Αρχείο κατηγορίας σχόλια.

Προβοκάροντας τα δίκια του λαού…

Το κείμενο είναι αναδημοσίευση από εδώ : http://diskordia.squat.gr/2013/01/30/%CF%80%CF%81%CE%BF%CE%B2%CE%BF%CE%BA%CE%AC%CF%81%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%84%CE%B1-%CE%B4%CE%AF%CE%BA%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BB%CE%B1%CE%BF%CF%8D/

63

Εδώ και αρκετό, υπό το πρίσμα της κοινωνικής στροφής (ή ανοίγματος) των αντιεξουσιαστών, έχουν ξεσπάσει συζητήσεις επί συζητήσεων σχετικά με την ιδεολογική περιχαράκωση, τις ελιτίστικες νοοτροπίες… Το πρόβλημα που εντοπίζουμε είναι ότι στο όνομα αυτής της απεύθυνσης αρκετές φορές ο λαϊκισμός βαφτίζεται διαλλακτικότητα και κάθε τιεπαναστατικό ελιτισμός.
Αρχικά, τοποθετώντας τον εαυτό μας ενάντια στο κράτος, το κεφάλαιο αλλά και τις σχέσεις εξουσίας που διέπουν το κοινωνικό σύνολο (ρατσισμό, σεξισμό, κανονικότητα κτλ.) αναγνωρίζουμε πως είμαστε μια αισχρή μειοψηφία. Δεν είμαστε όμως ούτε η πεφωτισμένη μειοψηφία, ούτε οι γαμάτοι της πόλης που πρέπει να διδάξουν τους υπόλοιπους. Η σημαντική διαφορά με τις όποιες πρωτοπορίες είναι ότι αυτές θέτουν τον εαυτό τους ως τέτοιο, ψάχνουν ακολουθητές και αυτόματα αναπαράγουν την ιεραρχία. Τέτοιες πρωτοπορίες συναντάμε συχνά στην επαναστατική ιστορία, και με κάθε ευκαιρία τις πολεμάμε. Η πιο κλασσική είναι η κομματική πρωτοπορία και ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός του Λένιν, μια αυτόκλητη κλειστή γκρούπα που θα σώσει την εργατική τάξη, εν ονόματι της αλλά με την ίδια σε ρόλο θεατή (άντε στην καλύτερη σε ρόλο υπαλλήλου). Μία πιο μιλιταριστική εκδοχή είναι η ένοπλη πρωτοπορία, το ένοπλο κόμμα με πιο αιρετικές λενινιστικές αναφορές (π.χ. 17 Νοέμβρη). Με άλλα λόγια, όταν πράττεις στο όνομα ενός συνόλου (εργατική τάξη, λαός) χωρίς να συμμετέχει το σύνολο παίρνεις τον ρόλο του μεσσία.
Η μειοψηφική μας δράση δεν γίνεται στο όνομα κανενός πέρα από τους εαυτούς μας και τους εκάστοτε συντρόφους μας, ασχέτως αν στοχεύει σε μια καθολική απελευθέρωση. Ο καθένας μπορεί να συμπράξει με μας, να μας κριτικάρει, να κάνει κάτι διαφορετικό το οποίο θα μας εμπνεύσει να εξελιχθούμε. Είναι σαφές ότι δεν ψάχνουμε κανένα ποίμνιο, αυτή είναι και στην ουσία η αυτοργάνωση. Εν ολίγοις πρωτοπορία δεν σε καθιστούν από μόνα τους τα μέσα σου (βίαια ή μη), ούτε το πόσο θίγει ο πολιτικός σου λόγος το κοινωνικό σύνολο.
Η διαμάχη αυτή οξύνθηκε με ορόσημο το κίνημα των πλατειών. Ένας εθνικός όχλος θίχτηκε από τον αντίστοιχο Ισπανικό («Κάντε ησυχία μηνξυπνήσουμε τους Έλληνες»), και οι μικροαστοί έβαλαν τα καλά τους (τα λάβαρα και την
αγανάκτηση) για να καταλάβουν τις πλατείες. Δεν θέλουμε να στηλιτεύσουμε όσους πήγαν στις πλατείες για την οποιαδήποτε παρέμβαση, αλλά αυτούς που έγιναν «ένα με τον κόσμο», και ακόμα εκθειάζουν τον «Ιούνη της άμεσης δημοκρατίας». Στην καλύτερη περίπτωση, όποιος είδε τους Αγανακτισμένους σαν ελπιδοφόρο κίνημα, τοποθέτησε την ταξική-οικονομική σχέση σαν κεντρική απέναντι στις άλλες (δηλαδή αφού αντιδρούμε όλοι μαζί ενάντια στο μνημόνιο, στην άκρη ο πατριωτισμός, η ξενοφοβία, η ομοφοβία, κλπ). Βέβαια, επειδή ούτε καν ταξικά χαρακτηριστικά δεν πήρε η Πλατεία, παρά μόνο μια θολή εναντίωση στους πολιτικούς και τους πλούσιους, κυρίως τους ξένους, η παρακαταθήκη της είναι η ενίσχυση της ακροδεξιάς (Χρυσή Αυγή, ΑΝΕΛ, ΕΠΑΜ από την πάνω πλατεία), το κινηματικό άλλοθι της αριστεράς (κάτω πλατεία) και μια φαγούρα για μαζικότητα από πλευράς αρκετών αντιεξουσιαστών.
Ένα χρόνο μετά τους Αγανακτισμένους, η άνοδος της Χρυσής Αυγής έδωσε ένα επιπλέον κίνητρο στο λαϊκισμό, «να μην αφήσουμε τον κόσμο που είναι απελπισμένος στα χέρια των φασιστών». Το μούδιασμα ενός πολιτικού χώρου μπροστά στις αναπάντεχες εξελίξεις, έριξε τα προσχήματα και είδαμε πρωτοφανής κινήσεις: συμμετοχή σε διαμαρτυρίες ενάντια στους επίσημους στις παρελάσεις (η παρέλαση δεν μας πειράζει, ούτε ο στρατός, μόνο οι επίσημοι), αντιγερμανική διαδήλωση ενάντια στην έλευση της Μέρκελ (πατριωτική φιέστα όπου συνυπάρχουν ΟΥΚάδες, ακροδεξιοί και αριστεροί, αντιεξουσιαστές(?), με το συνοδευτικό μπάχαλο), και γενικά μια ξεκάθαρη αποστροφή σε καυστικά συνθήματα που κάποτε δονούσαν τις πορείες των αναρχικών, με αντίστοιχα αυξημένη ανεκτικότητα σε ελληνικές σημαίες, μάτσο φρασεολογίες, συμπόρευση με το ΕΠΑΜ…

Το δια ταύτα (σκέψεις από τον ιδεολογικό μας θρόνο)

Θα κάνουμε εδώ μια αναφορά στο αρχαιοελληνικό κόσμο, να αγγίξουμε κι εμείς τον μπάρμπα-Γιώργο που του έκοψαν τη σύνταξη (sic!). Ο ιδιώτης στην αρχαία Αθήνα, δηλαδή αυτός που δεν ασχολείται με τα πολιτικά (σε οποιαδήποτε μορφή) ήταν ο βλάκας που κανένας δεν θα λογοδοτούσε σ’ αυτόν για τα πολιτικά ζητήματα. Κι επειδή ανέκαθεν οι πλειοψηφίες παρατηρούσαν την ιστορία από τους καναπέδες τους (και τα αντίστοιχα έπιπλα του παρελθόντος), νιώθουν ανασφάλεια σε όποιον τους προτείνει να αυτενεργήσουν. Ε λοιπόν, οι οποιεσδήποτε πολιτικές μειοψηφίες (εξουσιαστικές, αντιεξουσιαστικές ή οτιδήποτε) μπορεί να είναι σύμμαχος, φίλος, μακρινός ή εχθρός ενός επαναστατικού κινήματος, και εκεί διακυβεύεται η μάχη. Οι αδιάφοροι δεν μπορούν να αποτελούν κριτήριο για τις δράσεις μας.
Η κρίση ανακάτεψε το σχετικά αδρανές μίγμα της ελληνικής ησυχίας, και ώθησε περισσότερους ανθρώπους να θέλουν να κάνουν κάτι. Δεν εξαφάνισε όμως ούτε την ανάθεση, την θέληση να βρεθεί ο μεσσίας, ούτε τον εθνικισμό, ίσα ίσα. Αν κάποιος είτε από οπτιμιστικό σκεπτικό (ο λαός είναι μαζί μας, είμαστε σε προεπαναστατική περίοδο) είτε από πεσιμιστικό (όλα πάνε κατά διαόλου, αν δεν λαϊκίσουμε θα εξαφανιστούμε) ρίχνει το βάρος στην ποσότητα και όχι στην ποιότητα, γίνεται ένας κοινός ψηφοθήρας ακόμη κι αν δεν έχει ψηφοδέλτιο.
Σίγουρα επιζητάς συντρόφους στον κοινωνικό πόλεμο, κι εμείς δεν φυτρώσαμε ούτε ήρθαμε με διαστημόπλοιο από τον πλανήτη Ουτοπία, είμαστε κομμάτι της κοινωνίας. Όταν εξωτερικεύουμε τον λόγο μας, επικαλούμαστε την κριτική του καθενός και
όχι την αγελαία του παρόρμηση λες και είμαστε κερκίδα. Επίσης δεν χρησιμοποιούμε αφορισμούς, θίγουμε θεσμούς και συμπεριφορές, τόσο όταν τις βλέπουμε σε πολιτικές ελίτ, όσο κι όταν τις βλέπουμε στην πλειοψηφία του κοινωνικού συνόλου.

 

Διευκρινίσεις.

Μερικές διευκρινίσεις   για αποφυγή  πιθανών παρανοήσεων...

 Δυό  λόγια, απλά προς διευκρίνιση κάποιων σημείων της ανάρτησης  με τίτλο  “σχόλιο #3”. Όχι
τίποτ' άλλο, αλλά  επειδή δεν ερμηνεύονται όλα  από όλους  με τον ίδιο τρόπο, καλό είναι να 
αποφεύγονται παρερμηνείες και παρεξηγήσεις. 
Ιδού λοιπόν :

 Η κριτική για τις συνελεύσεις-γκρουπ  θέραπυ, δεν σημαίνει απαξίωση της συνέλευσης  ως μέσο 
σε καμία περίπτωση. 
 Άλλωστε, χωρίς  αυτές, το κάθε σχέδιο, η οποιαδήποτε  ενότητα  -όπως  κι οι διαφορές- μένει 
σε φαντασιακό επίπεδο και δεν μπορεί να δοκιμαστεί ή να πάρει σάρκα και οστά.  Εκεί είναι που 
δοκιμάζονται οι αντοχές μας σε συμπεριφορές και νοοτροπίες που δεν είναι συμβατές  με αυτό που
έχουμε στο  μυαλό μας ως πλάνο αγώνα, ως προοπτική. Εκεί βέβαια είναι και που δοκιμάζουν τις 
δυνατότητές τους  οι κάθε λογής επίδοξοι .. αναρχηγοί, που περνάν την ώρα τους οι χομπίστες 
που συλλέγουν εμπειρίες και αναρχόσημα.  Δεν απαξιώνεται λοιπόν το μέσο με αυτά που έγραψα,
αλλά στηλιτεύονται  συνήθειες, νοοτροπίες  και λογικές που καθιστούν τις συνελεύσεις
ένα χώρο και χρόνο που δε συμβάλλει στον αγώνα αλλά αντίθετα τον εμπαίζει και τον παρωδεί. 
Μια διαδικασία ανέξοδης  και κρυψίνοης  ανταλλαγής  μονολόγων δίχως  ουσιαστικές δεσμεύσεις, 
συνέχεια και συνέπεια – με λίγες  μόνο  εξαιρέσεις. Χωρίς λοιπόν να τις θεωρώ το Α και το Ω 
του αγώνα, είναι απαραίτητες όπως και κάθε άλλο μέσο. Κι ακριβώς γι' αυτό οφείλουμε να τις 
σεβόμαστε και να τις περιφρουρούμε από ό,τι λαι όποιον τις υποβιβάζει σε .. πασατέμπο..
 
