Κανιβαλισμός με τη βούλα της νομιμότητας

Αναδημοσίευση από  :  http://katalipsiesiea.blogspot.gr/2013/02/blog-post.html

Oι εικόνες, που δημοσιεύθηκαν το Σάββατο (2/2) από την ΕΛ.ΑΣ., των 4 συλληφθέντων ατόμων οι οποίοι κατηγορούνται για ληστεία τράπεζας στην Κοζάνη, εκ των οποίων οι δύο είχαν εντάλματα σύλληψης για την υπόθεση της «Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς», είναι εικόνα από το παρελθόν που δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει. Και από ένα σκοταδιστικό μέλλον εξίσου. Γιατί; Γιατί πλέον οι βασανισμοί κρατουμένων δεν είναι μια συνθήκη που κινείται στη σφαίρα της φαντασίας και στις εξιστορήσεις όσων έζησαν τον εμφύλιο και τη χούντα (ξέρεις ότι υπάρχει αλλά δεν το έχεις δει μπροστά σου). Είναι εκεί, στη οθόνη του υπολογιστή σου, στην οθόνη της τηλεόρασης. Τόσο «αληθινή» όσο και παρούσα ταυτόχρονα.
Άνθρωποι που εμφανώς έχουν υποστεί βασανιστήρια, με μώλωπες και εκδορές στο πρόσωπό τους. Αντιμετωπίζονται σαν τρόπαια μιας εξουσίας που διψά για νίκες καταστολής με κάθε κόστος. Και οι 4 εικόνες έχουν πειραχτεί με το γνωστό πρόγραμμα Photoshop ή ακόμη και με τη «ζωγραφική» των Windows, καθώς με μια –όχι και τόσο– προσεκτική ματιά φαίνονται ξεκάθαρα τα ίχνη της αλλοίωσης. Οι φωτογραφίες τους έχουν υποστεί τέτοια χυδαία παρέμβαση για να σβηστούν τα ίχνη των ξυλοδαρμών, που μόνο να γυρίσεις το κεφάλι σου με αποστροφή μπορείς, καθώς ακόμα πιστεύεις πως δεν μπορεί να έχουν κάνει κάτι τόσο εξόφθαλμα χοντρό. Εικόνες που μέσα σε λίγα λεπτά δήλωσαν θρασύτατα παρών στο θλιβερό παρόν μας, μέσω των αδηφάγων ΜΜΕ.
Οι φωτογραφίες που δόθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν από τον Τύπο ήταν η αποτύπωση μιας παράλληλης πραγματικότητας, μια ωμής πραγματικότητας η οποία δείχνει τα χέρια που κακοποιούν τους εικονιζόμενους σβησμένα με πρόχειρους τρόπους και ταυτόχρονα την ίδια την κατάληξη αυτής της επεξεργασίας. Τον ίδιο τον βασανισμό.
Η τακτική αυτή είχε ξεκινήσει με τις δημοσιεύσεις φωτογραφιών προσαχθέντων από απεργιακές πορείες ή, ακόμα χειρότερα, από απεργιακές προσυγκεντρώσεις σε γειτονιές της Αθήνας. Είχε συνεχιστεί με την υπογράμμιση της ηλικιακής ομάδας των εκάστοτε κατηγορούμενων, με σκοπό την ποινικοποίηση της ενασχόλησης με κινηματικές διαδικασίες και τη σύνδεση με τις ηλικίες φυλακισμένων κατηγορουμένων για συμμετοχή σε επαναστατικές οργανώσεις. Επαγωγική λογική made in ΓΑΔΑ: Δεκέμβρης 2008 -> νεαρά άτομα ενεπλάκησαν ενεργά με τα γεγονότα -> δημιουργία ένοπλων οργανώσεων μετά το 2008 -> συλλήψεις μελών αυτών των οργανώσεων -> ηλικιακή ομάδα 18-24. Περίπου όπως στις μετρήσεις της ΕΛ.ΣΤΑΤ.

Και φυσικά η τακτική αυτή έχει συγκεκριμένους πολιτικούς αποδέκτες. Τον «εσωτερικό εχθρό», που λέγαμε και πιο παλιά, σε one way δρομολόγιο. Δεν είδαμε ποτέ τα πρόσωπα των δολοφόνων φασιστών του Σαχτζάτ Λουκμάν στα Πετράλωνα στις 17/1, ούτε μάθαμε ποτέ πού είναι οι εξαφανισμένοι δημοτικοί αστυνομικοί και οι ασφαλίτες που κυνήγησαν μέχρι θανάτου τον Σενεγαλέζο μετανάστη Τσιέκ Εντιαγιέ, στο Θησείο, το βράδυ της Παρασκευής 1/2.
Αυτό που πραγματικά προκαλεί απορία είναι γιατί ο κρατικός μηχανισμός επέλεξε, σε αυτή την περίπτωση, να βγάλει στη δημοσιότητα κάτι τόσο φανερά αλλοιωμένο. Η απάντηση ίσως είναι απλή. Και βρίσκεται ένα βήμα πέρα ακόμα και από το «κράτος πυγμής» που αντιμετωπίσαμε τους τελευταίους μήνες. Ολοκληρωτισμός ονομάζεται. Γιατί μόνο ένα ολοκληρωτικό καθεστώς θα επέλεγε να δείξει, μέσα από έναν επίσημο φορέα του, το αποτέλεσμα της επιβολής της «σιδηράς πειθαρχίας» που οραματίζεται. Και φυσικά τον τρόπο με τον οποίο θα την επιβάλει στο πόπολο.
Ένα πόπολο που φαίνεται μουδιασμένο και αποστεωμένο μπροστά σε τηλεοράσεις και υπολογιστές, περιμένοντας για την καινούρια αποκάλυψη. Και οι υπομονετικοί δικαιώθηκαν. Από το πρωί του Σαββάτου όλα τα ηλεκτρονικά μίντια έπαιζαν τις εικόνες των 4 συλληφθέντων χωρίς καμία αναφορά στο ίδιο το περιεχόμενο των εικόνων. Φιλικές σχέσεις τους με τον Α. Γρηγορόπουλο βγήκαν στην επιφάνεια. Βαριά οπλισμένοι 20χρονοι. Τοξοβόλοι και άλτες σκάμματος επίσης. Φτάνοντας σιγά σιγά μέχρι το βράδυ, όπου στο κεντρικό δελτίο του ΣΚΑΪ ο αστυνομικός συντάκτης αποκαλούσε τους συλληφθέντες «μέλη της οργάνωσης». Ετυμηγορία. Χρειάστηκαν μόλις 12 ώρες. Και αρκετό ξύλο και μπόλικη διαπόμπευση, όπως φαίνεται.
Ιδανική ευκαιρία για κάθε κολαούζο της πάσης φύσεως εξουσίας να δηλώσει πίστη και υποταγή στα αφεντικά του. Και το Σάββατο 2/2 βρήκαν την καταλληλότερη ευκαιρία να δείξουν ότι είναι οι καλύτεροι υπηρέτες και φύλακες ενός συστήματος που θρέφει τον κοινωνικό κανιβαλισμό. Γιατί και αυτοί δεν είναι τίποτα παραπάνω από κανίβαλοι που διψούν για «ανομία» και «επιβολή νομιμότητας». Οι χειρισμοί της πλειονότητας των εγχώριων μίντια ήταν το λιγότερο κατάπτυστοι. H εγκαθίδρυση του τρόμου θα περάσει πάνω από καθέναν και καθεμιά, και κανένας δεν θα γλιτώσει βγάζοντας απλά την ουρά του απέξω – ή, στην περίπτωση των δημοσιογράφων, των αρχισυντακτών, των διευθυντών σύνταξης, των παρουσιαστών και των αφεντικών, βάζοντας την ουρά του μέσα.

Προβοκάροντας τα δίκια του λαού…

Το κείμενο είναι αναδημοσίευση από εδώ : http://diskordia.squat.gr/2013/01/30/%CF%80%CF%81%CE%BF%CE%B2%CE%BF%CE%BA%CE%AC%CF%81%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%84%CE%B1-%CE%B4%CE%AF%CE%BA%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BB%CE%B1%CE%BF%CF%8D/

63

Εδώ και αρκετό, υπό το πρίσμα της κοινωνικής στροφής (ή ανοίγματος) των αντιεξουσιαστών, έχουν ξεσπάσει συζητήσεις επί συζητήσεων σχετικά με την ιδεολογική περιχαράκωση, τις ελιτίστικες νοοτροπίες… Το πρόβλημα που εντοπίζουμε είναι ότι στο όνομα αυτής της απεύθυνσης αρκετές φορές ο λαϊκισμός βαφτίζεται διαλλακτικότητα και κάθε τιεπαναστατικό ελιτισμός.
Αρχικά, τοποθετώντας τον εαυτό μας ενάντια στο κράτος, το κεφάλαιο αλλά και τις σχέσεις εξουσίας που διέπουν το κοινωνικό σύνολο (ρατσισμό, σεξισμό, κανονικότητα κτλ.) αναγνωρίζουμε πως είμαστε μια αισχρή μειοψηφία. Δεν είμαστε όμως ούτε η πεφωτισμένη μειοψηφία, ούτε οι γαμάτοι της πόλης που πρέπει να διδάξουν τους υπόλοιπους. Η σημαντική διαφορά με τις όποιες πρωτοπορίες είναι ότι αυτές θέτουν τον εαυτό τους ως τέτοιο, ψάχνουν ακολουθητές και αυτόματα αναπαράγουν την ιεραρχία. Τέτοιες πρωτοπορίες συναντάμε συχνά στην επαναστατική ιστορία, και με κάθε ευκαιρία τις πολεμάμε. Η πιο κλασσική είναι η κομματική πρωτοπορία και ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός του Λένιν, μια αυτόκλητη κλειστή γκρούπα που θα σώσει την εργατική τάξη, εν ονόματι της αλλά με την ίδια σε ρόλο θεατή (άντε στην καλύτερη σε ρόλο υπαλλήλου). Μία πιο μιλιταριστική εκδοχή είναι η ένοπλη πρωτοπορία, το ένοπλο κόμμα με πιο αιρετικές λενινιστικές αναφορές (π.χ. 17 Νοέμβρη). Με άλλα λόγια, όταν πράττεις στο όνομα ενός συνόλου (εργατική τάξη, λαός) χωρίς να συμμετέχει το σύνολο παίρνεις τον ρόλο του μεσσία.
Η μειοψηφική μας δράση δεν γίνεται στο όνομα κανενός πέρα από τους εαυτούς μας και τους εκάστοτε συντρόφους μας, ασχέτως αν στοχεύει σε μια καθολική απελευθέρωση. Ο καθένας μπορεί να συμπράξει με μας, να μας κριτικάρει, να κάνει κάτι διαφορετικό το οποίο θα μας εμπνεύσει να εξελιχθούμε. Είναι σαφές ότι δεν ψάχνουμε κανένα ποίμνιο, αυτή είναι και στην ουσία η αυτοργάνωση. Εν ολίγοις πρωτοπορία δεν σε καθιστούν από μόνα τους τα μέσα σου (βίαια ή μη), ούτε το πόσο θίγει ο πολιτικός σου λόγος το κοινωνικό σύνολο.
Η διαμάχη αυτή οξύνθηκε με ορόσημο το κίνημα των πλατειών. Ένας εθνικός όχλος θίχτηκε από τον αντίστοιχο Ισπανικό («Κάντε ησυχία μηνξυπνήσουμε τους Έλληνες»), και οι μικροαστοί έβαλαν τα καλά τους (τα λάβαρα και την
αγανάκτηση) για να καταλάβουν τις πλατείες. Δεν θέλουμε να στηλιτεύσουμε όσους πήγαν στις πλατείες για την οποιαδήποτε παρέμβαση, αλλά αυτούς που έγιναν «ένα με τον κόσμο», και ακόμα εκθειάζουν τον «Ιούνη της άμεσης δημοκρατίας». Στην καλύτερη περίπτωση, όποιος είδε τους Αγανακτισμένους σαν ελπιδοφόρο κίνημα, τοποθέτησε την ταξική-οικονομική σχέση σαν κεντρική απέναντι στις άλλες (δηλαδή αφού αντιδρούμε όλοι μαζί ενάντια στο μνημόνιο, στην άκρη ο πατριωτισμός, η ξενοφοβία, η ομοφοβία, κλπ). Βέβαια, επειδή ούτε καν ταξικά χαρακτηριστικά δεν πήρε η Πλατεία, παρά μόνο μια θολή εναντίωση στους πολιτικούς και τους πλούσιους, κυρίως τους ξένους, η παρακαταθήκη της είναι η ενίσχυση της ακροδεξιάς (Χρυσή Αυγή, ΑΝΕΛ, ΕΠΑΜ από την πάνω πλατεία), το κινηματικό άλλοθι της αριστεράς (κάτω πλατεία) και μια φαγούρα για μαζικότητα από πλευράς αρκετών αντιεξουσιαστών.
Ένα χρόνο μετά τους Αγανακτισμένους, η άνοδος της Χρυσής Αυγής έδωσε ένα επιπλέον κίνητρο στο λαϊκισμό, «να μην αφήσουμε τον κόσμο που είναι απελπισμένος στα χέρια των φασιστών». Το μούδιασμα ενός πολιτικού χώρου μπροστά στις αναπάντεχες εξελίξεις, έριξε τα προσχήματα και είδαμε πρωτοφανής κινήσεις: συμμετοχή σε διαμαρτυρίες ενάντια στους επίσημους στις παρελάσεις (η παρέλαση δεν μας πειράζει, ούτε ο στρατός, μόνο οι επίσημοι), αντιγερμανική διαδήλωση ενάντια στην έλευση της Μέρκελ (πατριωτική φιέστα όπου συνυπάρχουν ΟΥΚάδες, ακροδεξιοί και αριστεροί, αντιεξουσιαστές(?), με το συνοδευτικό μπάχαλο), και γενικά μια ξεκάθαρη αποστροφή σε καυστικά συνθήματα που κάποτε δονούσαν τις πορείες των αναρχικών, με αντίστοιχα αυξημένη ανεκτικότητα σε ελληνικές σημαίες, μάτσο φρασεολογίες, συμπόρευση με το ΕΠΑΜ…

