φεμινισμό (όρος που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια των  αποκαλούμενων “πολέμων των φύλων” της δεκαετίας του ’80. Σύμφωνα με αυτά η γυναίκα χρησιμοποιεί το κορμί της στη βάση της ελεύθερης ανταλλαγής, το προσφέρει επί πληρωμή. Ο άντρας είναι καταναλωτής, η γυναίκα προσφέρει υπηρεσίες. Ένα πρόσθετο επιχείρημα που χρησιμοποιείται εδώ, αφορά τη σεξουαλική απελευθέρωση και την απόλαυση που παίρνει κανείς έχοντας πολλούς συντρόφους.
Μιλώντας για την πορνεία, δεν θα πρέπει να την συγχέουμε με το τράφικινγκ γυναικών. Το υποχρεωτικό σεξ, η απόκρυψη των διαβατηρίων, η φυλάκιση, δεν έχει τίποτα να κάνει με την πορνεία ως “επάγγελμα”. Το γυναικείο τράφικινγκ βασίζεται πάντα στη βία και την εκμετάλλευση  και δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ότι αφαιρεί από τον άνθρωπο τις ικανότητές του.  Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που αφορά την πορνεία, βασίζει την κριτική του στην ηθική. Ο διαχωρισμός των ατόμων σε “ηθικά” (μονογαμικοί, αποστασιοποιημένοι από το σεξ και τη λαγνεία) και “ανήθικα” (πονηρά, πολυγαμικά και ακόλαστα), απλά διαχωρίζει τις γυναίκες σε καλές και κακές. Είναι επικίνδυνο να χρησιμοποιεί κανείς τέτοια ορολογία, ιδιαίτερα όταν αφορά γυναίκες που οι αξίες τους διαμορφώθηκαν σε βάθος χρόνου από θρησκείες, άντρες, καλλιτέχνες, και χαρακτηρίστηκαν “καλές” όταν αυτό εξυπηρετούσε την οικογένεια, το κράτος, τα παιδιά ή το θεό,  ή “κακές” όταν ήταν για την ερωτική απόλαυση των αντρών, ως σύμβολο της αμαρτίας και της κατάπτωσης του ανθρώπινου είδους.
Για τους λόγους αυτούς, η δράση δεξιών στην Πολωνία που φορούν μαζικά   μπλουζάκια με “πρόστυχες”  γυναίκες τα οποία λένε “Τα κορίτσια περιμένουν την προσευχή σας 24 ώρες τη μέρα”,είναι απλά ένα ακόμη παράδειγμα αντικειμενοποίησης των γυναικών. Καμιά προσευχή δεν πρόκειται να βοηθήσει μια γυναίκα να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Η πόρνη που της αρέσει η δουλειά της, θεωρεί απλά ένα τέτοιο “αστείο”, αδαές και ηλίθιο.
Τα επιχειρήματα και παραδείγματα που παρουσιάστηκαν εδώ, απλά σκιαγραφούν διάφορες γνώμες και συμπεριφορές σχετικά με την πορνεία. Αποδεικνύουν ότι είναι αδύνατο να συνεχίσουμε ωθώντας αυτό το ζήτημα στα όρια της ηθικής, της οικονομίας ή και της επιλογής.  Όλοι αυτοί οι παράγοντες μπορούν μόνο να είναι οι λόγοι για αποτελεσματικές πρακτικές. Πάντως χωράει πολλή συζήτηση η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος για το ζήτημα από πλευράς αναρχικών και η έλλειψη υποστήριξης για τις γυναίκες οι οποίες νιώθουν άσχημα στο ρόλο της πόρνης.






Οι βλαβεροί μύθοι της πορνείας.
Συνέντευξη με την Άνια, μια εξεγερμένη γυναίκα από την Πολωνία.

Β:Μπορείς να μας πεις σύντομα τί κάνεις και ποια είναι τα πάθη σου;
Α: Σπουδάζω κοινωνικές επιστήμες, δραστηριοποιούμαι στο αντιπολεμικό κίνημα αλληλεγγύης στη κατεχόμενη Παλαιστίνη,  και συμμετέχω σε πολλές άλλες δραστηριότητες διάφορων ελευθεριακών κινήσεων. Τα πάθη μου και παράλληλα οι οι σημαντικότερες περιπέτειες της ζωής μου, είναι ο αναρχισμός και ο φεμινισμός.  Αποφάσισα να γίνω πόρνη πριν 10 χρόνια, θεωρώντας το ως ένα τρόπο να χρηματοδοτώ τις σπουδές μου.