Για την κοινωνία τώρα. 
 Γράφοντας  “με την κοινωνία  αλλά  κι εναντίον της  όπου  χρειάζεται”, ήμουν  αρκετά σαφής
και άμεσος.  Δεν είμαι λάτρης  της κοινωνίας  γενικά  κι αόριστα, ούτε και μισώ ό,τι και 
όποιον την αποτελεί, εξίσου.  Δεν θεωρώ ότι αυτό  είναι μεσοβέζικη  λογική που πατάει σε δυο
βάρκες, αλλά συνειδητή, μόνιμη και σταθερή θέση.  Δεν μπορώ παρά να θεωρώ αυτονόητο ότι η 
κοινωνία δεν είναι ένα ενιαίο σύνολο  με απλά δυο αντιμαχόμενες παρατάξεις : καλούς και 
κακούς.  Αυτό που λέμε κοινωνία είναι ένα τεράστιο πλέγμα  δομών και σχέσεων, 
διαρκώς εξελισσόμενο  ή και μεταλλασόμενο, που όσο  κι αν επιζητά  συνήθως  ιδιαίτερα βίαια, 
την  ομοιομορφία σε κάποια πράγματα, μέσα της ανθίζει η διαφορετικότητα. Σκέψεις, 
συμπεριφορές, νοοτροπίες, αναλύσεις, προοπτικές, επιλογές, προσδοκίες,  υπάρχουν σε τόσο 
μεγάλη ποικιλία, που καθιστούν απαγορευτική οποιαδήποτε  σχετική γενίκευση.
 Είναι ένα σύνολο  αποτελούμενο  από άπειρα υποσύνολα, αλληλοσυμπληρούμενα, αλληλοσυγκρου-
όμενα ή αδιάφορα.  Μέσα λοιπόν  σε  αυτό το σύνολο,  υπάρχουν  φορές  που  αναδεικνύονται 
τα καλύτερα ή και τα χειρότερα δυνατά ανθρώπινα ένστικτα.. 
Υπάρχει η γειτονιά  που δε χρειάζεται τους  μπάτσους  γιατί, έχοντας  ενσωματώσει την 
καταστολή  και το μπατσιλίκι,  περιφρουρεί  η ίδια με όπλα  την περιουσία της,-  ενώ στις 
άλλες  πτυχές  της  ζωής της  αφήνει την διαμεσολάβηση  να  κυριαρχεί -,  υπάρχει όμως 
και  η γειτονιά  που  διατηρεί  ακέραιες  τις  σχέσεις αξιοπρέπειας και   αλληλεγγύης  
στο  εσωτερικό της - παρ'όλες τις  κακουχίες  που μπορεί να συναντά. 
 Υπάρχει ο εργατικός αγώνας που παραμένοντας  εγκλωβισμένος στα κλασσικά συνδικαλιστικά 
στεγανά και την ηθική της εργασίας, σβήνει αφήνοντας μια γεύση πίκρας και απογοήτευσης,
υπάρχει όμως κι αυτός που βάζει μπροστά την αξιοπρέπεια, αφήνοντας έτσι -ανεξαρτήτως 
έκβασης- παρακαταθήκες για  το  μέλλον, γεμίζοντας με δύναμη κι εμπειρία 
τους συμμετέχοντες..
 Ακόμη, υπάρχει ο περαστικός που σε μια ληστεία τράπεζας θα κυνηγήσει τον ληστή, αλλά 
υπάρχει κι ο κάτοικος μιας περιοχής που θα ανοίξει την πόρτα του να δώσει καταφύγιο σε 
κόσμο που πρέπει να κρυφτεί κατά τη διάρκεια μιας σύγκρουσης.
 Είναι λοιπόν ορθό να βαφτίζεται  κάποιος από τους  δύο πόλους, κοινωνία? -Αν  ναι,
θα κλείσουμε τα μάτια στην ύπαρξη του άλλου;  Είναι μήπως  και οι δύο κοινωνία? 
-Αν  ναι, μήπως οι θεωρίες περί συγκεκριμένων επαναστατικών υποκειμένων  είναι ήδη 
κατά  πολύ  ξεπερασμένες  και άκαιρες;  Πώς μπορεί να γίνει  μια τέτοια
υπεργενίκευση ώστε  να πει κανείς ότι είναι  υπέρ ή εναντίον της  κοινωνίας  γενικά ? 
 Κι όταν γίνεται, μήπως είναι τόσο  υπεραπλουστευτική που  αποτρέπει τη σκέψη μας από
το  να  αναλύσει   πιο  ουσιαστικά την όποια κατάσταση καταστρώνοντας   ένα πιο..
αποτελεσματικό και αντιπροσωπευτικό  πλάνο  δράσης;  Και κατά συνέπεια , δεν στερεί  
από το λόγο και τις  πράξεις μας,  τη δυνατότητα  πιο δυνατής  επίθεσης  ενάντια σε  
κράτος  και κεφάλαιο,  πιο στέρεης  δόμησης  δικών μας  αξιακών συστημάτων-δικών μας  
αντιδομών;
 Δεν έχω  καμία διάθεση να παλέψω  για την  κοινωνική απελευθέρωση αν πρώτα δεν έχω 
βρει και μοιραστεί κάποια από τα εργαλεία που οδηγούν  στην ατομική μου  απελευθέρωση.. 
δεν είμαι ούτε   χριστιανός  ούτε μπολσεβίκος.  
Δεν έχω επίσης τη διάθεση να παλέψω για την ατομική μου απελευθέρωση και να αρκεστώ σε 
αυτό  αδιαφορώντας για το τί γίνεται γύρω μου.. δεν είμαι ούτε φιλελεύθερος  ή χίππης. 
 Με λίγα λόγια: Μας λείπει η καλλιέργεια της  έννοιας της  κοινότητας -όσο   και της 
διαφορετικότητας- πιο πολύ απ' ότι η πίστη στην  προκατασκευασμένη  ιδέα  κάποιας  
ιδανικής  κοινωνίας.  Χωρίς την έννοια της κοινότητας να είναι διάχυτη και βαθιά
 ριζωμένη, η κοινωνία οδηγείται σε άλλα μονοπάτια - έχει κατά κανόνα την ανάγκη 
αποδιοπομαίων τράγων για να κρατηθεί ενωμένη.. Και η κοινωνία ή οι κοινωνίες του σήμερα,  
ακολουθούν  στην συντριπτική  τους  πλειοψηφία αυτόν το δρόμο. Είναι κοινωνίες όπου 
κυριαρχεί  (αυτό ευτυχώς σημαίνει αυτόματα ότι υπάρχουν κι οι αντίθετες λογικές) η 
ιδιώτευση, η καβάτζα, το θρησκευτικού τύπου  αίσθημα αφοσίωσης και υποκριτικής αγάπης,
η απουσία πρωτοβουλίας  και ευθύνης.  
Είναι τόσο δύσκολο, όσο και απλό: Το ατομικό και το συλλογικό δεν διαχωρίζονται, 
συμβαδίζουν αλληλοσυμπληρούμενα. Αν γείρουμε προς τη μία ή την άλλη πλευρά αποκλειστικά,
το χάσαμε το παιχνίδι, -  κοινωνία χωρίς άτομα μοναδικά και ολοκληρωμένα,   είναι μια 
καρικατούρα κοινωνίας, και  άτομο απομονωμένο χωρίς αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους,
είναι αδιέξοδος αναχωρητισμός, είτε κάποιος ζει σε πόλη είτε σε βουνό.
Αυτά προς το παρόν..

Ντομινίκ Καραμαζώφ-Η μιζέρια του φεμινισμού. (αποσπάσματα)

*“Όχι πια άλλοι βιασμοί”, όλοι “οι άντρες είναι βιαστές”, “το καμάκι είναι βιασμός”... 
η σκυτάλη λοιπόν άλλαξε χέρια: η υπόθεση βιασμός πέρασε από τους μεγάλους τίτλους
 των εντυπωσιοθηρικών λαϊκών εφημερίδων στα φεμινιστικά συνθήματα. Μετά τις 
εκτρώσεις, ο φεμινισμός βρήκε ένα καινούργιο leit motiv. Η καμπάνια κατά των βιασμών 
παίρνει ποικίλες μορφές: συνθήματα στους τοίχους, διαδηλώσεις, δικαστικές μάχες,
 συζητήσεις, δίκες και βίαια αντίποινα.
Οι φεμινίστριες σέρνουν το χορό, αλλά δεν είναι μόνες. Ακολουθούν και οι αριστεριστές. 
Πώς ήταν άλλωστε δυνατό να μην αντιδράσουν σε μια ιδιαζόντως βδελυρή μορφή καταπίεσης, 
αυτοί που έχουν ειδικότητα στο να καταγγέλουν παντού, πάντοτε και προς όλες τις κατευθύνσεις 
την καταπίεση?
Ζήτω λοιπόν ο αγώνας των γυναικών, πλάι στον αγώνα των εργατών, των νεαρών μαθητευόμενων,
 των αγωνιζόμενων λαών, των κηνυγών και των άγριων θηραμάτων! Βέβαια δεν τους είναι πάντοτε 
εύκολο να συνδυάσουν όλους αυτούς τους αγώνες σε ένα ενιαίο κίνημα: διαπιστώνουν ότι 
υπάρχουν και αντιφάσεις μεταξύ τους. Μήπως όμως επιδίωξη των αριστεριστών δεν είναι 
ακριβώς να αυτοπροβληθούν όχι μόνο ως χώρος πολυσυλλεκτικός αλλά και ως το αναγκαίο 
στοιχείο ενοποίησης όλων αυτών των αγώνων?

*Υποστηρίζεται ότι ο βιασμός βρίσκεται παντού. Ότι το “καμάκι” είναι βιασμός. Ότι το
 “μπανιστήρι” είναι βιασμός. Ότι ο άντρας είναι από τη φύση του βιαστής και η γυναίκα, 
το αιώνιο και αθώο θύμα του.
Κάποιες εξτρεμίστριες φεμινίστριες διακηρύσσουν ότι η διείσδυση του πέους είναι μια 
πράξη καθυπόταξης, μια ταπείνωση που οι γυναίκες πρέπει να αρνηθούν. Ορισμένες 
μάλιστα φτάνουν στο σημείο να υποστηρίζουν ότι η βία και η εκμετάλλευση δεν υπάρχουν
 παρά μόνο εξαιτίας των αντρών και ότι, κατά συνέπεια, το ζήτημα είναι να εξουδετερωθεί 
ή και να εξαλειφθεί αυτό το φύλο του ανθρώπινου γένους με την εγκαθίδρυση ενός κόσμου 
γυναικών, ο οποίος χάρη στις προόδους της βιολογίας, θ' αναπαράγεται χωρίς άντρες.

*Οι βιαστές όμως είναι στ' αλήθεια αυτά τα αρσενικά-κατακτητές που κηνυγούν τα θηλυκά 
μέσα στις πόλεις, αυτοί οι σύγχρονοι Ταρζάν που πηδάνε από μπαλκόνι σε μπαλκόνι με το χέρι
 στο πέος και μ' ένα λουλούδι στο στόμα? Οι πλέον σοβαρές στατιστικές απαντούν : όχι.  Ο 
“μέσος” βιαστής -είτε είναι μετανάστης , είτε ένας τυπικός οικογενειάρχης- δεν ανταποκρίνεται
 σε αυτό το πρότυπο. Δύσκολα μπορούμε να θεωρήσουμεμια τέτοια “φιγούρα” ως έκφραση 
της θριαμβεύουσας φαλλοκρατίας, αυτής της φαντασιοκοπίας που τόσο εξοργίζει τις 
φεμινίστριες.Ο βιασμός είναι κατά βάση η θλιβερή εκδίκηση ενός θύματος, το κατόρθωμα 
του φτωχού.
Δεν είναι απόρροια του αστικού πλούτου ή της φαλλοκρατικής αλαζονείας,
 αλλά το 
υποπροϊόν τους.Αχ και να μπορούσαμε να αποδείξουμε ότι ο βιασμός είναι έργο των 
προνομιούχων που κάνουν σαν τρελοί για να γευθούν προλεταριακή σάρκα: πόσο
 εύκολο θα ήταν τότε να συντονίσουμε το δίκαιο αγώνα των γυναικών με την κλασσική 
πάλη των τάξεων...Δε βρίσκεται όμως κάθε μέρα κάποιος πλούσιος βιαστήςγια να τον 
κατασπαράξουμε – κι έπειτα ακόμη και η μαοϊκή δημαγωγία έχει τα όριά της!...
...   Οι “μιλιτάντικες” στάσεις απέναντι σε αυτό το ζήτημα, συγκαλύπτουν την ανικανότητα 
όσων τις υιοθετούν να παρέμβουν στην ίδια τους την καθημερινή ζωή, και απλώς 
επιδεινώνουν τη μιζέρια τους. Οι φεμινιστικές πεποιθήσεις μπορούν κάλλιστα να 
συνυπάρχουν με την πιο πεζή αθλιότητα. Έχουμε έτσι ή αποδοχή της πιο δουλοπρεπούς 
υποταγής, και αντεκδίκηση στο φαντασιακόκαι ιδεολογικό επίπεδο  ή  δικαιολόγηση των
 οργίλων και επιθετικών στάσεων, που επιτείνουν τη δυστυχία η οποία τις τροφοδοτεί 
και την οποία υποτίθεται 'ότι καταπολεμούν.

Φρίντριχ Νίτσε – Ιστορία και Ζωή. Αποσπάσματα

 

Δες την αγέλη που περνάει από μπροστά σου βόσκωντας :Δεν ξέρει τί πάει να πει χτες, τί σήμερα, πετάγετ’ εδώ κι εκεί, τρώει, ξαπλώνει, χωνεύει, ξαναπετάγεται, κι αυτό από το πρωί ως το βράδυ κι από μέρα σε μέρα, δεμένη με κοντό σκοινί σε ό,τι την ευχαριστεί ή την δυσαρεστεί, δηλαδή στον πάσσαλο της στιγμής και για τούτο μήτε βαριόθυμη μήτε μπουχτισμένη. Βλέποντάς το αυτό ο άνθρωπος παθαίνει, γιατί απέναντι στο ζώο παινεύεται για την ανθρωπιά του, κι όμως από την άλλη βλέπει με ζήλεια την ευτυχία του ζώου – γιατί κι ο ίδιος θέλει αυτό μόνο : να ζει δίχως κόρο και δίχως πόνους όμοια με το ζώο :γιατί δε μου μιλάς για την ευτυχία σου αλλά μονάχα με κοιτάς; Το ζώο θέλει κι αυτό να του απαντήσει και να του πει ότι “εγώ πάντοτε ξεχνώ αμέσως τί ήθελα να πω” – ωστόσο την ξέχασε κι όλας αυτήν την απάντηση και δεν είπε τίποτα, έτσι ώστε ο άνθρωπος έμεινε με την απορία.

(…η μνημειακή ιστορία) Πάντα θα προσεγγίζει το ανόμοιο,θα το γενκεύει και τελικά θα το εξομοιώνει, πάντα θα αμβλύνει τις διαφορές στην υφή των κινήτρων και των αφορμών, ώστε να προβάλλει τις επενέργειες εις βάρος των αιτίων κατά τρόπο μνημειακό, δηλαδή ως πρότυπα άξια για μίμηση, έτσι ώστε, καθώς η μνημειακή ιστορία παραβλέπει όσο της είναι δυνατό τα αίτια, θα μπορούσε κανείς να την χαρακτήριζε -με μια μικρή υπερβολή- ως τη συλλογή των “επενεργειών αυτών καθ’ αυτές”, των επενεργειών ως γεγονότων που θα επενεργούν σε όλες τις εποχές.