Το δια ταύτα (σκέψεις από τον ιδεολογικό μας θρόνο)

Θα κάνουμε εδώ μια αναφορά στο αρχαιοελληνικό κόσμο, να αγγίξουμε κι εμείς τον μπάρμπα-Γιώργο που του έκοψαν τη σύνταξη (sic!). Ο ιδιώτης στην αρχαία Αθήνα, δηλαδή αυτός που δεν ασχολείται με τα πολιτικά (σε οποιαδήποτε μορφή) ήταν ο βλάκας που κανένας δεν θα λογοδοτούσε σ’ αυτόν για τα πολιτικά ζητήματα. Κι επειδή ανέκαθεν οι πλειοψηφίες παρατηρούσαν την ιστορία από τους καναπέδες τους (και τα αντίστοιχα έπιπλα του παρελθόντος), νιώθουν ανασφάλεια σε όποιον τους προτείνει να αυτενεργήσουν. Ε λοιπόν, οι οποιεσδήποτε πολιτικές μειοψηφίες (εξουσιαστικές, αντιεξουσιαστικές ή οτιδήποτε) μπορεί να είναι σύμμαχος, φίλος, μακρινός ή εχθρός ενός επαναστατικού κινήματος, και εκεί διακυβεύεται η μάχη. Οι αδιάφοροι δεν μπορούν να αποτελούν κριτήριο για τις δράσεις μας.
Η κρίση ανακάτεψε το σχετικά αδρανές μίγμα της ελληνικής ησυχίας, και ώθησε περισσότερους ανθρώπους να θέλουν να κάνουν κάτι. Δεν εξαφάνισε όμως ούτε την ανάθεση, την θέληση να βρεθεί ο μεσσίας, ούτε τον εθνικισμό, ίσα ίσα. Αν κάποιος είτε από οπτιμιστικό σκεπτικό (ο λαός είναι μαζί μας, είμαστε σε προεπαναστατική περίοδο) είτε από πεσιμιστικό (όλα πάνε κατά διαόλου, αν δεν λαϊκίσουμε θα εξαφανιστούμε) ρίχνει το βάρος στην ποσότητα και όχι στην ποιότητα, γίνεται ένας κοινός ψηφοθήρας ακόμη κι αν δεν έχει ψηφοδέλτιο.
Σίγουρα επιζητάς συντρόφους στον κοινωνικό πόλεμο, κι εμείς δεν φυτρώσαμε ούτε ήρθαμε με διαστημόπλοιο από τον πλανήτη Ουτοπία, είμαστε κομμάτι της κοινωνίας. Όταν εξωτερικεύουμε τον λόγο μας, επικαλούμαστε την κριτική του καθενός και
όχι την αγελαία του παρόρμηση λες και είμαστε κερκίδα. Επίσης δεν χρησιμοποιούμε αφορισμούς, θίγουμε θεσμούς και συμπεριφορές, τόσο όταν τις βλέπουμε σε πολιτικές ελίτ, όσο κι όταν τις βλέπουμε στην πλειοψηφία του κοινωνικού συνόλου.

 

Ο θάνατος του πιο φρικτού τέρατος (Μέρος τρίτο)

«Τώρα θα έπρεπε για λίγο να σου μιλήσω για το  πειθαρχημένο, προοδευτικό και συνειδητοποιημένο προλεταριάτο, αλλά θα ήταν ανούσιο αφού ξέρεις πάρα πολύ καλά για την άπειρη αξία του ως υποζύγιο για τα βάρη και το μαστίγιο. Αντί για αυτό θα αναφερθώ στα διάφορα κόμματα, δημοκρατικά, σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά.

Όλα τα κόμματα είναι ισάξια, όλα βασίζονται στην κρατικίστικη λογική, στην αρχή της εξουσίας. Δεν είναι ένας αγώνας για την ελευθερία αλλά για την αντικατάσταση μιας λίγο-πολύ βάρβαρης και ηλίθιας τυραννίας με μια άλλη. Για παράδειγμα, στη Ρωσία ο Λένιν κινήθηκε εναντίον του Τσάρου και το Λένιν θα διαδεχθεί ο… Lenone*, και ούτω καθεξής, γιατί έτσι επιτάσσει ο ηθικός νόμος.

Όπως ξέρεις καλά, ούτε και οι αναρχικοί ακόμα -που ορίζονται καλύτερα ως ελευθεριακοί κομμουνιστές- δεν έχουν ανοσία στον ηθικισμό. Δεν έχεις ακούσει πως κηρύσσουν και πως υπερθεματίζουν για χάρη της Θεάς Ηθικής;

Και αυτοί οργανώνονται, δηλαδή κοροϊδεύουν τους εαυτούς τους και τους άλλους. Και αυτοί θέλουν να εξιλεώσουν τον κόσμο, λες και η ελευθερία χαρίζεται. Η ελευθερία, αντίθετα πρέπει να βιωθεί. Και μιλούν στις μάζες για ένα φωτεινό μέλλον: και οι μάζες είτε δε καταλαβαίνουν τίποτα είτε στρέφουν το στραβωμένο βλέμμα τους στη γη της επαγγελίας. Αύριο η επανάσταση και η απαλλοτρίωση, αύριο η ισότητα, η ελευθερία και η ευτυχία για όλους. Εν τω μεταξύ, ας πεθάνουμε της πείνας.

Η θεωρία του μέλλοντος είναι η θεωρία λίγο-πολύ του ρόδινου ονείρου, τόσο μακριά από την πραγματικότητα. Είναι η θεωρία του Χριστιανισμού. Ο Χριστός πέθανε πριν είκοσι αιώνες αλλά ο Χριστιανισμός ζει και βασιλεύει. Ο Χριστός, για την αγάπη των ανθρώπων, είπε Αύριο!

Έχω αποδυναμώσει και εξημερώσει τους αναρχικούς· τους έκανα τίμιους και πολιτισμένους· τους μίλησα για την αγάπη ενάντια στο μίσος, για δικαιοσύνη και όχι εκδίκηση και εκείνοι –δυνατοί υπό την προστασία μου- ανέβηκαν στον άμβωνα και –σαν επαναστάτες- κήρυξαν ενάντια στις πράξεις ατομικού τερορισμού και –σαν απαλλοτριωτές- ενάντια στις ατομικές απαλλοτριώσεις. Δε σου φαίνεται αρκετά λογικό; Βέβαια γιατί για αυτούς το άτομο αξίζει λιγότερο από ένα παθογόνο μικρόβιο, ενώ η κοινωνία είναι το παν.

Είναι απαραίτητο να εξαφανιστεί ο εγωισμός από τους ανθρώπους –κραυγάζουν εμμονικά- γιατί όταν καταστραφεί ο εγωισμός οι άνθρωποι θα ζήσουν χαρούμενα στη γη σαν αδέρφια. Ενώ εσύ λες σε όλους και ειδικά στους επαναστάτες: Να είστε εγωιστές, γιατί όσο πιο εγωιστές είστε, τόσο πιο πολύ θα διψάτε για ελευθερία και ευτυχία και τόσο λιγότερο θα ανέχεστε  τη δυστυχία και τη σκλαβιά σας.

Σήμερα, λόγω φασιστικής αστυνομικής αντίδρασης, αρχίζεις να ξαναμιλάς μέσα από τα γραπτά σου για την ανάγκη του ηρωικού αναρχισμού. Αλλά είναι ακόμα σίγουρο πως οι αναρχικοί ηθικιστές, που θα στιγματίζουν κάθε πράξη ατομικής εξέγερσης, δε θα λείψουν ποτέ. Οι κοινωνικοί αναρχικοί ήταν αυτοί που μείωσαν, στιγμάτισαν και λιθοβόλησαν το Ραβασόλ, τον Ανρί, το Βαγιάν, το Ντυβάλ, το Μαριάννι, τον Αγκουγκίνι και τόσους άλλους εκδικητές της Αναρχίας. Και τα έκανα όλα αυτά μόνος μου, όλη η δόξα μου ανήκει. Είμαι η Ηθική, γεννημένη από την τυφλή άγνοια και το εξουσιαστικό πνεύμα της ανθρωπότητας και πρέπει να συνεχίσω το έργο μου συσκοτίζοντας τα μυαλά, δημιουργώντας φοβισμένα και λυπηρά φαντάσματα, σβήνοντας κάθε πνεύμα εξέγερσης και όσο ζω οι άνθρωποι θα είναι σκλάβοι, φτωχοί και δειλοί. Και ούτε εσύ θα γλιτώσεις από την δυστυχισμένη, δίχως έλεος οργή μου, διάβολε της κόλασης.»

«Σταμάτα, για το θεό», φώναξα και σε κλάσματα δευτερολέπτου τράβηξα το δηλητηριασμένο μαχαίρι μου· έτρεξα προς το τέρας και του ξέσκισα τρομερά το λαιμό. Το θανάσιμα πληγωμένο τέρας βύθισε τα νύχια του στη φτωχή μου σάρκα κάνοντάς τη να ματώσει και ξέρασε μια αναθυμιάζουσα πρασινοκίτρινη γλίτσα από το στόμα του, πλημμυρίζοντας το πρόσωπό μου. Άλλα νέα και πιο τρομερά χτυπήματα του μαχαιριού μου έπεσαν βροχή στο σώμα του τέρατος που έπεσε στο έδαφος. Ήταν νεκρό. Σκέφτηκα αμέσως να του ξεριζώσω την καρδιά και να τη δείξω στους φίλους μου, τους συντρόφους μου, τα αδέρφια μου στη θλίψη και στον αγώνα. Και ετοιμάστηκα να το κάνω με το όπλο μου στο χέρι.

Αλλά φαντάσου, ω αδερφέ μου, τι εντύπωση μου προκάλεσε το γεγονός ότι στη θέση της καρδιάς βρήκα μια τεράστια πέτρα. Ξαφνικά, ξεπερνώντας την έκπληξή μου, φώναξα: «Μου κάνει. Είναι κάτι που θα μου χρειαστεί για να τελειοποιήσω τα χτυπήματά μου όταν θα αντιμετωπίσω κανένα ηθικιστικό καθίκι, αν υπάρχει ακόμα κανένα.»

* Πρόκειται, για ένα προσβλητικό λογοπαίγνιο στα Ιταλικά που δε γίνεται δυστυχώς να μεταφραστεί. Lenone σημαίνει στα ιταλικά ο προαγωγός, ο νταβατζής.

Το «Ο θάνατος του πιο φρικτού τέρατος» είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη ErinneVivaniκαι εκδόθηκε στην εφημερίδα Proletario(τεύχος 4) στις 17 Σεπτεμβρίου του 1922.

Πηγή στα αγγλικά: The death of the most horrible monster, Internet Archive of Individualist Anarchism

Η μετάφραση είναι μια συνεργασία των blogs A-politiko και  Parabellum  .  Μπορείτε να βρείτε το κείμενο, το οποίο για μεγαλύτερη ευκολία θα δημοσιευτεί σε τρία μέρη, και στα δύο blogs. Επίσης μπορείτε να το κατεβάσετε από εδώ: http://www.mediafire.com/?13hhnrpege7g4qd.