Β:Πώς αποφάσισες να δώσεις αυτήν τη συνέντευξη;
Α:Η πορνεία καταλαμβάνει πολύ χώρο στη ζωή μου  και δεν μπορώ ούτε θέλω να το αρνηθώ ή να το αποσιωπήσω. Από την άλλη, στα 10 χρόνια που ασκώ αυτό το επάγγελμα είχα πολύ λίγες φορές την ευκαιρία μιας ελεύθερης και ειλικρινούς συζήτησης για το ζήτημα αυτό, κι αυτές   ήταν πάντα προσωπικές συζητήσεις. Όλες εμείς όμως οι πόρνες που κινούμαστε σε αυτό το φάσμα, χρειαζόμαστε κάποια πλατφόρμα ελεύθερης έκφρασης. Όπως και κάθε κοινωνική ομάδα, έχουμε ανάγκη το διάλογο. Εδώ, βλέπω ότι υπάρχει έδαφος για τους φεμινιστές, παντού-ειδικά όμως στην ανατολική Ευρώπη. Η έκκληση και η θερμή παράκλησή μου προς τους φεμινιστές: Μη χαρίσετε αυτό το χώρο στην εκκλησία, το κράτος, την αστυνομία, τις κωλοφυλλάδες… με λίγα λόγια:μην το δώσετε στους άντρες. Έχω την εντύπωση πως μιλώντας για τις προσωπικές μου εμπειρίες με την πορνεία, δεν μιλάω μόνο για τον εαυτό μου. Είμαι σε μεγάλο βαθμό σίγουρη πως είμαι η φωνή πολλών γυναικών που για διάφορους λόγους “δεν έχουν φωνή”, ειδικά στην ανατολική Ευρώπη, ειδικά στην Πολωνία. Γι’ αυτό και θα μιλήσω για “εμάς”, παρ’ όλο που εδώ και λίγες εβδομάδες σταμάτησα αυτό το επάγγελμα. Στην περίπτωσή μας, το παλιό φεμινιστικό σύνθημα “Το προσωπικό είναι πολιτικό” επαληθεύεται : Γνωρίζω ότι η ιστορία μου είναι η ιστορία εκατοντάδων, χιλιάδων γυναικών, ακόμη κι αν ,φυσικά, υπάρχουν κάποιες διαφορές στις λεπτομέρειες.
Πέρα από το γεγονός ότι θέλω να βρουν το δίκιο τους οι φίλες μου (πιστεύω ότι τους οφείλω αλληλεγγύη), είναι για ‘μένα η πρώτη ευκαιρία εδώ και 10 χρόνια να μοιραστώ τις σκέψεις μου με τους άλλους. Δυστυχώς, μέσα σε αυτά τα 10 χρόνια εξάσκησης της πορνείας, δε βρήκα κάποια πλατφόρμα, κάποιο μέσο, όπου θα μπορούσα ελεύθερα να συζητήσω για το επάγγελμά μου. Σήμερα, δεν το θεωρώ μια σωστή σκέψη.  Υποχρεωνόμαστε σε διπλή ζωή- οι οικογένειές μας, οι φίλοι (αν έχουμε) αυτοί που ξέρουμε, δε γνωρίζουν για για τη “δεύτερη ζωή” μας.  Η κοινωνία προτιμά να μη γνωρίζει τίποτα για εμάς, να αποσιωπά την ύπαρξή μας ακόμη κι αν αποτελούμε μια σημαντική κοινωνική ομάδα. Αποτελούμε πόνο για τη συνείδησή τους ή κίνδυνο για το σύστημα, για την πατριαρχία, για τους άνδρες. Ίσως γιατί ήδη η ίδια μας η ύπαρξη διαλύει πολλά ταμπού. Ίσως γιατί κάποιες φορές γνωρίζουμε για τους άντρες περισσότερα απ’ ότι σύζυγοί τους, οι οικογένειές τους, ο περίγυρός τους. Μας δείχνουν μια πλευρά τους που θα έπρεπε να παραμείνει στη σκιά, ο οποίος θα έπρεπε να αποκρυφθεί από τον περίγυρό τους. Ίσως γι’ αυτό κάνουν τα πάντα για να μας φιμώσουν.
Οι ίδιες οι πόρνες φοβούνται να μιλήσουν. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν είναι ευπρόσδεκτες στο κοινωνικό πεδίο, στη δημόσια σφαίρα. Οι άντρες πέτυχαν να τις σπρώξουν στην αφάνεια, να τις διαχωρίσουν από τις άλλες γυναίκες, τους άλλους ανθρώπους. Γι’ αυτό η πορνεία πορεύεται παράλληλα με την φρικτή ανθρώπινη μοναξιά. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να αναλυθούν οι μηχανισμοί αποκλεισμού που δρουν εδώ: Θεωρώ πως οι ηθικοί και οι θρησκευτικοί είναι οι σημαντικότεροι.

Κείμενα,ποιήματα,μεταφράσεις,σκέψεις, ενάντια στους "-ισμούς", τη μιζέρια και τη βαρβαρότητα, με όλη την ορμή και το πάθος του προσωπικά και συλλογικά δίκαιου. Για επικοινωνία stircook@espiv.net