Ό,τι γιορτάζεται στις λαϊκές εορτές, στις θρησκευτικές ή πολεμικές επετείους, ουσιαστικά είναι μια τέτοια επενέργεια “καθ’ αυτήν”: αυτή δεν αφήνει τα φιλόδοξα άτομα να αποκοιμιούνται, αυτήν έχουν κλείσει σα φυλαχτό στην καρδιά τους οι ενεργητικοί άνθρωποι, κι όχι την ιστορικά αληθινή σύνδεση αιτίων και αποτελεσμάτων, η οποία, έστω κι αν γινόταν κατανοητή στην εντέλεια, απλώς θα αποδείκνυε ότι στα ζάρια του μέλλοντος και της τύχης δεν είναι ποτέ δυνατόν να ξανάρθει κάτι εντελώς όμοιο.

Σχόλιο #3

Η φωνή του δρόμου, αυτή είναι που κάνει την αλήθεια να ακουστεί. Όχι μια αλήθεια που γεννήθηκε από κάποια πίστη την οποία και αναπαράγει. Όχι μια αλήθεια που ζητά ακολουθητές και μαζοποιημένους στρατιώτες φαντασιακών ή μή κινημάτων. Αλλά την συλλογικοποιημένη προσωπική αλήθεια του καθενός και της καθεμιάς μας. Που είναι τόσο σιωπηρή όσο κι εκκωφαντική, τόσο πολύπλοκη όσο και απλή. Αυτήν που προκύπτει από την καθημερινή ζωή, από την σκέψη, την ανάλυση και την πράξη. Τη συνειδητή σκέψη και πράξη. Που θρυμματίζει τους υπάρχοντες διαχωρισμούς και φτιάχνει αυτούς που θα όφειλε. Ανάμεσα στη δράση, την αναρχική επαναστατική δράση και την απάθεια ή την ανάλωση στη ρουτίνα και το καθήκον. Ανάμεσα στον κόσμο της αξιοπρέπειας και της συνείδησης και αυτόν της αδιαφορίας και της καβάτζας.

Ενάντια σε ένα σύστημα, μια κοινωνία, που καταστρέφεται φτάνοντας στην ουσία του καπιταλιστικού της ονείρου/εφιάλτη. Κι όσο καταστρέφεται τόσο παλεύει να κρατηθεί στη ζωή, να επεκταθεί, καταστρέφοντας ο,τιδήποτε μπαίνει εμπόδιο σ’ αυτό. Κι η καταστροφή αυτή, στο βαθμό που δεν προκύπτει σαν αποτέλεσμα δικής μας επιθυμίας και σχεδίου, προσπάθειας και αγώνα, ( Όχι επαναστατικά ευχολόγια και αυτοανάλωση. Όχι βουτιά στη συνήθεια, την αναπαραγωγή μικρόκοσμων και των παθογενειών τους. Όχι γκρουπ θέραπυ σε αίθουσες ή στο δρόμο, ούτε και παράδοση στην απουσία σκέψης και προβληματισμού, λόγου και δράσης ) έχει ως ικανή και αναγκαία συνθήκη και τη δική μας καταστροφή. Την καταστροφή των επιθυμιών, των αναγκών, της διαφορετικότητας, της σκέψης, των δομών, των κατακτήσεων, της αλληλεγγύης μας.

Η φωνή του δρόμου λοιπόν πρέπει να ακούγεται, να εξαπλώνεται όσο το δυνατό περισσότερο. Να δυναμώνει αυτή δυναμώνοντας κι εμάς, να ανοίγει νέους αναρχικούς επαναστατικούς δρόμους, κάνοντας στην άκρη τα απαρχαιωμένα αναλυτικά εργαλεία, που ερμηνεύουν την πραγματικότητα με όρους 19ου αιώνα. Την συνειδητή ή όχι αναπαραγωγή λογικών, σε επίπεδο σκέψης αλλά και πράξης, που συνήθιζαν και θα έπρεπε να ανήκουν σε κομμάτια της αριστεράς. Να αποτινάξει την υποταγή στην αναγκαιότητα και την λατρεία της ποσότητας, σε βάρος της ποιότητας.

Και, πολύ βασικό, να βαδίζει με ξεκάθαρες και γνωστοποιημένες προθέσεις που μένουν σταθερές, ανεξάρτητα από τις ευκαιριακές συγκυρίες κι ενάντια σε ό,τι και όποιον περιορίζει την αναρχία και τον αγώνα γι’ αυτήν σε ένα στενά πολιτικό κι ενίοτε πολιτικάντικο κίνημα με ασυνείδητα ή μή, βαθειά νομοτελειακές απόψεις, αγνοώντας ότι το βασικό της προωθητικό στοιχείο είναι ότι αποτελεί πρώτιστα μια τάση. Μια τάση μέσα στην κοινωνία και ενάντια σε αυτήν όπου χρειάζεται. Μια δυναμική τάση συμπόρευσης του ατομικού με το συλλογικό(άτομο σε κοινωνία χωρίς καλλιεργημένη την αίσθηση και την έννοια της κοινότητας,μένει μισό, και κοινότητα χωρίς ολοκληρωμένα και μοναδικά τα άτομα που την αποτελούν είναι καταδικασμένη να καταλήξει στον ολοκληρωτισμό), βαδίζοντας συνειδητά στο μονοπάτι της εξέγερσης.

συνεχίζεται

Μικρά και σκόρπια σχόλια περί χώρου κι άλλων δαιμόνων..

  1. Ο αντιφασιστικός αγώνας δεν είναι μονομανία ή φετίχ. Είναι μέρος του καθημερινού αγώνα -ή και πολέμου- για την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση.
    Ως μέρος λοιπόν ενός τέτοιου πολέμου οφείλει να κάνει στην άκρη τους προσωπικούς φόβους και τις αγκυλώσεις. Οφείλει να κάνει στην άκρη τις όποιες πολιτικάντικες σκοπιμότητες και χειρισμούς.
    Κι αν οι δράσεις αντιπληροφόρησης και εξαφάνισης του υλικού τους από τις πόλεις και τα χωριά μας είναι χρήσιμες μία φορά, η χρήση βίας είναι χρήσιμη και επιβεβλημένη ακόμη περισσότερο.
    Δεν μπορούμε δηλαδή να περιμένουμε να .. ωριμάσουν οι συνθήκες για να γίνει σύγκρουση, γιατί μέχρι τότε θα έχουμε σαπίσει εμείς, οι ιδέες και οι πρακτικές μας.
    Δεν μπορούμε να αποφεύγουμε τη σύγκρουση με χιλιάδες δικαιολογίες γιατί είναι σαν να τους παραχωρούμε χώρο και χρόνο για να απλώνουν το δηλητήριό τους.
    Αυτό δε σημαίνει άκριτη χρήση της βίας σε κάθε περίπτωση κι ευκαιρία, σημαίνει αγωνία κι επιθυμία για γενικότερο και συνολικότερο επιθετικό σχεδιασμό και οργάνωση για να ξαναπέσουν αυτά τα καθάρματα στην πηγάδα όπου και ανήκουν. Και αυτό, δεν γίνεται χωρίς βία, δεν γίνεται αν ανησυχούμε μήπως φανούμε κακοί στα μάτια της υποταγμένης αυτής κοινωνίας, δεν γίνεται αν δεν έχουμε μια στέρεη θεώρηση -όχι θεωρία- αλλά γινόμαστε έρμαια της κάθε αριστερίζουσας και δημοκρατικής νοοτροπίας και λογικής 
  2. Το τί σκέφτεται και λέει αυτό που ύπουλα αποκαλείται  κοινή -αντί για “δημιουργημένη από την Κυριαρχία” – γνώμη, δεν μπορεί ποτέ
    να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα και οδηγό για την Δράση μας.

    Αυτό δε σημαίνει φυσικά μια επιτηδευμένη αντίδραση για την αντίδραση, ούτε μια ελιτίστικη, αποστασιοποιημένη κι αφ’ υψηλού κριτική σε ό,τι κινείται γύρω μας. Η κριτική μας δεν είναι προσωπική απλά, έχει ως πυξίδα πάντα την προώθηση του αγώνα μας,
    του αναρχικού αγώνα και την  ατομική και συλλογική μας εξέλιξη προς την κατεύθυνση της ατομικής και κοινωνικής απελυθέρωσης.

    Όποτε όμως στην Ιστορία τα ριζοσπαστικά κι επαναστατικά κινήματα ή κομμάτια τους, φοβούμενα την.. απομόνωση
    και αποφεύγοντας τις ευθύνες και το βάρος της επιθετικής επαναστατικής δράσης (ιδιαίτερα σε έντονες και ρευστές περιόδους όπως αυτή) ,
    αποπειράθηκαν  – μαλακώνοντας και κατακρεουργώντας  πεποιθήσεις και πρακτικές- να μεγαλώσουν ποσοτικά και όχι ποιοτικά, το πλήρωσαν.

    Πέρα από κάποια πρόσκαιρα κι ευκαιριακά αριθμητικά οφέλη, η αγκαλιά της αφομοίωσης και της ενσωμάτωσης τα περίμενε ορθάνοιχτη.
    Ο χαρακτήρας τους σταδιακά μετατράπηκε σε  απλά μεταρρυθμιστικό και τελικά έφτασαν να αποτελούν πολύ χρήσιμες δεξαμενές άντλησης
    ανανεωτικής δύναμης, ιδεών και ανθρώπινου δυναμικού, για το κράτος και το κεφάλαιο, για την Κυριαρχία.

    Όσο κι αν δεν είναι ευχάριστο και δεν βρίσκει άμεση ανταπόκριση – που πολλοί σύντροφοι/ισσες  λαθεμένα θεωρούν ως επιβεβαίωση και αποδοχή –
    το να εναντιωθείς στην κυρίαρχη γνώμη, να την πολεμήσεις με προσωπικό κόστος ακόμη και βλέποντας ότι απομονώνεσαι προσωρινά,
    είναι κάτι  που αναπόφευκτα πρέπει να κάνουμε κάποιες φορές.

    Στις τωρινές λοιπόν συνθήκες που  η πόλωση  και οι διαχωρισμοί ξαναγίνονται σαφείς και έντονοι, οφείλουμε να αποφύγουμε τα λάθη
    που σύντοφοί μας στο παρελθόν είχαν διαπράξει. 

    Η αντιμετώπιση πχ του “φαινομένου” της ανόδου εκλογικά αλλά δυστυχώς  και
    κοινωνικά της χ.α., έχει προκαλέσει μια κάποια ανησυχία σε πολλούς συντρόφους/ισσες. Κι αυτό  δικαιολογείται.

    Το να φτάνουν όμως να στηρίζουν τις αδιέξοδες και αυτοκτονικές σε κάποιες περιπτώσεις τακτικές, της  προσπάθειας συγκρότησης
    ενός θολού αντιφασιστικού μετώπου, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. Ιδιαίτερα όταν αυτό γίνεται άκριτα κι επιφανειακά, χωρίς γνώση, συνείδηση και καταγραφή των επιμέρους ή και γενικότερων διαφωνιών μεταξύ των όσων συμπράτουν σε κάτι τέτοιο…

    Ακόμη και μια τελείως επιφανειακή ματιά
    στην Ιστορία, αποδεικνύει ότι οι συμμαχίες αυτές απλά έδιναν άλλοθι σε δημοκράτες, προοδευτικούς,  ντεμέκ εξωκοινοβουλευτικούς και λοιπές συστημικές δυνάμεις,
    αφού κάλυπταν είτε τις συνενοχές τουςείτε την αντιδραστικότητά τους,  πίσω από την ευκολοχώνευτη αντίθεση στο ναζισμό. Τους δινόταν έτσι η ευκαιρία να ανανεώσουν το θεωρητικό και πρακτικό τους οπλοστάσιο,

    να  ενσωματώσουν τις “παραστρατημένες” δυνάμεις αμφισβήτησης και άρνησης, και να σιγουρέψουν την για κάποια ακόμη χρόνια κυριαρχία τους.