Ο θάνατος του πιο φρικτού τέρατος – μέρος 2ο

«Αλλά η δουλειά μου γίνεται με μεγαλύτερη ευφράδεια και αποτελεσματικότητα όταν ασκώ την πατριωτική λειτουργία. Αχ, η πατρίδα! Λέω στα παιδιά των πλούσιων, στους αξιωματικούς, στους παπάδες, στις πόρνες: «Να είστε πατριώτες. Όποιος δεν αγαπάει την πατρίδα του δεν αγαπάει τη μητέρα του. Και να δείχνετε το πατριωτικό σας πάθος, τραγουδώντας τους ύμνους του πολέμου, την υγεία του κόσμου. Ορίστε οι εχθροί σας που μιλούν διαφορετική γλώσσα, που έχουν διαφορετικά έθιμα, εξολοθρεύστε τους στο όνομα της πατρίδας. Ο βασιλιάς μας, ο βασιλιάς των πλουσίων, θα κατακτήσει μια σπιθαμή γης, η δύναμη του θα μεγαλώσει και εξαιτίας της δύναμης του θα μεγαλώσει και η δικιά σας αφού είναι ο πατέρας, ο πατέρας της πατρίδας. Φωνάξτε στους δρόμους και τα στενά: Ζήτω ο πόλεμος! και ο πόλεμος θα έρθει. Δε θέλετε να πάτε; Σωστά. Είστε πλούσιοι και σας αξίζει να γλιτώσετε. Φωνάξτε: θα οπλιστούμε και θα αποχωρήσουμε και ο στρατός των απόκληρων θα αποχωρήσει χωρίς να σκεφτεί και θα σφάξει και θα σφαγιαστεί γιατί έτσι θέλουν ο βασιλιάς και η πατρίδα, έτσι θέλω εγώ.

Μητέρες, σύζυγοι, παιδιά αδερφές θα κλάψουν και θα βλαστημήσουν μάταια. Θα υπάρξουν απείθαρχοι στρατιώτες που δε θέλουν να πάνε, που δε θέλουν να δολοφονήσουν άγνωστους ανθρώπους που ποτέ δεν τους έβλαψαν; Μα έτσι φαίνεται; Οι εργάτες είναι πατριώτες, είναι ήρωες, θα πολεμήσουν σα λιοντάρια και θα επιστρέψουν νικηφόροι.

Και αν δεν αποδειχτούν τέτοιοι, οι καλοί μας χωροφύλακες, οι βασιλικοί φρουροί, οι αξιωματικοί της Guardia di Finanza* και οι άλλοι μπάτσοι θα σκεφτούν να τους δώσουν μια κλωτσιά στα πισινά και θα τους πιέσουν να επιτεθούν και να αντεπιτεθούν.

Εμπρός, αχυρόμυαλοι, με αγάπη ή με το ζόρι!

Το μίσος θα διαδοθεί σαν ανεξέλεγκτη φωτιά, η δίψα για αίμα θα γίνει ασίγαστη· θα γίνει πόθος. Θα είναι μια άγρια μάχη σώμα με σώμα, ποτάμια αίματος θα κυλήσουν και βουνά από πτώματα θα σχηματιστούν. Όσο πιο βάρβαρος είναι κάποιος, τόσο πιο ήρωας θα ανακηρυχτεί. Αυτό συνέβη στον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο. Υπήρξαν εκατομμύρια νεκροί, εκατομμύρια που έμειναν τυφλοί, κουφοί, μουγκοί  που τρελάθηκαν, που έγιναν εγκληματίες, που έπαθαν φυματίωση, που ακρωτηριάστηκαν τα χέρια και τα πόδια τους, που αποβλακώθηκαν άλλα τι σημασία έχει;

Ο πόλεμος δημιούργησε λοιμό και πανούκλα. Γέροι και παιδιά άπλωσαν το χέρι τους ζητώντας έλεος, νέες γυναίκες έγιναν πόρνες, αλλά οι πλούσιοι απέκτησαν πιο πολλά λεφτά, πιο μεγάλη δύναμη, πιο πολύ δόξα. Αυτό είναι ο πόλεμος, αυτή είναι η πατρίδα, αυτό είναι η Ηθική.»

«Τώρα θα σου μιλήσω για έναν από τους πιο αγαπημένους μου απογόνους: το φασισμό. Προ τριών ετών, τα συμφέροντα της πατρίδας, δηλαδή της μπουρζουαζίας, απειλήθηκαν σοβαρά από την προλεταριακή παλίρροια, η οποία κουρασμένη να ανέχεται την ατελείωτη δυστυχία κατέκλυζε τα ιερά ιδρύματα της πατρίδας. Το προλεταριάτο δεν άκουγε πια τους αφέντες του που το προέτρεπαν να ηρεμήσει. Και τότε εμφανίστηκε ο φασισμός για να καταστρέψει τους ανατρεπτικούς. Στρατολογήθηκαν χιλιάδες νέοι άνδρες και οπλίστηκαν σαν αστακοί.

Η αστυνομία και η δικαιοσύνη τους εξασφάλισαν ατιμωρησία,  η μπουρζουαζία τους πλήρωνε διακριτικά ένα μισθό, ο τύπος τους χειροκροτούσε με σεβασμό και έτσι ήταν σε θέση να εφαρμόσουν τη μέθοδο του τρόμου σε μεγάλη κλίμακα.

Υποστηριζόμενοι από τη βασιλική φρουρά και του μελανοχίτωνες μπάτσους, έκαναν κάθε είδους νταηλίκια.  Υποχρέωσαν του πολίτες να κρεμάσουν τη σημαία στα μπαλκόνια, να φορούν την κορδέλα στο πέτο του παλτού τους, να κάθονται προσοχή και να βγάζουν τα καπέλα τους στις πρώτες νότες του βασιλικού εμβατηρίου, να φωνάζουν Ζήτω ο βασιλιάς! Για να αποζημιωθούν αποκαλούνται δημοκράτες όπως ο ντούτσε τους. Και βάζουν φωτιά στις καλύβες των εργατών. Τους επιτρέπονται τα πάντα εκτός από το να χτυπήσουν του αρχηγούς των άλλων κομμάτων, γιατί αν αυτά τα κόμματα έχαναν τους αρχηγούς τους, δε θα υπήρχε κανένας να αναλάβει το ρόλο του πυροσβέστη και του κατασκόπου.»

Το τέρας έκανε μια παύση και μετά συνέχισε:

«Ίσως δε γνωρίζει την απεριόριστη δύναμη μου και έτσι με πολεμάς, απαίσιε. Για να αντιληφθείς την υπέρτατη δύναμη μου σου λέω πως διαπερνάω τις ανθρώπινες καρδιές, καθοδηγώ τα συναισθήματα και τα πάθη και όλες τις σαρκικές σχέσεις μεταξύ του άνδρα και της γυναίκας. Σε αυτήν την περίπτωση, παίρνω το όνομα της σεξουαλικής ηθικής.

Στους πολιτισμένους ανθρώπους σαν εμάς, προκρίνω τη μοναδική, μονογαμική αποκλειστική αγάπη. Είναι αλήθεια ότι πολύ λίγοι άνδρες και γυναίκες  την ακολουθούν, ότι σχεδόν όλοι προτιμούν την ποικιλία τρυφερότητας και συνουσίας, γιατί όλοι είναι εραστές του καινούριου και του ποικίλου σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής και ιδιαίτερα στον έρωτα, άλλα τι με ενδιαφέρει αυτό εμένα;

Απαιτώ την αγάπη για έναν, αν όχι στην ουσία τουλάχιστον στην επιφάνεια γιατί τα προσχήματα πρέπει να σωθούν οπωσδήποτε.

Ξέρω ότι δεν είσαι αυτής της άποψης, ότι σου αρέσει να παιχνιδίζεις από λουλούδι σε λουλούδι, να γεύεσαι αμαρτωλές ηδονές, να εισπνέεις με όλη σου τη δύναμη τα αρώματα της μεταξένιας σάρκας, να στολίζεις τον εαυτό σου με τα άνθη του κακού. Σε περιγελώ, περιγελώ τις απογοητεύσεις και τις θλίψεις που δημιουργώ για σένα. Σου υποσχέθηκα πως θα είμαι ειλικρινής και θα σου μιλήσω επίσης και για τις σοβαρές δυσχέρειες που προκαλούν οι απαγορεύσεις της σεξουαλικής ηθικής.

Νεαρά αγόρια και κορίτσια στα οποία, εξαιτίας της τρυφερής τους ηλικίας απαγορεύεται η συνουσία, καταναλώνονται και ξεσχίζονται με τον αυνανισμό.

Πριν μερικά χρόνια, θα θυμάσαι, οι εφημερίδες μιλούσαν για μια νεαρή γυναίκα με υψηλή αριστοκρατική καταγωγή, η οποία καθώς ψυχαγωγούσε τον εαυτό της με το σκύλο της στο δωμάτιο της άκουσε το πόμολο της πόρτας να κουνιέται. Θέλοντας να κρύψει την ενοχή της προσπάθησε να ελευθερωθεί από την αγκαλιά του σκύλου και το ζώο που δεν μπορούσε να ανεχθεί αυτή την απότομη διακοπή, την στραγγάλισε.

Υπάρχουν και οι περιπτώσεις που μια γυναίκα , στην προσπάθεια να κρύψει τα πειστήρια του παράνομου έρωτα της, προσπαθεί να αποβάλλει και τελειώνει τη ζωή της στο κρεβάτι κάποιου νοσοκομείου.

Κάποια άλλη γυναίκα, λόγω σεβασμού στην ηθική, πνίγει τον καρπό της μήτρας της με τα ίδια της τα χέρια και τον πετάει στα κανάλια του υπονόμου. Επίσης υπάρχουν και οι πανέμορφες  γυναίκες, πληθωρικές που ξεχειλίζουν νεότητα, διψασμένες για μέθη που υποχρεούνται να δώσουν τους εαυτούς τους στην αγκαλιά ενός γέρου, άρρωστου, σιχαμερού άνδρα. «Α», διέκοψα «είχα δίκιο λοιπόν, όταν έγραψα σε ένα περιοδικό πως τα αφροδίσια νοσήματα, η συνουσία με σκύλους, η βρεφοκτονία και όλα τα εγκλήματα που διαπράττονται για τα ανήθικα πάθη έχουν τις ρίζες τους στους περιορισμούς που βάζει η σεξουαλική ηθική!»

«Δε σου επιτρέπω να με διακόπτεις» διαμαρτυρήθηκε η Ηθική, « γιατί η αλήθεια μου δεν είναι προς συζήτηση άλλα προς αποδοχή.»

* Ένα στρατιωτικοποιημένο σώμα της Ιταλικής αστυνομίας που υπάγεται στο Υπουργείο Οικονομίας.

Το «Ο θάνατος του πιο φρικτού τέρατος» είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη ErinneVivaniκαι εκδόθηκε στην εφημερίδα Proletario(τεύχος 4) στις 17 Σεπτεμβρίου του 1922.

Πηγή στα αγγλικά: The death of the most horrible monster, Internet Archive of Individualist Anarchism

Η μετάφραση είναι μια συνεργασία των blogs A-politiko και Parabellum  . Μπορείτε να βρείτε το κείμενο, το οποίο για μεγαλύτερη ευκολία θα δημοσιευτεί σε τρία μέρη, και στα δύο blogs. Επίσης μπορείτε να το κατεβάσετε εδώ : http://www.mediafire.com/?13hhnrpege7g4qd

 

Ο θάνατος του πιο φρικτού τέρατος – μέρος 1ο.

Ήμουν μόνος και λυπημένος. Περπατούσα άσκοπα μέσα στο ερημωμένο τοπίο, με τον μεσημεριανό ήλιο να με μαστιγώνει, με μοναδικό σκοπό να ζήσω κάποιες ώρες μοναξιάς, μακριά από το πλήθος των φιλήδονων και άπορων. Σκοτεινές σκέψεις βομβάρδιζαν το μυαλό μου, ο νους μου βρισκόταν σε αναβρασμό και περπατούσα. Περπατούσα ακούραστα δίχως να δίνω σημασία στο χρόνο που περνά ούτε στα μονοπάτια που διέσχιζα, τα οποία ήταν τελείως άγνωστα σ’ εμένα.

Ο ήλιος κόντευε να δύσει όταν και βρέθηκα σ’ ένα μέρος που αποκαλούσα το  βασίλειο του θανάτου. Παντού στο έδαφος υπήρχε λάσπη, ούτε ένα δέντρο, ούτε ίχνος γρασιδιού. Μια αρρωστημένη δυσοσμία αναδυόταν από τη λίμνη, ο ουρανός πάνω από τον οποίο ήταν σχεδόν εξολοκλήρου καλυμμένος με εκατομμύρια έντομα και παράξενα μαύρα πουλιά που έκαναν κύκλους στον στάσιμο αέρα, δίχως τον παραμικρό θόρυβο. Πού βρισκόμουν; Γύρισα από την άλλη και ξεκίνησα να περπατώ πάλι με την πρόθεση να γυρίσω στο σπίτι. Δεν είχα όμως προλάβει να κάνω ούτε δέκα βήματα όταν μια φωνή ακούστηκε από το βάλτο να με καλεί με τ’ όνομά μου. Διστάζοντας λίγο, γύρισα προς το σημείο απ’ όπου ακουγόταν η φωνή και διέκρινα κάτι να κινείται μέσα στη λάσπη. Ποιός θα μπορούσε να είναι; Έκανα μερικά βήματα και διέκρινα ένα φρικτό τέρας που με χειρονομίες με καλούσε να το πλησιάσω. Τί τρόμος! Ήταν ένα τρομακτικό τέρας. Το  σώμα του ήταν καλυμμένο με πολύ μακριά λασπωμένα, ματωμένα και πυκνά μαλλιά.  Το τεράστιο κεφάλι του ήταν καλυμμένο από αμέτρητα  θεόρατα φίδια που άνοιγαν ρυθμικά διάπλατα τα στόματα τους.  Τα μάτια, η μύτη, το στόμα και τα αυτιά, είχαν αντικατασταθεί από έξι μεγάλες κυκλικές τρύπες. Αντί για δάχτυλα χεριών και ποδιών, είχε πολύ μακριά, σα γάντζους, νύχια.  Και τι βρώμα προερχόταν από το κορμί του!