Κείμενο για τις 12-02-2012-Η πρώτη μεγάλη νίκη των αναρχικών και ο παραμορφωτικός φακός των ΜΜΕ

molisxypnisa.wordpress.com/2012/02/13/166/

 

Η χθεσινή μέρα ήταν μια ήττα της αστικής δημοκρατίας από πολλές πλευρές. Δεν θα σταθώ στο γεγονός πως μία κυβέρνηση έχει διορίσει έναν τραπεζίτη πρωθυπουργό χωρίς να τον έχει εκλέξει ο λαός. Ούτε πως το κόμμα που έχει διορίσει αυτόν τον πρωθυπουργό έχει χάσει ήδη την κοινοβουλευτική πλειοψηφία (αρχή της δεδηλωμένης) και παρόλα αυτά κυβερνά.
Όμως δεν μπορώ να κλείσω τα μάτια στο γεγονός πως από την αρχή της πάνδημης διαμαρτυρίας τον περασμένο Μάιο, χθες, οι πολίτες επέλεξαν ως προστάτες τους όχι αυτούς που πληρώνουν για να το κάνουν και είναι θεσμικά κατοχυρωμένος ο ρόλος τους, αλλά τους αναρχικούς. Ούτε να μην ανοιγοκλείνω έκπληκτος τα μάτια όταν βλέπω και διαβάζω πως αυτό που έμεινε από τη χθεσινή μεγαλειώδη συγκέντρωση του πλήθους είναι οι στάχτες κτηρίων και τραπεζών.
Ας γίνω πιο συγκεκριμένος. Χθες το μεσημέρι, σε αντίθεση με όλες τις δεκάδες συγκεντρώσεις που έγιναν τους τελευταίους 10 μήνες, ο κόσμος δεν μαζεύτηκε στο Σύνταγμα δυο ώρες μετά το κάλεσμα. Ενώ άλλες φορές το κάλεσμα ήταν στις 5 κι οι περισσότεροι έρχονταν από τις 6μισι και μετά, είχε συμβεί το μοναδικό να είναι γεμάτο κόσμο ήδη από τις 5 παρά. Στις 5μισι δεν έπεφτε καρφίτσα ούτε στο Σύνταγμα, ούτε στους γύρω δρόμους ενώ ήδη υπήρχαν και κάποιες χιλιάδες κόσμου του ΠΑΜΕ στην Ομόνοια και στην Ακρόπολη και συνεχώς κατέφθανε κόσμος τόσο από την Ομόνοια, όσο και από τους σταθμούς του Μετρό Μοναστηράκι και Ακρόπολη (ένα ακόμα πεντακάθαρο σημάδι πως η κυβέρνηση φοβόταν την λαϊκή αντίδραση και ήθελε απεγνωσμένα να δυσκολέψει την πρόσβαση του κόσμου ήταν πως ενώ είχε ήδη κλείσει τους σταθμούς Μετρό Σύνταγμα, Πανεπιστήμιο και Ευαγγελισμός, μετά από εντολές έκλεισε αδικαιολόγητα και το Μετρό Ακρόπολη ώστε η πρόσβαση να γίνει ακόμα δυσκολότερη!).
Μέχρι τις 5μισι λοιπόν τα πράγματα ήταν όμορφα, ειρηνικά και θα μπορούσε να πει κάποιος πως η δημοκρατία γιόρταζε σε όλο της το μεγαλείο. Όμως, εντελώς απρόκλητα και απροκάλυπτα, οι δυνάμεις καταστολής άρχισαν να ρίχνουν χημικά στο πλήθος, αδιακρίτως, για να προκαλέσουν την διάλυσή του προτού ακόμα φτάσει η συγκέντρωση στο ζενίθ της. Δεν είναι τυχαίο πως τα παπαγαλάκια του Σκάι ανέφεραν πως ο κόσμος φεύγει από το Σύνταγμα κι η ώρα δεν ήταν ούτε 6 ακόμα. Η προσπάθεια τρομοκράτησης τόσο από τα ηλεκτρονικά μέσα όσο και από τις εφημερίδες είχε ξεκινήσει δυο μέρες πριν και αρκούσε να παρακολουθήσει κάποιος τηλεόραση ή να δει τα πρωτοσέλιδα στα περίπτερα. Οι Γλέζος και Θεοδωράκης ήταν μόνο τα επώνυμα παραδείγματα αυτών που δέχθηκαν τα χημικά, αλλά οι χιλιάδες του κόσμου ξέρουν να μιλήσουν για το αίσθημα ασφυξίας καλύτερα από όλους.
Και τότε, συνέβη το αναπάντεχο. Μια ομάδα μαυροντυμένων από την Πανεπιστημίου ξεκίνησε να φωνάζει συνθήματα και να κατευθύνεται προς τα εκεί όπου τα ΜΑΤ έδιωχναν με το έτσι θέλω τον κόσμο. Ο κόσμος παραμέρισε, άρχισε να τους χειροκροτεί και να τους φωνάζει «μπράβο», «γαμήστε τους», «επάνω τους» και άλλα τέτοια ενώ με τη σειρά τους οι αναρχικοί τους έλεγαν «ελάτε μαζί μας». Πραγματικά, όταν όλος ο κόσμος σε χειροκροτεί, και σου συμπαραστέκεται δεν μπορείς παρά να ακολουθήσεις με μεγαλύτερη ορμή αυτό που ήθελες εξαρχής να κάνεις. Το ίδιο συνέβηκε κι όταν μετά από νέα χημική επίθεση των ΜΑΤ ο κόσμος κατέβαινε έντρομος την Πανεπιστημίου και άνθρωποι έπεφταν κάτω (μάρτυρες και ο κόσμος και τα ασθενοφόρα ή τα μηχανάκια του ΕΚΑΒ που μάζευαν όσους δεν άντεξαν την επίθεση). Και το απόγειο αυτής της κατάστασης συνέβηκε όταν άρχισε η πυρπόληση των Starbucks στην Κοραή. Ένα χειροκρότημα και ζητωκραυγές από την Κλαυθμώνος, την Σταδίου και την Πανεπιστημίου γέμισε τον χώρο. Στις καταστροφές στις τράπεζες ο κόσμος, που δεν συμμετείχε ενεργά στις μάχες, χτυπούσε ρυθμικά τα κάγκελα της Σταδίου κάνοντας θόρυβο και αρκετοί 40άρηδες και 50άρηδες οικογενειάρχες μάζευαν μάρμαρα και τα έδιναν στους αναρχικούς που είχαν αναλάβει την κατά μέτωπο επίθεση.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Από τη στιγμή που άρχισε η επίθεση των δυνάμεων καταστολής στις 5μισι ώρα, μέχρι και αργότερα το σύνθημα που μονοπωλούσε τα χείλη των χιλιάδων διαδηλωτών ήταν το γνωστό «Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι» και όχι συνθήματα για το μνημόνιο ή την οικονομική πολιτική. Η οργή του κόσμου για την αντιμετώπιση που είχε από όσους, υποτίθεται, τον προστατεύουν είχε ξεχειλίσει. Στο Μοναστηράκι χτυπούσαν τις καμπάνες, όλοι οι δρόμοι που ορίζονται από την Ακρόπολη, την Αθηνάς, την Ομόνοια, την Ακαδημίας και το Σύνταγμα ήταν γεμάτοι κόσμο που αρνούνταν να φύγει. Από όπου και να προσπαθούσες να ανέβεις από το Μοναστηράκι προς το Σύνταγμα, έβρισκες μπροστά σου ομάδες ΜΑΤ να σε εμποδίζουν και με την πρώτη κίνηση να ψεκάζουν αδιακρίτως και να ρίχνουν δακρυγόνα και κρότου λάμψης. Κατά τακτά χρονικά διαστήματα, οι αστυνομικοί έκαναν επιθέσεις προς τους πολίτες και τότε άρχιζε ξανά ο πετροπόλεμος.
Μέχρι τις 11μισι το βράδυ πολλές χιλιάδες κόσμου ήταν ακόμα στον δρόμο. Στην Αμαλίας τουλάχιστον 10 χιλιάδες κόσμου αποχώρησαν με πορεία προς τη Συγγρού όταν αναγκάστηκε πάλι με εκτεταμένη ρίψη χημικών να αποχωρήσει για να αντέξει. Στην πλατεία υπήρχε ακόμα κόσμος. Στο Μοναστηράκι οι Δίας-Δέλτα έσπαζαν τζαμαρίες και χτυπούσαν κόσμο. Υπάρχουν βίντεο που το βεβαιώνουν και δείχνουν πώς προσπάθησαν (για άλλη μια φορά) να χτυπήσουν με τις μηχανές τους τον κόσμο.
Η απίστευτη εκτροπή όμως της δημοκρατίας, δεν είναι πως ο λαός πλέον στρέφεται στους αναρχικούς για να τον προστατεύσουν. Είναι γεγονός πως η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου δεν θέλει και δεν συμμετέχει σε πράξεις βίας, αλλά το ότι αποδέχονται αυτή τη βία εφόσον τους προστατεύει δείχνει την πρώτη μεγάλη νίκη των αναρχικών και της στάσης τους. Βασικό τους επιχείρημα ήταν πως με ειρηνικά μέσα δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι και πως πρέπει να επιδιώξουμε μετωπική σύγκρουση. Και το σύνθημα «να καεί το μπουρδέλο η βουλή» δεν ανήκει στους αναρχικούς. Μετά από δεκάδες ειρηνικές διαδηλώσεις, μετά από τη στάση μη βίας και παρόλο που ήξερε ο κόσμος ότι θα δεχθεί χημικά και ξύλο, συνεχίζει να βγαίνει στους δρόμους, αλλά δεν νιώθει ότι μπορεί να κερδίσει στα πλαίσια της δημοκρατίας. Η γνώμη του είναι αδιάφορη στις μεθοδεύσεις των οικονομικών και πολιτικών ελίτ της χώρας η οποία τον γράφει στα παλιά της τα παπούτσια. Κανένας πολιτικός δεν τιμωρείται, κανένα περιστατικό αστυνομικής βίας δεν τιμωρείται και ακόμη και ο συνεργός του δολοφόνου του Γρηγορόπουλου είναι εκτός φυλακής ήδη. Η μήνυση που κατέθεσαν πάνω από 100 πολίτες για το χημικό τριήμερο του Ιουνίου δεν έχει βρει ακόμα το δρόμο προς την αίθουσα του δικαστηρίου και κανείς δεν δίνει ποτέ λογαριασμό για τους τραυματισμούς αθώων και ειρηνικά διαμαρτυρόμενων πολιτών. Ο κόσμος πλέον δεν έχει πίστη στους δημοκρατικούς θεσμούς γιατί αισθάνεται ότι τον εμπαίζουν. Ζητά εκλογές και κάνουν συγκυβέρνηση, ζητά να μην ψηφιστεί το Μνημόνιο και το ψηφίζουν με αυξημένη πλειοψηφία ενός σώματος της Βουλής που δεν υπάρχει περίπτωση να επανεκλεγεί και δεν εκφράζει κανέναν (εκτός ίσως από τους βουλευτές του ΛΑΟΣ και της Αριστεράς).
Κι εδώ ερχόμαστε στην ευθύνη και τον βρώμικο ρόλο που παίζουν τα ΜΜΕ από την αρχή αυτής της ιστορίας των Μνημονίων εδώ και δυομισι χρόνια. (κάτι που σύμφωνα με τους αναρχικούς, που κι εδώ επιβεβαιώνονται, συμβαίνει συνεχώς). Όλη την νύχτα χθες εστίαζαν στους βανδαλισμούς και στις φωτιές. Αποπροσανατόλιζαν τον κόσμο από το κύριο θέμα που είναι η ψήφιση ενός αντισυνταγματικού εκτρώματος (δεν το λέω εγώ, 5 καθηγητές πανεπιστημίου το λένε). Έχουν αναλάβει τον ρόλο της τρομοκράτησης για την «τελευταία» ευκαιρία διάσωσης για άλλη μια φορά. Συγχέουν επίτηδες την στάση πληρωμών, που μπορεί να κάνει η Ελλάδα, με τη χρεοκοπία. Συνδέουν τη στάση πληρωμών με την έξοδο από την Ευρωζώνη, πράγματα που ακόμα κι ο Βαρουφάκης (κι όχι κάποιος αριστερός οικονομολόγος) καταγγέλλει ως ανεδαφικά και ψευδή. Και στην χθεσινή μεγαλειώδη διαμαρτυρία έστησαν τις κάμερες όχι ανάμεσα στον κόσμο που κατά χιλιάδες είχε απλωθεί στην πόλη, αλλά απέναντι στα καμένα κτήρια.
Έγινε τόση συζήτηση για τα κτήρια του Τσίλερ που κάθε κυράτσα φωνάζει για τον Τσίλερ λες και τον ήξερε κι από χθες. Τα ίδια κανάλια που κατηγορούν τους πολίτες ως λαμόγια και ως μέλη της κοινωνίας του μαζί τα φάγαμε, και ξέρουν πολύ καλά πως από τον πρώτο ως τον τελευταίο δεν δίνουν δεκάρα για την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία της πόλης τους (μάρτυρας η εκτρωματική δόμηση της Αθήνας, τα αυθαίρετα και το κλείσιμο των ημιυπαιθρίων), καλούν τον κόσμο να πει όχι στους βανδαλισμούς ιστορικών κτηρίων. Τα ίδια κανάλια με τους αμόρφωτους δημοσιογράφους της πλάκας ή με τους ημιμαθείς κατευθυνόμενους δημοσιογραφίσκους ανακαλύπτουν την εγκατάλειψη ιστορικών κτηρίων μόνο όταν αυτά κατοικούνται από μετανάστες και «αποτελούν εστία μόλυνσης», ενώ όλον τον υπόλοιπο καιρό κάνουν μόκο για να κάνουν τις δουλειές τους τα λαμόγια του real estate. Στην Αθήνα και σε όλη την Ελλάδα, χιλιάδες κτήρια που ανήκουν στο Δημόσιο, σε Τράπεζες και στην Εκκλησία ρημάζουν και πολλά από αυτά είναι ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής αξίας. Είναι δεκάδες οι φορές που οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες τους τα καταστρέφουν σιγά σιγά ώστε να μην καταστούν διατηρητέα και να μπορέσουν να χτίσουν πολυκατοικία. Τα απαξιώνουν με υπόγειους τρόπους και μόλις φτάσουν στο σημείο να είναι μισογκρεμισμένα (σιγά σιγά και νύχτα), τα χαρακτηρίζουν επικίνδυνα και κατεδαφιστέα και μετά σηκώνουν πολυκατοικίες.
Ολόκληρες πόλεις όπως η Πάτρα και άλλες, γκρέμισαν εν μία νυκτί επί χούντας και Καραμανλή, διάφορα νεοκλασικά κι έχτισαν πολυόροφα εκτρώματα. Δημόσια κτήρια κατασκευάζονται με ελλιπείς αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς και άλλα βουλιάζουν με την πρώτη βροχή στο βούρκο που χτίστηκαν (όπως πρόσφατα το Νοσοκομείο Πύργου) γιατί κάποιος κονόμησε χοντρά από την πώληση του οικοπέδου ή γιατί δεν έγιναν οι κατάλληλες ενέργειες στήριξης. Δρόμοι καινούργιοι γίνονται θρύψαλα και δεν κουνιέται φύλλο. Ολυμπιακά έργα που στοίχισαν μια περιουσία συνεχίζουν να απαξιώνονται για να πωληθούν για ένα κομμάτι ψωμί στους δικούς τους. Μια κοινωνία που αδιαφορεί ολοκληρωτικά για το δομημένο χώρο σήμερα ανακάλυψε ότι οι αναρχικοί καταστρέφουν «ιστορικά κτήρια». Και όλο αυτό βύθισε στην αφάνεια το γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι βροντοφώναξαν το ΟΧΙ στην εξαθλίωση που επιφυλάσσουν οι καλοαναθρεμμένοι κυβερνήτες του.
Αγαπητοί μου, ακόμα και οι μισοί αναρχικοί να είναι προβοκάτορες το θέμα δεν είναι αυτό. Οι μεγαλύτεροι προβοκάτορες είναι τα ΜΜΕ και ο παραμορφωτικός φακός τους. Αν ήθελαν να εστιάσουν στην ουσία θα το έκαναν, θα ανέβαζαν πλάνα αμέσως από τις επιθέσεις των δυνάμεων καταστολής. Ο Σκάι θα είχε σηκώσει το ελικοπτεράκι του και θα έδειχνε τις ορδές των ανθρώπων που αγωνίζονταν για να μην φτωχοποιηθούν για να ικανοποιηθούν τα θέλω των μεγαλοεπιχειρηματιών οι οποίοι θα είναι και οι μόνοι κερδισμένοι από την βύθιση των μισθών.
Η διαστρέβλωση της πραγματικότητας, ο φωτισμός μόνο στα καμένα κτήρια, τα παραπολιτικά σχόλια της πλάκας και η διαπόμπευση της κοινής λογικής στα τηλεπαράθυρα είναι ο κανόνας. Υπάρχει αυτή τη στιγμή κατάληψη των ΜΜΕ από αδίστακτους επιχειρηματίες και πολιτικούς, ή αντίστροφα, οι οποίοι κάνουν τη δουλίτσα τους. Η επίθεση στους μισθούς των φτωχών αποτελεί γι’ αυτούς την ευκαιρία για τρελά κέρδη. Και θα παίξουν όλα τους τα χαρτιά για να μην τα χάσουν. Και οι ευαίσθητοι πολίτες για τα ιστορικά κτήρια, θα κάθονται στον καναπέ τους και στον υπολογιστή τους και θα βρίζουν τους αναρχικούς και όσους ακόμα έχουν ψυχή και αντιστέκονται.
Η διαφορά είναι πως όποιος βλέπει τα γεγονότα από την τηλεόραση, πλέον δεν ξέρει τα γεγονότα. Ζει σε μια εικονική πραγματικότητα. Όποιος δεν κυνηγήθηκε από μπάτσο και δεν τον έσωσε ένας αναρχικός που του έριξε μια πέτρα, δεν ξέρει τι είναι ο μπάτσος. Όποιος δεν έπεσε κάτω ημιλιπόθυμος από τα χημικά και δεν του έδωσε μαλόξ ο μαυροφορεμένος επαναστάτης (ακόμα και πλανεμένος ή και ανόητος αν θέλετε) δεν ξέρει τι σημαίνει αλληλεγγύη. Οι αναρχικοί στήνουν δίκτυα αλληλεγγύης και υποστήριξης και ετοιμάζονται για τις ημέρες της πτώχευσης που θα γίνει όταν οι έχοντες αποφασίσουν ότι τους συμφέρει. Φτιάχνουν κολεκτίβες αυτοοργάνωσης και δίκτυα υποστήριξης. Εσείς, απλά θα κοιτάζετε την οθόνη και θα κουνάτε το δάχτυλο και μόλις πεινάσετε θα πιστεύετε την Όλγα που τρέμει όταν θα λέει ότι φταίνε οι αναρχικοί, οι αριστεροί, ο σύριζα, οι «αγανακτισμένοι», ο γάιδαρος που πετάει κι όχι όλοι αυτοί που σας κλέβουν εδώ και τέσσερις δεκαετίες τις ζωές.
Αγαπητοί μου, βγείτε στον δρόμο να δείτε την πραγματικότητα, κλείστε τις τηλεοράσεις και σκίστε τις κωλοφυλλάδες. Αναζητήστε εναλλακτική ενημέρωση σε ανεξάρτητα έντυπα και ιντερνετικά μέσα και σκεφτείτε λίγο πέρα από τα τόσο «προφανή». Τότε ίσως καταφέρετε να πιέσετε τους κυβερνώντες να φτιάξουν ένα υπουργείο προστασίας του πολίτη κι όχι το κακέκτυπο μιας παραπαίουσας δημοκρατίας και να είναι πραγματικοί εκπρόσωποί σας.
Τότε ίσως και να έχετε δίκιο να τα βάλετε με τους αναρχικούς, αλλά τώρα όχι.