Με φωνή που δεν είχε τίποτα το ανθρώπινο, το τέρας μου είπε:

«Ω, ήρθες επιτέλους! Γιατί δε γελάς τώρα καταραμένε μαθητή του Στίρνερ, μοναχικέ κάτοικε των κορυφών, μαστιγωτή των ηθικών;  Γιατί δε γελάς τώρα;»

«Ο Στίρνερ δεν έχει καμιά σχέση με αυτό!» απάντησα. «Δεν είμαι μαθητής κανενός. Αλλά ποιος είσαι και από πού με γνωρίζεις;»

«Εγώ», απάντησε το τέρας, «είμαι η Ηθική, και απαιτώ να μάθω τους λόγους για τις προσβολές που εξαπέλυες εναντίον μου σχεδόν είκοσι χρόνια τώρα, μαζί με αυτούς τους κατεργάρηδες τους ατομικιστές συντρόφους σου.  Πάντα με διαβάλλεις παρόλο που γνωρίζεις ότι είμαι η άμεση ενσάρκωση του θεού, αιώνιος και παντοδύναμος όπως και εκείνος.  Αν δεν αλλάξεις μυαλά, εγώ ο ίδιος με τα θεϊκά αυτά χέρια μου, θα σε σκοτώσω και θα πιω το καταραμένο αίμα σου.»

«Εδώ, ώ Ηθική», πρόσθεσα αποθαρρυμένος, «ίσως και να κάνω λάθος και θα ήθελα να το παραδεχτώ. Προσπάθησε να με πείσεις για τα λάθη που έκανα, κι ευχαρίστως θα γίνω ο πιστός σου σκλάβος και ένθερμος θαυμαστής.»

Το τέρας όμως απάντησε οργισμένο:

«Όχι όχι, δεν είναι ζήτημα να καταφέρει κάποιος να σε πείσει,  αλλά να μου έχεις τυφλή πίστη όπως και οι υπόλοιποι, κι εσύ δε διαφέρεις από τους άλλους-το καταλαβαίνεις;

«Κατάλαβα απολύτως», έσπευσα να δηλώσω.  «Θα ήθελα μόνο να μου μιλήσεις για την υψηλή αποστολή που έχεις στον κόσμο: να με ικανοποιήσεις.»

«Θα σε ικανοποιήσω» είπε το τέρας, «αλλά πρώτα θέλω να φάω.»

Και καθώς το είπε, έκατσε κάτω, άνοιξε μια τσάντα που είχε δίπλα του, έβγαλε από μέσα ένα νεκρό μωρό και άρχισε με απληστία να το τρώει.

Τρομοκρατήθηκα.

Η Ηθική με ρώτησε: «Μήπως θέλεις κι εσύ λίγο;»

«Ευχαριστώ πολύ» απάντησα, «αλλά εμείς οι ατομικιστές δεν είμαστε πραγματικά κανίβαλοι όπως κάποιος μεγάλος άνδρας, ένας σύγχρονος  ηθικιστής υπαινίχτηκε. Πες μου, αν επιτρέπεται, ποιός είναι που σου προσφέρει αυτά τα άτυχα μωρά;»

Και μου εξομολογήθηκε με απλοϊκότητα:

«Όλοι οι ηθικιστές μου τα φέρνουν ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες που τους προσφέρω.»

Όταν τελείωσε το μακάβριο γεύμα του, το τέρας ξεκίνησε να μιλάει:

«Τώρα άκουσέ με καλά, θα σου μιλήσω απλά και ειλικρινά, αλλά μην σοκαριστείς αν σου δείξω υπερβολικά πικρές και ευαίσθητες αλήθειες. Μάθε πρώτα απ’ όλα ότι η φύση και οι λειτουργίες μου αλλάζουν με την αλλαγή των ιστορικών και κοινωνικών συνθηκών, και ποικίλλουν από τόπο σε τόπο. Σε κάποια μέρη για παράδειγμα, ο κανιβαλισμός και η πολυγαμία είναι ηθικά, ενώ σε εμάς, είναι τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα. Και, ακόμη κι εδώ, αυτό που επιτρεπόταν χθες, απαγορεύεται σήμερα γιατί θεωρείται ανήθικο, ενώ αύριο θα μπορούσε να κριθεί ως πολύ ηθικό ή ακόμη και να καταστεί υποχρεωτικό. Επιπλέον οι λειτουργίες μου αλλάζουν σε αντιστοιχία με τις κοινωνικές τάξεις, κόμματα, σέχτες, οργανώσεις κ.τ.λ. όπου ανήκουν άνθρωποι, γιατί το πνεύμα μου είναι σαν ένα πολύεδρο με χίλια πρόσωπα, καθένα από τα οποία προορίζεται για μια συγκεκριμένη ομάδα ή κατηγορία ανθρώπων.»

«Για παράδειγμα, λέω στην πλούσια κυρίαρχη τάξη:

Για σας είναι ηθικό να ζείτε στις πλάτες των εργατών, να ταξιδεύετε με ακριβές αμαξοστοιχίες, με αυτοκίνητα, με αερόπλοια, να ντύνεστε με μετάξι, να ξοδεύεται χιλιάδες δολάρια για ένα μπιχλιμπίδι, να έχετε εκατό επιχρυσωμένες πόρνες, να έχετε στην κατοχή σας παλάτια στην πόλη, αγροικίες στα βουνά και κοντά στη θάλασσα και σκλάβους με στολή προσωπικού και άλογα και άμαξες και τα πάντα, γιατί η εξουσία είναι ιερή και απαραβίαστη. Επομένως προσπαθήστε να μάθετε την πλέμπα να σέβεται αυτήν την αρχή και αν ο όχλος των φτωχών και των σκλάβων τολμήσει να σηκώσει κεφάλι, μπορείτε να καταφύγετε στους πληρωμένους δολοφόνους οι οποίοι στο όνομα του νόμου και για λίγα μετρητά ξέρουν πώς να βάζουν αυτούς που παραβιάζουν την ιερή ιδιοκτησία στη θέση τους.»

« Λέω στους παπάδες και τους μοναχούς:

Να κηρύττετε την παραίτηση και την ταπεινότητα, να συσκοτίζετε το νου, να υπόσχεστε παραδείσους μετά θάνατον, να αρμέγετε τους φτωχούς όταν βαφτίζονται, όταν μεταλαβαίνουν, όταν παντρεύονται, όταν αρρωσταίνουν, όταν πεθαίνουν και θάβονται και ακόμα και μετά από εκατοντάδες και χιλιάδες χρόνια μετά την ταφή, απαγγέλλοντας ψαλμούς προς τιμήν της μάζας και των ψυχών τους. Έτσι πρέπει να είναι.

Και μη σας μπει καμιά ιδέα να κάνετε οικογένεια, γιατί είναι σοβαρό βάσανο. Γυναίκα; Μα υπάρχουν τόσες φτωχές και πλούσιες γυναίκες που χρειάζονται εξομολόγηση! Μη φοβάστε! Ακόμα και πολύ ανατρεπτικοί στέλνουν σε σας τις γυναίκες, τις αδερφές και τις κόρες τους. Και έπειτα υπάρχουν και οι καλόγριες, οι κόρες της Παναγίας, οι μαθήτριες της κλπ. και σε τελική ανάλυση δεν πρέπει να παραβλέπετε τα παιδιά που εμπιστεύονται στη θρησκευτική σας φροντίδα. Να απολαμβάνετε πάντα, αφού οι ηλίθιοι πληρώνουν καλά. Ζήτω η μαύρη μάζα!»

Το «Ο θάνατος του πιο φρικτού τέρατος» είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη ErinneVivani και εκδόθηκε στην εφημερίδα Proletario(τεύχος 4) στις 17 Σεπτεμβρίου του 1922.

Πηγή στα αγγλικά: The death of the most horrible monster, Internet Archive of Individualist Anarchism

Η μετάφραση είναι μια συνεργασία των blogs Α-politiko και Parabellum . Μπορείτε να βρείτε το κείμενο, το οποίο για μεγαλύτερη ευκολία θα δημοσιευτεί σε τρία μέρη, και στα δύο blogs. Επίσης μπορείτε να το κατεβάσετε από εδώ : http://www.mediafire.com/?13hhnrpege7g4qd

Ενάντια στον κοινωνικό ρεφορμισμό

Ενάντια στον κοινωνικό ρεφορμισμό

 

Αυτό που καθορίζει την “πολιτική εικόνα” του αναρχικού κινήματος στις διάφορες περιόδους δεν είναι τόσο πολύ οι πάγιες αντιεξουσιαστικές του θέσεις, οι οποίες στα βασικά τους χαρακτηριστικά είναι λίγο-πολύ γνωστές, αλλά η νοοτροπία που τις εκφράζει και τις διαχέει τη δεδομένη ιστορική στιγμή. Επίσης τίθεται και ένα ζήτημα, κατά πόσο αυτές οι θέσεις εμπλουτίζονται και μετασχηματίζονται ή κατά πόσο μένουν στάσιμες και μετατρέπονται σε “ιδεολογία”.

Ποια είναι λοιπόν η πραγματικότητα εντός του αναρχικού κινήματος σήμερα. Νομίζω σημαντικό στοιχείο που απλοποιεί αρκετά κάποια ενδεχομένως περίπλοκα φαινόμενα είναι ο παράγοντας “κρίση”. Σε καιρούς σχετικής ευημερίας όπως οι προηγούμενες δύο δεκαετίες τα “οικονομικά” ζητήματα καταλάμβαναν μικρότερο χώρο στην πολιτική ατζέντα της αναρχίας. Το ίδιο ισχύει και με την “εργασία”. Βέβαια ανέκαθεν υπήρχαν κινητοποιήσεις με οικονομικά και εργατικά χαρακτηριστικά και αιτήματα αλλά μόνο εν μέσω κρίσης συζητούνται η οικονομία και η εργασία κατεξοχήν ως συνθήκες και ως κοινωνικές σχέσεις.

Και δυστυχώς ο αναρχικός χώρος έπεσε στην πολιτική “λούμπα” των ακροαριστερών του καταβολών από της οποίες ένα μεγάλο κομμάτι του ποτέ δε ξέκοψε οριστικά. Σήμερα σχεδόν ολόκληρος ο αναρχικός λόγος περιστρέφεται γύρω από οικονομίστικες και εργατίστικες αντιλήψεις. Φαίνεται να ξεχνιέται σιγά-σιγά η κριτική που ασκούσε ο αναρχικός χώρος στην κοινωνία και στην εργατική τάξη μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης και να μπαίνει αισχρά κάτω από το χαλί ώστε να πάρει τη θέση της ένας νεόκοπος κοινωνισμός που θέτει ως ύψιστο καθήκον του αναρχικού επαναστάτη τη ζύμωση με οποιοδήποτε υποκείμενο δέχεται οικονομική καταπίεση και εκμετάλλευση ή χάνει η δουλειά του, το εισόδημα του κλπ.

Πάνω λοιπόν στον πανικό να προβάλλει ο χώρος, σαν άλλη αριστερά, “ένα όραμα για μια άλλη κοινωνία”, ξεχύθηκε στις μάζες δημιουργώντας  ή συμμετέχοντας σε διάφορα εγχειρήματα όπως  κουζίνες, αντιμαθήματα, παζάρια, καλλιέργειες, εργαστήρια κατασκευών κ.α. Το ζήτημα βέβαια είναι πως αφενός κανένα από τα παραπάνω δεν έχει πολιτικό χαρακτήρα εάν δε συμμετέχουν πολιτικοποιημένα άτομα και αφετέρου κανένα δεν έχει συνάφεια με τον σταθερό αναρχικό στόχο της επανάστασης. Μια αυτοοργανωμένη κουζίνα παραμένει ένας τρόπος κάλυψης της ανάγκης για φαγητό όσοι αναρχικοί και να συμμετέχουν. Επίσης τα προλεταριακά και κοινωνικά κομμάτια  που ίσως συμμετέχουν, έρχονται να καλύψουν αυτήν τους ακριβώς την ανάγκη και όχι να συνωμοτήσουν για την επανάσταση. Ο ίδιος άνθρωπος μπορεί κάλλιστα αύριο να φάει στο συσσίτιο την τοπικής ενορίας ή του δήμου. Όσες πολιτικές συζητήσεις και να λαμβάνουν χώρα σε αυτές τις εκδηλώσεις δεν αμφισβητείται πρακτικά καμία σοβαρή όψη της κυριαρχίας, ούτε μετασχηματίζεται η συνείδηση του κόσμου.