ΥΓ1: Δεν είμαι ούτε αναρχικός, ούτε «αναρχικός», δεν έχω πετάξει ποτέ πέτρα, ούτε θα έβαζα φωτιά. Όμως οι άνθρωποι που τα βάζουν στα ίσια με τους εχθρούς μου -αυτούς που προστατεύουν όσους θέλουν να δουλεύω σαν σκλάβος και να πληρώνομαι σαν σκλάβος και παραπληροφορούν τους ανθρώπους που αγαπώ μετατρέποντάς τους σε τηλεοπτικά κουτορνίθια- και δεν είναι ρατσιστές, σε αυτόν τον αγώνα, έστω και προσωρινά, είναι πιο κοντινοί μου από κάθε βολεμένο κι από κάθε ελληναρά. Και ναι, λυπάμαι κι εγώ για τα κτήρια που χάθηκαν, έτρεχα στα συνέδρια αρχιτεκτονικής πολύ πριν ανακαλύψει το όνομα του Τσίλερ η Τρέμη, αλλά δεν θυσιάζω τη ζωή κανενός ανθρώπου και την αξιοπρέπεια του ούτε για την Ακρόπολη. Τα κτήρια με λεφτά σε έξι μήνες το πολύ ξαναφτιάχνονται. Οι ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων θα χρειαστούν χρόνια και χρόνια.

ΥΓ2: Το ΠΑΜΕ, και το ΚΚΕ επακολούθως, έχασε χθες μια μεγάλη ευκαιρία να αποδείξει ότι μπορεί να ηγηθεί της μάχης ενάντια στην καπιταλιστική εξουσία της πλουτοκρατίας που συνεχώς καταγγέλλει. Ενώ δήλωσε ότι θα φτάσει στη Βουλή με κάθε τρόπο, μόλις είδε τα δύσκολα και τα δακρυγόνα έκανε όπισθεν (παρόλο που ο κόσμος είχε πάει στο πλάι της Πανεπιστημίου για να περάσει) και μάλιστα στο παράγγελμα «γυρίζουμε πίσω ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΑ» έκαναν μια πιρουέτα που ο ελληνικός στρατός θα ζήλευε. Τα γιουχαΐσματα από όσους ήταν στην πρώτη γραμμή έδιναν κι έπαιρναν ενώ τους καλούσαν να έρθουν μαζί μπροστά στον αγώνα.

ΥΓ3: Όσοι ξαφνικά θυμήθηκαν ότι χάνονται θέσεις εργασίας από κάποια καμένα καταστήματα, μήπως ξέχασαν ότι κάθε μήνα χάνονται δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας και η ανεργία έχει ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο εδώ και μήνες; Τι έκαναν γι’ αυτό τόσο καιρό; Σε πόσες πορείες κατέβηκαν; Άναψαν κεράκια για τους απολυμένους της Χαλυβουργίας και τους απλήρωτους στην Ελευθεροτυπία και το ALTER ή μόνο στο Αττικόν ξέρουν να ανάβουν γιατί δεν είναι μπανάλ;

10 συμπεράσματα από τις συγκρούσεις της 20ής Οκτώβρη

In: http://parallhlografos.wordpress.com/2011/10/23/10-%CF%83%CF%85%CE%BC%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%AC%CF%83%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1-%CE%B1%CF%80%CE%84%CF%84%CE%B9%CF%82-%CF%83%CF%85%CE%B3%CE%BA%CF%81%CE%BF%CF%8D%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-2/

10 συμπεράσματα απ΄τις συγκρούσεις της 20ης Οκτώβρη.

ή αλλιώς όπως δημοσιεύτηκε στον ισότοπο Κουλτούρα & Επανάσταση: Ο ελληνικός “ισπανικός εμφύλιος” το Φθινώπορο του 2011″

Μετά από δύο μέρες και αφού πλέονέχουν τοποθετηθεί αρκετά κομμάτια του κινήματος σχετικά με το ζήτημα , μπορούμε να αρχίσουμε να βγάζουμε τα πρώτα συμπεράσματα και να σημειώσουμε τα κυριότερα  θέματα  που έχουν ανοίξει σχετικά με το σημαντικότατο αυτό ιστορικό γεγονός. Το ζήτημα της σύγκρουσης ΚΝΑΤ – διαδηλωτών αποτελεί ιστορικό γεγονός, ακριβώς γιατί είναι η πρώτη φορά που ένα μαζικό κόμμα αποφασίζει να υπερασπιστεί το καθεστώς  και να ρισκάρει να έχει ακόμα και νεκρούς  και αναγκαστικά δημιουργεί συνθήκες  ξεκάθαρης κοινωνικής πόλωσης  στις οποίες όλοι πλέον καλούνται να πάρουν θέση. Το ερώτημα για το ποιός πλέον είναι με την επανάσταση και την κοινωνική απελευθέρωση, ποιός  είναι εναντίον της  και ποιος είναι στους δρόμους  για κομματικές σκοπιμότητες αποκτά δραματικές διαστάσεις.  Αυτό που ζούμε είναι  αυτό που κάποια στιγμή θα γίνονταν , είναι η κάθοδος των  αριστερών εφεδρειών του καθεστώτος στην προσπάθεια του κρατηθεί στη ζωή και μπορεί να ονομαστεί σαν  ο αποκρυσταλλομένος  ταξικός πόλεμος  στα καλυτερά του .
Κατ’ αρχήν κάποια βασικά πράγματα.
Το ΚΚΕ ήταν σε συνεργασία με το κράτος και τους μπάτσους.
Το ΚΚΕ δεν διαδήλωνε αλλά  περιφρουρούσε την βουλή.
Το ΚΚΕ ήταν πανέτοιμο για μάχη και την επιζητούσε.

1. Το καθεστώς και η στρατηγική του: Εάν πάρουμε σαν βάση αυτά τα τρία πράγματα μπορούμε μετά να αναλύσουμε την κατάσταση. ¨Οπως σε κάθε πανεργατική την οποία το ίδιο το κράτος  έχει κηρύξει, μέσω της ΓΣΕΕ, έτσι και σε αυτή  ο μηχανισμός καταστολής και αποκατάστασης της Τάξης  ήταν  πανέτοιμος. Οι πανεργατικές είναι τρόπος εκτόνωσης της κοινωνικής οργής και τα γρανάζια της καπιταλιστικής μηχανής είναι προσαρμοσμένα  για να απορροφούν  την έκρηξη  ,έτσι ώστε αμέσως  μετά  αυτή να επανατίθεται σε λειτουργεία.  Για κάποιους λόγους σε αυτή την  απεργία ο μηχανισμός καταστολής δεν ήταν οι μπάτσοι αλλά το ΠΑΜΕ.  Οι λόγοι μπορεί να είναι είτε να ξαναπάρει βίαια  το ΚΚΕ τα ηνία του κινήματος (σχεικά απίθανο )  , είτε να πριμοδοτηθεί ο εμφύλιος εντός των διαδηλωτών ( που κρίνοντας εκ του αποτελέσματος μοιάζει το πιθανότερο ) ,  είτε η απομόνωση των βίαιων εξεγερτικών πρακτικών ( που συνδυάζεται με το προηγούμενο ),  είτε το λιγότερο πιθανό,  ότι το καθεστώς  δεν νοιώθει συνολικά καθόλου σίγουρο για τον ευατό του και αποφάσισε να κατεβάσει τις αριστερές του εφεδρείες. Όλες οι εκτιμήσεις  όμως συγκλίνουν σε κάτι. Το ΚΚΕ  την απόφαση δεν την πήρε μόνο του , την πήρε απο κοινού με το καθεστώς και εναντίον των απεργών και των διαδηλωτών.
2. Οι σταλινικοί: Το ΠΑΜΕ δεν ήταν εχθρικό  και ξεκάθαρα επιθετικό απέναντι μόνο στους αναρχικούς, αλλά απέναντι σε όλους τους απεργούς και τους διαδηλωτές , δηλαδή απέναντι σε όλους όσους έχουν στοχοποιήσει την βουλή και είτε την βρίζουν , είτε την μουτζώνουν , είτε συγκρούονται με τους μπάτσους μπροστά από αυτήν.  Αν οι αντεγκλύσεις των ΚΝΑΤ με την ΠΟΕ – ΟΤΑ κατέληγαν σε μάχη θα είχαμε μια εντελώς αλλή κατάσταση τώρα.
3. Οι εξεγερσιακοί: Η μερίδα του κόσμου που επιτέθηκε στο ΠΑΜΕ δεν ήταν καθόλου μα καθόλου μικρή. Όλος ο δρόμος μπροστά από την Μεγάλη Βρετανία, μέχρι και πολύ μετά την Σταδίου  ήταν γεμάτος από κόσμο που είτε συγκρούονταν με το ΠΑΜΕ είτε υποστήριζε αυτή την σύγκρουση. Από μόνο του αυτό το πλήθος , υπό άλλες συνθήκες για την αριστερά θα αποτελούσε μεγαλειώδη μαχητική διαδήλωση.  Μπορεί οι αναρχικοί να είναι μεγάλο κομμάτι  του , αλλά σίγουρα το πλήθος  αυτό  ήταν και τώρα  ετερόκλητο, όπως  είναι  σε κάθε σύγκρουση που γίνεται  τον τελευταίο χρόνο. Είναι το πλήθος που δρα και θα συνεχίσει να δρα εξεγερσιακά, που αυτή τη στιγμή αποτελεί  τον κυριότερο εσωτερικό εχθρό για το καθεστώς και που αν οργανωθεί σε πρακτικό επίπεδο έστω και ελάχιστα μπορεί κάνει τα πάντα.
4. Ο νεκρός: Δεν θα σταθούμε στο εάν αυτός ο άνθρωπος πέθανε από χημικά ή από καρδιά. Θα σταθούμε στον χορό που έστησαν  οι λύκοι γύρω  από το πτώμα του. Το ότι το ΚΚΕ  και το καθεστώς είχε προβλέψει το ενδεχόμενο να πεθάνει κάποιος από το μπλοκ του ή κάποιος γενικά που δεν άνηκε στο εξεγερσιακό κομμάτι,  φάνηκε από την αστραπιαία αντίδραση  των καναλιών και των αστικών κομμάτων. Πριν βγουν τα ιατρικά ανακοινωθέντα ο νεκρός είχε πεθάνει από πέτρα κουκουλοφόρου και ζούσαμε μια νέα Μαρφίν. Μετά η σούπα χάλασε αφού οι γιατροί είπαν ότι μάλλον από χημικά πέθανε και επικράτησε αρχικά αμηχανία και μετά γελοιότητες για τα αδιέξοδα της βίας, που προκαλούν νεκρούς , τους οποίους σκοτώνουν οι μπάτσοι στην προκειμένη περίπτωση αλλά αυτό δεν το λέμε.  Τελικά το ΚΚΕ βρήκε καινούργιο σενάριο. Ότι πέθανε από χημικά που πετούσαν προβοκάτορες. Αριστούργημα. Το ΝΑΡ συμφώνησε με επίσημη ανακοίνωση του.
5. Η αντικαπιταλιστική αριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ: Είτε για λόγους πολιτικού κόστους, είτε για να επιτεθεί στις βίαιες τακτικές, είτε για λόγους  γλειψίματος του ΚΚΕ μπροστά στο ενδεχόμενο πολιτικής συνεργασίας,  η υπόλοιπη αριστερά εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων  τάχτηκε με την πλευρά του ΠΑΜΕ και υιοθέτησε τα επειχειρήματα του. Αν και σε κάποιες περιπτώσεις του έκανε και κάποια κριτική, στο σύνολο της εντάχτηκε και αποτελεί μέρος της καθεστωτικής επίθεσης απέναντι στο συγκρουσιακό κομμάτι των πορειών  . Είναι αυτοί οι καραγκιόζηδες που χρόνια μιλάνε για επανάσταση , ανατροπή και ρήξη  και τώρα σκύβουν το κεφάλι  και βγάζουν δηλώσεις νομιμοφροσύνης. Ταυτόχρονα δείχνουν με δυο χέρια το αναρχικό κίνημα, σαν υπεύθυνο για τα πάντα. Το αίσχος τους , να βαφτίζουν παρακρατικούς ένα πολύμορφο κομμάτι κόσμου που είναι πολλαπλάσιο όλων των μικροκομματικών μπλοκ, ένα κομμάτι κόσμου πάνω στο οποίο πατούσαν τόσα χρόνια για να βγάζουν  επαναστικές αφίσες, βαρύγδουπες ανακοινώσεις και να λένε  αγωνιστικές παπαριές θα το πληρώσουν. Χωρίς το κόσμο που μάχεται και που συγκρούεται για να τους δίνει πολιτική υπόσταση με το να λένε ότι ήταν και αυτοί εκεί, δεν μένει τίποτα από αυτούς που να αξίζει τον κόπο. Μπορούνε πλέον άνετα να επανενταχθούν στο ΚΚΕ.  Όταν οι σταλινικοί θα τους σφάζουν και θα τους βγάζουν τα μάτια θα μπορούν πλέον να κάνουν την αυτοκριτική τους.
6.Οι εκλογές: Ενώ είναι σίγουρο ότι οι εκλογές πλέον δεν αργούν  η αριστερά στο συνολό της προσπαθεί να δείξει σοβαροφάνεια και υπευθυνότητα. Το ΚΚΕ ψαρεύοντας στην τεράστια δεξαμενή με τους εκπεσόντες μικροαστούς προσπαθεί να αναδειχθεί σαν το κόμμα προστάτης της Τάξης και της κοινωνικής ηρεμίας. Στοχεύει να πάρει αυτούς τους ψήφους από το ΛΑΟΣ που ανεβαίνει ακριβώς για αυτόν του τον ρόλο.   Για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τον ΣΥΡΙΖΑ η καταδίκη των εξεγερσιακών πρακτικών είναι απαραίτητη όσο ελπίζουν  και στις ψήφους των μικροαστών που επιζητούν ησυχία τάξη και ασφάλεια.
7. Η σύγκρουση στην Βουλή:  Δεν έχει κάποιο νόημα ένας  διάλογος για το εάν ο λαός ήθελε να συγκρουστεί στην βουλή ή όχι , έτσι κι αλλιώς οι απόψεις για αυτό το ζήτημα  μόνο υποκειμενικές μπορούν να είναι. Το ζήτημα είναι ότι το ΠΑΜΕ απαφάσισε να απαγορεύσει αυτή την επιλογή. Από εκεί και πέρα ο  τσαμπουκάς  του έπρεπε να σπάσει και όντως έσπασε. Το μοναδικό που χρειάζονταν ήταν μια αφορμή. Αυτή δώθηκε με την επίθεση στο ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ.  Το εάν ήταν στρατηγικά λάθος περνάει σε δεύτερη μοίρα, μπροστά στο ενδεχόμενο μιας τεράστιας ψυχολογικής ήττας , που θα είχε επιφέρει η επικράτηση του ΠΑΜΕ σαν εγγυήτριας δύναμης της Τάξης, πάνω σε πολύ μεγαλύτερα κοινωνικά κομμάτια από τους αναρχικούς.
8. Ο δημόσιος χώρος:   Το ποιός κάνει κουμάντο στο δημόσιο χώρο, ειδικά σε αυτόν ακριβώς μπροστά από τη βουλή σίγουρα αποτελεί ένα πεδίο μάχης. Αποτέλεσε σημείο αντιπαράθεσης ανάμεσα στην αριστερή και την πατριωτική πλατεία την εποχή των αγανακτισμένων, αποτέλεσε σημείο όπου το κράτος έχει επιβάλλει απαγόρευση συγκεντρώσεων, αποτελεί τόπο όπου καταλήγουν όλες οι εργατικές και μη κινητοποιήσεις  και σε κάποιες περιπτώσεις χώρο ριζοσπαστικοποίησης και ζύμωσης κοινωνικών ομάδων με εντελώς διαφορετικές αφετηρίες. Αποτελεί το χώρο όπου κορυφώνονται όλες οι συγκρούσεις ανάμεσα στο καθεστώς  και την κοινωνία από ύπαρξης του ελληνικού κράτους.  Το ΚΚΕ  εν μέσω τεράστιου κοινωνικού αναβρασμού  αποφάσισε ότι όλα αυτά είμαι ψιλοπράγματα και ότι το μόνο που χρειάζεται είναι μια καλή περιφρούρηση.
9. Οι αναρχικοί: Ο χώρος και σε αυτή την πορεία δεν κατέβηκε συγκροτημένα, και δεν είχε κανένα απολύτως σχέδιο. Αν είχε σχεδιασμό, θα έπρεπε να είχε κάνει  άλλα πράγματα από την πρώτη μέρα της απεργίας ή και πιο πριν από αυτή.  Κατέβηκε σαν κομμάτι του κόσμου που συγκρούεται και έπραξε ανάλογα. Το ζήτημα εάν οι μολότοφ ήταν φονικές ή όχι  δεν μπορεί να απαντηθεί σαν προσωπική επιλογή. Οι Παμίτες , έδρασαν δολοφονικά, είχαν ρόπαλα, κράνη και μάρμαρα και την βοήθεια των Ματατζήδων που πέταγαν δακρυγόνα από πάνω τους (ελάχιστα πάντως) και η  άλλη πλευρά είχε εξοπλισμό για να αντιμετωπίσει τους Ματατζήδες, δηλαδή πέτρες ,μάσκες και ελάχιστες μολότοφ. Το ότι αντί  για τα ΜΑΤ ήρθαν τα ΚΝΑΤ είναι θέμα του ΚΚΕ και των επιλογών του. Εάν θέλουν να παίξουν ξανά αυτό  τον ρόλο πρέπει να εξοπλιστούν κατάλληλα.  Όταν οι μέρες αγριεύουν τόσο πολύ, το ότι ο αναρχικός χώρος δεν μπορεί να σηκώσει πολιτικά καταστάσεις στις οποίες πρωταγωνιστεί είναι σοβαρότατο εσωτερικό ζήτημα. Πάντως είναι σίγουρα περίεργο να φοβάσαι περισσότερο μηπώς  σκοτωθεί κάποιος από τους αντιπάλους σου, από το ενδεχόμενο να σκοτωθεί κάποιος δικός  σου.
10. Το ρήγμα στο κίνημα: Εδώ δεν ενοούμε το ρήγμα ανάμεσα στο  ΚΚΕ  και στους εξεγερσιακούς αλλά ανάμεσα σε κομμάτια του κινήματος που φαινομενικά μέχρι τώρα είχαν παρεμφερή προσανατολισμό. Εδώ υπάρχουν τεράστιες ευθύνες από το παρελθόν. Με δεδομένο ότι εδώ και  δεκαετίες το ΚΚΕ είναι ξεκάθαρα με την πλευρά του καθεστώτος, είναι τεράστια ευθύνη αυτών που έτρεφαν αυταπάτες και κάθε φορά έπεφταν από τα σύννεφα. Κάθε φορά που το ΚΚΕ υπερασπίζονταν την Τάξη και την Νομιμότητα σε εργασιακούς  χώρους, σχολεία και πανεπιστήμια , πάντα υπήρχαν φωνές για την ηγεσία που είναι αντιδραστική αλλά η βάση είναι εργάτες και άλλα τέτοια . Οι σταλινικοί μπράβοι ποτέ δεν αντιμετωπίστηκαν σε τέτοιοι αλλά σαν παραστρατημένοι αριστεροί, που μπορεί δυνητικά να είναι μαζί μας.  Τώρα απλά έπεσαν οι μάσκες. Τώρα πρέπει να επιλέξει ο καθένας με ποιούς θα πάει και ποιούς θα αφήσει.

Ας αρνηθούμε ότι ανήκει στην κυριαρχία επειδή καταστρέφει ότι ωραίο υπάρχει στον κόσμο.

Το κείμενο αυτό μόλις σήμερα το βρήκα στο indymedia. Χωρίς η δημοσίευσή του να σημαίνει και απόλυτη συμφωνία, θεώρησα ότι οι θέσεις που παίρνει πάνω στα ζητήματα που θίγει, είναι πολύ κοντά στις δικές μου αλλά και ότι στηρίζονται με επιχειρήματα που σε μεγάλο βαθμό με καλύπτουν. Διαβάστε το λοιπόν, γιατί πραγματικά αξίζει τον κόπο.

(Μια κριτική στην αυτοδιαχείριση)
Βλέπουμε πολλές φορές σε κείμενα και αναλύσεις, αναφορές και προτάγματα για ένα μοντέλο αυτοδιαχείρισης και αυτοδιεύθυνσης ενός μελλοντικού απελευθερωμένου κόσμου. Η απουσία κριτικής ανάλυσης πάνω σε ζητήματα όπως η παραγωγική διαδικασία και κατανάλωση, η εργατική ταυτότητα, η ανάπτυξη των τεχνολογικών* εφαρμογών και η ειδίκευση και ο καταμερισμός που απαιτεί, κάνει απαραίτητη την τοποθέτηση μας για μια σειρά θεμάτων.
Ένα από τα προτάγματα που είχαν και έχουν μερίδα αναρχικών, κουμουνιστών, σοσιαλιστών, συνδικαλιστών και γενικά αριστερών είναι αυτό της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης και της αυτοδιαχείρισης αντί των δομών του καπιταλισμού και της ιεραρχίας. Στο κείμενο αυτό επιχειρούμε να παρουσιάσουμε τις σκέψεις και τις προβληματικές που μας ανακύπτουν όσον αφορά το ζήτημα της αυτοδιαχείρισης και της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης από την σκοπιά μιας αναρχικής αντίληψης για την απελευθέρωση, που είναι αδιαχώριστη από την αρμονική συνύπαρξη με τον φυσικό κόσμο. Μιας αναρχικής αντίληψης που δεν μπορεί πια να σχετίζεται με οικονιμίστικες αναλύσεις, μαρξιστικούς ντεντερμινισμούς, παραγωγικότητα, εργατισμό, άμεση δημοκρατία ή αριστερισμό.