Επίσης ξεφύτρωσαν διάφορες “λαϊκές” συνελεύσεις. Με λίγα λόγια καλείται ένας αναρχικός να “ζυμωθεί” με δεκάδες διαφορετικά, αλληλοεχθρικά και εχθρικά προς την επανάσταση υποκείμενα, τα οποία τυχαίνει σε κάποια χρονική συγκυρία να έχουν ένα κοινό πρόσκαιρο συμφέρον. Το συμφέρον είναι λέξη κλειδί γιατί μπορεί να θεωρηθεί και ως το ακριβώς αντίθετο της συνείδησης.

Το σοβαρότερο όμως πρόβλημα είναι σιγά-σιγά ξεμακραίνει η πιθανότητα του επαναστατικού πολέμου καθώς η ολιστική απόρριψη του σήμερα πάει περίπατο λόγω της οικονομίστικης/εργατίστικης εμμονής. Επανέρχεται αυτή η σιχαμερή ρεφορμιστική ιδεοληψία των αντικειμενικών συνθηκών και της προτεραιότητας της αφύπνισης των μαζών.

Όμως ο πόλεμος δεν είναι θεωρητική άποψη αλλά γεγονός. Και αν ακόμα κάποιες τάσεις ή άτομα δε θεωρούν απλά και μόνο την ύπαρξη του σημερινού συστήματος αιτία πολέμου δεν μπορούν πλέον να κλείνουν τα μάτια στην πραγματικότητα που ξετυλίγεται άγρια μπροστά μας. Είμαστε στο στόχαστρο του κράτους. Και είμαστε ως αναρχικοί, όχι σαν προλετάριοι ή σαν φοιτητές κλπ. Και η ανάμειξη με τη μάζα δε θα μας σώσει, ούτε μας έσωσε ποτέ.

Ο πόλεμος λοιπόν υπάρχει ακόμα και αν το μεγαλύτερο κομμάτι του χώρου δεν πολεμάει. Και δε θα μπορέσει να πολεμήσει αν δεν αποβάλλει τώρα που έχει ακόμα χρόνο τις αριστερές ρεφορμιστικές του αυταπάτες. Η επανάσταση δεν είναι μελλοντικό γεγονός, είναι ζήτημα του σήμερα, του τώρα. Η επανάσταση ή θα στοχεύει στην εκμηδένιση του κρατικοκαπιταλιστικού συμπλέγματος και της κοινωνίας και του πολιτισμού του ή θα είναι κατ’ ευφημισμόν επανάσταση. Η ζωή εκδηλώνεται στο τώρα και δεν περιμένει τις μάζες για τις οποίες δεν είμαστε και σίγουροι ότι θα εξεγερθούν κάποια στιγμή. Και δεν θα την ελευθερώσουμε από το σημερινό της κλουβί για να τη θέσουμε και πάλι πίσω από τα κάγκελα μιας κοινωνίας που θα έχει μετασχηματιστεί απλά παραγωγικά, διατηρώντας όλο το υπόλοιπο πολιτιστικό εξάμβλωμα και τη νοοτροπία της κοινωνίας-μάζας.

Συνηθίζουν πολλοί να λένε με χαιρέκακο στόμφο πως ”η επανάσταση δεν είναι θέμα μιας χούφτας φωτισμένων”. Λοιπόν δεν είναι ούτε υπόθεση γενικά και αόριστα των μαζών, οι οποίες συντηρούν το σύστημα και στην καλύτερη περίπτωση θέλουν ένα νέο σύστημα καλύτερο και πιο συμφέρον από το σημερινό.

Η επανάσταση είναι η απάντηση των συνειδητοποιημένων και ελεύθερων ατομικοτήτων στον πόλεμο που κήρυξε η εξουσία εναντίον τους. Η επανάσταση είναι ο δικός τους τωρινός, πραγματικός πόλεμος ενάντια στον τωρινό, πραγματικό πόλεμο των τυράννων. Η επανάσταση είναι η κραυγή των εξεγερμένων ατομικοτήτων, όσες και να είναι, για αναρχία και ελευθερία εδώ και τώρα. Ας θάψουμε μια για πάντα τις αντιλήψεις του κεφαλαίου, της εξουσίας και των σκλάβων τους. Ας επιτεθούμε με ατόφιο μίσος στο πολιτισμικό και κοινωνικό οικοδόμημα τώρα που “μπάζει” από παντού.  Ας διαρρήξουμε τις στεγανές ταυτότητες και τους ρόλους που μας έχουν επιβληθεί, με τη δύναμη του εξεγερμένου εγώ. Η ήττα ή η νίκη δεν παίζει τόσο ρόλο. Η συνείδηση δεν κρίνεται εκ του αποτελέσματος αλλά από τις πράξεις. Το δίλημμα δεν είναι πλέον επανάσταση ή όχι, αλλά ατομικιστικός μηδενισμός ή κοινωνικός ρεφορμισμός.

Αίγινα 1934 – Η απόδραση των 8, μέρος δεύτερο.

Οι φυλακές της Αίγινας ήταν πραγματικά ένα παμπάλαιο και άθλιο κτίριο.Είχε κτιστεί στα χρόνια του Καποδίστρια και χρησιμοποιήθηκε αρχικά και για πολλά χρόνια, για στρατιωτική σχολή. Αργότερα έγινε ορφανοτροφείο και στη συνέχεια φυλακή.

Ήταν ένα ισόγειο πλακόστρωτο κατασκεύασμα με ξύλινη οροφή, που όπως όλα τα παλιά κτίρια, χωριζόταν από την κεραμόσκεπη στέγη μ’ ένα μεγάλο κενό.

Οι 86 κομμουνιστές κρατιόντουσαν σε 10 συνεχόμενα κελιά (από 7-10 σε κάθε κελί) στην Γ΄πτέρυγα, ενώ στις άλλες κρατιόντουσαν οι ποινικοί. Όλοι μαζί έφταναν τους 600. Την ίδια εποχή σε άλλες φυλακές (Ιτζεδίν, Γεντί Κουλέ, κ.α.) κρατιόντουσαν περί τους 1000 κομμουνιστές.

Ο διαχωρισμός ποινικών-πολιτικών, κρινόταν αναγκαίος,

“διότι -γράφει η Ακρόπολις- η διεύθυνσις των φυλακών εγνώριζεν εκ πείρας ότι οσάκις τους διασκόρπιζαν εις όλα τα κελιά, οι μεμυημένοι εις τας ιδέας του Μαρξ “διεφώτιζαν” και τους άλλους, τους ποινικούς κρατούμενους, και “εσήκωναν τη φυλακή στο πόδι”.

Η απόδραση αποφασίστηκε από τους αρχηγούς της κολλεχτίβας των φυλακισμένων σε συνεννόηση με το Κόμμα. Κριτήριο για το ποιοί θα δραπετεύσουν ήταν κι εδώ η ποινή που βάραινε τον καθένα και οι ανάγκες που είχε το Κόμμα.

“Το Κόμμα – έδινε στο σημείο αυτό την ερμηνεία της η Ακρόπολις – όχι μόνον είχε αναάγκη των δραπετών, αλλά και ενός εντυπωσιακού γεγονότος δια να μάθει η πτωχή προλεταρία ότι αν η αστική πολιτεία εξαπολύει τρομοκρατίαν κι έχει φυλακάς, οι κομμουνισταί ξεύρουν να τας καταργούν”.

Το εγχείρημα παρουσίαζε μεγάλες δυσκολίες και απαιτούσε πολλή δουλειά και καλή “οργάνωση υποδοχής” απ’ έξω. Αποφάσισαν να φύγουν με τη μέθοδο του λαγουμιού, μ’ όλες τις δυσκολίες που παρουσίαζε.

Το πρόβλημα ήταν από πού θα άρχιζαν. Περισσότερο προσφερόταν ο χώρος κάτω από το πρεβάζι του παραθυριού του κελιού 7, που βρισκόταν μισό μέτρο πάνω από το δάπεδο: α) γιατί εκεί ο τοίχος έφτανε σε πάχος το ένα μέτρο, πράγμα που τους επέτρεπε να ανοίξουν μέσα στον ίδιο τον τοίχο το “πηγάδι” που θα οδηγούσε στο λαγούμι, β) μπορούσαν από τη θέση που βρισκόταν το παράθυρο να ελέγχουν εύκολα την έξω κίνηση, και γ) από ‘κει εξασφαλιζόταν ο ασφαλέστερος υπόγειος δρόμος προς την ελευθερία, αφού μόλις τέλειωνε το προαύλιο της φυλακής κι ένας μικρός δημόσιος δρόμος, άρχιζαν τα χωράφια και αμέσως μετά από ένα δασάκι απ’ όπου μπορούσαν εύκολα να εξαφανιστούν.

Στο κελλί 7 έμεναν οι Κλειδωνάρης, Βαβούδης, Θωμάζης, Βέργος, και Μαρμαρέλης (πρώην αρχισυντάκτης του Ριζοσπάστη). Οι δύο τελευταίοι που δεν άκολούθησαν τους δραπέτες, στάθηκαν από τους βασικούς συντελεστές της απόδρασης. Στους πέντε αυτούς έπεσε και το μεγαλύτερο μέρος της πρακτικής δουλειάς.

 

Το έργο άρχισε ττρεις μήνες πριν τελειώσει. Σήκωσαν πρώτα το ξύλινο βαρύ πρεβάζι του παραθυριού και άρχισαν σιγά σιγά να “τρώνε” το εσωτερικό του. Βασικό εργαλείο τους το σιδερένιο πόδι ενός κρεβατιού.

Ένας δούλευε κι οι άλλοι κράταγαν τσίλιες. Μόλις έβλεπαν κάποιο κίνδυνο έβαζαν γρήγορα το πρεβάζι στη θέση του και το κελί ξανάβρισκε τη συνηθισμένη εικόνα του. Εκείνο που τους ευκόλυνε αρκετά στο έργο τους, ήταν ότι τα παραθυρόφυλλα βρισκόντουσαν στην άκρη της εξωτερικής μεριάς του τοίχου και ακόμα ότι ένα μέρος του παραθυριού ήταν μόνιμα καλυμμένο με εφημερίδες για να μην μπαίνει ο ήλιος στο κελί.

 

Είχαν υπολογίσει από πριν πού θα έβαζαν τα χώματα και τις πέτρες. Άνοιξαν μια τρύπα στον “τσατιμά” που κάλυπτε το ταβάνι, ανέβηκε ένας απάνω κι άρχισε να τραβάει μ’ ένα σκοινί τα χώματα και τις πέτρες που έβαλαν σε σακούλες που είχαν φτιάξει με παλιόρουχα. Τις άδειασε και τις σκόρπισε κατά μήκος του ταβανιού.

Η δουλειά αυτή γινόταν συνήθως βράδυ. Μόλις τέλειωναν εφάρμοζαν στην τρύπα του ταβανιού δυό φαρδιές σανίδες ασβεστωμένες, από τον ασβέστη που η υπηρεσία παραχωρούσε, για λόγους καθαριότητας, πρόθυμα στους κρατούμενους.

Αργότερα, όταν τα μπάζα έγιναν πολλά, χρειάστηκε να κατασκευάσουν μικρά πατάρια, μεταξύ στέγης και ταβανιού, όπου συσσώρευαν τις πέτρες και τα χώματα.

Το ταβάνι εξ’ άλλου, ήταν και οασφαλέστερος τρόπος επικοινωνίας με τ’ άλλα κελιά. Όποιος χρειαζόταν άνοιγε εκεί μια τρύπα, ανέβαινε απάνω, προχωρούσε σκυφτά κι έφτανε στο 7.

Μόλις άνοιξαν ένα “πηγάδι” βάθους δυό μέτρων, άρχισαν να σκ΄βουν οριζόντια για το λαγούμι. Το έργο από εκεκί κι έπειτα παρουσιαζόταν αρκετά εύκολο, γιατί είχαν να κάνουν με μαλακό χώμα.

 

Οι σκαφτιάδες δούλευαν – κυρίως την ημέρα και σπάνια τη νύκτα- με βάρδιες που δεν ξεπερνούσαν τα 10 λεπτά, γιατί δυσκολευόντουσαν ν’ αναπνεύσουν. Τενεκεδάκια με λάδι και φυτίλι τους φώτιζαν στο έργο τους.

Η φύλαξη των κρατούμενων εκείνα τα χρόνια δεν ήταν πολύ αυστηρή. Λιγότερο ακόμη αυστηρή ήταν η φρούρηση στην Αίγινα, όπου οι ενδεχόμενοι δραπέτες είχαν ν’ αντιμετωπίσουν και το πρόβλημα της απομάκρυνσης από το νησί.

Όλη τη μέρα οι κρατούμενοι ήταν ελεύθεροι να σουλατσάρουν στο προάυλιο της φυλακής ή να ασχολούνται με έργα “ειρηνικά” – μαστορέματα, νοικοκυριό, κατασκευή διαφόρων σουβενίρ κτλ- και μόνο το βράδυ, μετά το καθιερωμένο προσκλητήριο, κλεινόντουσαν στα κελιά. Τα μέτρα έγιναν αυστηρά μετά την απόδραση.

 

Δουλεύοντας αλλά και υπολογίζοντας το μάκρος της υπόγειας διαδρομής, αφού πέρασαν σκάβοντας τον δημόσιο δρόμο, κατάληξαν πίσω από τη μάντρα ενός περιβολιού. Άνοιξαν μια μικρή τρύπα και κατόπτευσαν τον γύρω χώρο. Καμιά διακοσαριά μέτρα από ‘κει ήταν ένα μικρό καλύβι και κάμποσα μέτρα απέναντί τους άρχιζε ένα δασάκι. Την ξανάκλεισαν και ξαναγύρισαν στη φυλακή τους, για να προετοιμάσουν την τελική φάση του εγχειρήματος.

 

Στις 7 Μαϊου ημέρα Δευτέρα ήταν όλοι έτοιμοι. Και αυτοί που θα έγφευγαν και αυτοί που τους περίμεναν απ’ έξω. Στους τελευταίους αυτούς ήταν και πάλι ο Θανάσης Κλάρας, ο οποίος είχε κάνει στις φυλακές Αίγινας στο τέλος του 1929 για 45 μέρες, για παράβαση του “ιδιώνυμου”. Στις ίδιες φυλακές ξανακλείστηκε ο Κλάρας το 1936 από τη δικτατορία του Μεταξά.

Εκέινο το βράδυ, όπως είπαν αργότερα οι φύλακες, επικρατούσε μεγάλη ευθυμία στην πτέρυγα των κομμουνιστών, λες και κάτι γιόρταζαν. Ένα από τα τραγούδια που έλεγαν και ξανάλεγαν κατάληγε σε τούτο το δίστιχο :

Ρία ρία ρο

θα σε πάρω Μαριγώ!

Στις 10 ή ώρα όμως, μόλις σήμανε σιωπητήριο, όλοι σταμάτησαν κι έπεσαν στα κρεβάτια τους. Την ίδια ώρα άρχιζε η προετοιμασία για την απόδραση.

Για τους κρατούμενους του 7 δεν υπήρχε πρόβλημα. Η τρύπα άρχιζε από το κελί τους. Έπρεπε όμως να περιμένουν και τους άλλους. Οι Δερβίσογλου, Σαρίκας και Δουλγέρης βρισκόντουσαν στο κελί 6, ενώ οι Σακαρέλλος και Φλωράκος στο 1. Και οι μεν όμως και οι δε ήρθαν από τον ίδιο δρόμο στο 7: από το ταβάνι. Σχετικά εύκολα οι πρώτοι. Κάπως πιο δύσκολα οι δεύτεροι αφού έπρεπε να περάσουν πάνω από έξι κελιά.

Όλοι οι κρατούμενοι κομμουνιστές συνεργάστηκαν εκείνη τη νύχτα, άλλος λίγο άλλος πολύ, για την απόδραση των συντρόφω τους.

Λίγο πριν τα μεσάνυχτα βρισκόντουσαν και οι 8 στο κελί 7. Σήκωσαν το σκέπασμα του “πηγαδιού”, αποχαιρέτησαν τους Βέργο και Μαρμαρέλη που απόμειναν και άρχισαν ένας ένας να κατεβαίνουνκαι στη συνέχεια να σέρνονται στη σήραγγα που φωτιζόταν από τα λυχνάρια που είχαν τοποθετήσει κατά μήκος της.

Ο Βέργος κι ο Μαρμαρέλης έκλεισαν με φροντίδα το άνοιγμα του “πηγαδιού”, φούσκωσαν με παλιόρουχα τα κρεβάτια των συντρόφων τους που έφυγαν -το ίδιο έκαναν κι οι άλλοι που έμειναν στα κελιά 6 και 1- και ξάπλωσαν.

 

Με λίγα χτυπήματα από τους δύο πρώτους, η τρύπα στην άλλη άκρη της σήραγγας άνοιξε. Έριξαν μια αρπαχτή ματιά. Απόλυτη ησυχία. Ένας ένας έβγαινε και κατευθυνόταν στο δασάκι, όπου σε λίγο είχαν συγκεντρωθεί και οι οχτώ. Κοίταξαν προς τη μεριά της φυλακής. Απόλυτη ηλικία κι εκεί.

Σιγυρίστηκαν και κάθισαν στις πέτρες να φουμάρουν. Λίγο πριν κινήσουν κατά το γυαλό, κάποιος έριξε την ιδέα: \

-Δεν τους γράφουμε κι ένα ραβασάκι;

-Να τους γράψουμε.

Το κάρφωσαν σ’ ένα δέντρο και ξεκίνησαν.

Μια βάρκα τους περίμενε στην ακροθαλασσιά. Δεν ήταν δική τους. Ήξεραν όμως ότι βρισκόταν εκεί κάθε βράδυ. Μόνο που ο ψαράς που την είχε έπαιρνε τα βράδια , για κάποια ασφάλεια, τα κουπιά. Τα αντικατάστησαν με δυό γερές σανίδες, έσπρωξαν τη βάρκα στη θάλασσα, μπήκαν μέσα κι άρχισαν να απομακρύνονται με απαλές κινήσεις. Η θάλασσα ήταν ήρεμη, ο καιρός καθαρός, είχε αρχίσει το καλοκαίρι.

Τρία μίλια από την Αίγινα βρίσκεται το νησάκι Μονή. Εκεί τους περίμενε μια βενζινάκατος με τους συντρόφους τους απ’ έξω. Αντάμωσαν συγκινημένοι.

Δεν είχαν καιρό για χάσιμο. Άλλαξαν ρούχα. Λίγο αργότερα η βενζινάκατος κατευθυνόταν στον Σαρωνικό.

 

 

Η απόδραση των οχτώ της Αίγινας θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες αποδράσεις που έγιναν όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Θαυμάστηκε απ’ όλους – ακόμα και εμπειρογνώμονες από το εξωτερικό ήρθαν για να μελετήσουν το άνοιγμα της σήραγγας – τραγουδήθηκε από τους κομμουνιστές και υπήρξε το πρότυπο της μεγάλης απόδρασης των Βούρλων που ακολούθησε 31 χρόνια αργότερα…

ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ-Του Γιόχαν Μοστ και της Έμμα Γκόλντμαν

ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ

Για τους περισσότερους Αμερικάνους η Αναρχία είναι μια κακόφημη λέξη˙ ένα άλλο όνομα για την ανομία, τη διαστροφή και το χάος. Οι Αναρχικοί θεωρούνται σαν ένα κοπάδι αχτένιστων, άπλυτων και άθλιων τυχοδιωκτών, που έχουν την τάση να σκοτώνουν τους πλούσιους και να μοιράζονται το κεφάλαιό τους. Η Αναρχία ωστόσο στην ουσία εκφράζει, για τους υποστηρικτές της, μια κοινωνική θεωρία η οποία αφορά την συνένωση των κοινωνικών τάξεων με την απουσία κάθε κυβέρνησης ανθρώπου από άνθρωπο˙ εν συντομία, εκφράζει την απόλυτη ατομική ελευθερία.

Αν η έννοια της Αναρχίας έχει μέχρι τώρα ερμηνευθεί ως ένα στάδιο υπέρτατης αναταραχής, αυτό γίνεται επειδή οι άνθρωποι έχουν διδαχτεί πως τα ζητήματά τους είναι ρυθμιζόμενα (στμ. από το Κράτος), ότι κυβερνώνται σωστά και πως η εξουσία είναι αναγκαία.

 

Τους περασμένους αιώνες καθένας που υποστήριζε πως η ανθρωπότητα θα μπορούσε να προχωρήσει χωρίς την βοήθεια εγκόσμιας και πνευματικής εξουσίας, θεωρούνταν τρελός και είτε τον έστελναν στο φρενοκομείο είτε καιγόταν στην πυρά˙ σήμερα ωστόσο, εκατοντάδες χιλιάδες άνδρες και γυναίκες είναι άπιστοι/ες που περιφρονούν την ιδέα ενός υπερφυσικού όντος.

Οι ελεύθερα σκεπτόμενοι άνθρωποι του σήμερα, για παράδειγμα, εξακολουθούν να πιστεύουν στην αναγκαιότητα του Κράτους, το οποίο προστατεύει την κοινωνία˙ δεν επιθυμούν να γνωρίζουν την ιστορία των βάρβαρων θεσμών μας. Δεν καταλαβαίνουν πως κυβέρνηση δεν μπορούσε και δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς καταπίεση˙ πως κάθε κυβέρνηση έχει κάνει σκοτεινές πράξεις και τεράστια εγκλήματα ενάντια στην κοινωνία. Η ανάπτυξη της κυβέρνησης έχει βασιστεί στην τάξη, το δεσποτισμό, τη μοναρχία, την ολιγαρχία, την πλουτοκρατία, αλλά πάντα γινόταν τυραννία.

Δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς πως υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός ορθολογικών και καλοπροαίρετων ανθρώπων που αγωνιούν ώστε να καλυτερέψουν τις υπάρχουσες συνθήκες, αλλά δεν έχουν χειραφετηθεί επαρκώς από τις προκαταλήψεις και τις δεισιδαιμονίες των σκοτεινών εποχών, έτσι ώστε να καταλάβουν την αληθινή ουσία του οργάνου που ονομάζεται κυβέρνηση.

«Πως μπορούμε να προχωρήσουμε χωρίς κυβέρνηση;» ρωτούν οι άνθρωποι. «Αν η κυβέρνησή μας είναι κακή ας έχουμε μία καλή, αλλά πρέπει να έχουμε κυβέρνηση οπωσδήποτε».

Το πρόβλημα είναι πως δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως «καλή κυβέρνηση», επειδή η ύπαρξή της βασίζεται από την υποταγή μιας τάξης στη δικτατορία μιας άλλης. «Αλλά οι άνθρωποι πρέπει να κυβερνώνται», επισημάνει κάποιος˙ «πρέπει να καθοδηγούνται από νόμους». Ωραία, αν οι άνθρωποι χαρακτηρίζονται σαν παιδιά τα οποία πρέπει να καθοδηγηθούν, τότε ποιος είναι τόσο τέλειος, τόσο συνετός, τόσο άψογος ώστε να δύναται να κυβερνήσει και να καθοδηγήσει τους υπηκόους του;

Εμείς υποστηρίζουμε πως ο κάθε άνθρωπος μπορεί και πρέπει να κυβερνάται από τον εαυτό του μόνο. Αν οι άνθρωποι είναι ανώριμοι, τότε και ο κάθε εξουσιαστής είναι εξίσου ανώριμος. Πρέπει ένας άνθρωπος, ή ένας μικρός αριθμός ανθρώπων, να ηγείται όλων των εκατομμυρίων τυφλών ανθρώπων που συνθέτουν ένα έθνος;

«Αλλά πρέπει να έχουμε κάποια εξουσία, στην τελική», είπε ένας αμερικάνος φίλος μας. Ουσιαστικά πρέπει, και την έχουμε˙ είναι η αναπόφευκτη εξουσία των φυσικών νόμων, που εκφράζονται ως τέτοιοι στον υλικό και κοινωνικό κόσμο. Μπορεί να τους καταλαβαίνουμε ή να μην τους καταλαβαίνουμε αυτούς τους νόμους, αλλά πρέπει να υπακούμε σ’ αυτούς σαν να είναι μέρος της ύπαρξής μας˙ είμαστε οι απόλυτοι σκλάβοι αυτών των νόμων, αλλά σε μια τέτοια σκλαβιά δεν υπάρχει ταπείνωση. Η σκλαβιά όπως νοείται σήμερα, σημαίνει έναν εξωτερικό αφέντη, ένα νομοθέτη εκτός αυτών τους οποίους ελέγχει˙ ενώ οι φυσικοί νόμοι δεν είναι έξω από εμάς- είναι μέσα μας˙ ζούμε, σκεφτόμαστε, κινούμαστε μόνο μέσω αυτών των νόμων˙ είναι επομένως ευεργέτες και όχι εχθροί μας.