Η αυτοδιαχείριση της βιομηχανίας δεν απελευθερώνει.
Συζητώντας και ψάχνοντας το ζήτημα της αυτοδιεύθυνσης το οποίο έχει άμεση σχέση με την έννοια της αυτοδιαχείρισης και της αυτοοργάνωσης καταλήγουμε σε κάποιες προβληματικές. Μία από τις προβληματικές  που εντοπίζουμε είναι ότι θεωρείται κεντρικό ζήτημα (για όσους υποστηρίζουν αυτές τις έννοιες) το ποιος κατέχει τα μέσα παραγωγής, οι εργάτες και η κοινωνία ή οι καπιταλιστές.   Έτσι, απλά και γρήγορα το πρόβλημα μετατοπίζεται σ’ αυτό της κατοχής, δηλαδή στο ποιος κατέχει τα μέσα παραγωγής. Όμως κάτι τέτοιο δεν αλλάζει την ουσία του κόσμου που ζούμε τώρα. Αναρωτιόμαστε πώς οι άνθρωποι που θέλουν να καταστρέψουν το κράτος και κάθε μορφή εξουσίας, δεν θα αναγκαστούν  να αναπαράγουν κάθε μία από τις λειτουργίες της, υιοθετώντας μαζί και τις αξίες της κυριαρχίας, ακόμα και κάτω από ένα μοντέλο αυτοδιαχείρισης. Το ζήτημα έτσι όπως το εντοπίζουμε δεν είναι μόνο αν τα μέσα παραγωγής είναι υπό την διαχείριση των εργατικών συμβουλίων (ή αντιπροσώπων των εργατών) ή αν είναι υπό την κατοχή των κεφαλαιούχων αλλά τα ίδια τα μέσα παραγωγής, δηλαδή η  ίδια η παραγωγική διαδικασία συνολικά, η εκβιομηχάνιση και η τεχνολογικοποίηση της ίδιας της ζωής. Η εξειδικευμένη  εργασία, οι πόλεις, ο ψηφιοποιημένος έλεγχος, η μαζική κοινωνία. Μαζί με ότι συνοδεύεται από αυτήν.  Όλα αυτά που εξελίχτηκαν στον πολιτισμό**.
Μια τέτοια προοπτική αντίληψης των πραγμάτων πιστεύουμε ότι είναι η μόνη για την πραγμάτωση της αναρχίας, που δεν είναι μια στείρα και αντιδραστική άρνηση για τα πάντα, αλλά δημιουργείται και  μπορεί να υποστηριχθεί όσο περισσότερο εμβαθύνουμε και αναλύουμε, τη λειτουργία και τις κινήσεις της κυριαρχίας.
Είναι άμεση η ανάγκη πια να γίνεται η κριτική και η δράση ενάντια στη λαίλαπα της  βιομηχανικής και τεχνολογικής προόδου. Όχι σε μια προοπτική της ανατροπής των αφεντικών και της (αυτο-) διαχείρισης των μέσων παραγωγής από τους εργάτες  αλλά προς την προοπτική της καταστροφής του συνόλου της παραγωγικής διαδικασίας. Επειδή όταν μιλάμε για βιομηχανική λαίλαπα εννοούμε στην κυριολεξία την γενοκτονία και την ισοπέδωση της ζωής από τον πολιτισμικό οδοστρωτήρα. Ας μιλήσουμε επιτέλους για τις καταστροφικές συνέπειες της πίστης στην πρόοδο, στην βιομηχανική παραγωγή και τον καταναλωτισμό. Ας βάλουμε στο στόχαστρο το σύνολο των μηχανισμών της κυριαρχίας μαζί με ότι κατασκεύασε και της ανήκει.
Οι συνθήκες εκμετάλλευσης και σκλαβιάς ασφαλώς και δεν είναι ένα φαινόμενο των τελευταίων δύο τριών αιώνων που συνοψίζονται από πολλούς ως καπιταλισμός, αλλά είναι μια κατάσταση που κρατάει αιώνες και ονομάζεται πολιτισμός. Στα πλαίσια του πολιτισμού, η κυριαρχία και η εξουσία είναι βασικά συστατικά, όπως και η πιο οργανωμένη μορφή τους το κράτος.

Η βιομηχανοποίηση της παραγωγής.
Θεωρούμε ότι στον πολιτισμένο κόσμο δηλαδή σε όλη αυτή την πορεία αποικιοκρατίας, εκμετάλλευσης και εξαθλίωσης η βιομηχανική επανάσταση κατά τον 18ο-19ο αιώνα ήταν η απαρχή μιας νέας κατάστασης η οποία έτσι όπως εξελίσσεται επηρεάζει καθολικά το νερό, το χώμα, τον αέρα και κάθε ζωντανό οργανισμό. Το ξέσπασμα αυτό της βιομηχανικής εξέλιξης δεν βασιζόταν στις ελεύθερες κοινωνικές διεργασίες, αλλά ήταν αποτέλεσμα της χρόνιας εκμετάλλευσης αποικιών από υπερδυνάμεις όπως ήταν η Αγγλία. Η βιομηχανική επανάσταση ήταν ένα ιδιαίτερα σύνθετο σύστημα τεχνικών, πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών ανακατατάξεων, οι οποίες οδήγησαν αρχικά  τις ευρωπαϊκές κοινωνίες από την αγροτική στη βιομηχανική μορφή τους. Κάθε τεχνολογική εφεύρεση και πρόοδος ήταν η συμπύκνωση εξουσίας, εκμετάλλευσης και κλοπής κοινωνικής γνώσης αιώνων ή οποία θεωρητικοποιήθηκε και συστηματοποιήθηκε με την επιστήμη και ακολούθως οδήγησε στην κατασκευή των μηχανών. Οι νέες καινοτομίες στον αγροτικό τομέα (που δεν άφηναν αναξιοποίητα εδάφη), οδήγησαν σε αύξηση της γεωργικής παραγωγής και μείωση του απασχολούμενου προσωπικού. Το προσωπικό που περίσσευε μετακινήθηκε σταδιακά, αφενός στις πόλεις, όπου έγινε φθηνό εργατικό δυναμικό στις φάμπρικες και τις βιομηχανίες, αφετέρου στις αποικίες, κυρίως στη βόρεια Αμερική και την Αυστραλία.
   Αυτή η ταυτόχρονη μεταβολή τόπου εργασίας και αντικειμένου απασχόλησης, μαζί με το μεγάλο αριθμό διαθέσιμων εργατικών χεριών, οδήγησαν σε σημαντικές κοινωνικές εκρήξεις και ανακατατάξεις. Μαζί με τους άντρες εργάζονταν γυναίκες και παιδιά, τα οποία προφανώς είχαν μεγαλύτερη ευχέρεια προσαρμογής. Ενώ όμως παλαιότερα στην οικοτεχνία των αγροτικών περιοχών προσάρμοζαν οι γυναίκες οι ίδιες το ρυθμό εργασίας τους, έπρεπε τώρα στον εκμηχανισμένο τρόπο παραγωγής να υποταχτούν σε μια γενικότερη πειθαρχία που επέβαλαν οι μηχανές. Το ίδιο συνέβη και με τις παλιές συντεχνίες. Οι μηχανές, με τη συνεχή βελτίωση της λειτουργίας τους,  προκαλούσαν περεταίρω καταμερισμό της εργασίας, μείωση των απαιτούμενων εργατικών χεριών και αύξηση της ανεργίας. Επιβαρυντικός παράγοντας ήταν φυσικά η ολοήμερη εργασία, συχνά μέχρι 16 ώρες το 24ωρο, κάτω από τελείως ανθυγιεινές συνθήκες. Βεβαίως, μετέπειτα οι κυρίαρχοι διαπίστωσαν ότι για να πλουτίζουν περισσότερο έπρεπε να υπάρχει χρόνος στους ανθρώπους για κατανάλωση, όπως και χρόνος για να ξεκουράζονται πράγμα που θα τους έκανε πιο αποδοτικούς και προσαρμόσιμους στην διαδικασία παραγωγής. Αυτός ήταν και ένας από τους τρόπους για την καταστολή των όποιων αντιστάσεων και εξεγέρσεων.
Στις τελευταίες δεκαετίες του 18ου  και στις αρχές του 19ου  αιώνα παρουσιάστηκε  μια τάση αντίστασης απέναντι στην εκβιομηχάνιση, από τους Λουδίτες.  Αυτοί κατέστρεφαν τις μηχανές, οι οποίες τους επέβαλαν αυξημένους ρυθμούς παραγωγής και πειθαρχημένο τρόπο εργασίας, αν στο μεταξύ δεν τους οδηγούσαν στην ανεργία. Αυτό βέβαια προκάλεσε τα αντίμετρα της εργοδοσίας και του κράτους. Το 1812 οι βανδαλισμοί κατά των αργαλειών έφτασαν στο αποκορύφωμά τους, όπου περί τα 200 μηχανήματα καταστρέφονταν κάθε μήνα. Το ίδιο έτος εκτελέστηκαν στο Γιορκ 14 Άγγλοι εργάτες με την κατηγορία ότι κατέστρεψαν τις νέες μηχανές στο εργοστάσιο που δούλευαν.
Μερικές δεκαετίες αργότερα ο Καρλ Μαρξ τοποθετήθηκε στο «Κεφάλαιο» ενάντια στη λογική των Λουδιτών: «Χρειάζεται χρόνος και πείρα για να μάθει ο εργάτης να διακρίνει τις μηχανές από την κεφαλαιοκρατική τους χρησιμοποίηση κι έτσι να στρέψει τις επιθέσεις του όχι ενάντια στα ίδια τα υλικά μέσα παραγωγής, αλλά ενάντια στην κοινωνική μορφή της εκμετάλλευσής τους.» Την αντίληψη αυτή δεν την είχε μόνο ο Μάρξ αλλά και όλοι οι θεωρητικοί (και μη) κουμουνιστές, αναρχικοί, σοσιαλιστές από τον 18ο αιώνα μέχρι τις μέρες μας. Με εξαίρεση φυσικά την πριμιτιβίστικη, αντιπολιτισμική  θεώρηση που έκανε τα πρώτα συγκροτημένα της βήματα τις τελευταίες δεκαετίες. Ως ένα βαθμό αντιλήψεις σαν του Μαρξ μπορούν να γίνουν κατανοητές λαμβάνοντας υπ’ όψιν το ότι εκφράστηκαν πριν δύο αιώνες. Σήμερα όμως με τις τόσες συνέπειες της βιομηχανικής παραγωγής στο φυσικό περιβάλλον και την ζωή μας, είναι παραφωνία κάποιος να υποστηρίζει την ουδετερότητα της τεχνολογικής προόδου και γενικά της επιστήμης. Ας ρίξουμε μια ματιά στα τσιμεντοποιημένα ή μολυσμένα ποτάμια και λίμνες, στον κόλπο του Μεξικού (την μεγαλύτερη θαλάσσια μόλυνση), στα καμένα ή αποψιλωμένα βουνά (πρώην δάση), στις πόλεις, στις μεταλλαγμένες καλλιέργειες, στα βιομηχανικά και τα ραδιενεργά απόβλητα, τις αρρώστιες όπως τον καρκίνο, στα εκατομμύρια τόνους πεταμένου πλαστικού, στα σφαγεία ζώων, στους αυτοκινητόδρομους και τα δυστυχήματα, στους θανάτους των ζώων λόγω της μόλυνσης της φύσης και σε τόσα αλλά που συνιστούν οικολογική γενοκτονία.
Και για τυχόν παρερμηνείες να το ξεκαθαρίσουμε, δεν λέμε ότι δεν φταίει η κυριαρχία για την εκμετάλλευση ανθρώπου και φύσης, αυτό που λέμε είναι ότι η κυριαρχία ενσαρκώνεται στη βιομηχανική παραγωγή και την τεχνολογία και είναι αδύνατο να χρησιμοποιηθούν «αναίμακτα». Η βιομηχανία και η τεχνολογία (όπως και η παραγωγή) ταυτίζονται με την κυριαρχία και είναι αδύνατο να συγκλίνουν με συνθήκες απελευθερωτικές. Η βιομηχανοποίηση είναι εκ φύσεως εξουσιαστική, επειδή απλά η εξειδίκευση και ο καταμερισμός εργασίας είναι αδιαχώριστα μέρη της παραγωγής και η βιομηχανική παραγωγή για να καλύπτει τις βιομηχανικές ανάγκες  αναμφίβολα πρέπει να συνεχίσει να λεηλατεί την φύση, να εκδιώκει, να αποικιοκρατεί και να εκμεταλλεύεται ανθρώπινους πληθυσμούς.

Η κυριαρχία επηρεάζει όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας μας.
Οι συνθήκες μέσα στις οποίες βιώνουμε τις καθημερινές μας ασχολίες και συναισθήματα είναι ομολογουμένως επηρεασμένες και καθορισμένες από τις διάχυτες εξουσιαστικές σχέσεις στον κοινωνικό χώρο, που βασικός μηχανισμός διασποράς τους είναι το κράτος. Τα πάντα στο επίπεδο οργάνωσης της ζωής μας βασίζονται σε ένα πλαίσιο από κανόνες που έχουν προκαθοριστεί από τις επιλογές της κυριαρχίας.

Όπως αναφέραμε ολόκληρος ο κόσμος επηρεάστηκε σε τεράστιο βαθμό από την βιομηχανική επανάσταση τον 19ο αιώνα. Η τεχνολογική εξέλιξη σε συνδυασμό με τους όρους επιβολής και ελέγχου οδήγησαν σε τραγικές καταστάσεις την ανθρωπότητα και τον πλανήτη, στο όνομα της προόδου. Η εξουσιαστική πρακτική επιβλήθηκε στον κοινωνικό χώρο παραμερίζοντας όποιους τρόπους φυσικής επιβίωσης είχαν κατακτήσει οι άνθρωποι με την μεταξύ τους συνεργασία και την απευθείας χρησιμοποίηση των αγαθών της φύσης(πρωτογενής παραγωγή) και επέβαλε τους δικούς της κανόνες καθιστώντας τους ανθρώπους εξαρτημένους από αυτήν. Έτσι η παραγωγική διαδικασία με την βιομηχανική επανάσταση έγινε μια πολύπλοκη και κατακερματισμένη διαδικασία. Παράλληλα τα νέα επιτεύγματα της παραγωγής (εμπορεύματα) πολλαπλασιάζονται αδιάκοπα σε ποσότητα αλλά και σε είδος.
Σε συνδυασμό και με τις διάφορες τεχνικές, όπως της διαφήμισης, η κυριαρχία καταφέρνει να κατασκευάζει ακατάπαυστα ένα σωρό πλαστές ανάγκες στον δυτικού τύπου κόσμο. Οι πλαστές ανάγκες ανταποκρίνονται στα καινούρια προϊόντα της βιομηχανίας που διατίθενται προς πώληση και όλα αυτά σε μια αλυσιδωτή διαδικασία που συνεχίζεται με την υπερκατανάλωση και βεβαίως την κατασκευή τόνων από σκουπίδια.
Ας δούμε τις πόλεις, την εργασία, τις μετακινήσεις μας, τις επιστήμες, την τεχνολογία, την εκπαίδευση, την πληροφορία, την τροφή μας. Όλα αυτά που σε κάποιους-ες ίσως να φαίνονται φυσικοί παράγοντες επιβίωσης ή απαραίτητα κοινωνικά αγαθά, αναμφίβολα έχουν διαμορφωθεί μέσα από την χρόνια επιβολή, και λειτουργούν με τέτοιο τρόπο που τροφοδοτούν και αναπαράγουν τις συνθήκες εκμετάλλευσης. Το πλέγμα των εξουσιαστικών σχέσεων και δομών απλώνεται σε όλες τις εκφάνσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και λειτουργιών, όπως και στην ίδια την φύση με καταστροφικά συνεπακόλουθα.