Είναι οι νόμοι του ανθρώπου, οι νόμοι στα νομικά μας βιβλία, σε συμφωνία με τους νόμους της Φύσης; Κανένας, νομίζουμε, δεν μπορεί να έχει την τόλμη να επιβεβαιώσει πως είναι.

Είναι επειδή οι νόμοι που ορίζονται για μας δεν είναι σε συμφωνία με τους νόμους της Φύσης και η ανθρωπότητα υποφέρει από τόσες πολλές αρρώστιες. Είναι παράλογο να μιλάμε για ανθρώπινη ευτυχία εφόσον οι άνθρωποι δεν είναι ελεύθεροι.

Δεν ανησυχούμε που πολλοί άνθρωποι εναντιώνονται με τόση πικρία στην Αναρχία και τους υπέρμαχούς της, γιατί απαιτεί πολύ ριζοσπαστικές αλλαγές στις υπάρχουσες αντιλήψεις, αφού αυτές προσβάλλουν αντί να κατευνάζουν με τον ζήλο της προπαγάνδας τους.

Κυρήσσουν την υπομονή και αποδοχή του αναπόφευκτου στους φτωχούς και τους υπόσχονται ανταμοιβή στη συνέχεια. Τι νόημα έχει για τον εξαθλιωμένο περιθωριακό, ο οποίος δεν έχει τόπο που να μπορεί να αποκαλέσει δικό του, που λαχταρά ένα κομμάτι ψωμί, ότι οι πύλες του Παράδεισου θα είναι πιο ανοιχτές γι’ αυτόν παρά για τον πλούσιο στο μέλλον; Στην όψη της τεράστιας αθλιότητας των μαζών τέτοιες υποσχέσεις μοιάζουν με πικρή ειρωνεία.

Έχω συναντήσει ελάχιστες έξυπνες γυναίκες και άντρες που έντιμα και συνειδητά μπορούν να υπερασπίζονται τις υπάρχουσες κυβερνήσεις˙ συμφωνούν ακόμα σε πολλά σημεία μαζί μου, αλλά τους λείπει το ηθικό σθένος να κάνουν ένα βήμα μπροστά και να δηλώσουν τη συμπάθειά τους στις αναρχικές αρχές.

Εμείς που έχουμε επιλέξει αυτό το μονοπάτι, που ορίζεται από τις πεποιθήσεις μας, αντιτασόμαστε στην οργάνωση που αποκαλείται Κράτος, βάση αρχών, διεκδικώντας το δικαίωμα του να δουλεύεις και να απολαμβάνεις τη ζωή εξ’ ίσου με όλους τους άλλους.

Όταν κάποτε απελευθερωθούν από τους περιορισμούς της εξωτερικής εξουσίας, οι άνθρωποι θα περάσουν στις ελεύθερες σχέσεις˙ αυθόρμητες οργανώσεις θα ξεφυτρώσουν σε όλα τα μέρη του κόσμου και καθένας θα συμβάλει στη δική του και την κοινή ευημερία μέσω όσης εργασίας μπορεί αυτός ή αυτή να κάνει και επίσης καταναλώνοντας σύμφωνα με τις ανάγκες του. Όλες οι σύγχρονες τεχνικές εφευρέσεις και ανακαλύψεις θα χρησιμοποιηθούν για να κάνουν την εργασία εύκολη κι ευχάριστη. Η επιστήμη, η κουλτούρα και η τέχνη θα χρησιμοποιούνται ελεύθερα για να τελειοποιήσουν και να ανυψώσουν την ανθρώπινη φυλή, ενώ ταυτόχρονα η γυναίκα θα είναι ισότιμη με τον άντρα.

«Ωραία ακούγονται», απαντά κάποιος, «αλλά οι άνθρωποι δεν είναι άγγελοι, είναι εγωιστές».

Και τι έγινε; Ο εγωισμός δεν είναι έγκλημα˙ έγκλημα γίνεται μόνο όταν οι συνθήκες είναι τέτοιες που δίνουν σ’ ένα άτομο την ευκαιρία να ευχαριστεί τον εγωισμό του εις βάρος των άλλων. Σε μια αναρχική κοινωνία ο καθένας θα ψάχνει να ικανοποιήσει το εγώ του˙ όμως, όπως η Μητέρα Φύση έχει κανονίσει τα πράγματα έτσι ώστε να επιβιώνουν μόνο όσοι έχουν τη βοήθεια των γειτόνων τους [1], ο άνθρωπος, για την ικανοποίηση του εγώ του, θα επεκτείνει τη βοήθειά του σ’ αυτούς που θα τον βοηθούν, και τότε ο εγωισμός δεν θα είναι κατάρα αλλά ευλογία.

Ένα στιλέτο στο ένα χέρι, μια δάδα στο άλλο, και όλες οι τσέπες του γεμάτες με βόμβες δυναμίτη: αυτή είναι η εικόνα του Αναρχικού, όπως την έχουν σχηματίσει οι εχθροί του. Του φαίνονται σαν μια απλή μίξη ενός ανόητου και ενός απατεώνα, που μοναδικός του σκοπός είναι να φέρει στον κόσμο τα πάνω κάτω (topsy turvy), και τα μόνα μέσα για την επίτευξη αυτού του σκοπού, είναι να σκοτώνει οποιονδήποτε διαφέρει από τον ίδιο. Η εικόνα είναι μια άσχημη καρικατούρα, αλλά για τη γενική της αποδοχή δεν είναι για να απορεί κανείς, εξετάζοντας το πόσο επίμονα έχει σχηματιστεί αυτή η ιδέα στο μυαλό του κοινού. Εν τούτοις, πιστεύουμε πως η Αναρχία (η οποία είναι η ελευθερία κάθε ατόμου από τον επιβλαβή περιορισμό των άλλων, είτε αυτοί οι άλλοι είναι άτομα είτε μια οργανωμένη κυβέρνηση) δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη βία, και αυτή η βία είναι η ίδια που νίκησε στις Θερμοπύλες και τον Μαραθώνα.

Η λαϊκή απαίτηση για ελευθερία είναι δυνατότερη και πιο ξεκάθαρη από ποτέ και οι συνθήκες για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι περισσότερο ευνοϊκές. Είναι εμφανές πως κατά τη διάρκεια όλης τη πορείας της ιστορίας εκτελείται μια εξέλιξη όπου οποιουδήποτε είδους σκλαβιά, κάθε μορφής καταναγκασμός, πρέπει να καταρρεύσει, και από την οποία πρέπει να έρθει η ελευθερία, ολοκληρωμένη και απεριόριστη, για όλους και από όλους.

Έτσι, ο Αναρχισμός δεν γίνεται να είναι ένα οπισθοδρομικό κίνημα, όπως έχει υπαινιχθεί, διότι οι αναρχικοί βαδίζουν προς την πρωτοπορεία και όχι στο πίσω μέρος του “στρατού της ελευθερίας”.

Θεωρούμε πως είναι απολύτως αναγκαίο, οι άνθρωποι πρέπει να μη ξεχάσουν ούτε για μια στιγμή τον γιγάντιο αγώνα που πρέπει να γίνει πριν οι ιδέες μπορούν να πραγματωθούν, και ως εκτούτου να χρησιμοποιήσουν οποιοδήποτε μέσο έχουν στη διαθεσή τους (το λόγο, τον τύπο, την πράξη) για να επιταχύνουν την επαναστατική ανάπτυξη.

Η ευτυχία της ανθρωπότητας, η οποία πρέπει και θα έρθει στο μέλλον, εξαρτάται απ’ τον κομμουνισμό. Το σύστημα του κομμουνισμού λογικά αποκλείει κάθε σχέση μεταξύ αφέντη και υπηρέτη, και αυτό σημαίνει πραγματικός Αναρχισμός, και ο δρόμος που οδηγεί σε τούτο τον στόχο είναι η κοινωνική επανάσταση.

Όσον αφορά τη βία την οποία ο λαός θεωρεί το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα των Αναρχικών, δεν μπορεί και δεν πρέπει να αμφισβητηθεί πως οι περισσότεροι Αναρχικοί αισθάνονται πεπεισμένοι πως η «βία» δεν είναι πια κατακριτέα χρησιμοποιούμενη για την εκτέλεση των σχεδίων τους από ότι είναι όταν χρησιμοποιείται από έναν καταπιεσμένο λαό για την ελευθερία του. Οι εξεγέρσεις των καταπιεσμένων ήταν πάντα καταδικασμένες από τους τύραννους: η Περσία εξεπλάγην στην Ελλάδα, η Ρώμη στα Caudine Forks [2], και η Αγγλία στο Μπάνκερ Χιλ (Bunker Hill) [3]. Μπορεί η Αναρχία να αναμένει λιγότερα, ή να απαιτεί νίκες χωρίς να αγωνίζεται για αυτές;

Πηγή: Metropolitan Magazine, vol. IV, No. 3.

Οκτώβρης 1896

______________________________________________________________

Σημειώσεις της μετάφρασης:

1) Για την επιβίωση και την πρόοδο των ειδών μέσω της αλληλοβοήθειας έχει κάνει μια εξαιρετική επιστημονική μελέτη ο Πετρ Κροπότκιν στο βιβλίο «Αλληλοβοήθεια»

2) Η μάχη των Caudine Forks (ή κατά μια άλλη αναζήτηση Claudine Forks) έγινε το 321 π.χ (ή κατά μια άλλη αναζήτηση το 327-304) και ήταν μεταξύ των επιτιθέμενων Ρωμαίων και των αμυνόμενων Σαμνιτών που είχαν αναπτύξει σπουδαίο πολιτισμό στην Κάτω Ιταλία. Αυτός ο πόλεμος έχει ονομαστεί Β΄ Σαμνίτικος Πόλεμος. Πηγές, για περισσότερα, στα ελληνικά, στα αγγλικά εδώ κι εδώ.

3) Η μάχη του Μπάνκερ Χιλ ήταν η αρχή του τέλους της Βρετανικής αποικιοκρατικής δύναμης στα εδάφη των σημερινών ΗΠΑ. Η μάχη δόθηκε στις 17 Ιουνίου 1775 στη χερσόνησο Charlestown στη βόρεια πλευρά του λιμανιού της Βοστώνης. Οι «Αμερικάνοι» ήταν οι εξεγερμένοι πολίτες των αποικιών οι οποίοι δεν άντεχαν κάτω από τον Βρετανικό νόμο και αποφάσισαν την απόσχιση από το διοικητικό κέντρο της Μασαχουσέτης των Βρετανών. Οι δυνάμεις που συγκρούστηκαν ήταν 2,400 Βρετανοί στρατιώτες ενάντια σε 1,500 Αμερικάνους πολιτοφύλακες.

Αίγινα 1934 – Η απόδραση των 8, μέρος πρώτο.

Απόσπασμα από το βιβλίο του Δημήτρη Γκιώνη “Οι μεγάλες αποδράσεις”. Ένα βιβλίο του 1976

(εκδόσεις Τετράδιο) που περιγράφει περιπτώσεις αποδράσεων από κομμουνιστές κρατούμενους, μεταξύ του 1925 και του 1955 :

1) 1925, απόδραση του Ν. Ζαχαριάδη από το γεντί-κουλέ,

2) 1929, απόδραση του Ν. Ζαχαριάδη από την “Παλιά Στρατώνα”,

3) 1931, απόδραση των 7 και του δεκανέα από τις φυλακές Συγγρού,

4) 1932, απόδραση του Μ. Μπεζεντάκου από τις φυλακές Συγγρού,

5) 1933, απόδραση της Κ. Εμμανουηλίδου από τις φυλακές Αβέρωφ,

6) 1934, απόδραση των 8 από τις φυλακές Αίγινας,

7) 1955, απόδραση των 27 από τα Καμμένα Βούρλα.

Οι αποδράσεις αυτές πέρα από μία, αυτήν της Κ.Εμμανουηλίδου, είναι αποδειγμένο ότι οργανώθηκαν από -ή με τη βοήθεια του- κ.κ.ε. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη… Έγιναν σε πολύ ιδιαίτερες εποχές, χαρακτηρισμένες από έντονες κοινωνικές διεργασίες και αναταραχές. Από δυναμικά εργατικά και κοινωνικά κινήματα, από έντονες αντιπαραθέσεις εμφυλιακού τύπου καθώς και από κυριαρχία πολύ δεξιών συντηρητικών λογικών και πρακτικών, και σε επίπεδο κοινωνίας και σε επίπεδο κεντρικής εξουσίας.

Έγιναν λοιπόν τρομάζοντας και σοκάροντας το δεξιό κράτος της εποχής. Έγιναν ρεζιλεύοντας τους ανθρωποφύλακες και τα “σωφρονιστικά συστήματά τους. Έτσι και σήμερα, 97 χρόνια μετά την πρώτη από τις περιγραφόμενες αποδράσεις, το κράτος και η κοινωνία του, βρίσκονται σε αναταραχή. Ο καπιταλισμός, προσεγγίζει το ζενίθ του κι οι ανοχές όλο και περισότερων ανθρώπων, το ναδίρ. Οικονομική αφαίμαξη, αυξανόμενη καταστολή, απονοηματοδότηση εννοιών και αξιών, κατακερματισμός και αποξένωση, περιβαλλοντική καταστροφή, ανασφάλεια και φόβος.. Ένα εκρηκτικό μείγμα , που παρά το πέρασμα του χρόνου και την αναδιάρθρωση των δομών των διάφορων οικονομικών και πολιτικών εξουσιών, μοιάζει σε πολλά με την εποχή του βιβλίου αυτού. Και μέσα στην εποχή αυτή, ακούμε και βλέπουμε κατά καιρούς αποδράσεις από αστυνομικά τμήματα καθώς και από τα σιχαμένα κολαστήρια της ελληνικής δημοκρατίας. Πράξεις που ξεφτιλίζουν τα υπερσύγχρονα συστήματα ασφαλείας. Που φοβίζουν και οργίζουν το κράτος και τους μηχανισμούς του. Που στέλνουν ουσιαστικό μήνυμα ελπίδας και θάρρους στους υπόλοιπους φυλακισμένους αλλά και σε εμάς τους -ακόμη – εκτός : Κανένα κελί δεν περιορίζει την αγάπη μας για ελευθερία και το μίσος μας για κάθε εξουσία. Κανένας τοίχος δεν είναι αρκετός για να συγκρατήσει την παθιασμένη πορεία μας προς την ατομική και συλλογική κατάκτηση του αυτοκαθορισμού και της αυτοδιεύθυνσης.

Μπουρλότο και φωτιά σε κάθε φυλακή.

Εκείνο το πρωί της Τρίτης 8 Μάη 1934 στο παμπάλαιο συγκρότημα των φυλακών της Αίγινας, οι φύλακες κάναν μια από τις ρουτινιάρικες φροντίδες της ημέρας: πρωινό προσκλητήριο. Περνούσαν έξω από τα κελιά των φυλακισμένων, ρίχναν μια ματιά και φώναζαν τα ονόματα. Κ΄θε όνομα λαι “παρών”. Όλοι ακούστηκαν να είναι παρόντες, και κυρίως οι 83 κομμουνιστές που κρατιόντουσαν στη Γ΄ακτίνα, την επονομαζόμενη “κόκκινη ακτίνα”.

Το προσκλητήριο εκείνο σφραγίστηκε με την αναφορά που καταχωρήθηκε στις 9.30 στο επίσημο βιβλίο της επιθεώρησης των φυλακών:

“Επιθεωρήσαντες τας κλινοστρωμνάς, τους τοίχους και τα δάπεδα εύρομεν έχοντα αυτά εν τάξει τους δε κρατούμενους άπαντας καλώς έχοντας και παρόντας”.

 

Η βόμβα έσκασε μισή ώρα πιο μετά, όταν ο αρχιφύλακας Χατζόγλου περνώντας από την “κόκκινη ακτίνα “είδε” τον κρατούμενο Σακαρέλλο να κοιμάται κουκουλωμένος μέχρι την κορυφή, την ώρα που οι άλλοι σουλάτσαραν στο προαύλιο. – Ε , του φωνάζει, ξύπνα, 10 η ώρα!

Αλλά εκείνος δε σαλεύει. Μπαίνει μέσα, τον σκουντάει, και τότε αντιλαμβάνεται ότι το “πράγμα” που είναι στο κρεβάτι δεν είναι ο Σακαρέλλος, αλλά ένας σωρός από παλιόρουχα, κατάλληλα φτιαγμένα ώστε να φαίνεται σαν ανθρώπινο σώμα.

Μένει εμβρόντητος για μια στιγμή κι όταν συνέρχεται σημαίνει έκτακτο προσκλητήριο, οπότε οι απόντες βγαίνουν οχτώ!

-Πού είναι οι άλλοι, ρωτούν εναγώνια οι επικεφαλής της φυλακής που έχουν καταφτάσει εσπευσμένα. Κανένας από τους φυλακισμένους δεν απαντάει. Μερικοί μόνο χαμογελάνε. Η ερώτηση απευθύνεται σε έναν από τους “χαμογελαστούς”. -Δεν ξέρουμε ούτε και θα μάθετε, λέει εκέινος σαρκαστικά.

Η ίδια απάντηση βγαίνει και από τους άλλους.

 

Διατάζεται το κλείσιμο όλων των κρατούμενων στα κελιά τους, και αρχίζει μια απεγνωσμένη έρευνα κελί προς κελί, που δεν αποδίδει τίποτα.

Η απελπισία τους έχει φτάσει στο έπακρο, όταν τις πρώτες απογευματινές ώρες παρουσιάζεται σαν “από μηχανής θεός” ένας αγρότης που είχε το καλύβι του λίγο πιο έξω από τη φυλακή, για να τους πει ότι ανακάλυψε μια μεγάλη τρύπα κοντά στο πεζούλι του περιβολιού του, που δεν ήταν χτες και δίπλα πεταμένο ένα αμπέχωνο. Στο σημείο αυτό καταφτάνουν έπειτα από λίγο οι επικεφαλής της φυλακής. Ήταν δυνατό να έχει σχέση με την απόδραση;

Πριν χωθούν στην τρύπα που έχασκε μπροστά τους, έκαναν μια έρευνα γύρω. Στο δασάκι που άρχιζε πιο πέρα βρήκαν πεταμένα άδεια πακέτα τσιγάρα, σπίρτα, αποτσίγαρα. Εκείνο όμως που τους έπεισε ότι πέρασαν από εδώ οι δραπέτες, ήταν ένα σημείωμα που βρήκαν καρφωμένο σε ένα δέντρο. Έγραφε: “Είμαστε ασύλληπτα πουλιά, και όπως εφύγαμε εμείς, έτσι θα φύγουν και οι άλλοι”!

Η υποψία ότι η τρύπα του περιβολιού οδηγούσε σε κάποιο κελί, έγινε βεβαιότητα.

Λίγο αργότερα ένας ντόπιος σερνόταν μ’ ένα σκοινί στο χέρι κάτω από τη γη, κι έφτανε στο κελί 7. Η σήραγγα μήκους 24 μέτρων και ανοίγματος ενός μέτρου, κατάληγε κάτω από το περβάζι του παραθυριού του κελιού αυτού, που ήταν το τελευταίο της “κόκκινης ακτίνας”.

Το ίδιιο απόγευμα -16 ώρες μετά την απόδραση- έφτανε στην αστυνομική διεύθυνση Πειραιώς και στο υπουργείο εσωτερικών, ένα κατπληκτικό τηλεγράφημα:

“Οι βαρυποινίτες κομμουνισταί Δημ. Σκαρέλλος, Ζανής Φλωράκος, Κ. Σαρίκας, Αβραάμ Δερβίσογλου, Ευάγγ. Θωμάζης, Απόστ. Κλειδωνάρης, Μόσχος Δουλγέρης και Ν. Βαβούδης, εδραπέτευσαν δια διατρήσεως υπονόμου. Ενεργούμεν τα δέοντα άνευ αποτελέσματος μέχρι στιγμής”.

Όπως ήταν φυσικό, το τηλεγράφημα αυτό αναστάτωσε τις αρχές και τους υπεύθυνους. Ο τ΄τοε υπουργός Ταλιαδούρος διέταξε ανακρίσεις και σε δηλώσεις του αναφέρθηκε στην άθλιακατάσταση των φυλακών, ενώ ο εισαγγελέας πειραιώς διέταξεμε τη σειρά του ανακρίσεις, στέλνοντας τον εισαγγελέα Οικονομόπουλο να παρακολουθήσει από κοντά την πορεία τους.

 

Ηαπόδραση τούτη πήρε μεγάλη έκταση στις εφημερίδες της εποχής, οι οποίες δεν έκρυβαν τον θαυμασμό τους για το εγχέιρημα. Να πώς την χρωματίζει σε ολοσέλιδη ανταπόκρισή του ο απεσταλμένος της “Ακροπόλεως” :

“Τύφλα να ‘χουν όλοι οι μυθιστοριογράφοι του κόσμου. Ό,τι συνέβη εδώ εις το τεράστιον μεν πανάρχαιον δε και “σαράβαλον” οικοδόμημα των φυλακών Αιγίνης και εξετυλίχθη με διαβολική μαεστρία, δεν υπάρχει γραμμένο εις καμίαν σελίδα κανενός και από τα πλέον τερατολόγα μυθιστορήματα. Οι 8 που έφυγαν και οι 75 που συνέπραξαν -83 εν συνόλω άτομα- όπως θα ίδωμεν κατέστρωσαν και εξετέλεσαν την “μεγαλειώδη” απόδρασιν -ξεπέρασαν και τους φαντομάδες και τους Ροκαμβόλ εις έμπνευσιν και εκτέλεσιν”.

Την προηγούμενη, η ίδια εφημερίδα, αναφερόμενη στην απόδραση των “κόκκινων φαντομάδων” όπως τους αποκαλεί, γράφει με δέος:

“Αι φυλακαί τους κρατούν εφ’ όσον αυτοί το θέλουν! Όταν δεν το θέλουν, όταν τας…βαρεθούν, το ευκολότερον πράγμα δι’ αυτούς, είναι να τας εγκαταλείψουν”!

 

Διαφορετική φυσικά είναι η στάση του Ριζοσπάστη. Την πρώτη ημέρα η είδηση δώθηκε σ’ ένα λιτό δίστηλο με τίτλο : “Οχτώ σύντροφοί μας δραπέτευσαν προχθές από τις φυλακές της Αίγινας”.

Την επόμενη όμως, η θέση της εφημερίδας είναι ανοιχτά με το μέρος των δραπετών : “Οχτώ αγωνιστές της εργατικής τάξης δραπέτευσαν από τα μπουντρούμια της κεφαλαιοκρατίας”, γράφει σε ημισέλιδο τίτλο στην πρώτη σελίδα και ακολουθεί λεπτομερειακό ρεπορτάζ που αρχίζει έτσι :

“Η είδηση έσκασε σα μπόμπα… οχτώ σύντροφοί μας, παληοί αγωνιστές, βαρυποινίτες για την επαναστατική τους δράση, άφησαν “γειά” στα βαρειά σίδερα της ελληνικής δημοκρατίας. Αχρηστέψανε τις σκοπιές, τα κάστρα, τα κάγκελα και τα μπουντρούμια και φύγανε εκεί που τους καλεί το επαναστατικό τους καθήκον. Ο αστικός τύπος ξερνάει τη χολή του με επικεφαλής τον “Ανεξάρτητο” που ούτε λίγο ούτε πολύ, ονομάζει τους συντρόφους μας “εγκληματίες”. Οι αρχές της Αθήνας και του Πειραιά κινητοποιήθηκαν δραστήρια. Ο Σαρωνικός γέμισε ατμάκατες που ερευνούν τα καράβια μήπως… βρίσκονται μέσα οι κομμουνιστές. Άνω κάτω έγινε η Αίγινα, τα χωριά της, τα βουνά της, κι ακόμα η αστυνομία ψάχνει στον Πόρο, στα Μέθανα, στον Πειραιά, στην Αθήνα. Ψάχνει, ψάχνει παντού, μα πάει το πουλάκι πέταξε…”

 

Οι αστικές εφημερίδες συμπλήρωσαν τα δημοσιεύματά τους, κατά το προηγούμενο της Εμμανουηλίδου και του Μπεζεντάκου, με την πληροφορία ότι τους δραπέτες παράλαβε στα ανοιχτά του Σαρωνικού το σοβιετικό ατμόπλοιο “Νοβοροσίσκυ”, το οποίο είχε αναχωρήσει την ίδια νύχτα από τον Πειραιά για το Πορτ Σάιντ.

Η κατοπινή δράση τους δεν επιβεβαιώνει την πρόσθετη πληροφορία ότι βολεύτηκαν στη Σοβιετική Ένωση. Μερικοί απ’ αυτούς όπως ο Σακαρέλλος, ο Φλωράκος, ο Θωμάζης και ο Δερβίσογλου, βρέθηκαν μεν στο εξωτερικό αλλά κατευθύνθηκαν στην Ισπανία, όπου έλαβαν μέρος στον Εμφύλιο πόλεμο, στο πλευρό των δημοκρατικών δυνάμεων. Ο Βαβούδης επέστρεψε αργότερα στην Ελλάδα και “αυτοκτόνησε το 1951 σε μια επίθεση της αστυνομίας σε ένα σπίτι στην Καλλιθέα όπου κρυβόταν, λίγο μετά αφ’ ότου πιάστηκε ο Μπελογιάννης.

Κείμενα,ποιήματα,μεταφράσεις,σκέψεις, ενάντια στους "-ισμούς", τη μιζέρια και τη βαρβαρότητα, με όλη την ορμή και το πάθος του προσωπικά και συλλογικά δίκαιου. Για επικοινωνία stircook@espiv.net