Για την πόλη και την παραγωγή.
Ας μιλήσουμε για την πόλη. Η πόλη είναι ένα εργοστάσιο, είναι ένα τεχνητό περιβάλλον όπου οι άνθρωποι καλούνται να ζήσουν σε αυτό. Για την εγκατάλειψη της αρμονικής συνύπαρξης με την φύση και την κατοίκιση στη  πόλη αναμφίβολα έπαιξαν ρόλο οι επιλογές της κυριαρχίας. Το φυσικό στοιχείο στις πόλεις παίζει κυρίως το ρόλο του στολιδιού και όχι το χώρο στον οποίο μπορεί να ζήσει κανείς. Άλλωστε, για την ομαλή κάλυψη των αναγκών της πόλης η φύση έπρεπε να θεωρηθεί απλά ως ένας παραγωγικός συντελεστής. Αρχικά, οι άνθρωποι εξαναγκάστηκαν να προσαρμοστούν σε συνθήκες πιεστικές και ασφυκτικές, για να έρθουν μετά οι νέες γενιές να το θεωρήσουν κάτι το φυσιολογικό. Σε καμία περίπτωση όμως ο τρόπος που ζουν οι κάτοικοι σε μία πόλη δεν είναι προϊόν δικής τους επιλογής αλλά είναι μια κατάσταση που επιβλήθηκε και επιβάλλεται. Οι άνθρωποι δεν στοιβάζονται στις πόλεις από κάποια ανάγκη επικοινωνίας ή από κάποια ανάγκη λειτουργικής αλληλεπίδρασης μεταξύ τους, αλλά οδηγούμενοι από τις συνθήκες που κατασκεύασε η κυριαρχία, για να εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της ύπαρξής της.
Οι πόλεις είναι ένα εξουσιαστικό κατασκεύασμα οι οποίες θα υπάρχουν όσο θα υπάρχουν οργανωμένες εξουσιαστικές δομές. Η βιομηχανοποίηση έχει αμφίδρομη σχέση με την μαζική αστικοποίηση. Και είναι απλό: για να λειτουργήσει το μεγάλο εργοστάσιο της πόλης χρειάζεται καταμερισμός της εργασίας και εξειδίκευση όπως και λεηλασία της φύσης στην περιφέρεια.
Μπορεί να υπάρξει πόλη χωρίς την επιτήρηση, τον έλεγχο (είτε από αστυνομία είτε από πολιτοφυλακή) και την πειθαρχία των ανθρώπων στην τάξη που απαιτεί η λειτουργία των μηχανών και η βιομηχανική διαδικασία;
Ας δούμε τώρα τους τομείς παραγωγής σε σχέση με την κατοίκιση στην πόλη. Αρχικά ο πρωτογενής τομέας αποκλείεται από τις εργασίες που μπορούμε να κάνουμε σε μία πόλη. Ο δευτερογενής τομέας παραγωγής, που έχει να κάνει με την βιομηχανική μεταποίηση, είναι ένας τομέας που δεν υπάρχει σε όλες τις πόλεις στον ίδιο βαθμό και σε κάποιες ελάχιστα, οπότε παραμένει ο τριτογενής τομέας για την πλειοψηφία των κατοίκων για πολλές πόλεις όπως τις πόλεις της Ελλάδας. (Για τον δευτερογενή τομέα και την βιομηχανία μιλήσαμε αρκετά στις πιο πάνω παραγράφους και για το ότι δεν μπορεί να αυτοδιαχειριστεί από ελεύθερους ανθρώπους.) Οι μεταφορές, οι κρατικές και δημόσιες υπηρεσίες, η εκπαιδευτική διαδικασία (που είναι τομείς τριτογενούς παραγωγής) συντηρούν ένα σύστημα καθαρά αυτοματοποιημένο και εξουσιαστικό στο οποίο ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια παραγωγική μονάδα. Όσο για τις διάφορες δουλειές όπως σε μαγαζιά, και υπηρεσίες καθαριότητας που είναι ένας τεράστιος τομέας της οικονομίας σήμερα στις πόλεις, σε απελευθερωμένες συνθήκες θα ήταν αχρείαστες αφού οι άνθρωποι με απλή συνεργασία θα αλληλοβοηθιούνταν και τέτοιες εργασίες θα ήταν περιττές.  Συμπερασματικά, ο τριτογενής τομέας είναι εξορισμού άχρηστος σε απελευθερωμένες συνθήκες, αφού ένα μεγάλο μέρος του συντηρεί τον κρατικό μηχανισμό.
Τώρα, επιστέφοντας στον πρωτογενή τομέα ως τον πιο «αθώο», θα πρέπει να τον προσεγγίσουμε μακριά από την βιοτεχνολογική, βιομηχανική και εμπορευματική παρέμβαση. Σε απελευθερωμένες κοινοτικές συνθήκες εναρμονισμένες με την φύση θα ήταν οξύμωρο να χρησιμοποιούμε τον όρο και την λογική της παραγωγικής διαδικασίας, άρα δεν θα μπορούσε να υπάρχει και η έννοια «πρωτογενής τομέας παραγωγής». Η εξειδίκευση και ο καταμερισμός εργασίας δεν θα μπορούσε να έχει κανένα συστηματικό ρόλο σ’ αυτές τις συνθήκες.

Ο άνθρωπος εξαναγκασμένος από τις εξουσιαστικές συνθήκες να ζει μέσα στις πόλεις έχει απολέσει κάθε δυνατότητα για άμεσο έλεγχο έστω κάποιου κομματιού πάνω στην ζωή του. Έχει αλλοτριωθεί μέσα σ’ αυτό το καλά οργανωμένο τεχνητό κοινωνικό περιβάλλον και πλέον έχει μετατραπεί σε εργάτη-παραγωγό-καταναλωτή. Η εργατίστικη αντίληψη που θέτει την παραγωγική διαδικασία και όσους εμπλέκονται σ’ αυτήν, κινητήρια δύναμη της απελευθέρωσης, στην ουσία όχι μόνο αδυνατεί να αμφισβητήσει την ουσία αυτού του εξουσιαστικού κόσμου αλλά ακόμα χειρότερα τον αναπαράγει. Οι μετεξελίξεις και αναδιαρθρώσεις που συντελούνται στην κυριαρχία, έχουν αλλάξει σε μεγάλο βαθμό και την ίδια την βιομηχανική και παραγωγική δομή. Οι νέες τεχνολογίες έχουν εισβάλλει μέσα στη ζωή και στη καθημερινότητα μας και διαρρηγνύουν κάθε τι από τον φυσικό κόσμο. Η ταξική πάλη των εργατών με τους κατόχους των μέσων της παραγωγής είναι ανεπαρκής και δεν μπορεί να χρησιμεύσει αποτελεσματικά στην ολική απελευθερωτική προοπτική. Η εκμετάλλευση μας σήμερα συνεχίζεται ακάθεκτα, αλλά πλέον και χάρη των νέων τεχνολογιών, έχει εντατικοποιηθεί με καταστροφικά αποτελέσματα για μας και τον πλανήτη συνολικότερα. Έτσι το ζήτημα της τεχνολογίας δεν μπορούμε να το ερμηνεύσουμε ξέχωρα από το σύστημα καταπίεσης και εκμετάλλευσης, μέρος της οποίας είναι και η ίδια. Η τεχνολογία δεν είναι ουδέτερη. Είναι ένα ακόμα εργαλείο που έχει σκοπό να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των κρατών και των εξουσιαστικών ελίτ για περισσότερο έλεγχο. Οι τεχνολογικές εφαρμογές στοχεύουν στον έλεγχο μας, όπως το εργοστάσιο δημιουργήθηκε για να ελέγχει και να ρυθμίζει την εκμετάλλευση των εργαζομένων. Έτσι και η ανάπτυξη της βιομηχανίας μαζί με την αλματώδη τεχνολογική πρόοδο, θέτουν  τους ανθρώπους και το φυσικό κόσμο υπό μεγαλύτερο έλεγχο και εξάρτηση από το κράτος, χάνοντας έτσι τον έλεγχο της ζωής του και αποξενώνοντας τον από τον φύση.
Έτσι λοιπόν καμιά είδους απελευθέρωση δεν μπορεί να υπάρξει, αυτοδιαχειρίζοντας την μιζέρια και την εκμετάλλευση που προκαλούν το κράτος και οι μηχανισμοί του. Πώς λοιπόν οι αναρχικοί ενώ αναγνωρίζουμε ότι οι εξουσιαστικοί μηχανισμοί και θεσμοί πρέπει να καταστραφούν αν θέλουμε να ζήσουμε μια ελεύθερη ζωή, δεν επεκτείνουμε αυτή μας την αντίληψη και στο βιομηχανικό και τεχνολογικό σύμπλεγμα που είναι ένα ακόμα μέρος της δομής της κυριαρχίας; Και αντί αυτού να προτάσσεται η αυτοδιαχείριση του; Είναι ανάγκη, να επιτεθούμε και να καταστρέψουμε κάθε πτυχή, δομή, μηχανισμό του κράτους και των εξουσιαστικών σχέσεων. Από αυτή την εξουσιαστική πραγματικότητα δεν έχουμε κανένα λόγο απολύτως να κρατήσουμε κάποιο παράγωγο της ανέγγιχτο. Αντίθετα έχουμε όλους τους λόγους να τα καταστρέψουμε. Μονάχα έτσι θα βρούμε τους τρόπους να βαδίσουμε ελεύθεροι πάνω σε έναν ελεύθερο πλανήτη.
Εν τέλει στο ερώτημα αν η παραγωγή μπορεί να αυτοδιαχειριστεί η απάντηση είναι: ναι μπορεί. Μόνο που δεν θα σχετίζεται με μια απελευθερωμένη και αρμονική συμβίωση ανθρώπων και φύσης. Επειδή οι οριζόντιες κοινωνικές δομές θα αντικαταστήσουν απλά τις κάθετες και η ιεραρχία και η γραφειοκρατία δεν θα χτυπηθούν αφού θα κυριαρχεί ο καταμερισμός εργασίας και η εξειδίκευση.
Η αναρχία μπορεί να ανθίσει στον πλανήτη γη, μόνο με την συνολική άρνηση της κυριαρχίας μαζί με τη θεωρία και πρακτική της. Έξω από τις πόλεις σε αποαστικοποιημένους τόπους, μακριά από την βιομηχανική παραγωγή.

Σύμπραξη για την αναρχία

*όταν αναφέρουμε την έννοια της τεχνολογίας δεν  εννοούμε τις απλές κατασκευές που μπορεί να φτιάξει ο οποιοσδήποτε, αλλά στην έννοια έτσι όπως την έχει ορίσει η επιστήμη και εφαρμόζεται στην βιομηχανική παραγωγική διαδικασία.
**όταν αναφερόμαστε στην έννοια του πολιτισμού εννοούμε την περίοδο που ξεκινά όταν στις  ανθρώπινες κοινότητες εμφανίστηκε η οργανωμένη εξουσία.

Πραγματεία περί εθελοδουλείας.

Αποσπάσματα από το “Πραγματεία περί εθελοδουλείας” του Ετιέν ντε λα Μποεσί.
Α΄ έκδοση-ελευθεριακή κουλτούρα1995, Β΄έκδοση-πανοπτικόν2002, Α΄ανατύπωση-2005.Εκείνος που έτσι σας καταδυναστεύει έχει μόνο δύο μάτια, μόνο δύο χέρια, μόνο ένα σώμα, τίποτα παραπάνω από όσα διαθέτει και ο τελευταίος άνθρωπος ανάμεσα στους αμέτρητους που κατοικούν στις πόλεις σας. Στην πραγματικότητα δεν έχει τίποτα παραπάνω για να σας καταστρέψει, από την εξουσία που εσείς του απονείματε. Πού βρήκε αρκετά μάτιοα για να σας κατασκοπεύσει εάν δεν του τα δώζατε οι ίδιοι; Πώς μπορεί να έχει τόσα πολλά χέρια για να σας χτυπά, εάν δεν τα δανείστηκε από εσάς; Τα ππόδια με τα οποία ποδοπατά τις πόλεις σας, πού τα βρήκε εάν δεν είναι τα δικά σας; Πώς έχει οποιαδήποτε εξουσία πάνω σας, εκτός μέσα από εσάς;  Πώς θα τολομούσε να σας επιτεθεί εάν δεν είχε τη συνεργασία σας; Τί θα μπορούσε να σας κάνει εάν εσείς οι ίδιοι δε συνεργούσατε με τον κλέφτη που σας ρημάζει, εάν δεν ήσασταν συμμέτοχοι με τον εγκληματία που σας σκοτώνει, εάν εσείς οι ίδιοι δεν προδίδατε τους εαυτούς σας;  Σπέρνετε τα χωράφια σας ώστε να μπορεί να τα ρημάζει, φτιάχνετε κι επιπλώνετε τα σπίτια σας ώστε να του δίνετε αγαθά για να πλιατσικολογήσει. Ανατρέφετε τις κόρες σας ώστε να μπορεί να ικανοποιήσει τη λαγνεία του. Μεγαλώνετε τα παιδιά σας ώστε να μπορεί να ασκήσει πάνω τους το μεγαλύτερο προνόμιο που ξέρει – να οδηγηθούν στις μάχες του, να πάνε στο σφαγείο, να γίνουν υπηρέτες της απληστίας του και όργανα της εκδίκησής του. Παραδίδετε τα κορμιά σας στην σκληρή εργασία, προκειμένου να είναι σε θέση να ικανοποιεί τι; απολαύσεις του και να κυλιέται στις αισχρές ηδονές του. Αδυνατίζετε προκειμένου να τον κάνετε τον ισχυρότερο και τον ενδοξότερο που θα σας έχει υπό έλεγχο.